22 Δεκεμβρίου 2024
Expand search form

Ειδήσεις από την Καθολική Εκκλησία στην Ελλάδα

«Αντίληψη Εκκλησίας», του π. Ιωάννη Ασημάκη

Με την εκδημία του Επισκόπου Φραγκίσκου, ποιμένα για τις Καθολικές Εκκλησίες της Σύρου, της Θήρας και της Κρήτης, αξίζει να επισημανθούν ορισμένες επιλογές του οι οποίες δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόταν την Εκκλησία.

Στο λόγο της επισκοπικής του χειροτονίας υπογράμμισε ότι έρχεται ως Επίσκοπος και όχι ως δεσπότης: Εγώ είμαι ανάμεσά σας ως εκείνος που υπηρετεί (βλ. Λκ 22, 27), αυτό είναι το μότο του. Είναι ο μόνος Έλληνας Επίσκοπος της σύγχρονης εποχής που δεν έχει θυρεό. Στα επιστολόγραφα των πρώτων χρόνων υπάρχει απλά ένας εσταυρωμένος. Θρόνος του Επισκόπου, κατά μίμηση του Χριστού, είναι ο Σταυρός (στον ενθρονιστήριο λόγο είχε πει «ως Επίσκοπος, είμαι ο ταπεινός υπηρέτης του θρόνου του Χριστού, του Σταυρού») . Και λίγο αργότερα, μόνο το όνομα της εκκλ. επαρχίας, διότι αυτής ο επίσκοπος είναι υπηρέτης και όχι αφέντης.

Δεν είναι ίσως γνωστό ότι όταν καταστάσεις στην τοπική Εκκλησία ξεπερνούσαν την αντοχή και τις δεξιότητες του να τις χειριστεί, υπέβαλε την παραίτησή του στον Πάπα, ήδη τα πρώτα μόλις χρόνια της αρχιερατείας. Παραιτήσεις που δεν γίνονταν δεκτές. Σ’ αυτές τις αρνήσεις έβλεπε ένα κάλεσμα θυσιαστικό ώστε να μην υποφέρει κάποιος άλλος το βάρος της διαποίμανσης της Εκκλησίας. Και είναι γνωστό ότι υπήρξαν, σε όλα τα επίπεδα, διαφωνίες μαζί του.

Ο ίδιος έλεγε ότι την πρώτη δεκαετία τα κηρύγματά του ήταν περί Εκκλησίας. Το «είμαστε Εκκλησία», σκιαγραφεί στα γραπτά του μια πραγματικότητα που μοιράζεται αυτό που είναι (μέσο σωτηρίας) και μοιράζει αυτό που έχει (το περιβάλλον της γνώσης του σχεδίου αγάπης κι σωτηρίας που έχει ο Θεός Πατέρας για τον κάθε άνθρωπο και για όλους τους ανθρώπους).

Ο επίσκοπος Φραγκίσκος διέκρινε με αστραπιαία οξυδέρκεια ότι το ποίμνιο που του ανατέθηκε δεν είχε πλήρη συνείδηση της φύσης του! Οι προσπάθειές του συνέτειναν λοιπόν στο πέρασμα νοοτροπίας, από τον κλήρο και από το λαό, από μια Εκκλησία ναό σε μια Εκκλησία λαό! Επομένως, βασική επιδίωξη ήταν οι λαϊκοί να πάρουν τη θέση τους μέσα στην Εκκλησία. Στην επίσημη έναρξη του 1ου Συνεδρίου της Εκκλησίας της Σύρου, στις 6 Μαρτίου 1977, έλεγε:

Η Εκκλησία δεν είναι μουσείο, δεν είναι ξενοδοχείο, είναι σώμα ζωντανό που αποτελείται από έμψυχο υλικό, από ανθρώπους που πιστεύουν στο Χριστό … Είμαστε Εκκλησία, είμαστε Σώμα Χριστού, είμαστε τέκνα του Θεού, Όχι για τη διατήρηση ενός κατεστημένου που να παραλύει τη δράση μας, αλλά για να φέρνουμε καθημερινά Σωτηρία και Χαρά στο σημερινό άνθρωπο, Όχι για να παραμένουμε στο περιθώριο της ζωής του ανθρώπου και να ζούμε εκτός πραγματικότητας αλλά για να ελκύουμε τον άνθρωπο στο Χριστό …

Η μεγάλη του εμπιστοσύνη στη Θεία Πρόνοια. Η πρόνοια του Θεού με το φωτισμό του νου και την ενάργεια στη δράση ενθαρρύνουν την εδραίωση της πεποίθησης ότι η Εκκλησία, ως λαός Θεού, δεν είναι στη δεξιότητα των δικών μας χεριών αλλά εκείνων του Χριστού.

Ιδού τι του είπε ένας ιερέας όταν έγινε Επίσκοπος το 1974: να αξιοποιήσει την ανενεργή περιουσία της Επισκοπής και να μην αγνοήσει τη γνώμη του κλήρου για να ποιμάνει το λαό. Αυτός ο ιερέας έμελε μετά από 25 χρόνια να είναι ο Γενικός Βικάριος της Σύρου. Έκφραση αυτής της αντίληψης που υιοθέτησε και θέλησε ως παράμετρο επιλογών και αποφάσεων, ήταν η ανά επταετία ακρόαση του αισθητηρίου πίστης της τοπικής Εκκλησίας καλώντας την σε σύναξη, η ένωση δυνάμεων και ο πλούτος της συμπληρωματικότητας με συνέργειες στην ποιμαντική δράση: «ο Επίσκοπος, εφόσον δεν αποτελεί μόνος την Εκκλησία, δεν μπορεί μόνος του να προγραμματίζει» (ενθρονιστήριος λόγος, 20 Οκτωβρίου 1974).

Στην πρώτη επίσκεψή του στη Ρώμη, ο άγιος Πάπας Παύλος Στ΄ του είπε «ο χρόνος που αφιερώνεις στους ιερείς σου δεν είναι ποτέ χρόνος χαμένος». Αυτή τη νουθεσία, που μου την ανέφερε σε συζήτηση το μακρινό 1993, την διατήρησε ενεργή και με παραπλήσια λόγια την δηλοποίησε κατά την επισκοπική χειροτονία δυο ιερέων του το 2014 σε απόσταση 3 μηνών: του διαδόχου του στην έδρα της Σύρου και του Αρχιεπισκόπου καθολικών Αθηνών.

Η διακονία των καθολικών Επισκόπων στη χώρα μας είναι ουσιαστικά διαφορετική από τη συνήθη, εξαιτίας της δομής των εκκλ. επαρχιών. Ο Επίσκοπος Φραγκίσκος κλήθηκε από μια ζωή κοινοβιακή, ως καπουκίνος ιερομόναχος, σε μια ζωή περισσότερης προσευχής, περισσότερης σιωπήςκαι περισσότερης μοναξιάς.

Βαθύτατη πράξη δικαιοσύνης και αλήθειας, νομίζω, είναι η αναγνώριση ότι ο Επίσκοπος δεν θα μπορούσε να αφοσιωθεί απερίσπαστα στο ποιμαντικό έργο εάν δεν είχε μαζί την αδελφή του Βερονίκη. Η εξυπηρέτηση του αδελφού της Φραγκίσκου, στις καθημερινές και πρακτικές ανάγκες μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης, για 45 περίπου χρόνια είναι μια δυνατή μαρτυρία απλότητας καρδιάς, γενναιόδωρης προσφοράς σιωπής, μοναξιάς, μόχθου. Διακόνισσα γαλήνης στο απαιτητικό έργο του αδελφού Επισκόπου.

Μια άγνωστη στην Ελλάδα επιστολή-παρέμβασή του το 1999 για τους Επισκόπους που παραδίδουν την ποιμαντική ευθύνη, λόγω ορίου ηλικίας.

Είμαι ένας επίσκοπος με επισκοπική έδρα. Διαβάζοντας το άρθρο του Σεβ. Giuseppe Casale (VitaPastorale 10/1999, σελ. 52-53), θέλω μ’ αυτή την επιστολή να παρέμβω στο διάλογο γύρω από τους σχολάζοντες επισκόπους λόγω ορίου ηλικίας, για τους οποίους το περιοδικό σας έγραψε πολλές φορές. Έχω την εντύπωση ότι δεν υπάρχει ζήτημα για τους σχολάζοντες επισκόπους. Πράγματι, εξ όσων γνωρίζω, η πλειονότητα αυτών των επισκόπων είναι ευχαριστημένοι που απαλλάχτηκαν από τις ποιμαντικές ευθύνες και όλοι χαίρουν της στοργής των διαδόχων τους. Το αποδεικνύει ο μικρός αριθμός άξιων επισκόπων που παρεμβαίνουν με δίκαια και δικαιολογημένα επιχειρήματα υπέρ της διατήρησης των άνω των 75 ετών επισκόπων στις έδρες τους. Υπάρχουν όμως δίκαια και δικαιολογημένα επιχειρήματα και υπέρ της αντίθετης άποψης.

Εξελέγη επίσκοπος το 1974 σε ηλικία σχεδόν 38 ετών. Η έδρα που κατέχω χήρευε από παραίτηση λόγω ορίου ηλικίας του προκατόχου μου, μετά από 27 χρόνια διαποίμανσης. Ο προκάτοχός μου παρέμεινε στην εκκλ. Επαρχία και είμαστε μαζί για περισσότερο από πέντε χρόνια έως ότου ξαφνικά απεβίωσε. Για μένα ήταν πέντε υπέροχα χρόνια.

Και πάντοτε θεώρησα ευλογία Κυρίου να έχω κοντά τον προκάτοχό μου. Τόσο που όταν τον είδα νεκρό μπορώ να πω πως τα αισθήματα θλίψης ήταν μάλλον εγωιστικά. Δεν πόνεσα τόσο για τον θάνατο όσο για το ότι εγώ έχασα το στήριγμά μου στην επισκοπική μου διακονία. Αισθάνθηκα ορφανός και μόνος. Προς τον προκάτοχό μου έτρεφα πάντα αισθήματα υιικά, τα οποία εξέφραζα με κάθε ευκαιρία. Τον θεωρούσα πατέρα μου.

Για να φαίνεται καθαρά η αποστολική διαδοχή αλλά και για να αισθάνομαι περισσότερο δεμένος με τον προκάτοχό μου, του είχα ζητήσει εξαρχής να είναι εκείνος που θα με χειροτονήσει. Τον συμβουλευόμουν, του ζητούσα πληροφορίες για διάφορα ζητήματα, του εξέθετα τις προθέσεις μου πριν τις πραγματοποιήσω. Στις πανηγύρεις, αν και ήμουν παρών, τον προσκαλούσα να προΐσταται της Ευχαριστίας, εκείνος όμως ουδέποτε το δέχθηκε. Προτιμούσε να συλλειτουργεί.

Παρότι ο τρόπος εξάσκησης της αρχιεροσύνης μου ήταν πολύ διαφορετικός από τον δικό του, εξαιτίας και της διαφορετικής ηλικίας (μας χώριζαν 38 χρόνια), εκείνος σεβόταν και χαιρόταν για ό,τι γινόταν στην εκκλ. επαρχία, συμμετείχε στις εκδηλώσεις και στις συναντήσεις. Όλοι, εγώ και οι ιερείς, τον περιβάλαμε με πολύ στοργή την οποία ανταπέδιδε. Σ’ αυτό το κλίμα πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο προκάτοχός μου. Δεν αισθάνθηκε ποτέ άχρηστος ή παραγκωνισμένος. Το αντίθετο.

Φραγκίσκος Παπαμανώλης
Επίσκοπος Σύρου, Θήρας, Κρήτης

Περιοδικό Vita Pastorale 12/1999 (μετάφραση π. Ιωάννης Ασημάκης)

Σκευοφυλάκιο Προσκυνήματος Αγ. Λεοπόλδου-Πάδοβα 29/1/1991. Ο Επίσκοπος Σύρου Φραγκίσκος με ιεροσπουδαστές. Δεύτερος από αριστερά ο διάδοχός του Σεβ. Πέτρος.

Προηγούμενο Άρθρο

Αναγγελία θανάτου Επισκόπου Φραγκίσκου Παπαμανώλη πρώην Σύρου, Θήρας και Κρήτης

Επόμενο Άρθρο

Η αλήθεια δεν χρειάζεται δυνατές κραυγές

You might be interested in …

«Η σημασία του Χρίσματος στην Καθολική Εκκλησία», του σεβ. Ιωάννη Σπιτέρη

β μέρος Όταν μιλάμε για το ιερό μυστήριο του Χρίσματος, η άμεση αναφορά είναι αναπόφευκτα στο Βάπτισμα. Η Β’ Σύνοδος του Βατικανού, πράγματι, μας παρουσίασε την Εκκλησία πρωτίστως ως ένα «Μυστήριο κοινωνίας», ως τον λαό […]

Ποια  είναι η διαδικασία της αγιωνυμίας ή της αγιοκατάταξης στην Καθολική Εκκλησία

Συχνά μας ρωτούν ποια  είναι η διαδικασία της αγιωνυμίας ή της αγιοκατάταξης στην Καθολική Εκκλησία. Με άλλα λόγια, πως η Καθολική Εκκλησία αναγνωρίζει την αγιοσύνη  σε κάποιον πιστό της. Το ακόλουθο σημείωμα, ως απάντηση,  το […]

Το Ιερό Μυστήριο του Χρίσματος στην Καθολική Εκκλησία: Σημασία και Ποιμαντικά Προβλήματα

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Κατά τη διάρκεια του Μαΐου και του Ιουνίου, χορηγείται στις καθολικές ενορίες, από τον Επίσκοπο, το Μυστήριο του Χρίσματος, στα παιδιά εκείνα που τα προηγούμενα χρόνια έχουν λάβει την Πρώτη Κοινωνία. Επειδή το […]