Οι διάφορες θρησκείες έχουν κάτι το ιδιαίτερο που τις διακρίνει και τις ξεχωρίζει συνάμα. Όλες όμως έχουν έναν κοινό παρονομαστή: αποτελούν προσπάθειες των ανθρώπων να αναρριχηθούν προς το θείο, προς τη θεότητα, όποιο όνομα κι αν δίνουν σε αυτήν και με όποιο τρόπο προσπαθούν σαν οπαδοί της να επικοινωνήσουν μαζί της.
Μόνο ο Χριστιανισμός ξεχωρίζει απόλυτα. Δεν είναι ο άνθρωπος που προσπαθεί να ανακαλύψει τον Θεό, αλλά είναι ο Θεός που ήλθε προς τον άνθρωπο, όχι μόνο για να του διδάξει κάτι, αλλά για να κοινωνήσει μαζί του, με το να γίνει ο ίδιος άνθρωπος, στο πρόσωπο του Ιησού από τη Ναζαρέτ.
Ένας ιερέας και μεγάλος παιδαγωγός, συνήθιζε να εξηγεί αυτή τη βασική διαφορά μεταξύ του χριστιανισμού και των άλλων θρησκειών, χαράζοντας ένα σκίτσο στον πίνακα. Μια μακριά οριζόντια γραμμή, με ένα βέλος, συμβόλιζε την πορεία της ιστορίας. Πάνω από τη γραμμή, στην κορυφή, τοποθετούσε ένα “Χ”, όπως το άγνωστο σημείο στις εξισώσεις στην άλγεβρα. Με αυτό εννοούσε το απόλυτο Μυστήριο που είναι ο Θεός. Στη συνέχεια χάραζε πολλά βέλη που ξεκινούσαν από διαφορετικά σημεία της οριζόντιας γραμμής για να πλησιάσουν το σημείο “Χ”.
Εξηγούσε αυτό το σκίτσο ως εξής: «Τα βέλη, που ξεκινώντας από την οριζόντια γραμμή προχωρούν προς το άγνωστο Χ, συμβολίζουν τις θρησκείες, οι οποίες αναδύονται σε ορισμένες ιστορικές στιγμές ως προσπάθειες του ανθρώπου να γνωρίσουν το “Χ”, το απόλυτο θείο μυστήριο, να αποκαλύψουν το πρόσωπό του Θεού. Ευγενείς προσπάθειες, αλλά χωρίς αποτέλεσμα: το Μυστήριο του Θεού ξεπερνά τις δυνατότητες του ανθρώπου. Το να γνωρίσουμε πλήρως τον Θεό, για εμάς, είναι αδύνατο». «Εκτός αν…». Και εκεί σχεδίασε ένα βέλος που έπαιρνε την αντίστροφη πορεία: από το “Χ” προς ένα σημείο της γραμμής.
Και εξηγούσε: «Εκτός αν σε μια συγκεκριμένη στιγμή της ιστορίας είναι ο Θεός ο ίδιος που αποκαλύπτεται, για να κάνει τον εαυτό Του προσιτό σε εμάς». Ο χριστιανισμός είναι ακριβώς αυτό: Ένας άνθρωπος που, σε μια συγκεκριμένη στιγμή της ιστορίας, λέει: «Εγώ είμαι η οδός, η αλήθεια και η ζωή». «Εγώ είμαι ο Θεός, με εσάς και σε σας».
Πρόκειται για μια μοναδική περίπτωση, δεν υπάρχει παρόμοιο ενδεχόμενο σε ολόκληρη την ιστορία της ανθρωπότητας. Ο Μωάμεθ, ο Βούδας, ο Κομφούκιος και οι ιδρυτές των διαφόρων θρησκειών είναι κατά κάποιο τρόπο προφήτες. Αναγγέλλουν τον Θεό στους ανθρώπους, λέγοντας: «Έχω καταλάβει κάτι περισσότερο για τον Θεό και θα σας το αναγγείλω». Και ίσως μάλιστα να το κάνουν με τρόπο σαγηνευτικό, τόσο που να τους ακολουθούν πλήθη ανθρώπων. Ο Ιησούς όμως τοποθετείται σε μια εντελώς διαφορετική διάσταση. Δεν ισχυρίζεται απλώς: «Σας αναγγέλλω ποιος είναι ο Θεός», αλλά ανακοινώνει κάτι άνευ προηγουμένου, ανακαλύπτει ότι είναι ο ίδιος Θεός: «Κι όποιος βλέπει εμένα, βλέπει εκείνον που με απέστειλε» (Ιω. 12, 45).«Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα» (Ιω. 10,30).
Από αυτόν τον αυτοπροσδιορισμό του Ιησού μπορεί να συμπεράνουμε δύο πράγματα: Είτε ότι το άτομο που εκφράζεται με αυτόν τον τρόπο είναι ανισόρροπο, είτε όντως είναι αλήθεια αυτό που ισχυρίζεται. Δεν υπάρχει μέση λύση.
Προσοχή όμως: Αν αυτό που ισχυρίστηκε ο Ιησούς είναι αλήθεια, τότε αλλάζει εντελώς ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιείται η συνάντησή μας με τον Θεό. Αντί Αυτός να παραμένει ένα απόλυτο μυστήριο, που απαιτεί τεράστιες προσπάθειες κατανόησης και που εντέλει είναι καταδικασμένες να παραμείνουν ανικανοποίητες, ο Θεός, παραμένοντας ανθρώπινα ασύλληπτος, γίνεται κάτι απλό, κάτι που μπορεί να συναντήσει ο καθένας, ακόμη και ο απλός, ο φτωχός, ο αμόρφωτος. Πρόκειται πράγματι για τον Ιησού, ο οποίος αν και Θεός, είναι ταυτόχρονα άνθρωπος σαν και εμάς, ένα βρέφος, ένας που εργάζεται, ένας που υποφέρει και αγαπά με ανθρώπινη καρδιά, ένας που πεθαίνει, όλα ακριβώς σαν και εμάς.
Τον χριστιανισμό, ενώ κατέχει στοιχεία που έχουν και άλλες θρησκείες, όπως οργάνωση, νόμοι, ιεραρχία, οργανωμένες λατρευτικές εκδηλώσεις…, ωστόσο, δεν μπορούμε να τον αποκαλέσουμε «θρησκεία» με την κλασσική έννοια της λέξης, διότι δεν είναι αυτά τα στοιχεία εκείνα που σώζουν και λυτρώνουν το χριστιανό. Δεν είναι αυτά τα στοιχεία ο σκοπός του χριστιανισμού, αυτά απλά, αποτελούν μέσα για κάτι άλλο απόλυτα πιο ουσιώδες. Ο Χριστιανισμός συνίσταται σε μια συνάντηση, σε μία βαθιά ένωση, αυτή με τον Ιησού. Ουσιαστικά είναι το πέρασμα από τη θρησκεία στη συνάντηση και ακόμα περισσότερο, στη θέωση του ανθρώπου.
Ο χριστιανισμός δεν είναι μια ηθική, ούτε ένα σύνολο κανόνων που πρέπει να ακολουθούνται. Συνίσταται βασικά στο να πιστεύει κανείς στο «Γεγονός Ιησούς», να έχει μία προσωπική εμπειρία με Αυτόν, ακολουθώντας Τον να γίνει μαθητής Του, να εισέλθει σε κοινωνία αγάπης μαζί Του.
Ο πάπας Βενέδικτος Ιστ’ δίδαξε όλα αυτά με πολύ απλά λόγια: «Στην αρχή το να είναι κανείς χριστιανός δεν βρίσκουμε μια ηθική απόφαση ή μια μεγάλη ιδέα, αλλά την συνάντηση με ένα γεγονός, με ένα Πρόσωπο, που δίνει στη ζωή έναν νέο ορίζοντα και μία οριστική απόφαση και κατεύθυνση. Γίνεται κανείς χριστιανός επειδή συναντά ένα γεγονός, ένα πραγματικό Πρόσωπο, έναν Άνθρωπο, από σάρκα και οστά σαν κι εμάς: τον Ιησού».
Όλα αλλάζουν σε αυτήν την προοπτική: Δεν σώζομαι επειδή τηρώ μερικούς κανόνες, ορισμένες παραδόσεις, ορισμένες θρησκευτικές πρακτικές, αλλά επειδή πιστεύω στον Ιησού Χριστό και τον αποδέχομαι ως τον Σωτήρα μου, που πέθανε και αναστήθηκε για μένα. Τα ιερά Μυστήρια παύουν να αποτελούν μια απαιτούμενη κοινωνική υποχρέωση ή, ακόμα χειρότερα, μαγικές πράξεις σωτηρίας, αλλά μια ζωντανή συνάντηση με το Χριστό και την κοινότητα.
Ναι, ο χριστιανισμός παύει να είναι «θρησκεία» από τη στιγμή που γίνεται συνάντηση με τον ζώντα Χριστό.
+ Ιωάννης Σπιτέρης