Ο Νίκος Καζαντζάκης, στο Όρος Σινά που είχε φτάσει για να επισκεφτεί την Μονή της Αγίας Αικατερίνης, θυμήθηκε μερικές σελίδες της Παλαιάς Διαθήκης που αναφέρονται στον Θεό εκδικητικό, που ενθαρρύνει την βία και τον πόλεμο, και γράφει: «Ολοένα στερεώνουνταν το πρόσωπό του, τράχαινε, έπαιρνε την άγρια όψη του Ισραήλ. Δεν ήταν πιά ανώνυμα, απάτριδα, αόρατα πνεύματα σκορπισμένα στον αέρα· δεν ήταν πιά ο Θεός ολάκερης της Γης. Ήταν ο Γεχωμάς, ο Θεός μιας μονάχα ράτσας, της ράτσας των Οβραίων, σκληρός, εκδικητικός, αιμοβόρος. Γιατί περνούσε δύσκολες στιγμές, ήταν ανάγκη να’ ναι σκληρός, εκδικητικός κι αιμοβόρος, γιατί πολεμούσε με τους Αμαληκίτες, τους Μαδιανίτες και με την έρημο» (Βλ. «Αναφορά στον Γκρέκο», σελ. 262).
Σε αυτές τις σελίδες βίας και θανάτου της Παλαιάς Διαθήκης αναφέρονται και σήμερα, μερικοί αναλυτές, με αφορμή τα τραγικά γεγονότα που συμβαίνουν αυτές τις ημέρες στον πόλεμο της Γάζας.
Δε νομίζω πως σ’ αυτόν τον πόλεμο, το Ισραήλ εμπνέεται από τη Βίβλο, οι αιτίες είναι φυσικά άλλες. Ωστόσο, για όποιον έχει διαβάσει έστω και στοιχειωδώς την Παλαιά Διαθήκη (= ΠΔ), δεν μπορεί να μην σκανδαλιστεί με την απίστευτη βία που συναντά σε αυτήν. Η εικόνα του Θεού στην ΠΔ ως πολεμιστή (ο «Θεός Σαβαώθ» σημαίνει ακριβώς ο «Θεός των στρατευμάτων»), αποτελεί ένα πραγματικό σκάνδαλο για τον σύγχρονο άνθρωπο. Σε περισσότερα από 100 χωρία, ο Γιαχβέ διατάσσει ρητά τη θανάτωση ανθρώπων. Διατάζει τους Ισραηλίτες ακόμα και να εξολοθρεύσουν τους ηττημένους λαούς: «Στις πόλεις ετούτων των λαών, που ο Κύριος ο Θεός σας, σάς δίνει για ιδιοκτησία, κανένας άνθρωπος δεν πρέπει να μείνει ζωντανός, αλλά θα τον εξολοθρεύσεις» (Δευτερονόμιον 20,16-17). Ακόμα και οι Ψαλμοί αφήνουν να εκραγεί βία, εκτοξεύουν κατάρες (βλ. π.χ. τους Ψαλμούς 5,11/18,35-43/109/,6-0). Διαβάζουμε στον Ψαλμό 137, το φρικτό: «Μακάριος είναι εκείνος που θα αρπάξει τα παιδιά σου και θα τα συντρίψει στον βράχο».
Η ανάγνωση αυτών των αποσπασμάτων της Παλαιάς Διαθήκης, ανέκαθεν, προκαλούσε πολλά ερωτήματα στους χριστιανούς και δημιουργήθηκαν μέχρι και αρχαίες αιρέσεις, όπως αυτή του Μαρκίωνα (2ος αι.), για τον οποίον υπάρχουν δύο Θεοί, σε αντιπαράθεση μεταξύ τους, ο βίαιος Θεός των εβραϊκών Γραφών και ο καλός Θεός των Χριστιανών.
Αυτά τα κείμενα, προέρχονται από μία εποχή και έναν πολιτισμό πολύ διαφορετικό από εκείνον των σημερινών αναγνωστών. Και επιπλέον, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας, ότι η Π.Δ. είναι ένα σύνολο κειμένων που γράφτηκαν σε μια περίοδο περίπου μιας χιλιετίας, από έναν λαό που είχε υποστεί μία μακρά πολιτιστική και θρησκευτική ωρίμανση.
Όσον αφορά στην βία, η Π. Δ. κρατά μία αμφιλεγόμενη στάση, κατά κάποιον τρόπο διπολική. Από τη μία πλευρά καταδικάζει τη βία και από την άλλη υιοθετεί μερικές αντιλήψεις της εποχής, μακριά από τις δικές μας.
Πράγματι η Π.Δ. καταδικάζει την ανθρώπινη βία, κάθε επίθεση κατά της ανθρώπινης ζωής βιώνεται ως επίθεση κατά του Θεού, ο οποίος από την πλευρά του στέκεται υπερασπιστής του πολύτιμου δώρου που δόθηκε στην ανθρωπότητα, του δώρου της ζωής. Η θεϊκή καταδίκη επεκτείνεται σε όλες τις μορφές βίας: καταπίεση των αδυνάτων, τυραννία των υπηκόων κλπ.
Οι άνθρωποι, από την αρχή, διακατέχονται από τον δαίμονα της βίας: για παράδειγμα ο Κάιν και ο Άβελ (Γέν. 4:1-6). Και τόσα άλλα, ακόμα, παραδείγματα βίας.
Είναι η φωνή των προφητών που ερμηνεύει αυτή την αντι-βίαιη συνείδηση, η οποία κατηγορεί τους βασιλιάδες και την αριστοκρατία για την καταπίεση των ανθρώπων και ιδιαίτερα των αδυνάτων (Βλέπε προφήτες Αμώς, Ωσηέ, Μιχαίας, Ιεζεκιήλ).
Η δολοφονική βία έχει ως κύρωση τον θάνατο του ενόχου: «Όποιος χτυπήσει άνθρωπο, προκαλώντας τον θάνατό του, θα θανατωθεί» (Έξοδος 21,12) και είναι ο νόμος της ανταπόδοσης που αποσκοπεί στην προστασία των ασθενέστερων τάξεων από την κακοποίηση των ισχυρών: «Ζωή αντί ζωής, οφθαλμός αντί οφθαλμού, δόντι αντί οδόντος, χέρι αντί χεριού, πόδι αντί ποδιού». ( Εξ. 21, 23-25).
Από την άλλη πλευρά πώς εξηγείται, όμως, η διαταγή του Θεού να θανατωθούν όλοι οι ηττημένοι σε πόλεμο; Πρόκειται για το έθιμο το λεγόμενο hèrem, ή αλλιώς την απαγόρευση να χαριστεί η ζωή σε οποιονδήποτε αιχμάλωτο. Αυτή η συνήθεια αποτελούσε μέρος της κουλτούρας και της νοοτροπίας όλων των σημιτικών λαών, για τους οποίους, ως συνέπεια μίας στρατιωτικής νίκης, ήταν απαραίτητο να κρατηθεί ένα μέρος των λαφύρων του πολέμου για τον αρχηγό και να εξολοθρευθεί όλο το υπόλοιπο. Οι Ισραηλίτες ερμηνεύουν αυτόν τον κανόνα υπό το πρίσμα της πίστης τους στον Θεό. Τα λάφυρα του πολέμου θα θυσιαστούν στο Θεό τους, καθώς θεωρούσαν Αυτόν ως αρχηγό, ως στρατάρχη του Ισραήλ (ο Θεός Σαβαώθ), ο μόνος στον οποίο μπορούσαν να αποδοθούν τα πλεονεκτήματα της στρατιωτικής νίκης τους: «Αν μας παραδώσεις αυτόν το λαό στην εξουσία μας, εμείς θα σου αφιερώσουμε ολοκληρωτικά τις πόλεις του» (Βλ. Αριθμοί 21,1-3 ή επίσης Δευτ. 2,34). Με άλλα λόγια, εξουδετέρωναν τους ηττημένους ως προσφορά προς τον Θεό.
Μετά την επιστροφή από την εξορία της Βαβυλωνίας (538-63 μ.Χ.), το Ισραήλ, σε μια κατάσταση σοβαρού κινδύνου για την πολιτιστική και θρησκευτική του ταυτότητα, θα ερμηνεύσει το hèrem ως κανόνα που του δόθηκε από τον Θεό, για την υπεράσπιση του λαού του από πιθανή μόλυνση με άλλες θεότητες.
Από θεολογικής άποψης, αυτό δεν μας εκπλήσσει: ο Θεός εισέρχεται στην ιστορία ενός συγκεκριμένου λαού, υιοθετώντας τη γλώσσα του και τις πολιτιστικές και ηθικές του αρχές (οι οποίες, φυσικά, είναι πολύ διαφορετικές από τις δικές μας). Ο Θεός αποκαλύπτεται προοδευτικά, περνά από μια πρωτόγονη αντίληψη, που θα ολοκληρωθεί με την αποκάλυψή του από τον Ιησού Χριστό.
Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι στην Παλαιά Διαθήκη υπάρχουν «ατελή και πρόσκαιρα στοιχεία» (Β΄ Βατικανή Σύνοδος, Dei Verbum αριθ. 15), τα οποία, η θεία παιδαγωγική δεν μπορούσε να τα εξαλείψει αμέσως. Οι άνθρωποι προσεγγίζονται από την αποκάλυψη, στην κατάσταση στην οποία βρίσκονται, για να ανυψωθούν στη συνέχεια σταδιακά στο σχέδιο του Θεού, το οποίο βρίσκει την εκπλήρωσή του στον Ιησού Χριστό.
Αυτός, στην «Επί του Όρους Ομιλία», το κατεξοχήν κήρυγμά του ενάντια στη βία, κήρυξε στους μαθητές του, να αγαπάμε ακόμα και τους εχθρούς μας.
Ύστερα από περισσότερο από είκοσι αιώνες χριστιανισμού, η ανθρωπότητα ζει ακόμα τη φρίκη του πολέμου, της βίας και του ρατσισμού. Δυστυχώς, ούτε οι θρησκείες είναι απαλλαγμένες από αυτό το απόλυτο κακό, ή μάλλον, όπως έλεγε ο Blaise Pascal: «Οι άνθρωποι ποτέ δεν κάνουν το κακό της βίας τόσο ολοκληρωτικά και με τόσο ενθουσιασμό, όπως όταν το κάνουν από θρησκευτική πεποίθηση».
+ Ιωάννης Σπιτέρης