Ο Πρόεδρος της Ρωμαϊκής Συνόδου για τις Καθολικές Ανατολικές Εκκλησίες Καρδινάλιος Leonardo Sandri, αποδεχόμενος την πρόσκληση που του απηύθυνε η Ιερά Σύνοδος της Καθολικής Ιεραρχίας της χώρας μας και σε συντονισμό με την τοπική Ποντιφική Αντιπροσωπεία, επισκέφθηκε επίσημα την Ελλάδα από τη Δευτέρα 11 μέχρι και την Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019. Οι Εκκλησιαστικές επαρχίες τόσο του ρωμαϊκού τυπικού όσο και των ανατολικών τυπικών της χώρας μας, ως γνωστόν, υπάγονται στην αρμοδιότητα αυτής της Ρωμαϊκής Συνόδου.
Ο Εκλαμπρότατος Καρδινάλιος, συνοδευόμενος από το Γραμματέα του Don Flavio Pace και τον Αποστολικό Νούντσιο στην Ελλάδα Σεβασμιώτατο Savio Hon Tai-Fai, επισκέφθηκε και συνεργάστηκε με την Ιερά Σύνοδο της Καθολικής Ιεραρχίας της Ελλάδος στην Αθήνα, επισκέφθηκε τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο και τον Υπουργό Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Νικόλαο Δένδια και συλλειτούργησε στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Διονυσίου της Αρχιεπισκοπής Καθολικών Αθηνών, παρουσία του Υπουργού Ανάπτυξης Άδωνι Γεωργιάδη. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ελλάδα επισκέφθηκε την Εξαρχία Ελληνορρύθμων Καθολικών Ελλάδος και την Εξαρχία των Αρμενίων Καθολικών στην Αθήνα, αλλά και το Θεομητορικό Προσκύνημα της Παναγίας της Φανερωμένης στη Σύρο, όπου συλλειτούργησε και συνάντησε τους πιστούς και τον κλήρο της μεγάλης αυτής εκκλησιαστικής κοινότητας.
Το Σάββατο 16 και την Κυριακή 17 Νοεμβρίου, ο Καρδινάλιος επέλεξε ως τελευταίο σταθμό της περιοδείας του το Αποστολικό Βικαριάτο στη Θεσσαλονίκη. Το μεσημέρι του Σαββάτου, μαζί με τον Αποστολικό Νούντσιο Σεβασμιώτατο Savio Hon Tai-Fai έφθασαν στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης όπου τους υποδέχθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης Σπιτέρης ο Ηγούμενος των Π.Π. Λαζαριστών π. Αγαπητός Εμπιαγκένα και αρκετοί ακόμα συνάδελφοί του.
Ο Εκλαμπρότατος Καρδινάλιος ύστερα από μία σύντομη ανάπαυση επισκέφθηκε τις Αδελφές Ιεραποστόλους της Αγάπης, της Αγίας Μητέρας Τερέζας της Καλκούτας, οι οποίες φιλοξενούν ένα σημαντικό αριθμό μητέρων προσφύγων με τα παιδιά τους, τα οποία στην κυριολεξία περισυνέλεξαν από τους δρόμους και από άλλες ακατάλληλες δομές φιλοξενίας. Έμεινε αρκετή ώρα μαζί τους, άκουσε με ενδιαφέρον την μαρτυρία και την εμπειρία τους, εκτίμησε τις μικρές μα τόσο σπουδαίες πράξεις αλληλεγγύης και αγάπης, μίλησε με τις πρόσφυγες, αλλά και με τα μικρά παιδιά που του είχαν ετοιμάσει να του πουν μερικά τραγούδια από τον τόπο τους.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, στη μεγάλη αίθουσα του Αποστολικού Βικαριάτου, η Α.Ε. ο Καρδινάλιος και ο Αποστολικός Νούντσιος συναντήθηκαν με όλους τους ιερείς, μοναχούς, μοναχές και θεσμούς της Εκκλησίας της βορείου Ελλάδος. Για τον σκοπό αυτό είχαν έρθει στη Θεσσαλονίκη οι ιερείς από το Βόλο και τη Λάρισα, αλλά και οι Αδελφές του Αγίου Ιωσήφ από το Βόλο. Αφού χαιρέτισαν τον Καρδινάλιο και τον ευχαρίστησαν για την παρουσία του, αναφέρθηκαν στην ποιμαντική του Αποστολικού Βικαριάτου, στον μικρό αριθμό ιερέων του εφημεριακού κλήρου, στην αχανή διασπορά των πιστών, στη δραστηριότητα των μοναχών και των καθολικών σχολείων, αλλά και στο μεγάλο αγώνα που έδωσε η Κάριτας Θεσσαλονίκης, κυρίως την περίοδο της βαθιάς οικονομικής κρίσης, και του έργου που προσέφερε στους προσφυγικούς καταυλισμούς της Ειδομένης. Εκ μέρους της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. ο Καθηγητής Παναγιώτης Υφαντής απηύθυνε χαιρετισμό, περιγράφοντας τις αγαθές οικουμενικές δραστηριότητες και τη συνεργασία της Θεολογικής Σχολής με την Καθολική Εκκλησία τα τελευταία τριάντα και πλέον χρόνια. Ο Καρδινάλιος πήρε το λόγο και τους ευχαρίστησε για τον αγώνα που δίνει ο καθένας από το χώρο που έχει ταχθεί, ενώ ακολούθως προσφέρθηκε ένα κέρασμα. Στην αντιφώνησή του απευθύνθηκε στους ιερείς και στους μοναχούς λέγοντας: «Το εσπέρας αυτής της ημέρας, ενώ έξω σκοτεινιάζει, αναγγέλλουμε το Πάσχα της εβδομάδας, την Κυριακή, και ανανεώνουμε τη βεβαιότητα πως κανένα σκοτάδι δεν είναι τόσο ισχυρό ώστε να κατανικήσει το φως του Χριστού. Ακούμε να αντηχούν οι προσευχές και οι φωνές και των αδελφών μας βυζαντινής παράδοσης, οι οποίοι στην Ακολουθία του Εσπερινού ψέλνουν τον αρχαίο ύμνο “Φως ιλαρόν” και θυμιατίζουν το ναό και τη σύναξη, ώστε να θυμίσουν στον καθέναν τη δική του ύψιστη τιμή ως αναστημένου μαζί με τον Χριστό, επιδιώκοντας τα αγαθά που βρίσκονται στον ουρανό, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος.
- Με την παρουσία μου στη Θεσσαλονίκη ζω τον τελευταίο σταθμό αυτού του προσκυνήματός μου στην Ελλάδα, γη αποστολική και των αγίων Πατέρων, η οποία θα έπρεπε να ανακαλυφθεί εκ νέου ως τόπος προσκυνήματος τόσων πιστών από όλο τον κόσμο, μετά τους Αγίους Τόπους, ώστε οι προσκυνητές να αντιληφθούν τη δυναμική με την οποία το Ευαγγέλιο διαδόθηκε και έφτασε ως εμάς, μέσω του θάρρους ανθρώπων εμψυχωμένων από το Άγιο Πνεύμα και της ικανότητάς τους να συναντούν νέους λαούς και πολιτισμούς, αναγγέλλοντάς τους τον Ιησού Χριστό ως Σωτήρα και Λυτρωτή του ανθρώπου. Ο λόγος μου θέλει να είναι προπάντων λόγος ευγνωμοσύνης και ενθάρρυνσης για την παρουσία σας και τη διακονία ευαγγελισμού και φιλανθρωπίας που προσφέρετε, η οποία φανερώνει την όψη της Καθολικής Εκκλησίας στην Ελλάδα, που αποτελείται από Έλληνες Καθολικούς και από πολλούς άλλους που ήλθαν για διάφορους λόγους στο πέρασμα του χρόνου, αλλά αισθάνονται παιδιά αυτής της χώρας και επιθυμούν να συμβάλλουν στην οικοδόμηση του κοινού αγαθού αυτής της κοινωνίας, χωρίς να ξεχνούν την πατρίδα καταγωγή τους, ιδιαιτέρως εκείνες που δοκιμάζονται από πολέμους και διωγμούς.
- Θα ήθελα να πάρω αφορμή από δύο γεγονότα της χριστιανικής ιστορίας αυτής της πόλης, για να απευθύνω μια πρόσκληση για το σήμερα. Η Θεσσαλονίκη υπήρξε πράγματι τόπος παραμονής του Αποστόλου Παύλου, κατά τη διάρκεια της οποίας παρατηρούμε από τη μια πλευρά το κλείσιμο της καρδιάς των μελών της κοινότητας των Ιουδαίων, και από την άλλη το άνοιγμα του κηρύγματος στους Εθνικούς: την καταδίωξη που αναγκάζει τον Παύλο και τον Σίλα να φύγουν από την πόλη, μαζί με την ελπίδα της αποδοχής του Ευαγγελίου από μέρους πολλών άλλων. Το γεγονός αυτό αγγίζει και εμάς: με τρόπο θετικό, διότι μας βοηθά να παραμείνουμε σε μια στάση θαυμασμού και ευγνωμοσύνης για τη δωρεά του Ευαγγελίου και της πίστεως που λάβαμε. Δεν αποκτήσαμε τη δωρεά αυτή ούτε την αξίζαμε, αλλά είναι καθαρή χάρη, στην οποία ασφαλώς κληθήκαμε να απαντήσουμε με όλη την ύπαρξή μας, ιδιαιτέρως ως ιερείς, μοναχοί ή μοναχές, και δυνάμει του Βαπτίσματος, του ιερού μυστηρίου της αναγέννησής μας. Μένει όμως ένα ερώτημα που μας προκαλεί, επειδή το κλείσιμο της καρδιάς των μελών της ιουδαϊκής κοινότητας που δοκίμασαν ο Παύλος και ο Σίλας, μπορεί να είναι και μια δική μας εσωτερική ασθένεια που έχει συνέπειες στον τρόπο να είμαστε Εκκλησία. Μπορούμε δηλαδή να ζήσουμε τοποθετώντας τον εαυτό μας ένα σκαλάκι ψηλότερα από τους άλλους, ίσως εξαιτίας της διακονίας μας, η οποία από μόνη της επιζητεί να κατεβεί ένα σκαλάκι χαμηλότερα για να πλύνει τα πόδια των άλλων, όπως έκανε ο Κύριος και Διδάσκαλος. Ή οι σχέσεις μας μέσα στις μοναστικές κοινότητες ή σε μια κοινότητα αφιερωμένης ζωής μπορεί να μην είναι αυθεντικές, αλλά τυπικές και επιβεβλημένες ή να χαρακτηρίζονται από διαιρέσεις, που αμαυρώνουν το ένδυμα της Ωραίας Νύμφης του Χριστού. Υπάρχει λοιπόν ο κίνδυνος να μην δείχνουμε το πρόσωπο μιας Εκκλησίας δεκτικής και φιλόξενης, αν παραμένουμε αναδιπλωμένοι στον εαυτό μας, στις παραδόσεις μας, χωρίς αυτές να γίνονται εορτασμός του ζωντανού Θεού.
- Στο πλαίσιο όσων λέμε, θα ήθελα να αναφερθώ στη θετική εμπειρία που μπόρεσαν να βιώσουν τα δύο λαμπρά τέκνα της κοινότητας της Θεσσαλονίκης, οι αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος, συμπροστάτες της Ευρώπης, και απόστολοι των Σλαβικών λαών. Ο Άγιος Ιωάννης-Παύλος Β’, στο ταξίδι του στην Ελλάδα το 2001, τους περιέγραψε ως εξής: “Ο Κύριλλος και ο Μεθόδιος, τα δύο αδέλφια από τη Θεσσαλονίκη, άκουσαν το κάλεσμα του Αναστημένου: «Πηγαίνετε σε όλο τον κόσμο και κηρύξτε το Ευαγγέλιο σε κάθε πλάσμα». Αναχώρησαν για να συναντήσουν τους Σλαβικούς λαούς και μπόρεσαν να μεταφέρουν το Ευαγγέλιο στη γλώσσα τους. Όχι μόνο «επιτέλεσαν την αποστολή τους σεβόμενοι πλήρως τον ήδη υπάρχοντα πολιτισμό των Σλαβικών λαών, αλλά μέσω της χριστιανικής θρησκείας τον εξύψωσαν κατά τρόπο εξαίσιο και τον προώθησαν» (Slavorum Apostoli, 26). Είθε το παράδειγμά τους και η μεσιτεία τους να μας βοηθήσουν να ανταποκριθούμε καλύτερα στην ανάγκη εγκλιματισμού του Ευαγγελίου και να χαρούμε γι’ αυτή την πολύμορφη όψη της Εκκλησίας του Χριστού!”. Μπορούμε να πούμε ότι, μέσω αυτών, ανανεώνεται το θαύμα που ήδη είχε επιτελεστεί εδώ με το κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου: το Ευαγγέλιο είναι αιώνια αλήθεια, και όμως θέλησε να συναντήσει έναν πολιτισμό για να τον κάνει να ανθίσει εκ των ένδον, και δεν δέχεται να μείνει αλυσοδεμένο, αλλά είναι ένας Λόγος που “τρέχει”, σύμφωνα με μια γνωστή παύλεια έκφραση που απευθύνεται στην κοινότητα της Θεσσαλονίκης. Τρέχει ο Λόγος και κάνει να τρέχουν οι αγγελιοφόροι του: οι άγιοι αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος στην πορεία τους να συναντήσουν τους Σλαβικούς λαούς, βοηθώντας τους να γνωρίσουν την Αγία Γραφή στη γλώσσα του, συναντούν και δυσκολίες και εμπόδια εκ μέρους άλλων ιεραποστόλων, προερχόμενων αυτή τη φορά από τον λατινικό και γερμανικό κόσμο, οι οποίοι μιλούν άσχημα γι’ αυτούς δυσφημώντας το έργο τους και αναγκάζοντάς τους να καταφύγουν στη Βενετία και στη Ρώμη για να υπερασπίσουν τη δράση τους. Πόσες φορές και στις δικές μας χριστιανικές κοινότητες, κάποιες κρίσεις που συνδέονται με “κεκτημένα δικαιώματα” επάνω στην κοινότητα, σταματούν το άγγελμα του Ευαγγελίου και καθιστούν τη μαρτυρία των μαθητών λιγότερο αξιόπιστη! Έχουμε ανάγκη όλοι εμείς, παρακινημένοι από τον Άγιο Πατέρα Φραγκίσκο κατά τον έκτακτο ιεραποστολικό μήνα που μόλις ολοκληρώθηκε, να πάρουμε νέα ορμή και να βγούμε έξω όχι από την ορθή διδασκαλία προφανώς, αλλά έξω από τα στεγανά μας για να συναντήσουμε τον “πολυάριθμο λαό”, ο οποίος είναι παρών σε κάθε πόλη και χωριό και διψάει για τον λόγο που σώζει. Εμπιστεύομαι στη δραστηριότητά σας – όπως ήδη έκανα τις προηγούμενες ημέρες σε άλλες ελληνικές Επισκοπές – τον κόσμο του πολιτισμού, καθώς και τον πανεπιστημιακό κόσμο και τον κόσμο των νέων, ως κατεξοχήν χώρους συνάντησης και μαρτυρίας πως ανήκετε στον Κύριο και ανάδειξης, αν ο Θεός θέλει, νέων κλήσεων μιας ειδικής αφιέρωσης.
- Μια τελευταία σύντομη αναφορά: ο Άγιος Παύλος στις επιστολές του μας μιλά για τον αυθόρμητο Έρανο, που πολλές κοινότητες – όπως της Μακεδονίας – έκαναν για τους φτωχούς της Μητέρας Εκκλησίας, της Ιερουσαλήμ. Αυτή η διάσταση της αγάπης και της αγαθοεργίας ξέρω ότι είναι ζωντανή σε πολλούς τομείς της παρουσίας και της δράσης σας, όπως για παράδειγμα στην υποδοχή που η Ελλάδα μπόρεσε να προσφέρει σε τόσους πρόσφυγες, πολλοί εκ των οποίων προέρχονται από την Εγγύς και Μέση Ανατολή, μερικούς από τους οποίους συνάντησα κατά την παραμονή μου στην Αθήνα. Ο Απόστολος λέει και σ’ εμάς σήμερα: “Θυμηθείτε τους φτωχούς”, όσους είναι κοντά ή μακριά, Έλληνες και μη Έλληνες. Η παρουσία όμως δύο μικρών κοινοτήτων της Κουστωδίας των Αγίων Τόπων, στη Ρόδο και από φέτος – λόγω σπουδών – εδώ στη Θεσσαλονίκη, μου δίνει την ευκαιρία να προσκαλέσω όλους εσάς να προσευχηθείτε για την ειρήνη στην Ιερουσαλήμ, στη Γάζα, στη Βηθλεέμ και σε άλλες ζώνες του Ισραήλ και της Παλαιστίνης, στη Συρία, στο Ιράκ, και σε τόσους άλλους τόπους που συνδέονται με την ιστορία της σωτηρίας μας, που δεν μας θυμίζουν μόνο γεγονότα του παρελθόντος, αλλά αγγίζουν και το παρόν μας. Ο Χριστός είναι ο ίδιος χτες, σήμερα και στους αιώνες!».
Το πρωί της Κυριακής ο Καρδινάλιος προήδρευσε της Θείας Λειτουργίας στον κατάμεστο Καθεδρικό Ναό της Θεσσαλονίκης. Παρόντες στο ιερό συλλείτουργο ήταν και ο Προϊστάμενος των Π.Π. Λαζαριστών από το Παρίσι και ένας εκ των Συμβούλων του Τάγματος από το Γεν. Ηγουμενείο στη Ρώμη, ο Γεν. Βικάριος της Αρχιεπισκοπής Ρόδου, ο φραγκισκανός π. Λουκάς, ο π. Γεώργιος Ντάγκας από την Πάτρα και οι δύο φραγκισκανοί ιερομόναχοι που φιλοξενούνται στο Απ. Βικαριάτο, όσο παρακολουθούν τα μαθήματα εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας και θεολογίας στο πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης.
Η Θεία Λειτουργία εψάλη στα λατινικά, χαροποιώντας τους παλαιότερους του εκκλησιάσματος, ενώ οι νεότεροι που δεν είχαν την εμπειρία μίας Γρηγοριανής Λειτουργίας, μπορούσαν να την παρακολουθήσουν μέσα από ένα κατάλληλα προετοιμασμένο φυλλάδιο. Ο Καρδινάλιος και στις δύο ομιλίες που απηο ύθυνε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στη Θεσσαλονίκη, εμπνεύστηκε από τις Επιστολές του Αποστόλου Παύλου προς τους Θεσσαλονικείς, που αποτελούν και τα αρχαιότερα κείμενα της Καινής Διαθήκης. Στο κήρυγμά του είπε: «1. Σήμερα Κυριακή, την ημέρα του Αναστημένου Κυρίου, συναχθήκαμε για να τραφούμε στην Τράπεζα του Λόγου και του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Είμαστε “Εκκλησία”, δηλαδή κοινότητα την οποία κάλεσε ο Κύριος από την Ανατολή και τη Δύση, από τον Βορρά και το Νότο, για να αποτελέσει τον άγιο λαό του Θεού, αφού λάβαμε το λουτρό της αναγέννησης και σημειωθήκαμε με τη σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος. Ανανεώνουμε τον θαυμασμό μας για το δώρο της πίστεως, καθώς και για τη δυνατότητα να ομολογούμε την πίστη ελεύθερα, σε αντιδιαστολή με πολλούς αδελφούς και αδελφές στον κόσμο, για τους οποίους και μόνο η ομολογία πως είναι μαθητές του Χριστού βάζει σε κίνδυνο τη ζωή τους και τους οδηγεί στο μαρτύριο, όπως συνέβη όχι μακριά από εμάς, στη Συρία, σε έναν Αρμένιο ιερέα και τον πατέρα του, την περασμένη Δευτέρα.
- Σας ομολογώ τη συγκίνησή μου να βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη, και πάλλεται η καρδιά μου ενθυμούμενος την παρουσία εδώ του Αποστόλου των Εθνών, καθώς και του μαθητή του Τιμόθεου, και σκεπτόμενος την Α’ προς Θεσσαλονικείς Επιστολή, η οποία, σύμφωνα με την πλειοψηφία των βιβλιστών, θεωρείται η κατεξοχήν πρώτη επιστολή που έγραψε ο Απόστολος Παύλος. Η ανάγνωση εδώ στη Θεσσαλονίκη κάθε στίχου αυτής της Επιστολής είναι μια μεγάλη εξέταση της συνείδησής μας, και ταυτόχρονα μας υπενθυμίσει τη σημασία της ιεραποστολής και του κηρύγματος του Ευαγγελίου σε όλα τα έθνη. Η Επιστολή αυτή μας μιλά για τον λόγο του Θεού, τον οποίο δέχτηκαν οι Θεσσαλονικείς όχι ως ανθρώπινο λόγο, αλλά ως λόγο του Θεού, όπως πραγματικά και είναι: ένας λόγος που εκδηλώνεται με έργα σε αυτούς που πιστεύουν (βλ. Α’ Θεσ 2,13). Μας μιλά για τη χριστιανική ζωή η οποία δεν υποτιμά, αλλά φέρνει σε ολοκλήρωση την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη: και αυτοί που έχουν το χάρισμα του κηρύγματος και της ηγεσίας, αν αφήνουν τον εαυτό τους να διαπλάθεται κάθε μέρα από τη χάρη του Κυρίου παραμένοντας, πρώτα απ’ όλα, μαθητές Του, βλέπουν τα συναισθήματά τους να μεταμορφώνονται κατ’ εικόνα της καρδιάς του Διδασκάλου. Ας ακούσουμε, πράγματι, τι λέει ο Απόστολος: “Ήμασταν στοργικοί μαζί σας σαν τη μητέρα που φροντίζει τα παιδιά της.Και ήταν τόση η έγνοια μας για σας, ώστε ήμασταν έτοιμοι να σας δώσουμε όχι μόνο το ευαγγέλιο του Θεού, αλλά και την ίδια μας τη ζωή, επειδή σας αγαπήσαμε” (Α’ Θεσ 2,7-8). Ο αγγελιοφόρος του Ευαγγελίου, συνεπώς, δεν είναι ένας άνθρωπος που ναρκώνει και αναισθητοποιεί τον προσωπικό του τρόπο να αγαπάει, αλλά, μέσω της χάρης του Κυρίου που τον κάλεσε, αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να βιώσει μια έντονη πνευματική πατρότητα και μητρότητα, όπως ήταν εκείνη του Κυρίου Ιησού: στο Ευαγγέλιο, πράγματι, ακούμε την ηχώ αυτής της πνευματικής διάστασης, όταν ο Ιησούς κλαίει για την Ιερουσαλήμ η οποία δεν αναγνώρισε ότι Αυτός ήλθε να την επισκεφτεί, ότι θα ήθελε να είχε συνάξει τα παιδιά της όπως η κλώσα τα κλωσόπουλά της κάτω από τις φτερούγες της (βλ. Λκ 13,34). Αυτή η σκιαγράφηση της προσωπικότητας του ανθρώπου που μεταδίδει το Ευαγγέλιο, μας θέτει ερωτήματα σχετικά με την ποιότητα των σχέσεων στο εσωτερικό των χριστιανικών κοινοτήτων, ξεκινώντας από τις οικογένειες, ως τη σχέση του ιερέα με την κοινότητά του και του Επισκόπου με τους ιερείς του. Όταν η ποιότητα της από κοινού ζωής μας είναι εύθραυστη ή περιορίζεται να είναι μόνο θεσμική, τότε και η χριστιανική μαρτυρία μας χάνει πολλά και υστερεί. Πότε θα είμαστε ικανοί να δείξουμε το μητρικό πρόσωπο της Εκκλησίας; Πότε ο ένας θα σκύψει επάνω στις εσωτερικές και εξωτερικές πληγές του άλλου, βάζοντας στο κέντρο της εμπειρίας της πίστεως τον Χριστό, αληθινό Θεό και αληθινό άνθρωπο;
- Η προσδοκία για την έλευση της ημέρας του Κυρίου, στην οποία αναφέρονταν τα αναγνώσματα που λίγο πριν ακούσαμε, μας ζητάει να είμαστε προσανατολισμένοι προς τα εμπρός έχοντας τη “μακάρια ελπίδα” της επιστροφής του Κυρίου, όπως προσευχόμαστε στη λατινική Θεία Λειτουργία. Αυτό όμως δεν πρέπει να αποσπά την προσοχή μας από τη δυνατότητα να μεταμορφώσουμε τον παρόντα χρόνο, στη βάση της βεβαιότητας πως Αυτός μένει πιστός και βαδίζει μαζί μας όλες τις ημέρες, ως τη συντέλεια του κόσμου. O Παύλος απευθύνει στους χριστιανούς της κοινότητας της Θεσσαλονίκης την πατρική υπενθύμιση να μην σκέφτονται ως επικείμενη την ημέρα του Κυρίου, αλλά να εργάζονται με ζήλο για την προσωπική τους αγιότητα και να στρατεύονται στον αγώνα εναντίον του μυστηρίου της ανομίας, το οποίο θα απειλήσει από τα έσω την ίδια την ύπαρξη των χριστιανικών κοινοτήτων. Κατά την επίσκεψη που μπόρεσα να πραγματοποιήσω αυτές τις ημέρες στην πραγματικότητα της Καθολικής Εκκλησίας στην Ελλάδα, διαπίστωσα ότι η επιτέλεση τόσων έργων αγάπης και φιλανθρωπίας προς τους ανθρώπους που υποφέρουν, είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος με τον οποίον καθένας από εμάς επιθυμεί την αιώνια ζωή, αγαπώντας στον παρόντα καιρό τον συγκεκριμένο αδελφό που έχει ανάγκη και χτυπά την πόρτα μας, στον οποίο αναγνωρίζουμε την ίδια την παρουσία του Χριστού ο οποίος ταυτίζεται με τον φτωχό, τον εξαθλιωμένο, τον άρρωστο, τον φυλακισμένο. Το Ευαγγέλιο και η έμπρακτη αγάπη ας είναι λοιπόν η ταυτότητα της δικής σας καθολικής κοινότητας σε αυτό το Αποστολικό Βικαριάτο.
- Το σημερινό Ευαγγέλιο μας κλονίζει κάπως τα θεμέλια: αν την προηγούμενη Κυριακή είχαμε ακούσει για το νόμο που επέτρεπε την απεγνωσμένη αναζήτηση απογόνων για εκείνη τη γυναίκα η οποία είχε μείνει χήρα επτά αδελφών, στην προσπάθεια του ανθρώπου να διαιωνίσει τον εαυτό του στον αγώνα του ενάντια στον χρόνο και τον θάνατο, σήμερα αυτό το οποίο τίθεται σε αμφισβήτηση είναι ένα είδος θρησκευτικής ζωής που νοιώθει ασφαλής όταν τα πάντα λειτουργούν στην εντέλεια, φαίνονται όμορφα, όπως οι εκλεκτοί λίθοι με τους οποίους ήταν στολισμένος ο Ναός και την ωραιότητά τους εγκωμίαζαν οι μαθητές. Ο ίδιος ο Ιησούς δοκίμασε δύσκολες στιγμές καθώς και την καταδίωξη, και ήλθε αντιμέτωπος με τον μεγαλύτερο πειρασμό: να σπάσει τον δεσμό με τον Πατέρα του. “Σώσε τον εαυτό σου, αν είσαι ο Υιός του Θεού, και κατέβα από τον σταυρό!” (Μτ 27,40), έλεγαν οι περαστικοί στον Ιησού την ώρα που Αυτός ψυχορραγούσε. Έτσι και η ζωή του χριστιανού τίθεται σε διαρκή κίνδυνο, όταν ο πιστός επιζητεί να σιγουρέψει τον εαυτό του με τις δικές του δυνάμεις, χωρίς να εμπιστεύεται τον Κύριο ο οποίος μας διαβεβαιώνει πως: “Εγώ θα σας δώσω λόγια και σοφία, […] και δεν θα χαθεί ούτε μια τρίχα από την κεφαλή σας” (Λκ 21,15.18). Κάθε φορά που επιζητούμε τη σταθερότητά μας έξω από τον Θεό, αργά ή γρήγορα πέφτουμε. Όταν αντιθέτως έχουμε επίγνωση της ευαλωτότητας και της αδυναμίας μας, και είμαστε μια κοινότητα βέβαιη για την παρουσία του Αναστημένου Κυρίου ανάμεσά μας, τότε μαζί Του νικούμε τον κόσμο.
- Έχουμε επίγνωση των δυσκολιών να είμαστε Καθολική Εκκλησία στην Ελλάδα, να είμαστε ένα μικρό ποίμνιο, να μην έχουμε επαρκή μέσα, να αισθανόμαστε αδύναμοι μπροστά στις προκλήσεις της ζωής: αλλά έχουμε το Ευαγγέλιο του Ιησού, τίποτα δεν μπορεί να μας αποσπάσει από την αγκάλη κι από το χέρι του Πατέρα. Ας ζητήσουμε λοιπόν τη μεσιτεία της Παναγίας Θεοτόκου Μαρίας, του αγίου Αποστόλου Παύλου, και όλων των αγίων Ελλήνων Πατέρων και Διδασκάλων, ώστε να είναι συνοδοιπόροι μας στην οδό προς την αιώνια πατρίδα και δια των πρεσβειών τους να τροφοδοτείται συνεχώς η λαμπάδα της μαρτυρίας μας, για να λάμπει μέσα στο σκοτάδι του κόσμου! Αμήν».
Την ημέρα εκείνη ο Καρδινάλιος είχε τα γενέθλιά του και όλοι του ευχήθηκαν, ενώ ένας από τους μοναχούς του προσέφερε ένα μπουκέτο με λουλούδια. Ο Επίσκοπος του προσέφερε με τη σειρά του μία από τις εκδόσεις του Αποστολικού Βικαριάτου, το φωτογραφικό λεύκωμα «Τεκμήρια Μνήμης της Εκκλησίας της Βορείου Ελλάδος», το οποίο ο Καρδινάλιος περιεργάστηκε με μεγάλο ενδιαφέρον και προσοχή.
Ακολούθησε μία δεξίωση στην αίθουσα της ενορίας και ο Καρδινάλιος δεν κουράστηκε να βγάζει φωτογραφίες με τις δεκάδες οικογένειες και μεμονωμένους πιστούς που του ζητούσαν ένα αναμνηστικό μαζί του. Σε όλους ο Καρδινάλιος μετέφερε το θερμό χαιρετισμό του Αγίου Πατέρα του Πάπα Φραγκίσκου, τη διαβεβαίωση της πλήρους συμμετοχής του στον αγώνα της Ελλάδος για την προστασία των προσφύγων και μεταναστών, χορηγώντας την Αποστολική του ευλογία ως δείγμα αγάπης και εγγύτητας.
Ο ίδιος, αλλά και ο Νούντσιος εξέφρασαν την ευαρέσκειά τους για την άψογη οργάνωση και για τη ζεστή αυτή εμπειρία που είχαν με τις κοινότητες της Β. Ελλάδας. Ακολούθησε ένα σύντομο γεύμα που προσέφεραν οι Πατέρες της Αποστολής στην Κοινότητά τους.
Με το πέρας του γεύματος ο Αρχιεπίσκοπος π. Ιωάννης και οι Π.Π. Λαζαριστές συνόδεψαν τον Καρδινάλιο στο αεροδρόμιο, με προορισμό την Αθήνα, απ’ όπου το βράδυ της ίδιας ημέρας θα αναχωρούσε ξανά, με τη συνοδεία του για τη Ρώμη.