«Δεν φτάνει να μιλάμε για αγάπη,
αυτή πρέπει να περάσει στα έργα,
τότε η αγάπη θα είναι τέλεια και γόνιμη
και θα μπορεί να κερδίσει όλο τον κόσμο»
Άγ. Βικέντιος Δε Πωλ
Η παρουσία των Πατέρων Λαζαριστών στη βόρειο Ελλάδα (των Πατέρων της Αποστολής όπως αποκαλούνται) χάνεται στο βάθος των τελευταίων αιώνων και η εικόνα τους όλα αυτά τα χρόνια παραμένει συνώνυμη των καθολικών ιερέων και μοναχών της Θεσσαλονίκης, της Καβάλας, ακόμα και της ακριτικής μας Θράκης. Ήταν περίεργο λοιπόν που μέχρι πριν από μερικά χρόνια δεν υπήρχε στη βόρειο Ελλάδα ένας ναός αφιερωμένος στον ιδρυτή των Π.Π. Λαζαριστών και των Αδελφών του Ελέους, τον Άγιο Βικέντιο Δε Πώλ. Με την ευχή του Θεού, πριν από λίγα χρόνια, δημιουργήθηκε ένας τέτοιος ιερός χώρος και είχαμε τη χαρά να τον ιστορίσουμε με την εικόνα του Αγίου των πτωχών. Ο ναός αυτός βρίσκεται στην Σταυρούπολη, στην Έδρα του Αποστολικού Βικαριάτου της Θεσσαλονίκης.
Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος ο Αρχιεπίσκοπος Π. Ιωάννης Σπιτέρης επισκέφθηκε τη Θεσσαλονίκη για την 27η Σεπτεμβρίου, την ημέρα δηλαδή που η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του μεγάλου αυτού πρεσβυτέρου και Αγίου. Πλαισιωμένος από τους Πατέρες Λαζαριστές της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι αριθμούν ήδη τους επτά – νέους στη μεγάλη πλειοψηφία – ιερομονάχους, ο Αρχιεπίσκοπος λειτούργησε και κήρυξε το Θείο Λόγο.
Συγκεκριμένα ανέφερε: «Ο Χριστιανισμός είναι πρώτ’ από όλα μια προσωπική συνάντηση με τον Ιησού Χριστό. Δεν είναι μια σειρά από εντολές ή οδηγίες για το τι πρέπει να κάνει κανείς ή να μη κάνει. Αυτή η συνάντηση είναι που δίνει νόημα και κατεύθυνση στη ζωή μας. Από μία τέτοια συνάντηση προέκυψε ο Βικέντιος ως Άγιος και η ιδιαίτερη κλήση ή το χάρισμα του που άφησε ως παρακαταθήκη στους οπαδούς του. Η συνάντηση με τον Χριστό ωστόσο δεν συνίσταται σε μια εσωστρεφή, εσωτερική εμπειρία, αλλά σε μια πραγματική, ιστορική συνάντηση με αυτούς, που όπως ακούσαμε στο Ευαγγέλιο(Μτθ. 25,31-40), ταυτίζεται ο Ιησούς, με τους φτωχούς, με τους κάθε είδους πονεμένους. Αυτή την καθοριστική συνάντηση με τον Ιησού ο Άγιος Βικέντιος την έζησε το 1617 μέσα από δύο γεγονότα, φαινομενικά όχι τόσο σπουδαία, αλλά καθοριστικά γι’ αυτόν και τους οπαδούς του. Ο Θεός μεταχειρίστηκε αυτά τα γεγονότα για να μιλήσει στην καρδιά του Αγίου μας και να αρχίσει για εκείνον και την Εκκλησία μια μεγάλη, θαυμάσια περιπέτεια. Το πρώτο γεγονός συνέβη στις 25 Ιανουαρίου 1617, ημέρα της εορτής της μεταστροφής του Αποστόλου Παύλου. Ο Βικέντιος, μετά την εξομολόγηση ενός φτωχού ετοιμοθάνατου καταλαβαίνει ότι η φτώχεια δεν είναι μόνο υλική, αλλά και πνευματική και γι’ αυτό οφείλει να τους κηρύξει το Ευαγγέλιο. Γίνεται λοιπόν σιγά σιγά ένας μεγάλος ιεροκήρυκας της Γαλλίας. Τον ίδιο χρόνο γνωρίζει μια φτωχή οικογένεια και συνειδητοποιεί ότι οι φτωχοί πεθαίνουν από την πείνα και τις ταλαιπωρίες και τότε αποφασίζει να γίνει ο πατέρας των φτωχών και ταλαίπωρων.
Ο Άγιος Βικέντιος γεννήθηκε το 1581 και πέθανε το 1660. Έζησε σε μία εποχή όταν βασιλιάς στη Γαλλία ήταν ο Λουδοβίκος ο Γ’ αλλά την πραγματική εξουσία την ασκούσε ο Καρδινάλιος Ρισελιέ και στη συνέχεια ο Καρδινάλιος Μαζαρέν. Από αυτό το γεγονός μπορεί κανείς να καταλάβει ποια ήταν τότε η κατάσταση του κλήρου στη Γαλλία. Η ενασχόληση του υψηλόβαθμου κλήρου ήταν περισσότερο πολιτική και κοσμική παρά ποιμαντική, ενώ ο απλός κλήρος ζούσε μέσα στην άγνοια και στη φτώχεια. Οι ευγενείς ζούσαν στην χλιδή και ο απλός λαός στη φτώχεια και όλες της τις συνέπειες. Ο Βικέντιος, μπροστά σε αυτήν την κατάσταση, δεν έμεινε απαθής, αλλά, εμπνευσμένος και ωθούμενος από το παράδειγμα και τη διδασκαλία του Ιησού, δεν αφήνει ακάλυπτη καμία ανάγκη της Εκκλησίας και της κοινωνίας. Είναι τέτοια η δραστηριότητά του για κάθε είδους ανάγκη, ώστε δύσκολα μπορούμε να βρούμε μια άλλη τέτοια περίπτωση στην Εκκλησία. Άρχισε να ασχολείται με τα ιεροσπουδαστήρια και τους ιερείς του εφημεριακού κλήρου, με στόχο την πνευματική και ηθική ανανέωσή τους. Από τους καλούς ιερείς, έλεγε, εξαρτάται οι πιστοί να διάγουν γνήσια χριστιανική ζωή.
Κήρυττε το Ευαγγέλιο στους πιστούς, στις εκκλησίες και στις πλατείες, εγκαταλείποντας τον πομπώδη τρόπο κηρύγματος της εποχής και υιοθετώντας έναν τρόπο άμεσο, απλό που άγγιζε τις καρδιές των πιστών. «Όταν τον ακούμε με προσοχή κατά το κήρυγμά του, έλεγε για αυτόν ο μεγάλος Bossuet, αισθανόμαστε ότι εκπληρώνεται σ’ αυτόν ο λόγος του Θεού». Ίδρυσε σπίτια για εγκαταλελειμμένα παιδιά, κατέβηκε στα μπουντρούμια και στις γαλέρες για να παρηγορήσει τους φυλακισμένους οι οποίοι, όπως ομολογεί ο ίδιος, τους μεταχειρίζονταν σαν ζώα. Έχοντας ως δραματική εμπειρία τα δύο χρόνια σκλαβιάς που πέρασε στα χέρια των Τούρκων πειρατών, απελευθέρωσε με τη σειρά του περίπου 1200 σκλάβους από τα χέρια των Μωαμεθανών. Κατεβαίνει στους δρόμους για να βοηθήσει τους πολυάριθμους ζητιάνους, να τους βοηθήσει να βρουν δουλειά και να κερδίσουν από μόνοι τους τη ζωή τους. Την εποχή εκείνη τελείωνε ένας πόλεμος και άρχιζε ένας άλλος, ο Βικέντιος και σε αυτές τις τραγικές καταστάσεις δίνει το ευεργετικό παρόν του με τις Αδελφές του Ελέους που δεν θα διστάσουν να αναπτυχτούν στα πεδία της μάχης για να περιθάλψουν τους τραυματίες. Στις καταστραμμένες περιοχές από τον πόλεμο χτίζει σπίτια για τους άστεγους, στέλνει ρούχα, τρόφιμα, εργαλεία για να μπορέσουν να δουλέψουν. Σε αυτήν την πραγματικά τεράστια χριστιανική προσφορά αγάπης, δεν είναι μόνος, ιδρύει κοινότητες αφιερωμένων ανδρών και γυναικών ακόμα και λαϊκών. Το 1625 ιδρύει τους Πατέρες της Αποστολής, ή όπως είναι πιο γνωστοί, τους Πατέρες Λαζαριστές, το 1633, με τη βοήθεια της Αγίας Λουΐζας ντε Μεριγιάκ ίδρυσε τις Αδελφές του Ελέους. Αλλά ακόμα πριν, στην αρχή της αποστολή του, το 1617 ίδρυσε την Αδελφότητα λαϊκών των «Κυρίων του Ελέους», ή όπως ονομάζονται σήμερα «Όμιλος Αγίου Βικεντίου».
Ο Άγιος Βικέντιος δεν ήταν μόνο άνθρωπος της δράσης, αλλά και της προσευχής. Μας άφησε και ένα πολύτιμο βιβλιαράκι για την προσευχή. Από αυτό και από άλλα γραπτά του, αλλά κυρίως από τα παραδείγματά του μπορούμε να συμπεράνουμε πως ο Άγιος Βικέντιος δεν ήταν μόνο ο Άγιος της Αγάπης, αλλά και ένας μεγάλος μύστης της διαρκούς προσευχής. Ο μεγάλος αυτός γίγαντας της χριστιανικής αγάπης πέθανε στις 27 Σεπτεμβρίου 1660. Ανακηρύχθηκε Άγιος το 1737 και το 1885 ο Πάπας Λέων ο 13ος τον ανακήρυξε προστάτη των έργων αγαθοεργίας της Καθολικής Εκκλησίας, άρα και της Κάριτας. Τον Άγιο Βικέντιο και τον κάθε άγιο, δεν μας τον προτείνει η Εκκλησία μόνο για να τον τιμούμε, αλλά κυρίως για να τον μιμούμεθα, η Εκκλησία ανακηρύττει κάποιον άγιο και μας τον παρουσιάζει ως υπόδειγμα χριστιανικής ζωής. Γι’ αυτό» είπε ο Επίσκοπος κλείνοντας το λόγο του «όλοι εμείς που είμαστε εδώ παρόντες σήμερα, εορτή του Αγίου προστάτη των φτωχών, ας αποκομίσουμε κάτι από το παράδειγμά του και από τη διδασκαλία του και ως παρακαταθήκη της σημερινής εορτής, ας θυμηθούμε τα λόγια του: «Μη σταματάτε πια το βλέμμα σας σε αυτό που εσείς είσαστε, αλλά κοιτάξτε τον Κύριό μας γύρω σας και μέσα σας, και, μόλις τον αναγνωρίσετε, αρχίστε αμέσως το έργο σας και τότε θα αντιληφθείτε πως όλα θα πάνε καλά».
Με την ευκαιρία της τελετής ανέγνωσαν τα νέα διοριστήρια των Π.Π. Αγαπητού, Μαξιμιλιανού και Ματθαίου, όπως προέκυψαν από τις ανακατατάξεις των αρμοδιοτήτων στην Κοινότητα των Πατέρων και στις Ενορίες της Θεσσαλονίκης, της Καβάλας, της Ξάνθης και της Αλεξανδρούπολης. Σύμφωνα με αυτές, θέλοντας ο Επίσκοπος να καλύψει το κενό που αφήνει η αντικατάσταση του αγαπητού π. Αγαπητού Εμπιαγκένα, διόρισε τον π. Μαξιμιλιανό Υπεφημέριο της Ενορίας της Αμιάντου Συλλήψεως της Παναγίας στη Θεσσαλονίκη και τους Π.Π. Αγαπητό και Ματθαίο, Λειτουργούς των Ιερών Ναών Αγ. Ιωσήφ Αλεξανδρουπόλεως, Αγ. Παύλου Καβάλας και του Παρεκκλησίου του Αγ. Ιωσήφ στη Ξάνθη.
Ο Αρχιεπίσκοπος ευχαρίστησε το Γενικό Βικάριο της Θεσσαλονίκης Π. Γιάνους Ζβολίνσκυ για την πολυετή και φιλότιμη προσφορά του στην υπηρεσία των μικρών καθολικών κοινοτήτων της ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και τους ευχήθηκε υγεία και δύναμη.
Από τη φετινή χρονιά όμως και για δύο ακόμη χρόνια, η Θεσσαλονίκη θα απολαύσει την παρουσία δύο ακόμη ιερομονάχων, Φραγκισκανών από την Κουστωδία των Αγίων Τόπων, οι οποίοι φιλοξενούνται ήδη στον ξενώνα του Αποστολικού Βικαριάτου. Ο πρώτος μαθαίνει ήδη την ελληνική γλώσσα και ο δεύτερος εκπονεί μία μεταπτυχιακή εργασία στη θεολογική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Με το πέρας των σπουδών τους θα κληθούν να στελεχώσουν τις Κοινότητες του Τάγματός τους στη Ρόδο και στην Κύπρο.
Την επομένη της εορτής του Αγ. Βικεντίου, το Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου άρχισε επίσημα η νέα κατηχητική χρονιά. Φέτος, το κατηχητικό κέντρο φιλοξενεί στις σύγχρονες εγκαταστάσεις του, εξήντα παιδιά που με μεγάλη προσοχή διδάσκονται τα Μυστήρια της πίστης τους και την ιστορία της Εκκλησίας τους από τρεις Λαζαριστές Πατέρες, δύο Αδελφές Ιεραποστόλους της Αγάπης και μερικούς ακόμη λαϊκούς συνεργάτες που έχουν κατάλληλα προετοιμαστεί γι’ αυτή την αποστολή. Ο Αρχιεπίσκοπος ευλόγησε την έναρξη, πραγματοποιώντας τον αγιασμό και ευχαριστώντας τους κατηχητές για την προσφορά τους.
Όπως εξήγησε η κατήχηση έχει σκοπό όχι απλά να προσφέρει μία στεγνή γνώση, αλλά να εμπλουτίσει και να αυξήσει την πίστη μας στο Χριστό και Σωτήρα και να ωθήσει τα παιδιά, κυρίως, να ανταποκριθούν σε αυτή την αγάπη. Προσπάθησε να εξηγήσει ότι άλλο πράγμα είναι το μάθημα των θρησκευτικών που τα παιδιά παρακολουθούν ή όχι στο σχολείο και άλλο το μάθημα της κατήχησης, από το οποίο η Εκκλησία δεν παραιτείται ποτέ, καθώς αποτελεί ένα βασικό της καθήκον ώστε να προσφέρει μία καλή θρησκευτική διαπαιδαγώγηση στα παιδιά και στους νέους της.