«ΑΝΑΣΤΑ Ο ΘΕΟΣ, ΚΡΙΝΟΝ ΤΗΝ ΓΗΝ,
ΟΤΙ ΣΥ ΚΑΤΑΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙΣ ΕΝ ΠΑΣΙ ΤΟΙΣ ΕΘΝΕΣΙ»
Πολυαγαπημένα μου αδέλφια,
Κατά τα μέσα της Σαρακοστής, στην ποιμαντική επιστολή που σας έγραψα, σας έλεγα με ποιον τρόπο η κραυγή μας, σχεδόν ο κλαυθμός μας, και προπάντων η προσευχή μας, ανάβλυζε από την καρδιά μας, η οποία πίστευε τα λόγια του Ψαλμού: «Σήκω Κύριε! Γιατί κοιμάσαι;…» (Ψ. 43,23). Ήταν και είναι μία κραυγή, γεννημένη από αυτό που πρέπει να ζήσουμε ως χριστιανική Εκκλησία και θα έλεγα ως ολόκληρη ανθρωπότητα, δηλαδή μία συχνή εμπειρία της ερήμου, του πόνου, με τόσα και τόσα ερωτήματα, στα οποία δεν μπορούμε πάντοτε να δώσουμε άμεση απάντηση. Σήμερα, φτάνοντας στο Πάσχα, φτάνοντας μαζί με τον καλό ληστή στις πύλες του παραδείσου, η προσευχή μας συνεχίζει να έχει ως οδηγό και ως διδάσκαλο το Ψαλτήριο (τον «Δαβίδ», όπως το ονομάζει η συριακή παράδοση: «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι» (Ψ. 81,8) Η επίκληση αυτή της θείας λατρείας, το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου, η οποία προηγείται στο άκουσμα του Αγίου Ευαγγελίου, του πρώτου αναγγέλματος της Αναστάσεως, αυτή η επίκληση της Εκκλησίας και του καθενός μας, η οποία σχεδόν μας εξωθεί να ζητήσουμε από τον Κύριο, ο οποίος αναπαύεται κατά το Μεγάλο Σάββατο, να αναστηθεί, γίνεται για μας σχεδόν μία αληθινή και βέβαιη ομολογία πίστης και εμπιστοσύνης σ’ Εκείνον, ο οποίος ποτέ δεν μας εγκαταλείπει. Αν πριν, στην προσευχή μας, στον πόνο μας και στην απελπισία μας, υπήρχε ίσως μία σκιά: «Σήκω Κύριε! Γιατί κοιμάσαι;…» σήμερα αυτή η σκιά γίνεται παρρησία, γίνεται ελευθερία στα βάθη της καρδιάς μας, λέγοντας: «Ανάστα ο Θεός». Αυτή η έμπιστη προσευχή μας, αυτό το πρωινό μας «Ανάστα» του Μεγάλου Σαββάτου μας προαναγγέλλει το «ανέστη», την μεγάλη εκείνη προσευχή της νύχτας του Πάσχα: «Χριστός Ανέστη!…» Και αυτό δεν είναι ένα λογοπαίγνιό μου, ή μία ωραία φιλολογική άσκηση, αλλά γεννιέται από την εμπειρία της πίστης μας: Σε κάθε στιγμή της ζωής μας ο Κύριος είναι δίπλα μας, βαδίζει μαζί μας. Εκείνα τα ίχνη των ποδιών επάνω στην άμμο της ερήμου για τα οποία ο Μέγας Αντώνιος πίστευε ότι είναι δικά του, ανακάλυψε ξαφνικά (ο ερημίτης), ανακαλύπτουμε και εμείς, ότι είναι δικά Του, δηλαδή Εκείνος που βαδίζει πάντα δίπλα μας.
Κατά τη Σαρακοστή ζήσαμε και ζούμε ακόμα την εμπειρία ενός αδελφοκτόνου πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, ενός πολέμου που βρίσκεται σχεδόν στις πόρτες μας, και μας οδήγησε και μας οδηγεί να αγγίζουμε με τα χέρια μας τα δάκρυα και το αίμα τόσων και τόσων αντρών και γυναικών, παιδιών, γερόντων, υποχρεωμένων να εγκαταλείψουν τα πάντα και να φύγουν από την πατρίδα τους. Είναι η εμπειρία ενός πολέμου ο οποίος, (οφείλουμε να το πούμε και αυτό), μας έκανε να ανακαλύψουμε την αλληλεγγύη στην βοήθεια, στην αγάπη, στην αδελφοσύνη μας. Είναι η εμπειρία ενός πολέμου, ο οποίος προπάντων θα έπρεπε να μας κάνει να ζούμε το Ευαγγέλιο του Κυρίου, σύμφωνα με το οποίο οφείλουμε να είμαστε, χωρίς καμία βραδύτητα, άντρες και γυναίκες ειρήνης, «ειρηνοποιοί και δημιουργοί ειρήνης», όπως μας ζητά ο Κύριος, άντρες και γυναίκες που ξέρουν να πουν και να μεταδώσουν λόγια ειρήνης, συμφιλίωσης, γαλήνης, ακολουθώντας το παράδειγμα τόσων και τόσων πνευματικών ποιμένων χριστιανικών Εκκλησιών κατά τις τελευταίες εβδομάδες, στην Ουκρανία και σε άλλες χώρες του κόσμου. Άντρες και γυναίκες της συγνώμης και της συμφιλίωσης, οι οποίοι ακόμα και μέσα στον πόνο μας, διαβάζουμε και κηρύττουμε το Ευαγγέλιο, και σ’ όποιον μας χτυπά στο ένα μάγουλο γυρίζουμε να μας χτυπήσει και από το άλλο, προσευχόμαστε και για τους εχθρούς μας, όπως μας υποδείχνει όλη η δύναμη, η ωραιότητα, η ριζική απαίτηση του Ευαγγελίου του Χριστού.
Μία κραυγή, μία προσευχή που αναβλύζει ακόμα από την καρδιά μας σ’ αυτούς τους πρώτους μήνες του 2022, εξαιτίας της αβεβαιότητας και της αγωνίας μπροστά σε μία πανδημία που δεν φαίνεται να εξαφανίζεται, να υποχωρεί μπροστά στην υγεία, όχι μόνο την φυσική μας υγεία, αλλά προπάντων μπροστά σε μία υγεία που θα έπρεπε να μας αποκαλύπτει την αληθινή μας ανθρωπιά, την ανθρωπιά την οποία ο Χριστός αγάπησε, θεράπευσε και έσωσε. Γι’ αυτόν το λόγο, με πίστη επικαλούμαστε τον Κύριο: «Ανάστα ο Θεός κρίνον την γήν…», αναστημένος ζωντανός, και παρών ανάμεσά μας με την κρίση του, η οποία δεν είναι κρίση καταδίκης, αλλά κρίση Ευαγγελίου.
Μέσα σ’ αυτήν την κατάσταση ζούμε εφέτος το Πάσχα του Χριστού, το οποίο κατά τη βυζαντινή παράδοση τελείται, μπορούμε να πούμε χωρίς διάσπαση της συνέχειας στο μυστήριο του Πάθος Του: θάνατος και ανάσταση. Και τα κείμενα της θείας λατρείας για μας γίνονται αληθινοί διδάσκαλοι, αληθινοί μυσταγωγοί. Ήδη κατά την Μεγάλη Παρασκευή τα τροπάρια μας προαναγγέλλουν την νίκη του Κυρίου κατά του θανάτου, και την ημέρα της Αναστάσεως. Τα ίδια κείμενα μας κάνουν να μην λησμονούμε ότι το ένδοξο σώμα του αναστάντος Κυρίου, πριν δοξαστεί δοκιμάστηκε από τον πόνο και από τον θάνατο. Η θεία λατρεία των αγίων αυτών ημερών μας φανερώνει το μεγαλείο του Παντοδύναμου Κυρίου, ο οποίος για χάρη μας μειώνεται, γίνεται μικρός, γίνεται άνθρωπος, όπως ψέλνουμε κατά τη Μεγάλη Παρασκευή: «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας. Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται ὁ τῶν ἀγγέλων Βασιλεύς. Ψευδῆ πορφύραν περιβάλλεται ὁ περιβάλλων τὸν οὐρανὸν ἐν Νεφέλαις. Ῥάπισμα κατεδέξατο ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τὸν Ἀδάμ. Ἥλοις προσηλώθη ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Λόγχῃ ἐκεντήθη ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου. Προσκυνοῦμεν σου τὰ πάθη, Χριστέ. Δεῖξον ἡμῖν καὶ τὴν ἔνδοξόν σου ἀνάστασιν».
Η θεία λατρεία υπογραμμίζει τον πόνο και ταυτόχρονα την πίστη της Μητέρας του Θεού, τον πόνο και την πίστη της Εκκλησίας, βλέποντας τον Υιό κρεμάμενο στον Σταυρό: «Σήμερον ο απρόσιτος τη ουσία, προσιτός μοι γίνεται, και πάσχει Πάθη, ελευθερών με των παθών…» …. «Τούτον η Αγνή και Μήτηρ, επί Σταυρού θεωρούσα, οδυνηρώς εφθέγγετο’ οίμοι Τέκνον εμόν! Τί τούτο πεποίηκας; Ο ωραίος κάλλει παρά πάντας βροτούς, άπνους άμορφος φαίνη, ουκ έχων είδος ουδέ κάλλος». Το πάθος και ο θάνατος του Κυρίου φανερώνουν τη δόξα και το μεγαλείο της θεϊκής ανθρώπινης φύσης του: «Φοβερόν και παράδοξον μυστήριον σήμερον ενεργούμενον καθοράται· ο αναφής κρατείται· δεσμείται ο λύων τον Αδάμ της κατάρας… ραπίζεται χειρί του πλάσματος ο Πλάστης…»
Σε αυτή την πορεία από την Παρασκευή ως την Κυριακή εμφανίζεται με σταθερό τρόπο μία μορφή, η οποία γίνεται για μας πρότυπο και παράδειγμα, και την οποία σας προτείνω στη διακριτική και πιστή δραστηριότητά της προς τον Κύριο. Πρόκειται για τον Ιωσήφ από την Αριμαθέα, ο οποίος μαζί με τον Νικόδημο παρουσιάζονται ως οι άνθρωποι που φροντίζουν για το σώμα του Κυρίου: «Σὲ τὸν ἀναβαλλόμενον, τὸ φῶς ὥσπερ ἱμάτιον, καθελὼν Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ξύλου, σὺν Νικοδήμῳ, καὶ θεωρήσας νεκρὸν γυμνὸν ἄταφον, εὐσυμπάθητον θρῆνον ἀναλαβών, ὀδυρόμενος ἔλεγεν·…» «πῶς σε κηδεύσω Θεέ μου; ἢ πῶς σινδόσιν εἱλήσω; ποίαις χερσὶ δὲ προσψαύσω, τὸ σὸν ἀκήρατον σῶμα,…» «Σήμερον συνέχει τάφος, τον συνέχοντα παλάμη την κτίσιν. καλύπτει λίθος,τον καλύψαντα αρετή τους ουρανούς. υπνοί η ζωή, και άδης τρέμει,και Αδάμ των δεσμών απολύεται… «Ὁ Βασιλεὺς τῶν αἰώνων, τὴν διὰ πάθους τελέσας οἰκονομίαν, ἐν τάφῳ σαββατίζει,καινὸν ἡμῖν παρέχων σαββατισμόν».
Ένα άλλο τροπάριο, εικόνες καταθλιπτικής ωραιότητας, βάζει στο στόμα του Ιωσήφ από την Αριμαθαία τα παρακάτω λόγια, ζητώντας από τον Πιλάτο το σώμα του Ιησού. Το κείμενο ψέλνει τον Λόγο του Θεού, ο οποίος με την ενσάρκωσή του γίνεται ένας ξένος. Το τροπάριο αυτό μελετά όλη την οικονομία της ενσάρκωσης του Λόγου του Θεού της θείας «κένωσής του», της αποξένωσής του: «Τὸν ἥλιον κρύψαντα τὰς ἰδίας ἀκτίνας, καὶ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ διαρραγέν, τῷ τοῦ Σωτῆρος θανάτῳ, ὁ Ἰωσὴφ θεασάμενος, προσῆλθε τῷ Πιλάτῳ καὶ καθικετεύει λέγων· δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, τὸν ἐκ βρέφους ὡς ξένον ξενωθέντα ἐν κόσμῳ·…. δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ὁμόφυλοι μισοῦντες θανατοῦσιν ὡς ξένον· δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ξενίζομαι βλέπειν τοῦ θανάτου τὸ ξένον· δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὅστις οἶδεν ξενίζειν τοὺς πτωχούς τε καὶ ξένους…»
Σας προτείνω κατά το φετινό Πάσχα την μορφή του Ιωσήφ από την Αριμαθαία ακριβώς γι’ αυτήν τη διακονία του να φροντίζει το σώμα του Ιησού: το κατεβάζει από τον Σταυρό, το μυρώνει, το τοποθετεί σε έναν νέο τάφο. Ο Ιωσήφ είναι ο τύπος και η μορφή του καθενός μας, των πνευματικών ποιμένων της Εκκλησίας, των Επισκόπων, των Ιερέων, των Διακόνων, στη φροντίδα τους για το σώμα του Κυρίου, διαμέσου της δέσμευσής τους και της προσοχής τους στον Λόγο του Θεού, διαμέσου του δώρου των ιερών μυστηρίων, διαμέσου του φτωχού, που κάθεται στην πόρτα μας, σαν νέος Λάζαρος. Ο Ιωσήφ είναι ο τύπος και η μορφή όλων των χριστιανών, στην φροντίδα του Σώματος του Κυρίου, που είναι η Εκκλησία Του. Αυτό γίνεται στη χριστιανική τους ζωή, στην καθημερινή τους ζωή, και τη χριστιανική ζωή αυτό το Σώμα, του οποίου και εμείς είμαστε μέλη.
Είθε ο αναστάς Κύριος να μας δώσει το δώρο να γνωρίζουμε τον εαυτό μας και να αισθανόμαστε όλοι μέλη του Σώματός του, αποκαθηλωμένοι και εμείς από τον σταυρό μας, και χρισμένοι από το Πανάγιο Πνεύμα Του.
Χριστὸς ἀνέστη! Ἀληθῶς ἀνέστη!