Για να ξεκινήσω θα δανειστώ για την περίσταση δυο στίχους από την Έρημη Χώρα του Τ.Σ Έλλιοτ σε μετάφραση Γιώργου Σεφέρη:
Όταν μετρώ, είμαι μονάχα εγώ και συ μαζί μου
Μα όταν κοιτάζω εμπρός τον άσπρο δρόμο
Υπάρχει πάντα κάποιος που περπατεί στο πλάι μου
Από έφηβη σχεδόν γνωρίζω τον π. Μάρκο, όταν νεαρός ιερέας τότε, ανέλαβε την ενορία του μικρού χωριού της Τήνου όπου περνούσα τα καλοκαίρια μου. Τον γνώρισα καλύτερα όμως όταν πριν από δέκα περίπου χρόνια, βρέθηκα να συνταξιδεύω με μια ομάδα κληρικών και λαϊκών για το Σιμπιού της Ρουμανίας προκειμένου να λάβουμε μέρος, ως εκπρόσωποι της Καθολικής Εκκλησίας στην Ελλάδα, στη Γενική Συνέλευση όλων των χριστιανικών ομολογιών της Ευρώπης.
Ο π. Μάρκος Φώσκολος γεννήθηκε στη Στενή της Τήνου το 1948. Φοίτησε στο εξατάξιο Γυμνάσιο Άγιος Παύλος αρχικά, και στο Λεόντειο Λύκειο Πατησίων στη συνέχεια ως το έτος 1966.
Το έτος 1966 εντάχθηκε στο ιστορικό Ελληνικό Κολλέγιο του Αγ. Αθανασίου της Ρώμης, όπου ορίστηκε βοηθός βιβλιοθηκαρίου.
Φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Γρηγοριανού Πανεπιστημίου και έλαβε το πρώτο δίπλωμα στη φιλοσοφία. Ακολούθησε τετραετής φοίτηση στις Θεολογικές Σχολές του Γρηγοριανού και του Αγγελικού Πανεπιστημίου της Ρώμης και το δίπλωμα της Θεολογίας. Ταυτόχρονα με τις θεολογικές σπουδές φοίτησε στη Σχολή Βιβλιοθηκονομίας της Αποστολικής Βιβλιοθήκης του Βατικανού, στη Σχολή ελληνικής και λατινικής παλαιογραφίας στην αντίστοιχη Σχολή της ίδιας Βιβλιοθήκης και για ένα έτος στη Σχολή Αρχειονομίας του Archivum Segretum Vaticanum. Παρακολούθησε μαθήματα βυζαντινής Εκκλησιαστικής Ιστορίας στο Ποντιφικό Ινστιτούτο Ανατολικών Μελετών και αφού πραγματοποίησε έρευνες ιστορικής και βιβλιογραφικής φύσεως στο Αρχείο και στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού, στο Αρχείο της Ι. Σ. για τη Διάδοση της Πίστεως, καθώς και στο Κρατικό Αρχείο της Ρώμης και της Βενετίας, εργάστηκε εθελοντικά για μια εξαετία ως βιβλιοθηκάριος στο Ελληνικό Κολλέγιο του Αγ. Αθανασίου Ρώμης τη βιβλιοθήκη του οποίου αναδιοργάνωσε.
Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στις 30 Ιουλίου 1972 Από το 1973 ανέλαβε εφημεριακά καθήκοντα σε διάφορες ενορίες του νησιού, καθώς στην Άνδρο και στη Χίο-Μυτιλήνη.
Ταυτόχρονα το 1974, ανέλαβε τη διεύθυνση και τη σύνταξη του μηνιαίου Δελτίου των Καθολικών Ενοριών της Τήνου και της Χίου «ΤΗΝΙΑΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ» Εξέδωσε και διευθύνει την επιστημονική ιστορική επετηρίδα «ΤΗΝΙΑΚΑ ΑΝΑΛΕΚΤΑ» καθώς και την έκδοση «ANNO DOMINI» που αναφέρεται στην ιστορική παρουσία της Καθολικής Εκκλησίας στην Ελλάδα.
Επιμελήθηκε το δίτομο έργο Τήνος: Ιστορία και Πολιτισμός που εξέδωσε ο Δήμος Εξωμβούργου Τήνου, με τις συνεργασίες εκλεκτών επιστημόνων. Ιδιαίτερα αναφέρομαι στη βραβευμένη από την Ακαδημία Αθηνών τον Δεκέμβριο 2013 με το Βραβείο Αλέκου Δράκου «Η Οξωμεριά της Τήνου κατά τον ύστερο μεσαίωνα», έκδοση της Αδελφότητας Τηνίων εν Αθήναις.
Με την ίδρυση του Αποστολικού Κέντρου «Πίστη και Πολιτισμός» της Καθολικής Αρχιεπισκοπής Νάξου-Τήνου από τον Αρχιεπίσκοπο π. Νικόλαο Πρίντεζη (1997), στο οποίο έχει ενταχθεί το Ιστορικό Αρχείο, η Βιβλιοθήκη, η Έκθεση Κειμηλίων και οι εκδόσεις «Τηνιακά Μηνύματα» και «Τηνιακά Ανάλεκτα», ορίστηκε από τον ίδιο Αρχιεπίσκοπο ως Διευθυντής του Κέντρου, θέση την οποία κατέχει έως σήμερα.
Υπήρξε επίσης μέλος της «Επιτροπής για τη Θ. Λατρεία» της Καθολικής Ιεραρχίας της Ελλάδας ιδιαίτερα στον τομέα των μεταφράσεων βιβλικών κειμένων. Η μετάφραση του κριτικού κειμένου των Ψαλμών των Ο’ και της Καινής Διαθήκης με τις συνοδευτικές (βιβλικές, θεολογικές και ιστορικές) υποσημειώσεις της Bible de Jerusalem, χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα στα λειτουργικά βιβλία της Καθολικής Εκκλησίας στην Ελλάδα
Ο π. Μάρκος συμμετείχε ως ομιλητής σε πολλές ημερίδες και συνέδρια, συνεργάστηκε για την αδελφοποίηση του «Αποστολικού Κέντρου» με το «Ελληνικό Ιστορικό Ευαγγελικό Αρχείο» και έκτοτε διοργανώνουν από κοινού Ημερίδες και Συναντήσεις με θεολογικό και ιστορικό περιεχόμενο.
Θα επιχειρήσω τώρα να αποδώσω στον π. Μάρκο τρεις ιδιότητες που κατά την άποψή μου συνυπάρχουν στο πρόσωπό του: του ιστορικού, του ποιμένα και του φίλου-αδελφού.
Από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα, η αναζήτηση του νοήματος της ιστορίας αποτελεί για τον καθένα κυρίαρχη ερμηνευτική αναζήτηση. Ο ιστορικός ανέκαθεν προσπαθεί και αγωνίζεται να «συνομιλήσει» με τα πρόσωπα του παρελθόντος, επιχειρεί να κατανοήσει την βαθύτερη και ενδεχομένως διαχρονική σπουδαιότητα επί μέρους γεγονότων της ιστορίας που εξακολουθούν να διαθέτουν αποφασιστική σημασία για την πορεία της ύπαρξής του, γεγονότα και πρόσωπα που σημάδεψαν και καθορίζουν ή καθόρισαν τον τρόπο αντίληψης του κόσμου. Στην περίπτωση του π. Μάρκου είναι προφανές ότι η ιστορία δεν αποτελεί ένα ουδέτερο πεδίο αλλά κάθε πτυχή της και κάθε συγκεκριμένο γεγονός αντιμετωπίζεται, ερμηνεύεται και κρίνεται μέσα από το πρίσμα του χριστιανισμού. Φθάνοντας το 1973 στην Τήνο, ο νεαρός ιερέας π. Μάρκος, υπήρχαν για το νησί μόνο τρία αξιόλογα έργα: Η «Ιστορία της Τήνου» του Δρόσου Ν. Δρόσου, τα «Τηνιακά» του Επαμεινώνδα Γεωργαντόπουλου και το «Ιστορικαί σελίδες Τήνου» του Κώστα Καιροφύλα. Όλοι προσπάθησαν να αξιοποιήσουν το υλικό που διέθεταν για να δώσουν μια σημαντική πλην όμως αποσπασματική εικόνα της ιστορίας της Τήνου. Για την Τήνο της Φραγκοκρατίας, της Βενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας λίγα πράγματα ήσαν γνωστά. Στο σημείο αυτό λοιπόν η συμβολή του π. Μάρκου Φώσκολου είναι καθοριστική καθώς εκμεταλλεύτηκε μια πλούσια πηγή τεκμηρίων του παρελθόντος από τα αρχεία της Καθολικής Αρχιεπισκοπής Νάξου – Τήνου όπως και τα αρχεία των Καθολικών Ενοριών του νησιού που έως τότε βρίσκονταν σε άθλια κατάσταση. Ευτυχής συγκυρία για την επιστροφή της ιστορίας στις πηγές της, σ’ αυτά τα ξεχασμένα τόσους αιώνες έγγραφα, ήταν η τοποθέτησή του στη θέση του βιβλιοθηκάριου και αρχειοφύλακα της Αρχιεπισκοπής από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Ιωάννη Περρή. Από εκείνη την ώρα ξεκίνησε τη ροή του ένα ποτάμι που δεν γυρίζει πίσω. Η ιστορία της Τήνου άρχισε να συγκεκριμενοποιείται με στοιχεία που έρχονται να κλείσουν τη θεματολογία ολόκληρων εποχών ή ενοτήτων.
Το αξιοσημείωτο είναι πως ο ιστορικός π. Μάρκος Φώσκολος μας παρουσιάζεται αφενός ως ένας εκπρόσωπος της μακραίωνης παράδοσης αλλά αφετέρου και ταυτόχρονα, θα έλεγα, ως επικαιροποιητής της που έρχεται σε διάλογο με την αιχμή του σύγχρονου κόσμου. Με τους όρους της σύγχρονης συνθήκης θα χαρακτήριζα τον π. Μάρκο ως κατ’ εξοχήν υπερασπιστή της χριστιανικής πίστης με τρόπο όμως πρωτοποριακό. Αντλεί την έμπνευσή του από πολύ μακριά, από την Καινή Διαθήκη, τους Πατέρες της Εκκλησίας των πρώτων αιώνων και από τον ιερό Αυγουστίνο, όμως αφορμάται στην αναζήτησή του από τη σύγχρονη υποκειμενικότητα στην οποία ασκείται μέσω της φιλοσοφίας.
Στο μεταξύ, ο χρόνος, «ακάθεκτα ρέων και αεί κινούμενος», συνήθως λέμε ότι παρασύρει τα πάντα για να τα καταποντίσει «εις βυθόν αφανείας», όπως έγραφε πριν από χίλια περίπου χρόνια η Άννα Κομνηνή. Υπάρχουν όμως ώρες όπως τώρα που καλούμαι να μιλήσω για τον ποιμένα π. Μάρκο, που συμπυκνώνουν την ουσία της ιστορίας με τόσο εντελή τρόπο, ώστε το διάστημα μιας τεσσαρακονταετίας να μου φαίνεται πολύ μικρό για να συμπεριλάβει το έργο του, το οποίο άλλωστε δεν έχει τελειώσει. Ο π. Μάρκος στη διάρκεια των σαράντα περίπου χρόνων από τη χειροτονία του ως πρεσβυτέρου της καθολικής εκκλησίας, υπήρξε για το ποίμνιό του κατ’ αρχάς ένα καταφύγιο στην εγκόσμια περιπέτειά του επωμιζόμενος συχνά το βάρος της αναζήτησης οράματος για την αντιμετώπιση των καθημερινών προκλήσεων, κερδίζοντας έτσι τον ειλικρινή και απεριόριστο σεβασμό του. Εξέφρασε με θαυμαστό τρόπο δύο μορφές, φαινομενικά αντίθετες και συχνά χωριστές, του αρχηγού και του συντρόφου, κυρίως όμως ενός ποιμένα που ανάλωσε τη ζωή του στην αναζήτηση του 100ου προβάτου. Θεωρώ πως κινήθηκε με σαφήνεια στους άξονες πάνω στους οποίους οφείλει να θεμελιωθεί η χριστιανική θεολογία εάν και εφόσον επιθυμεί να έρθει σε ζωντανό και γόνιμο διάλογο με τον άνθρωπο της εποχής του και όχι να περιορίζεται σε μια στείρα επανάληψη κατηχητικών θεωριών. Πρωταρχική σημασία έδωσε ο π. Μάρκος στην επιστροφή στις βασικές πηγές της χριστιανικής πίστης που σημαίνει στη Βίβλο, στους Πατέρες, στην Ευχαριστία. Αυτό αποδεικνύεται από τη σεμνή αλλά συνάμα θερμή συμμετοχή του στη νεοκατηχουμενική πορεία, της οποίας υπήρξε από τα ιδρυτικά στελέχη στην Τήνο. Επίσης, η επαφή και ο διάλογος με τα διάφορα ρεύματα της σύγχρονης σκέψης και η επαφή με τη νέα ζωή δείχνουν πως τοποθέτησε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός του τον άνθρωπο σύμφωνα με τις προσδοκίες που γέννησε η θεολογική αναγέννηση και τις ριζικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποίησε στην εκκλησία η Β’ Βατικανή Σύνοδος, το τέλος της οποίας τον βρήκε επαναστατημένο φοιτητή στη Ρώμη. Είναι προφανές ότι στην εποχή μας, εποχή κοσμοϊστορικών μεταβολών, όπου η ηθική κρίση και τα αδιέξοδα έρχονται στην επιφάνεια, ο π. Μάρκος δραπέτευσε από την πεπατημένη ομφαλοσκόπηση ερχόμενος σ’ ένα γόνιμο διάλογο με τα υπαρξιακά ερωτήματα του ανθρώπου επιθυμώντας να περιγράψει τις στάσεις που ένας χριστιανός οφείλει να τηρήσει απέναντι στα σύγχρονα προβλήματα. Ο χριστιανός που έχει ρίζες στο παρελθόν, ζει το παρόν και προσδοκά το μέλλον της Βασιλείας.
Δανείζομαι και παραφράζω δυο φράσεις από τους Γάμους του Καμύ.. Ό,τι αρέσει στην Τήνο είναι αυτό με το οποίο όλος ο κόσμος ζει: η θάλασσα στη στροφή κάθε δρόμου, η σχετική παντοδυναμία του όλου, η ομορφιά του λαού.. και συμπληρώνω η φιλία και η αδελφοσύνη ορισμένων ανθρώπων μεταξύ των οποίων και ο π. Μάρκος Φώσκολος. Ο τρίτος που περπατά στο πλάι μας, στο πλάι των αδελφών του, δεν υπόσχεται, ούτε αφήνει να φανταστούμε τίποτα. Αρκείται να δίνει, μα εν αφθονία, γιατί τίποτα λιγότερο από το τέλειο δεν είναι αρκετό. Όπως αντιλαμβάνομαι, το πρόβλημα δεν είναι τόσο το ότι οι άνθρωποι απορρίπτουν σήμερα κάθε αξία όσο το ότι αποδέχονται αφηρημένα κάθε τι που τους προσφέρεται με κάποιες –πολλές ίσως- «αναλαμπές» κριτικής. Η προσέγγιση του καθενός συνίσταται στην επιμονή του να θέσει αυτές τις αξίες, όπως το ενδιαφέρον για τους άλλους, την ειλικρίνεια, το ήθος, την υπομονή, το θάρρος, τολμώντας να δώσει γροθιά στο μαχαίρι, σε καθημερινή εφαρμογή, οδηγώντας αναπόφευκτα το –με θρησκευτικό τρόπο ως προς την παράδοση- ηθικό άτομο σε μια ατέρμονη θέση «υπό αμφισβήτηση». Κάτι τέτοιο δεν ισχύει για τον π. Μάρκο αφού έχει πίστη σ’ ένα Θεό άπειρης συγχώρεσης. Το οποιοδήποτε αίσθημα ενοχής υποχωρεί μπροστά σε μια αιώνια αίσθηση ευγνωμοσύνης για τη συγχώρεση που παρέχει ο Θεός.
Τα προτερήματα του φίλου και αδελφού π. Μάρκου είναι κατ’ αρχάς η τόλμη δηλαδή εκείνη η ικανότητα, στηριζόμενος όχι στον εαυτό του αλλά στο Θεό να αντιμετωπίζει τις δυσκολίες, είτε προέρχονται από τους ανθρώπους και τα πράγματα, είτε έξωθεν. Επόμενο προτέρημα η ειλικρίνεια, η ευθύτητα, μ’ άλλα λόγια η ντομπροσύνη. Καταπιάνεται κανείς μ’ ένα έργο του Θεού, ή μ’ ένα έργο ανθρώπινο και κάπου στο δρόμο εμφανίζεται η έγνοια για το τι σκέφτονται οι άλλοι, για το τι εντύπωση τους προκαλούμε, θέλουμε να είμαστε αρεστοί, εμφανίζεται ο φόβος που αρχίζει να καραδοκεί. Θα μου πείτε, ανθρώπινη αντίδραση όμως ο ιερέας ακολουθώντας τον Απόστολο Παύλο αδιαφορεί για το αν αρέσει ή όχι στους ανθρώπους. «Άρτι γαρ ανθρώπους πείθω ή τον Θεόν; Ή ζητώ ανθρώπους αρέσκειν; Ει έτι ανθρώποις ήρεσκον, Χριστού δούλος ουκ αν ήμην» (Γαλ., 1, 10). Ένας αληθινός δούλος του Θεού χρειάζεται αναγκαστικά κάποιες στιγμές να γίνεται δυσάρεστος στους ανθρώπους! Όμως ο ζήλος κυριαρχεί και αυτό αποτελεί ένα ακόμη προτέρημα! Πολλές φορές στην πορεία των 40 χρόνων ως πρεσβύτερος ο π. Μάρκος είχε να αντιμετωπίσει και έναν εχθρό, τη ζήλεια κάποιων ανθρώπων, δηλαδή την άρνηση να αποδεχτούν τελειότητες που δεν έχουν οι ίδιοι, όμως αυτή τη ζήλεια την αντιμετωπίζει με τη γνώση και τη φιλία, δύο αρετές που κατά την άποψή μου καλλιεργούνται, αυξάνονται και θεραπεύουν.
Άφησα για το τέλος την ελπίδα! Συν(ομιλώντας) 10 χρόνια τώρα με τον π. Μάρκο συνειδητοποίησα πως ελπίζω δεν σημαίνει αισιοδοξώ. Ελπίζω σημαίνει αγωνίζομαι και πιστεύω. Ελπίζω σημαίνει αγαπώ και ο π. Μάρκος αγαπά. Αγαπά τον Κύριο και Θεό μας, αγαπά την οικογένειά του και τους φίλους του, αγαπά τους αδελφούς του των άλλων ομολογιών, υπέρμαχος της Οικουμενικής κίνησης και τέλος αγαπά τον εαυτό του. Ακούγοντας κανείς όλα όσα είπα θα έλεγε πως ισχυρίζομαι ότι δεν έχει ελαττώματα! Αλλοίμονο, και μάλιστα πολλά! Είναι όμως ο άνθρωπος που περπατά στο πλάι μας..