Πόσες φορές λέμε ή σκεφτόμαστε: «Τυχεροί είναι αυτοί που γνώρισαν από κοντά τον Ιησού!». Και όμως, κατά κάποιον τρόπο, είμαστε πιο τυχεροί εμείς που έχουμε μαζί μας τον Χριστό, όχι μόνο για ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα και σε έναν καθορισμένο τόπο, αλλά για πάντα και για παντού. Αυτό θα γίνει αντιληπτό αν καταλάβουμε, έστω και μερικώς, τι σημαίνει όταν λέμε ή ψέλνουμε: «Ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς».
Η Ανάσταση του Χριστού δεν είναι το ίδιο με την αναζωογόνηση ενός πτώματος, όπως έγινε με το Λάζαρο (Βλ. Ιωάννης 11, 1- 44) ή με την κόρη του Ιάειρου (Βλ. Ματθαίος 9, 18 – 26) που, μετά την επαναφορά τους από το θάνατο στη ζωή, είχαν ανάγκη να τραφούν και τελικά έπρεπε πάλι να πεθάνουν. Αντίθετα, την Ανάσταση του Χριστού πρέπει να την αντιληφθούμε ως ολοκληρωτική και πλήρη πραγματοποίηση του ανθρώπου – Ιησού στη σχέση του με το Θεό, με τους άλλους και με το σύμπαν.
Με την Ανάσταση ο Χριστός δεν εγκατέλειψε αυτόν τον κόσμο, αλλά, με την εντελώς νέα μορφή του σώματός του, εισχώρησε σ’ αυτόν πιο βαθιά. Αυτήν τη νέα παρουσία υποσχέθηκε ο ίδιος ο Ιησούς λίγο πριν την Ανάληψή του: «Και ιδού εγώ μεθ’ υμών είμι πάσας τας ημέρας έως συντέλειας του αιώνος» (Ματθαίος 28, 20).
Ο Ιησούς από την Ναζαρέτ, ως άνθρωπος, πριν την Ανάστασή του, έζησε σε έναν περιορισμένο χρόνο και χώρο. Έτσι, λ.χ. δεν ήταν ταυτόχρονα παρών στα Ιεροσόλυμα και στη Ρώμη. Έζησε σε ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα, γεννήθηκε ενώ στην Ρώμη ήταν αυτοκράτορας ο Καίσαρας Αύγουστος, και πέθανε σταυρωμένος «επί Ποντίου Πιλάτου». Η Ανάσταση πραγματοποίησε το ολοκληρωτικό άνοιγμα του «Ανθρώπου – Ιησού» στο χρόνο και στο χώρο. Με την ένδοξη μεταμόρφωση της σαρκικής μορφής του, ο Χριστός δεν εγκατέλειψε τον κόσμο και το σώμα, αλλά τα «ανέλαβε» με τρόπο πιο πλήρη και πιο ολοκληρωτικό.
Τώρα, μετά την Ανάσταση, ο Ιησούς είναι παρών σ’ όλη την πραγματικότητα, όχι μόνο ως Θεός όπως ο Πατέρας και το Άγιο Πνεύμα, αλλά και ως άνθρωπος. Πράγματι, ακόμα και με την ανθρώπινη φύση του, ο Ιησούς έχει εισχωρήσει ακόμα και μέσα στο άφατο Μυστήριο της Αγίας Τριάδος. Αυτό εννοούμε όταν στο «Πιστεύω» αναγγέλλουμε: «Και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός».
Η χριστιανική πίστη ζει απ’ αυτήν την παρουσία κι έχει αναπτύξει μια προοπτική που της δίνει τη δυνατότητα ν’ αντικρίζει όλη την πραγματικότητα την οποία διαπερνάει η παρουσία του Αναστημένου Κυρίου.
Ο Άγιος Παύλος εκφράζει αυτή την αλήθεια λέγοντας ότι ο αναστάς Χριστός ζει τώρα πια με την μορφή του «Πνεύματος» (βλ. Β’ Κορινθίους 3, 17. Α’ Κορ. 6, 17…) και ότι το σαρκικό σώμα του Ιησού μεταμορφώθηκε σε σώμα «πνευματικό» (Α’ Κορ. 15, 44). Όταν ο Άγιος Παύλος λέει πως ο αναστάς Χριστός είναι «Πνεύμα», δεν αναφέρεται στο τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, αλλά θέλει να εκφράσει τον τρόπο της υπάρξεως του αναστάντος Χριστού. Ο αναστάς Χριστός ξεπέρασε τους περιορισμούς του χρόνου και του χώρου και ήδη ζει στη θεϊκή σφαίρα μιας ολοκληρωτικής παρουσίας στο σύμπαν. Όπως το Πνεύμα γεμίζει όλο το σύμπαν (Ψαλμ. 139, 7. Γεν. 1, 2), το ίδιο τώρα και ο αναστάς Χριστός γεμίζει με την παρουσία του το σύμπαν και την ιστορία.
Υπάρχει ένας άγραφος λόγος του Χριστού στο απόκρυφο Ευαγγέλιο του Θωμά, που σήμερα θεωρείται από τους ειδικούς αυθεντικός λόγος του Χριστού και λέει: «Εγώ είμαι το φως που είναι στο σύμπαν. Εγώ είμαι το σύμπαν. Το σύμπαν βγήκε από εμέ και σε μένα γυρίζει. Σπάσε ένα κομμάτι ξύλο και μέσα θα βρεις εμένα. Σήκωσε μια πέτρα και κάτω θα είμαι εγώ» (Βλ. J. Jeremias, UnbekanteJesusworte, Cutersloh 1963, 100-104). Εδώ βρίσκουμε την υπερκόσμια παρουσία του Χριστού. Ο Κύριος δεν είναι μακριά μας. Αν και δεν έχει ακριβώς αυτό το βιβλικό νόημα, εντούτοις υπάρχει μια φράση του Ν. Καζαντζάκη που εντυπωσιάζει: «Και στο πιο μικρό πετραδάκι, και στο πιο ταπεινό λουλούδι, και στην πιο σκοτεινή ψυχή, βρίσκεται ολάκερος ο Θεός. Και στην πιο μακρινή έρημο μια καλή πράξη έχει τον αντίχτυπό της σε ολάκερη την οικουμένη» (Ν. Kαζαντζάκης, Ο Χριστός ξανασταυρώνεται).
Όταν έχουμε υπόψη μας τα παραπάνω, τότε πρέπει να βλέπουμε τον κόσμο, την ιστορία και τον άνθρωπο με διαφορετικά μάτια. Ο αναστάς είναι η ψυχή του κόσμου και το ενδόμυχο του ανθρώπου. Γι’ αυτό πρέπει να έχουμε «το ίδιο φρόνημα, το οποίο υπήρχε και στον Χριστόν Ιησούν». (Προς Φιλιππησίους 2, 5) και στο πρόσωπο του κόσμου και των αδελφών μας να μπορούμε να βλέπουμε το πρόσωπο του αναστάντος. Βέβαια, όλα αυτά μπορούμε να τα συλλάβουμε μόνο με την πίστη. Μας ενθαρρύνουν όμως τα λόγια του Αποστόλου Πέτρου: «Τον Χριστό, αν και δεν τον έχετε δει, τον αγαπάτε. Πιστεύοντας δε εις Αυτόν τώρα χωρίς να τον βλέπετε, αισθάνεστε χαρά ανέκφραστη και δοξασμένη» (Α’ Πέτρου 2, 8).
+ Ιωάννης Σπιτέρης