Ο Πάπας Φραγκίσκος αναγγέλλει ότι από τις 24 ως τις 26 Μαΐου θα μεταβεί στην Ιερουσαλήμ
Το Αμμάν, η Βηθλεέμ και η Ιερουσαλήμ είναι οι προορισμοί του ταξιδιού στους Αγίους Τόπους που ο πάπας Φραγκίσκος θα κάνει από τις 24 έως τις 26 του προσεχούς Μαΐου. Το ανήγγειλε ο ίδιος την περασμένη Κυριακή, 5 Ιανουαρίου, στο τέλος της μεσημεριανής προσευχής (Angelus) με τους πιστούς στη πλατεία του Αγίου Πέτρου.
Το αποκάλεσε «προσκύνημα προσευχής» για να τιμήσει την επέτειο της ιστορικής συνάντησης μεταξύ Παύλου 6ου και πατριάρχη Αθηναγόρα, που έλαβε χώρα ακριβώς στις 5 Ιανουαρίου πριν από πενήντα χρόνια. Ο Ποντίφικας ανέφερε και μερικές λεπτομέρειες του προγράμματος, υπογραμμίζοντας την σπουδαιότητα της οικουμενικής συνάντησης με όλους τους αντιπροσώπους των χριστιανικών Εκκλησιών της Ιερουσαλήμ, μαζί με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο, η οποία θα λάβει χώρα στον Πανάγιο Τάφο. Και έκανε γνωστή τη σημασία που προσδίδει σ’ αυτό το ταξίδι διαλέγοντας ακριβώς το «κλίμα χαράς, χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου των Χριστουγέννων», για να το ανακοινώσει.
Μια έκκληση για την ειρήνη και τον διάλογο
«Θα είναι για όλους μια μεγάλη στιγμή ελπίδας»: Με αυτά τα λόγια ο αρχιεπίσκοπος Giuseppe Lazzarotto, Αποστολικός Νούντσιος στο Ισραήλ και Αποστολικός Δελεγάτος στην Ιερουσαλήμ και την Παλαιστίνη, σχολίασε στο πρακτορείο Sir την προσεχή επίσκεψη του πάπα Φραγκίσκου στους Αγίους Τόπους (24-26 Μαΐου). Αναφερόμενος στην αγγελία που έδωσε την Κυριακή ο ίδιος ο Ποντίφικας, ο σεβ. Lazzarotto υπογράμμισε ότι «ο πάπας Φραγκίσκος θέλει να κάνει αυτό το ταξίδι σε ανάμνηση της συνάντησης που έλαβε χώρα πριν από 50 χρόνια, μεταξύ Παύλου 6ου και Πατριάρχη Αθηναγόρα. Ο ίδιος ο Παύλος 6ος χαρακτήρισε αυτό τον εναγκαλισμό μια “βολή του αρότρου” που μπόρεσε να εκχερσώσει το έδαφος του διαλόγου, που τότε ήταν δύσβατο.
Πράγματι είναι καλό να θυμίσουμε, ότι εκείνη η συνάντηση οδήγησε –ένα χρόνο μετά– στην κοινή διακήρυξη που ακύρωνε τους αμοιβαίους αφορισμούς που χρονολογούνται πριν από χίλια χρόνια σχεδόν, εκείνους που είχαν ανοίξει το Μεγάλο Σχίσμα μεταξύ Εκκλησίας της Ανατολής και Εκκλησίας της Δύσης». Για τον αντιπρόσωπο του Ποντίφικα «αυτή η επίσκεψη θα διανοίξει νέες οδούς, ελπίζοντας ότι το έδαφος που θα έχει καλλιεργηθεί με νέο και διαφορετικό τρόπο θα μπορέσει να παράγει πιο μεγάλη συγκομιδή». «Ο Άγιος Πατέρας –ήταν ο επίλογος– θέλει να ανανεώσει εκείνη τη δέσμευση. Το άροτρο του διαλόγου πρέπει να συνεχίσει να εργάζεται. Οι καρποί θα είναι επίσης καρποί δικαιοσύνης και ειρήνης. Πρέπει να είμαστε σπορείς ελπίδας. Είναι αυτό που ο Πάπας θέλει να κάνει. Η ελπίδα και ο διάλογος είναι ο μόνος τρόπος για να πετύχουμε το στόχο της ειρήνης».
Από τη πλευρά του, ο λατίνος πατριάρχης της Ιερουσαλήμ, Fouad Twal, είπε –πάντοτε στο Sir– ότι το προσκύνημα του Πάπα «θα είναι μια επίσκεψη προσευχής αλλά μια διάσταση λίγο κοινωνική και πολιτική είναι αδιαμφισβήτητη κυρίως για ό,τι αφορά την εκτίμηση για την Μέση Ανατολή και για τις τοπικές εκκλησιολογικές κοινότητες. Οι προσπάθειες του πάπα Φραγκίσκου για την ειρήνη σ’ αυτή την περιοχή, ενωμένες με εκείνες ηγετών όπως του ιορδανού βασιλιά Αμπντάλα, είναι εμφανείς και συνεχόμενες» εξηγεί ο πατριάρχης υπενθυμίζοντας τις εκατοντάδες εκτοπισθέντων και προσφύγων από τη Συρία που βρίσκονται στην Ιορδανία και στα πλησίον Κράτη. «Ελπίζουμε επίσης -προσθέτει– ότι ύστερα από 65 χρόνια βίας και κατοχής οι ισραηλινοί και οι παλαιστίνιοι θα μπορέσουν να βρουν οδούς δικαιοσύνης και να ζήσουν με ειρήνη. Η παρουσία του Πάπα, το βάθος των λόγων του, ο παγκόσμιος αντίκτυπος που θα έχει αυτή η επίσκεψη, πιστεύω, θα μπορέσουν να ταρακουνήσουν τις συνειδήσεις. Το παρατηρήσαμε ήδη την ημέρα της νηστείας και προσευχής για τη Συρία. Θα είναι τρεις μέρες κατά τις οποίες θα αντηχήσει έντονα και αποτελεσματικά η έκκληση για ειρήνη και διάλογο».