ΤΕΛΙΚΗ ΚΡΙΣΗ: ΗΜΕΡΑ ΟΡΓΗΣ Ή ΗΜΕΡΑ ΕΛΠΙΔΑΣ;
ΠΩΣ ΘΑ ΚΑΤΑΛΗΞΟΥΜΕ, ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ ΜΑΣ;
Το αρχαίο ερώτημα «πώς και πού θα καταλήξουμε;», δε χάνει ποτέ την επικαιρότητά του, αλλά παραμένει αενάως το κομβικό ερωτηματικό τόσο σε σχέση με το ατομικό και προσωπικό πεπρωμένο, όσο και σε σχέση με το νόημα, το σκοπό και το πλήρωμα της ιστορίας. Είναι κεφαλαιώδους σημασίας να αναρωτηθούμε: ποιο έσχατο μέλλον υπάρχει, από τη μια, για την Εκκλησία, την κοινότητα των ανθρώπων, τον κόσμο και τη δημιουργία (συλλογική τελική κρίση) και από την άλλη, για κάθε άνθρωπο (τελική κρίση του μεμονωμένου προσώπου). Πώς να μη θέσουμε το ερώτημα για το έσχατο νόημα του κόσμου, θεάτρου άπειρων ιστοριών, θρησκευτικών, αγάπης, κουλτούρας, πολέμων, ειρήνης; Πώς να αρνηθούμε να βρούμε μια έσχατη κατάληξη πλήρους πραγμάτωσης των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στους τομείς της επιστήμης, της τέχνης, της εργασίας, που οι γενεές των ανθρώπων ανέπτυξαν στη πορεία των χιλιετιών; Η σαφής χριστιανική πεποίθηση και του μεγαλύτερου μέρους του κόσμου των θρησκειών είναι ότι, χωρίς ένα έσχατο μέλλον, ο κόσμος και η ιστορία θα έμεναν πραγματικότητες παράλογες και χωρίς νόημα. Θα ζούσαμε σε μια απέραντη τρέλα, σε ένα συνεχές «ματαιότης ματαιοτήτων…». Πώς να ζήσεις σε ένα κόσμο στον οποίο η τελευταία λέξη θα την είχαν οι βίαιοι, οι εκμεταλλευτές των φτωχών και των αδυνάτων, οι τύραννοι των λαών και των συνειδήσεων, οι μικροί και μεγάλοι κάθε είδους εγκληματίες, αυτοί που κομπάζουν για την ανηθικότητα τους …;
Ο ΚΡΙΤΗΣ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟ ΤΩΝ ΘΥΡΩΝ
«Ο Κριτής είναι προ των θυρών» μας αναγγέλλει η Επιστολή του Ιακώβου: (Ιακ. 5,9). Ναι, θα υπάρξει μια κρίση. Η κρίση του Θεού δεν είναι κάτι που θα συμβεί μονάχα στο «τέλος του κόσμου». Η Βασιλεία του Θεού, εφ’ όσον είναι η νίκη πάνω στο κακό, σημαίνει και μία διαρκή κρίση ενάντια σε κάθε μορφή του κακού. Αυτή η κρίση αποκαλύπτει στους ανθρώπους τη σοβαρότητα του κακού και τις καταστρεπτικές του δυνάμεις που ενεργούν στην κοινωνία. Έτσι, αυτή η κρίση προδιαθέτει τον άνθρωπο για τη μετάνοια. Δεν αφορά μονάχα στα άτομα, αλλά και στις διάφορες κοινωνίες σαν κοινωνίες, αλλά και σε όλους του θεσμούς, μη εξαιρουμένης και της ίδιας της Εκκλησίας.
Τι σημασία έχει λοιπόν αυτό που απαγγέλλουμε στο Πιστεύω; Το «και πάλιν ερχόμενον (Το Χριστό) κρίναι ζώντας και νεκρούς», σημαίνει ότι η αδικία του κόσμου δεν θα έχει την τελευταία λέξη, ότι θα υπάρξει ένα τελευταίο και οριστικό «εφετείο» ώστε η δικαιοσύνη του Θεού να πάρει τη θέση που της ανήκει. Τότε δηλαδή η Βασιλεία θα φθάσει στην πληρότητά της.
Αλλά ακόμα πιο κρίσιμο είναι το ερώτημα: «Ποιος είναι ο Κριτής που θα συναντήσουμε ως άτομα και ως κοινωνία;». Θα μπορούσε ακριβώς αυτός ο Κριτής να είναι η καταστροφή της κάθε ελπίδας μας; Έτσι συχνά την εννοούσαν οι άνθρωποι: Ας θυμηθούμε την τελευταία κρίση του Μιχαήλ Άγγελου στην Capella Sistina: Σαν να βλέπαμε την οργισμένη και τρομερή εικόνα του Κριτή Ιησού, μπροστά στην οποία η ίδια η Μητέρα του, σχεδόν τρομαγμένη προσπαθεί να κρυφτεί. Ας θυμηθούμε τον περίφημο νεκρώσιμο ύμνο του Dies Irae (ημέρα οργής), του 13ου αιώνα (Σας συστήνω να ακούσετε στο YouTube: τα έργα των Mozart και Verdi Requiem – Dies irae).
Και όμως, «Η εικόνα της τελικής Κρίσης είναι, καταρχάς, όχι μια εικόνα τρομακτική, αλλά μια εικόνα ελπίδας. Και μάλιστα ίσως να είναι για μας η αποφασιστική εικόνα της ελπίδας μας» (πάπας Βενέδικτος 16ος). Ορισμένοι νεότεροι θεολόγοι είναι της άποψης ότι η φωτιά που καίει και ταυτόχρονα σώζει, είναι ο ίδιος ο Χριστός, ο Κριτής μας και συνάμα ο Σωτήρας μας. Η συνάντηση μαζί Του, είναι η αποφασιστική πράξη της Κρίσης. Ενώπιον του βλέμματός του διαλύεται κάθε δολιότητα. Η συνάντηση μαζί Του είναι εκείνη που, «καίγοντάς» μας, μας μεταμορφώνει και μας ελευθερώνει για να μας κάνει να γίνουμε αληθινά ο εαυτός μας, πέρα από τις κακίες μας και τον εγωισμό μας. Τα πράγματα που οικοδομήσαμε κατά τη διάρκεια της ζωής μπορούν τότε να αποκαλυφτούν άχυρο ξηρό, κενός κομπασμός και να καταρρεύσουν. Αλλά ακριβώς μέσα στον πόνο αυτής της συνάντησης, συνειδητοποιούμε πόσο κενή και νοσηρή ήταν η ύπαρξή μας, και ακριβώς αυτή η αναγνώριση θα αποτελέσει την κρίση. Αλλά ταυτόχρονα, ακριβώς σε αυτήν την οδυνηρή συνειδητοποίηση, πραγματοποιείται και η σωτηρία μας. Για ποιό λόγο ο Ιησούς είναι ταυτόχρονα Κριτής και Σωτήρας μας;
Ο ΚΡΙΤΗΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΥ
Είναι η «ταυτότητα» του Κριτή, η αιτία της ελπίδας μας, η αιτία που μας κάνει να αναμένουμε με εμπιστοσύνη την επιστροφή του. Πρόκειται για τη συνάντηση που θα επικυρώσει, θα δώσει οριστικό νόημα στην ύπαρξή μας.
Έχουμε πριν απ’ όλα ελπίδα, διότι αυτός ο Κριτής ουσιαστικά είναι ο Υιός, τον οποίον απείρως αγαπά ο Πατέρας, και είναι ταυτόχρονα ο πρωτότοκος Αδελφός μας, που έγινε για μας άνθρωπος, υπέστη φρικτά πάθη, και πρόσφερε σε θυσία τη ζωή του για εμάς τους ανθρώπους. Και γι’ αυτό ο Ιησούς είναι ο μοναδικός, ο τέλειος, ο Σωτήρας του σύμπαντος, ιδιαίτερα για εμάς τους ανθρώπους. Αναγγέλλουμε στο «Πιστεύω»: «Τον δι’ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα».
Η κατάπληξη του πιστού φτάνει στην κορύφωσή της όταν σκεφτεί ότι ο Χριστός όχι μόνο σώζει ως Υιός, αλλά σώζει κάνοντας τους ανθρώπους Υιούς Θεού, τον πιο υψηλό τίτλο της σωτηρίας που Εκείνος επιτυγχάνει δεόμενος και μεσιτεύοντας για τους ανθρώπους, που γίνονται αδέλφια του και γι’ αυτό γίνονται υιοί (Θεού) εν Υιώ (εν Χριστώ).
Ο ΚΡΙΤΗΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΥ
Η Α΄ Επιστολή του Ιωάννη μας περιγράφει με τρόπο συγκινητικό το έργο του «αδελφού» Ιησού στους ουρανούς για χάρη των αδελφών του: «Παιδιά μου, αυτά σας τα γράφω για να σας προτρέψω να μην αμαρτάνετε. Αν όμως κάποιος αμαρτήσει, έχουμε συνήγορο κοντά στον Πατέρα, τον δίκαιο Ιησού Χριστό. Αυτός θυσιάστηκε για να μας ελευθερώσει από τις αμαρτίες μας, και μάλιστα θυσιάστηκε όχι μόνο για τις δικές μας αμαρτίες, αλλά και όλου του κόσμου» (2, 1-2). Και ο Απόστολος Παύλος επαναλαμβάνει την παρήγορη αυτή σκέψη, ο Ιησούς είναι ταυτόχρονα Κριτής και Συνήγορος μας: «Ποιός θα τους κατακρίνει; Ο Χριστός Ιησούς είναι που πέθανε, μάλλον που αναστήθηκε και ο οποίος είναι στα δεξιά του Θεού και αυτός μεσιτεύει για μας» (Ρωμ. 8,34).
Ο Ιησούς δεν διαλύει την μοναδικότητα του Θεϊκού του Προσώπου με το να είναι ταυτόχρονα Κριτής και Συνήγορος, δεν παύει να είναι Θεός όπως ο Πατέρας και ταυτόχρονα να μεσολαβεί για εμάς πάνω στο σταυρό, δεν κόβει το ισχυρό νήμα που συνδέει το «κρίνω και αγαπώ», «το κρίνω και συγχωρώ». Η εμπιστοσύνη στον Ιησού Χριστό Κριτή είναι δικαιολογημένη, επειδή ακριβώς ουσιαστικά είναι και συνήγορος γιατί είναι και αδελφός μας.
ΚΡΙΣΗ ΕΥΣΠΛΑΧΝΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ
Στην Καινή Διαθήκη, η Κρίση του Θεού είναι συνδεδεμένη με το σωστικό έργο του Ιησού, Υιού του ανθρώπου, στον οποίον ο Πατέρας έδωσε την εξουσία να κρίνει, και Αυτός την ασκεί πάνω σε όσους θα βγουν από τα μνήματα, χωρίζοντας αυτούς που προορίζονται για μια ανάσταση ζωής από αυτούς που θα δοκιμάσουν μια ανάσταση καταδίκης (βλ. Ιω. 5,26-30). Αλλά θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι «ο Θεός δεν έστειλε τον Υιό του στον κόσμο για να καταδικάσει τον κόσμο, αλλά για να σωθεί ο κόσμος δι’ αυτού» (Ιω. 3,17). Πρόκειται, ταυτόχρονα, για μια κρίση ευσπλαχνίας και αλήθειας: όποιος θα έχει αρνηθεί την προσφερόμενη από το Θεό σωτηρία με μια απέραντη ευσπλαχνία, θα βρεθεί καταδικασμένος, διότι θα έχει αυτοκαταδικαστεί. Ο Χριστός συγχωρεί τους πάντες. Οι μόνοι που δε ζητούν συγχώρεση είναι αυτοί που καυχιούνται για την αμαρτία τους. Στο Θεό, κρίση και ευσπλαχνία, γίνονται κατανοητές ως δυο διαστάσεις του ιδίου μυστηρίου αγάπης: «Ο Θεός δηλαδή, τους άφησε όλους να πέσουν στην ανυπακοή, για να δείξει σε όλους το έλεός του» (Ρωμ. 11,32).
ΘΑ ΚΡΙΘΟΥΜΕ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΑΓΑΠΗ
«Στο τέλος της ζωής, θα κριθούμε πάνω στην αγάπη» (Άγιος Ιωάννης του Σταυρού). Ο Κριτής θα στραφεί προς τους κακούς και θα τους πει: «Εγώ είχα θέσει πάνω στη γη τους μικρούς φτωχούς μου, για σας. Εγώ, ο αρχηγός τους, καθόμουν στον ουρανό, στα δεξιά του Πατέρα μου, αλλά πάνω στη γη τα μέλη μου πεινούσαν. Αν εσείς είχατε δωρίσει κάτι στα μέλη μου, το δώρο σας θα είχε φτάσει μέχρι τον αρχηγό. Όταν έθεσα τους μικρούς φτωχούς μου πάνω στη γη, τους όρισα σαν δικούς σας ταχυδρόμους για να μεταφέρουν τα καλά σας έργα στο θησαυροφυλάκιό μου: εσείς δεν έχετε βάλει τίποτε στα χέρια τους, γι’ αυτό δεν κατέχετε τίποτε κοντά μου» (Άγιος Αυγουστίνος). Η αλήθεια είναι ότι οι μαθητές καλούνται να διανύσουν την οδό της αγάπης (via amoris) για να φτάσουν στην Κρίση, ώριμοι και καθαροί ενώπιον του προσώπου του Χριστού. Αυτή την οδό, το Ευαγγέλιο τη δείχνει σε όλους, διότι όλοι καλούνται να είναι Σαμαρείτες όλων, όχι μόνο των δικών τους συντρόφων στην πίστη (βλ. Μτ. 25, 35-36).
Ο Ιησούς θέλει να αντιπροσωπεύεται από το μυστήριο των φτωχών και άσημων αδελφών: Ζητείται από τους μαθητές, στο πρόσωπο αυτών των ανθρώπων, να αναγνωρίζουν τον ίδιο τον Ιησού και να τους φέρονται όπως θα φέρονταν στον ίδιο τον Ιησού. «Θέλεις να τιμήσεις το σώμα του Χριστού; -αναρωτιέται ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος – Μην το παραμελείς όταν είναι γυμνό. Μην το τιμάς εδώ, στο ναό, με μεταξένια φορέματα για να το παραμελήσεις έξω, όπου υποφέρει από το κρύο και τη γύμνια». Η προφητική φωνή του πράου Κριτή αντηχεί: «Σας βεβαιώνω πως αφού τα κάνατε αυτά για έναν από τους άσημους αδερφούς μου, τα κάνατε για μένα» (Μτ. 25,40). Τι παρηγοριά να ακούσουμε και εμείς αυτά τα λόγια.
ΠΩΣ ΕΞΗΓΕΙΤΑΙ Η «ΟΡΓΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ;»
Είναι αλήθεια, η Αγία Γραφή μιλάει για την οργή του Θεού, αλλά με ποια έννοια; Στην Παλαιά Διαθήκη η οργή του Θεού αναφέρεται συχνά ενάντια σε αυτούς που δεν ακολουθούν το θέλημά του και κυρίως σε αυτούς που ακολουθούν τα είδωλα. Ενάντια αυτών, λοιπόν, που απομακρύνονται από το σχέδιο σωτηρίας που ο Θεός έχει για αυτούς. Με την ανθρωπομορφική έκφραση, η «οργή του Θεού», η Αγία Γραφή εννοεί την πληγωμένη αγάπη του Θεού στο πλαίσιο της διαθήκης – συμφωνίας που ο Θεός σύναψε με το λαό του. Δεν πρόκειται για μια αδυναμία και ένα ελάττωμα που χαρακτηρίζει συχνά την ανθρώπινη συμπεριφορά, αλλά χαρακτηρίζει τις αρνητικές συνέπειες για τον άνθρωπο, όταν αυτός απομακρύνεται από το Θεό με την αμαρτία, με την απιστία στο δέσιμο αγάπης και φιλίας που είχε με το Θεό.
Και ο Απόστολος Παύλος καλεί τούς πιστούς να νεκρώσουν κάθε αμαρτωλό πάθος και κακή επιθυμία πού κυριαρχεί μέσα τους, διότι για τα αμαρτήματα κάθε είδους «έρχεται η οργή του Θεού πάνω στους γιους της απείθειας» (Κολ. 3,6).
Αλλά ταυτόχρονα ο Απόστολος διδάσκει: «Αλλά ο Θεός αποδεικνύει την αγάπη του για μας, με το γεγονός πως ενώ ήμασταν αμαρτωλοί, ο Χριστός πέθανε για μας. Λοιπόν, πολύ περισσότερο τώρα, δικαιωμένοι με το αίμα του, θα σωθούμε από την οργή, διαμέσου του» (Ρωμ. 5, 8-9).
Έχοντας υπόψη αυτά τα κείμενα κ.α., μπορούμε να συμπεράνουμε: Ο Θεός δεν οργίζεται, ούτε θυμώνει, ούτε εκδικείται, δεν παύει ούτε στιγμή να είναι η Αγάπη. Αυτό που εμείς αισθανόμαστε ως οργή του Θεού δεν είναι άλλο από τη οδύνη ενός πατέρα που βλέπει τον πολυαγαπημένο παιδί να χάνεται, να απομακρύνεται από Αυτόν.
† Ιωάννης Σπιτέρης