Σε καιρούς κρίσης και αδιεξόδων της κοινωνίας, εμφανίζονται, σε όλες τις Εκκλησίες, διάφοροι «προφήτες», «γέροντες»… που είναι πεπεισμένοι πως ο Θεός ο ίδιος «αποκαλύπτει» σε αυτούς το θέλημά Του για να το μεταδώσουν στους άλλους. Ισχυρίζονται πως ο ίδιος ο Χριστός τους υπαγορεύει τις αποκαλύψεις του, πως πρόκειται για σύγχρονους «μεσολαβητές» μεταξύ Θεού και ανθρώπων!
Σε ό,τι αφορά, όμως στους πιστούς, σε κάθε περίπτωση, έχει αφάνταστα περισσότερη σπουδαιότητα η μαρτυρία της χριστιανικής ζωής αυτών των «προφητών», παρά τα όσα «αποκαλύπτουν» με τα λόγια τους.
Αυτές οι σκέψεις μας προσφέρουν την ευκαιρία να θυμηθούμε την σπουδαιότητα της πραγματικής Αποκάλυψης που ο Θεός πραγματοποίησε στους ανθρώπους. Αυτό επείγει ακόμη περισσότερο καθώς ετοιμαζόμαστε να εορτάσουμε τη Γέννηση του Ενσαρκωμένου Λόγου του Θεού. Πράγματι, με την ενανθρώπιση του Λόγου Του, ο Θεός μίλησε στους ανθρώπους μία για πάντα: «Αφού ο Θεός πολλές φορές και με πολλούς τρόπους μίλησε μέσω των προφητών, σε αυτές τις έσχατες ημέρες μίλησε σε εμάς μέσω του Υιού» (Εβραίους 1, 1-2).
Ο μεγάλος Ισπανός μύστης, Άγιος Ιωάννης του Σταυρού (1542 – 1591), στο περίφημο αριστούργημά του, «Ανάβαση στο Όρος Κάρμηλο», ερμηνεύοντας το παραπάνω εδάφιο, γράφει: «Αφού μας έδωσε τον Υιό Tου, που είναι ο Λόγος Του, ο Θεός δεν έχει άλλο λόγο να μας δώσει. Μας τα είπε ταυτόχρονα όλα, μ’ αυτόν το Λόγο (…) γιατί όσα έλεγε λίγα λίγα στους προφήτες, τα είπε όλα μαζί στο πρόσωπο Του Υιού Του, και δίνοντάς μας τον Υιό, μάς έδωσε τα πάντα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όποιος θα ήθελε τώρα να Τον ρωτήσει και να Του ζητήσει ένα όραμα ή μια νέα αποκάλυψη, δεν θα έπραττε μόνο μια παραφροσύνη, αλλά και θα προσέβαλλε τον ίδιο το Θεό επειδή δεν προσηλώνει τα μάτια του στο Χριστό, αλλά αναζητά κάτι διαφορετικό ή κάτι καινούριο».
Είναι επίσης αλήθεια, πως ο Θεός, στην απέραντη ελευθερία Του, δεν έπαψε να μιλάει και σήμερα στους ανθρώπους, αλλά μόνο ιδιωτικά, όχι δημόσια για όλη την Εκκλησία. Οι πιστοί δεν είναι υποχρεωμένοι να πιστεύουν σε αυτές τις ιδιωτικές αποκαλύψεις. Σχετικά με αυτό η «Κατήχηση της Καθολικής Εκκλησίας» διδάσκει: «Στο πέρασμα των αιώνων υπήρξαν ορισμένες αποκαλύψεις λεγόμενες “ιδιωτικές”, από τις οποίες μερικές αναγνωρίσθηκαν από την αυθεντία της Εκκλησίας. Αυτές όμως δεν ανήκουν στην παρακαταθήκη της πίστεως» (αρ. 67).
Η υπέρτατη αρχή πάνω στην οποία η Εκκλησία στηρίζει την πίστη της, τη ζωή της, τη διδασκαλία της και την πνευματικότητά της, είναι ακριβώς ο Ιησούς Χριστός, αυτός που μας αποκάλυψε το Πρόσωπο του Θεού και το θέλημά Του. Η αποκάλυψη αυτή φτάνει σήμερα σε εμάς με την Αγία Γραφή και τη ζωντανή Παράδοση της χριστιανικής Κοινότητας.
«Η Εκκλησία δεν ζει αφ’ εαυτού της αλλά από το Ευαγγέλιο, και από το Ευαγγέλιο αποκομίζει τον προσανατολισμό για την πορεία της… Είναι πράγματι ο Λόγος του Θεού που, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, οδηγεί τους πιστούς προς την πληρότητα της αληθείας (Ιωάννης 16,31)» (Πάπας Βενέδικτος ο 16ος)
Διαβάζουμε σε ένα από τα πιο σπουδαία ντοκουμέντα της Β’ Συνόδου του Βατικανού, τη Δογματική Διάταξη για τη Θεϊκή Αποκάλυψη, «DeiVerbum» (Ο Λόγος του Θεού): «Η Εκκλησία θεώρησε πάντοτε και θεωρεί την Αγία Γραφή, μαζί με την Ιερά Παράδοση, ως τον υπέρτατο κανόνα της πίστης της» (αρ. 21).
Επιπλέον, αυτό το ντοκουμέντο διδάσκει: «H βαθιά αλήθεια σχετική με το Θεό και τη σωτηρία των ανθρώπων, γίνεται εμφανής μέσω αυτής της Αποκάλυψης για μας, εν Χριστώ, ο οποίος είναι ταυτόχρονα μεσίτης και πλήρωμα ολόκληρης της Θείας Αποκάλυψης» (αρ.2).
Κανένας και τίποτα δεν μπορεί να είναι υπεράνω της Αγίας Γραφής, όλοι οι πιστοί πρέπει να τεθούν στην υπηρεσία του Λόγου και το Διδακτικό Σώμα της Εκκλησίας (ο Πάπας, οι Επίσκοποι, οι Σύνοδοι) τίθεται στην υπηρεσία του Λόγου. Πράγματι, διαβάζουμε στο συνοδικό προαναφερθέν Ντοκουμέντο: «Το Διδακτικό Σώμα (Magisterium) της Εκκλησίας δεν είναι βέβαια υπεράνω του Λόγου του Θεού, αλλά βρίσκεται στην υπηρεσία του, σύμφωνα με τη θεϊκή εντολή και με τη συμπαράσταση του Αγίου Πνεύματος». (αρ. 10).
Έτσι, για το Συνοδικό κείμενο, η Αγία Γραφή πρέπει να εμποτίζει κάθε πτυχή της ζωής της Εκκλησίας για να μπορέσει αυτή να αναπτύσσεται με δύναμη και αποτελεσματικότητα: «Επομένως, κάθε εκκλησιαστικό κήρυγμα, όπως και η ίδια η χριστιανική θρησκεία, πρέπει να τρέφονται και να ρυθμίζονται από την Αγία Γραφή… Και τόση είναι η δύναμη και η αποτελεσματικότητα του Λόγου του Θεού, ώστε αυτός να είναι το στήριγμα και η δύναμη της Εκκλησίας, και ταυτόχρονα η αντοχή της πίστης, η τροφή της ψυχής, η καθαρή και αιώνια πηγή της πνευματικής ζωής των παιδιών της Εκκλησίας» (αρ.10).
+ Ιωάννης Σπιτέρης