Υπήρξε δεύτερος «πατέρας» για πάρα πολλούς από εμάς…
Η ολοκλήρωση του 2024 κάνει πραγματικά φτωχή την τοπική μας Εκκλησία. Μετά από 2 θανάτους που θεωρούσαμε ως ενδεχόμενους λόγω των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζαν, δηλ. των πατέρων Ανδρέα Βουτσίνου και Δημήτρη Δαλέζιου, ήρθε ο ξαφνικός θάνατος του π. Μιχάλη, τα ξημερώματα της 18-12-24, να μας αφήσει άφωνους. Αρκετοί τον είχαμε δει το απόγευμα της Κυριακής 15/12, να επιστρέφει, από την ποιμαντική του υποχρέωση στα Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας, στη Μονή Ιησουιτών της Μιχαήλ Βόδα 28, όπου ήταν το Παζάρι Βιβλίου της Βιβλιοθήκης της Μονής. Ήταν ευδιάθετος και με διάθεση συζήτησης, όπως πάντα. «Ο Θεός τον αγαπούσε και τον πήρε όρθιο» σχολίασε κάποιος φίλος.
Ο π. Μιχάλης είχε πολλούς φίλους, σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα. Η μόρφωσή του και η χαρακτηριστική βροντώδης φωνή του τον έκανε ιδανικό συζητητή και ομιλητή σε επιστημονικούς κύκλους, η κατάρτισή του στην ευρωπαϊκή φιλοσοφία και την ελληνική γραμματεία του έδινε τη δυνατότητα να μιλά για Σπινόζα, Φουκώ, Τεγιάρ ντε Σαρντέν, Καζαντζάκη, Παπανούτσο και, παράλληλα, να συζητά με τους απλούς ανθρώπους για τα καθημερινά τους προβλήματα, και αυτοί να ξέρουν ότι τους καταλαβαίνει. Ενώ ο συμπατριώτης του Μάρκος Βαμβακάρης και η ΑΕΚ δεν μπορούσαν να λείπουν από τον κύκλο των ενδιαφερόντων του.
Κυρίως όμως υπήρξε πνευματικός καθοδηγητής για εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, νέους και νέες των τελευταίων δεκαετιών. Πάνω από 55 χρόνια ποιμαντικής δράσης ανάμεσα στους νέους –και πάντα νέος στην ψυχή!
30 χρόνια υπεύθυνος της Φοιτητικής Εστίας του Τάγματός του, 40 χρόνια Εκκλησιαστικός Παραστάτης των καθολικών φοιτητών ( ΕΚΦΕ) και της Κίνησης Καθολικών Επιστημόνων (ΚΙΚΕΔΕ ). Η Σύρος, τόπος καταγωγής, η Τήνος, που λάτρευε, και η Αθήνα, που έζησε, τον ήξεραν πολύ καλά: οι περισσότεροι Έλληνες καθολικοί φοιτητές που σπούδασαν στην Αθήνα, μετά το 1975 πιθανότατα τον γνώρισαν προσωπικά και είχαν καλά λόγια να πουν. Πολλοί στηρίχθηκαν ηθικά, υλικά, αλλά και μέσω των γνωριμιών του στην Ευρώπη, σε διάφορα θέματα.
Επίσης, για δεκαετίες, ως υπεύθυνος προσφυγικού για το Τάγμα του (πριν το JRS αποκτήσει οργανωμένη δομή στην Ελλάδα) φρόντιζε πρόσφυγες και αλλοδαπούς φοιτητές που αναζητούσαν μια δεύτερη ευκαιρία στη χώρα μας.
Δε θα μπορούσε να γίνει «κανονικός εφημέριος», δεν ήταν το στυλ του. Αγάπησε όμως την καθολική κοινότητα των Άσπρων Σπιτιών Βοιωτίας, που δημιουργήθηκε από εργαζομένους στο εργοστάσιο αλουμινίου της γαλλικής «Πεσινέ» και αλλοδαπούς που διαμένουν στην περιοχή και, για δεκαετίες, ως το θάνατό του, έπαιρνε το ΚΤΕΛ για να βρίσκεται, Κυριακές και εορτές, στην εκκλησία του Αγίου Ιωσήφ και να τελέσει τη θεία λειτουργία (οι φωτογραφίες της 24-11-24, του Θέμη Δαλέζιου, είναι από αυτό το ναό).
Μακάρι να υπάρξει ζηλωτής διάδοχός του…
«Ανέβαινε», το αγαπητό μότο του π. Μιχάλη. Οι φίλοι του, οι άνθρωποι που τον αγαπήσαμε και μας αγάπησε θα τον αποχαιρετήσουμε για τελευταία φορά… Αλλά δε θα τον ξεχάσουμε. Ας μου επιτραπεί η συνηθισμένη φράση, γιατί είναι από τις λίγες φορές που την πιστεύω απόλυτα:
«Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΟΥ ΑΦΗΝΕΙ ΔΥΣΑΝΑΠΛΗΡΩΤΟ ΚΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΜΑΣ».
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΕΒΑΝΤΗΣ