ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ, ΟΛΟΙ ΕΜΕΙΣ,
ΓΙΝΟΜΑΣΤΕ ΣΩΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥ
του σεβασμ. Ιωάννη Σπιτέρη
Στη Λατινική Λειτουργική Παράδοση, η Μεγάλη Πέμπτη είναι αφιερωμένη στην ανάμνηση του Τελευταίου Δείπνου του Ιησού με τους Αποστόλους, στη διάρκεια του οποίου ίδρυσε την Αγία Ευχαριστία και την Ιεροσύνη. Γι’ αυτό το λόγο, προτείνουμε σήμερα, το παρόν κείμενο, στο οποίο γίνεται αναφορά σε μία από τις πιο χαρακτηριστικές διαστάσεις αυτού του Ιερού Μυστηρίου. Η Αγία Ευχαριστία, όχι μόνο καθιστά παρόντα τον Ιησού για να κοινωνήσει μαζί μας, αλλά και εμάς τους ίδιους τους καθιστά «Σώμα Χριστού». Πρόκειται για τη λεγόμενη εκκλησιολογική διάσταση της Αγίας Ευχαριστίας, κοινή διδασκαλία καθολικών και ορθοδόξων. Μία διδασκαλία που όμως, στην πράξη την ξεχνάμε συχνά και κοινωνούμε ενώ υπάρχουν έριδες, μίση, φανατισμοί. Για πολλούς, η Αγία Ευχαριστία θεωρείται σαν ένα μαγικό ιερό αντικείμενο που δεν έχει καμία σχέση με την καθημερινότητα. Για να κοινωνήσουμε αρκεί να προετοιμαστούμε με κάποια σχετική νηστεία! Τα υπόλοιπα δεν έχουν και τόση μεγάλη σημασία!
_________________________________________________________
Στην Ευχαριστιακή Προσευχή της Θείας Λειτουργίας (αρ. 2) προσευχόμαστε στο Θεό για να στείλει το Άγιο Πνεύμα και να μεταμορφώσει όλους αυτούς που θα κοινωνήσουν, σε ένα και μόνο σώμα, το σώμα του Χριστού (Επίκληση): «Ικετευτικά σε παρακαλούμε: με την κοινωνία μας στο Σώμα και στο Αίμα του Χριστού, το Πνεύμα το Άγιο να μας ενώσει σε ένα σώμα».
Αυτή η λειτουργική δέηση εκφράζει τη βαθιά πίστη της Εκκλησίας: η Αγία Ευχαριστία είναι το κατ’ εξοχήν μυστήριο της ενότητας-κοινωνίας όλων των βαπτισμένων και από την Ευχαριστία πηγάζει η Εκκλησία ως κοινωνία προσώπων. Σ’ αυτό το ιερό Μυστήριο έχουμε τη βαθιά εμπειρία ότι δεν ζούμε ατομιστικά την πίστη μας, αλλά ως μέλη ενός σώματος που ταυτόχρονα είναι Σώμα Χριστού και Εκκλησία.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΠΗΓΑΖΕΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
ΩΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ: ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΠΑΥΛΟ
«Το ποτήριον της ευλογίας, το οποίον ευλογούμε, δεν είναι κοινωνία του Αίματος του Χριστού; Ο άρτος τον οποίον κόβουμε δεν είναι κοινωνία του σώματος του Χριστού; Επειδή δε, ένας είναι ο άρτος, έτσι και εμείς οι πολλοί είμαστε ένα σώμα, γιατί στον έναν άρτο μετέχουμε» (Α’ Κορινθίους 10, 16‑17).
Τα λόγια αυτά του Αγίου Παύλου παραμένουν το βιβλικό θεολογικό θεμέλιο της καθολικής και ορθόδοξης διδασκαλίας γύρω από την οργανική σύνδεση μεταξύ της Αγίας Ευχαριστίας και της «Εκκλησίας-κοινωνίας». Η μυστηριακή ευχαριστιακή συμμετοχή στο Σώμα και στο Αίμα του Χριστού δημιουργούν την οργανική ενότητα των πολλών μελών, σ’ ένα μόνο μυστηριακό Σώμα, στο Σώμα του ένδοξου Χριστού.
Οι μελετητές της Αγίας Γραφής συμφωνούν, βεβαιώνοντας ότι ο Απόστολος Παύλος υιοθέτησε αυτήν την ταύτιση, εμπνεόμενος από την τέλεση της Ευχαριστίας ως «σύναξη» των πιστών. Απ’ αυτήν την εμπειρία κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι το Σώμα του Ευχαριστιακού Χριστού ήταν το ίδιο με το «Εκκλησιαστικό» του Σώμα. Μπορούσε έτσι να αναγνωρίσει την Ευχαριστιακή φύση της Εκκλησίας και να ταυτίσει την κοινότητα με το Σώμα του Χριστού, με το οποίο η ίδια ούτως ή άλλως τρεφόταν.
Ο Απόστολος Παύλος μιλάει πρώτα για το ποτήριο και κατόπιν για τον άρτο, για να το συνδέσει με το σώμα, που ήταν ο όρος που χρησιμοποιούσαν οι χριστιανοί για να αναφερθούν ταυτόχρονα στην Ευχαριστία και στην εκκλησιαστική κοινότητα. Ο Απόστολος θεωρεί την κοινότητα ως Σώμα του Χριστού, όπως ακριβώς Σώμα του Χριστού, είναι ο Ευχαριστιακός άρτος. Έτσι οι χριστιανοί, μεταλαμβάνοντας τον Ευχαριστιακό άρτο – το Σώμα του Χριστού – οι πολλοί γίνονται ένας, δηλαδή γίνονταν ο Χριστός στο Σώμα του, που είναι οι χριστιανοί.
Ο Απόστολος, χρησιμοποιώντας για την κοινότητα τον όρο «σώμα», δεν εννοεί μία απλή συνάθροιση πιστών, ένα κάποιο κοινωνικό σώμα, αλλά ένα μοναδικό συλλογικό «εγώ». Αυτό ακριβώς το Σώμα του εσταυρωμένου και αναστημένου Χριστού, ο οποίος, χάρη στο θάνατο και στην ανάστασή του, θέλησε να γίνει ένας με τα αδέλφια του. Η τόλμη του Παύλου συνίσταται ακριβώς στο να ταυτίζει αυτό το ατομικό Σώμα του Χριστού με την Κοινότητα και τη συλλογική ύπαρξη με την Ευχαριστία.
Μπορούμε, κατά κάποιο τρόπο, να κατανοήσουμε το πώς είναι δυνατό να πραγματοποιείται αυτό το θαύμα, αν σκεφτούμε με ποιο τρόπο ο Χριστός στην Ευχαριστία κατέχει μια «πνευματική» ύπαρξη. Άλλωστε ως Αναστημένος, «έγινε ζωοποιό Πνεύμα» (Βλ. Α’ Κορ. 15, 45) και γι’ αυτό μπορεί να «αφομοιώσει» στον εαυτό του τα μέλη του, αφού πλέον δεν περιορίζεται από το χρόνο και το χώρο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον, ποτέ στις επιστολές του Αγ. Παύλου, ο όρος «σώμα Χριστού» δε δηλώνει απλώς μια ηθική οντότητα που να περικλείει, πέραν του προσώπου του Χριστού, το σύνολο των πιστών που είναι ενωμένοι μαζί Του. Αντίθετα, ο Χριστός, μετά την Ανάστασή του, οντολογικά αποτελείται από τον Ιησού και απ’ αυτούς που πιστεύουν σ’ αυτόν και που μαζί αποτελούν μια οντότητα, ένα μυστηριώδες «εγώ», το «σώμα του Χριστού».
Πρέπει λοιπόν να εννοήσουμε το σώμα του Χριστού όχι απλώς ως ηθικό, αλλά ως ένα πραγματικό σώμα, ένα πραγματικό ζωντανό οργανισμό με το οποίο είμαστε στενά ενωμένοι και επειδή είναι σώμα πνευματικό και ζωοποιό, (Α’ Κορ. 15,45) μας μεταδίδει την ίδια τη ζωή του αναστημένου Χριστού.
Ο Άγιος Παύλος, λοιπόν, δεν εννοεί την ενσωμάτωση των πιστών στο σώμα του Χριστού, ως μια κάποια «προσθήκη» στο προσωπικό σώμα του Κυρίου. Γι’ αυτόν οι χριστιανοί είναι ενωμένοι με το Χριστό, όχι ως προέκταση ή συμπλήρωμα, αλλά με τέτοιον τρόπο, ώστε να αποτελούν όλοι μαζί ένα μοναδικό Σώμα, το οποίο είναι το προσωπικό σώμα του αναστημένου Χριστού.
Στην περίπτωση αυτή, μπορούμε να μιλήσουμε, μεταχειριζόμενοι τους όρους των Πατέρων της Εκκλησίας, για «αφομοίωση», για «μίξη», για μια πραγματική «θέωση». Οι πιστοί γίνονται μια οντότητα με το Χριστό στο Βάπτισμα, το Χρίσμα και την Ευχαριστία. Γίνονται ολοένα και περισσότερο αυτό με το οποίο τρέφονται, σύμφωνα με την έκφραση του Αγίου Πάπα Λέοντος, που επαναλαμβάνεται από την Β’ Σύνοδο του Βατικανού στο «Περί Εκκλησίας» (Lumen Gentium), όπου «η συμμετοχή στο σώμα και στο αίμα του Χριστού τίποτε άλλο δεν κάνει από το να μας μεταβάλλει σε αυτό που λαμβάνουμε» (αρ.26).
ΣΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Για τους Πατέρες της Εκκλησίας, η μυστηριακή κοινωνία στο Σώμα και στο Αίμα του ένδοξου Χριστού, γίνεται το θεμέλιο της οργανικής ενότητας του Μυστικού Σώματος του Χριστού, δηλαδή της Εκκλησίας και της ένωσης του ανθρώπου με την Αγία Τριάδα. Σαν παράδειγμα, αναφέρουμε τον Κύριλλο της Αλεξανδρείας:
«Όπως όταν ένα κομμάτι κερί ενώνεται με ένα άλλο κερί και λιώνουν μαζί στη φωτιά, ώστε τα δύο αυτά κεριά να γίνουν πια ένα, έτσι συμβαίνει και με τη συμμετοχή μας στο Σώμα και στο Αίμα του Χριστού: Αυτός σ’ εμάς και εμείς σ’ Αυτόν, μαζί ενωνόμαστε, αποτελούντες έτσι ένα και μόνο Σώμα…». «Όλοι εμείς είμαστε ένα Σώμα διότι εν Χριστώ είναι ο Πατέρας και ο Χριστός είναι σε μας και εμείς σ’ Αυτόν. Αυτό συμβαίνει με τη συμμετοχή μας στο Μυστήριο του Σώματός Του και του Αίματός Του» (βλ. PG 74, 559‑562).
Στο Μεσαίωνα, ο κλασικός θεολόγος της Λατινικής Εκκλησίας, ο Άγιος Θωμάς ο Ακινάτης, υποστηρίζει ότι η Αγία Ευχαριστία, πράγματι είναι «το Μυστήριο της ενότητας της Εκκλησίας, γιατί η ιδιαίτερη χάρη αυτού του μυστηρίου είναι ακριβώς η δημιουργία της ενότητας του μυστικού Σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας». Και στη συνέχεια εξηγεί τη σκέψη του ως εξής: «Η Αγία Ευχαριστία πραγματοποιεί την ενότητα της Μίας Εκκλησίας γιατί αυτό το μυστήριο συνίσταται ακριβώς σε μία «κοινωνία» που ενώνει τον άνθρωπο με το Θεό, κάνοντας τους ανθρώπους να συμμετέχουν στο Σώμα και στη Θεότητα του Χριστού, ενώ ταυτόχρονα τους ενώνει μεταξύ τους».
Η Β’ Σύνοδος του Βατικανού, η θεολογία και προπάντων η οικουμενική θεολογία, έχουν αξιοποιήσει αυτά τα στοιχεία της Αγίας Γραφής και των Πατέρων και έτσι σήμερα, μπορούμε να έχουμε μια σύνθεση αρκετά ικανοποιητική αυτής της βασικής εκκλησιολογικής αλήθειας.
Η ΑΓΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΕΚΦΡΑΖΕΙ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΕΙ
ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Η Αγία Ευχαριστία όχι μόνο εκφράζει την ενότητα-κοινωνία της Εκκλησίας, αλλά ταυτόχρονα την πραγματοποιεί. Αυτό αφορά πρώτα απ’ όλα την τοπική Εκκλησία (επισκοπική επαρχία, ενορία). Η τοπική Εκκλησία είναι το κέντρο της κοινότητας των πιστών, οι οποίοι δια μέσου της Αγίας Ευχαριστίας επικοινωνούν με την Αγία Τριάδα, που είναι η αφετηρία και το τέλος ολόκληρου του μυστηρίου της ενότητας της Εκκλησίας. Έτσι η Εκκλησία, στην τοπική όσο και στην παγκόσμια έκφρασή της, δημιουργείται από την Αγία Ευχαριστία σαν ζωντανό και ενωμένο Σώμα. Δια μέσου της Ευχαριστίας, η Εκκλησία ξεπερνάει την απλή τοπική κοινωνιολογική της υπόσταση και γίνεται πραγματικά μυστηριακό, πνευματικό, ουράνιο σώμα, το ίδιο το σώμα της Αγίας Τριάδας, όπως είχε τολμήσει να εκφραστεί ο Τερτυλλιανός, συγγραφέας του Γ’ αιώνα μ.Χ. (βλ. PL 1, 1206). Αυτή η ενότητα, που εκφράζεται και πραγματοποιείται από την Αγία Ευχαριστία, είναι έργο του Αγίου Πνεύματος. Πράγματι, το ίδιο το Άγιο Πνεύμα που ένωσε στο ένα και μοναδικό πρόσωπο του Ενσαρκωμένου Λόγου, τη θεϊκή και την ανθρώπινη φύση, με τη συμμετοχή μας στο Σώμα και στο Αίμα του Χριστού, ενώνει και εμάς με τον ένδοξο αναστημένο Χριστό, δημιουργώντας το ένα και μοναδικό μυστικό Σώμα του Χριστού ή μάλλον δημιουργώντας το ένα και μοναδικό μυστικό Πρόσωπο του ένδοξου Χριστού.
Η Αγία Ευχαριστία είναι πρώτα απ’ όλα μία «κοινωνία», δηλαδή Δείπνο στο οποίο ο Θεός Πατέρας καλεί τα παιδιά Του. Ως κοινωνία λοιπόν, η Ευχαριστία δημιουργεί την ενότητα της Εκκλησίας, ακριβώς γιατί είναι συμποσιακή, αδελφική συνάντηση με το Χριστό και «εν Χριστώ», με τον Πατέρα, με το Άγιο Πνεύμα και με τ’ αδέλφια μας. Η κοινωνία στον ίδιο Άρτο και στο ίδιο Ποτήρι, τρέφει την αδελφική αγάπη, την ενότητα της σκέψης και της θέλησης, της πρωτοβουλίας και της δράσης ολόκληρης της Χριστιανικής Κοινότητας. Η Αγία Ευχαριστία δημιουργεί αυτή την ομοφροσύνη των πιστών, την οποίαν περιγράφουν οι Πράξεις των Αποστόλων, αναφερόμενες στην πρώτη χριστιανική κοινότητα (βλ. Πράξεις των Αποστόλων 2, 41‑47).
Μετά από αυτήν την κοινή διδασκαλία των Εκκλησιών μας οφείλουμε να αντιληφτούμε πως κάθε Αγία Κοινωνία που λαβαίνουμε, θα έπρεπε να αποτελεί και ένα βήμα εμπρός προς την ενότητα και της χριστιανικής Αγάπης και συνάμα μια προοδευτική εξάλειψη του μίσους, της μισαλλοδοξίας, της απόρριψης του άλλου γιατί είναι διαφορετικός από εμάς. Οφείλουμε να ξαναβρούμε στην Αγία Ευχαριστία το ιερό Μυστήριο της αγάπης και ενότητας. Απλά: σε αυτό συνιστάτε η Εκκλησία!
+ Ιωάννης Σπιτέρης
Αρχιεπίσκοπος