H ομιλία του Αρχιεπισκόπου του Μονάχου Joseph Ratzinger το 1978 στην επιμνημόσυνη Λειτουργία στον καθεδρικό του Μονάχου για τον πάπα Παύλο Στ΄, ο οποίος τον ονόμασε επίσκοπο και καρδινάλιο. Στα λόγια του Ράτσινγκερ διαβλέπει κανείς αρκετές ομοιότητες στην ποιότητα της σκέψης και της πίστης των δυο αρχιερέων. Με την απόσταση των 44 χρόνων φαίνεται ο Βενέδικτος να μιλούσε για τον εαυτό του.
π. Ιωάννης Ασημάκης
Ομιλία του Αρχιεπισκόπου του Μονάχου (μετέπειτα Πάπα Βενέδικτου ΙΣτ΄) Joseph Ratzinger στις 10 Αυγούστου 1978 στη Θ. Λειτουργία στον καθεδρικό για την εκδημία του Πάπα Παύλου Στ΄.
Για δεκαπέντε χρόνια, στην ευχαριστιακή ευχή της Θ. Λειτουργίας, προφέραμε τη φράση «σε κοινωνία με τον δούλο σου τον πάπα Παύλο». Από τις 7 Αυγούστου αυτή η φράση μένει κενή. Η ενότητα της Εκκλησίας αυτή την ώρα δεν έχει όνομα: τώρα το όνομά του είναι στη μνήμη εκείνων που μας προηγήθηκαν στην πίστη και αναπαύονται μέσα στην ειρήνη. Ο πάπας Παύλος καλέστηκε στον οίκο του Πατέρα το βράδυ της εορτής της Μεταμορφώσεως του Κυρίου, λίγο μετά τη Θ. Λειτουργία και αφού είχε λάβει τα θεία Μυστήρια. «Είναι ωραία να μείνουμε εδώ» είχε πει ο Πέτρος στον Ιησού πάνω στο όρος Θαβώρ. Ήθελε να μείνει. Εκείνο που τότε δεν του είχε δοθεί, δόθηκε στον Παύλο Στ΄ σ’ αυτή την εορτή της Μεταμορφώσεως του 1978: δεν υποχρεώθηκε πια να κατέλθει στην καθημερινότητα της ιστορίας. Μπόρεσε να παραμείνει εκεί, όπου ο Κύριος παρακάθεται στην τράπεζα για την αιωνιότητα μαζί με το Μωυσή, τον Ηλία και τους πολλούς που φθάνουν από την Ανατολή και από τη Δύση, από το βορρά και από το νότο. Η επίγεια πορεία του ολοκληρώθηκε. Στην Εκκλησία της Ανατολής, την οποία τόσο αγάπησε ο Παύλος Στ΄, η εορτή της Μεταμορφώσεως έχει ξεχωριστή θέση. Δεν είναι ένα γεγονός ανάμεσα στα άλλα, ένα δόγμα ανάμεσα στα δόγματα, αλλά η σύνθεση του όλου: σταυρός και ανάσταση, παρόν και μέλλον της δημιουργίας είναι συνενωμένα. Η εορτή της Μεταμορφώσεως είναι εγγύηση ότι ο Κύριος δεν εγκαταλείπει τη δημιουργία. Ότι δεν αποποιείται το σώμα ωσάν να ήταν ένα ένδυμα και δεν αφήνει την ιστορία ωσάν να ήταν ένας θεατρικός ρόλος. Στη σκιά του σταυρού, γνωρίζουμε ότι έτσι ακριβώς η δημιουργία οδεύει προς τη μεταμόρφωση.
Η μεταμόρφωση δεν είναι κάτι το μακρινό που μπορεί να συμβεί. Στον μεταμορφωμένο Χριστό φανερώνεται πολύ περισσότερο αυτό που είναι η πίστη: μεταμόρφωση, η οποία στον άνθρωπο γίνεται κατά τη διάρκεια όλης της ζωής. Από άποψη βιολογική η ζωή είναι μια μεταμόρφωση, μια διαρκή μεταμόρφωση που ολοκληρώνεται με τον θάνατο. Το να ζεις σημαίνει να πεθαίνεις, σημαίνει μεταμόρφωση προς τον θάνατο. Η πίστη είναι μια μεταμόρφωση, στην οποία ο άνθρωπος ωριμάζει σε ό,τι είναι οριστικό και καθίσταται ώριμος για να είναι τελειωτικός. Γι’ αυτό ο ευαγγελιστής Ιωάννης ορίζει το σταυρό ως δόξα, συγχωνεύοντας τη μεταμόρφωση και το σταυρό: στην τελευταία απελευθέρωση από τον εαυτό μας, η μεταμόρφωση της ζωής αγγίζει τον προορισμό της.
Η υπεσχημένη από την πίστη μεταμόρφωση ως μεταμόρφωση του ανθρώπου είναι πρώτιστα μια πορεία εξαγνισμού, μια πορεία βασάνων. Ο Παύλος Στ΄ αποδέχτηκε την παπική διακονία όλο και περισσότερο ως μεταμόρφωση της πίστης μέσα στα βάσανα. Τα τελευταία λόγια του αναστημένου Χριστού στον Πέτρο, αφού τον κατέστησε ποιμένα που ποιμνίου του, ήταν: «όταν θα γεράσεις, θα απλώσεις τα χέρια σου και άλλος θα δέσει τη ζώνη σου και θα σε πάει εκεί που δεν θέλεις» (Ιω 21, 18). Ήταν μια νύξη για το σταυρό που περίμενε τον Πέτρο στο τέλος της πορείας του. Γενικότερα, ήταν μια νύξη για τη φύση αυτής της διακονίας. Ο Παύλος Στ΄ αφέθηκε να οδηγηθεί πάντοτε εκεί που ανθρώπινα, από μόνος του, δεν ήθελε να πάει. Όλο και περισσότερο η ύπατη αρχιερατεία του, σήμαινε γι’ αυτόν να δέσει κάποιος άλλος τη ζώνη του και να καρφωθεί στο σταυρό.
Γνωρίζουμε ότι πριν τα εβδομηκοστά πέμπτα γενέθλιά του και πριν από τα ογδοηκοστά, πάλεψε με ένταση με την ιδέα να αποσυρθεί. Και μπορούμε να φανταστούμε πόσο βαριά πρέπει να είναι η σκέψη ότι δεν ανήκεις πια στον εαυτό σου. Ότι δεν έχεις πια μια ιδιωτική στιγμή. Ότι είσαι δέσμιος μέχρι τέλους, με το σώμα σου να γερνά, σε ένα καθήκον το οποίο απαιτεί, μέρα την ημέρα, την πλήρη και ζωντανή επένδυση όλων των δυνάμεών σου. «Πράγματι, κανένας από μας δε ζει για τον εαυτό του και κανένας δεν πεθαίνει για τον εαυτό του. Γιατί και αν ζούμε, ζούμε για τον Κύριο, και εάν πεθαίνουμε, για τον Κύριο πεθαίνουμε. Και είτε ζούμε είτε πεθαίνουμε, ανήκουμε στον Κύριο» (Ρωμ 14, 7-8). Αυτά τα λόγια του αναγνώσματος σημάδεψαν κατά γράμμα τη ζωή του. Ο Παύλος Στ΄ έδωσε καινούργια αξία στην εξουσία ως υπηρεσία, φέροντάς την ως ένα βάσανο. Δεν έβρισκε καμιά ευχαρίστηση στην εξουσία, στην υψηλή του θέση, στην επιτυχημένη καριέρα: και ακριβώς γι’ αυτό, όντας η εξουσία μια υποφερτή ανάθεση – «θα σε πάει εκεί που δεν θέλεις» – έγινε μεγάλη και αξιόπιστη. Ο Παύλος Στ΄ εξάσκησε τη διακονία μου από πίστη. Απ’ αυτό προέρχονται τόσο η αποφασιστικότητά του όσο και η διαθεσιμότητά του στο συμβιβασμό. Και για τα δυο δέχθηκε κριτικές, και σε ορισμένα σχόλια μετά το θάνατό του δεν έλλειψε η κακογουστιά. Όμως, ένα Πάπας ο οποίος σήμερα δεν υφίσταται κριτικές θα αποτύγχανε στο καθήκον του έναντι του καιρού μας. Ο Παύλος Στ΄ αντιστάθηκε στην τηλεοκρατία και στη δημοσκοπία, τις δυο «δικτατορικές» δυνάμεις του παρόντος. Μπόρεσε να το πράξει διότι δεν λάμβανε ως παράμετρο την επιτυχία και την αποδοχή αλλά τη συνείδηση, η οποία μετριέται με την αλήθεια, με την πίστη. Γι’ αυτό σε πολλές περιστάσεις επιδίωξε το συμβιβασμό: η πίστη αφήνει πολλά ανοικτά, προσφέρει ευρύ φάσμα αποφάσεων, επιβάλει ως παράμετρο την αγάπη, αισθάνεται υποχρεωμένη έναντι του όλου και επομένως επιβάλει πολύ σεβασμό. Γι’ αυτό μπόρεσε να είναι άκαμπτος και αποφασιστικός όταν διακυβευόταν η ουσιαστική παράδοση της Εκκλησίας. Στον Παύλο Στ΄ αυτή η σκληρότητα δεν προερχόταν από την έλλειψη ευαισθησίας εκείνου που πορεύεται ωθούμενος από την ηδονή της εξουσίας ή από την περιφρόνηση των προσώπων αλλά από το βάθος της πίστης η οποία τον κατέστησε ικανό να υποφέρει τις αντιθέσεις.
Κατά βάθος ο Παύλος Στ΄ ήταν ένας πνευματικός Πάπας, ένας άνθρωπος πίστης. Όχι άδικα μια εφημερίδα τον χαρακτήρισε ως τον διπλωμάτη που άφησε πίσω του τη διπλωματία. Στην καριέρα του στη Ρωμαϊκή Κούρια έμαθε να μετέρχεται κατά τρόπο ενάρετο τα διπλωματικά μέσα. Αυτά όμως έρχονταν δεύτερα στην μεταμόρφωση πίστεως στην οποία υποβλήθηκε. Ενδόμυχα βρήκε όλο και περισσότερο την πορεία του απλά στο κάλεσμα της πίστης, στην προσευχή, στη συνάντηση με τον Ιησού Χριστό. Κατ’ αυτό τον τρόπο γινόταν πιο πολύ άνθρωπος βαθειάς, αγνής, ώριμης καλοσύνης. Όποιος τον συνάντησε τα τελευταία χρόνια γεύθηκε άμεσα την εκπληκτική μεταμόρφωση της πίστης, την μεταμορφωτική της δύναμη. Μπορούσε να δει πως αυτός ο άνθρωπος που από τη φύση του ήταν διανοούμενος, παραδιδόταν, μέρα με την ημέρα, στο Χριστό, πως άφηνε να τον αλλάξει, να τον μεταμορφώσει, να τον εξαγνίσει και πως αυτό η εγκατάλειψη στο Χριστό τον καθιστούσε όλο και πιο ελεύθερο, όλο και πιο εμβριθή, όλο και πιο καλό, οξυδερκή και απλό.
Η πίστη είναι ένα θάνατος αλλά είναι και μια μεταμόρφωση για να εισέλθεις στην αυθεντική ζωή, προς την μεταμόρφωση. Όλο αυτό το έβλεπες στον πάπα Παύλο. Η πίστη του έδωσε κουράγιο. Η πίστη του έδωσε καλοσύνη. Και σ’ αυτόν ήταν σαφές ότι η πεπεισμένη πίστη δεν κλείνει αλλά ανοίγει. Εν τέλει, η μνήμη μας διατηρεί την εικόνα ενός ανθρώπου που τείνει τα χέρια. […] Η πίστη τείνει τα χέρια. Το σημείο της δεν είναι η γροθιά αλλά η ανοιχτή παλάμη.
Στην προς Ρωμαίους επιστολή του αγίου Ιγνατίου Αντιοχείας γράφει: «Είναι ωραίο να δύσω από τον κόσμο προς τον Θεό, για να ανατείλω σ’ αυτόν» (Β΄, 2). Αυτός ο επίσκοπος που μαρτύρησε, την έγραψε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από την Ανατολή προς τη γη όπου δύει ο ήλιος, τη Δύση. Εκεί, στη δύση του μαρτυρίου, έλπιζε να λάβει την έγερση της αιωνιότητας. Η πορεία του Παύλου Στ΄ έγινε, χρόνο με το χρόνο, ένα ταξίδι όλο και πιο συνειδητό μιας μαρτυρίας δοκιμασίας, ένα ταξίδι στη δύση του θανάτου, ο οποίος τον κάλεσε την ημέρα της Μεταμόρφωσης του Κυρίου. Ας εμπιστευθούμε την ψυχή του με εμπιστοσύνη στα χέρια της αιώνιας ευσπλαχνίας του Θεού ώστε να γίνει γι’ αυτόν αυγή ζωής αιώνιας. Ας αφήσουμε το παράδειγμά του να είναι ένα προσκλητήριο και να φέρει καρπούς στην ψυχή μας. Και ας προσευχηθούμε ώστε ο Κύριος να μας στείλει και πάλι έναν Πάπα που να εκπληρώνει εκ νέου την αρχική εντολή του Κυρίου στον Πέτρο: «στήριξε τους αδελφούς σου» (Λκ 22, 32).