Είναι πολύ σημαντικό να κοιτάξουμε τη Σύνοδο με τα μάτια της Παναγίας, ώστε να ριζωθεί βαθύτερα στην αποστολή της Εκκλησίας. Η ζωή της Μητέρας του Ιησού αντανακλά «τις θεμελιώδεις ποιότητες μιας αυθεντικής συνοδικότητας»: ακρόαση, προσευχή, διάλογο, διάκριση, υπακοή, ταπείνωση και διακονία.
Η Παναγία είναι μορφή που δίνει πνοή και στη διάσταση του οικουμενισμού στην εκκλησιαστική κοινότητα και, όχι λιγότερο, στο ζήτημα της συμμετοχής των γυναικών στη ζωή της Εκκλησίας. Όλα αυτά, διότι η Θεοτόκος Μαρία αποτελεί, πρωτίστως, παράδειγμα «άνευ όρων ανοίγματος» στο Άγιο Πνεύμα και, όπως υπενθυμίζει το τελικό Κείμενο της πρόσφατης Συνόδου των Επισκόπων, «δεν μπορεί να σταματήσει αυτό που προέρχεται από Εκείνον».
Αυτά ήταν τα κεντρικά σημεία της ομιλίας του καρδιναλίου Μάριο Γκρεκ, Γενικού Γραμματέα της Γραμματείας της Συνόδου, η οποία εκφωνήθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου στο Ποντιφικό Πανεπιστήμιο Αντονιάνουμ, στο πλαίσιο του 26ου Διεθνούς Μαριολογικού-Μαριανού Συνεδρίου (3-6 Σεπτεμβρίου).
«Πολλά έχουν γραφτεί για τη συνοδικότητα και για την Εκκλησία που είναι συνοδική και ιεραποστολική», σημείωσε ο Καρδινάλιος, υπογραμμίζοντας την ανάγκη «επανεξέτασης» της εκκλησιαστικής ζωής μέσα από «λιγότερο εξερευνημένα» πεδία. Ένα από αυτά είναι η Μαριανή διάσταση.
Ο Γκρεκ υπενθύμισε ότι στο Τελικό Κείμενο υπάρχουν τέσσερις αναφορές στη Μητέρα του Ιησού, «όχι λίγες, αν σκεφτεί κανείς ότι ο κύριος στόχος δεν ήταν η εμβάθυνση της Μαριανής διάστασης της Εκκλησίας».
Η πρώτη, στο κεφάλαιο 17, δηλώνει ότι «ενσωματωμένοι σ’ αυτό τον Λαό διά της πίστεως και του Βαπτίσματος, στηριζόμαστε και συνοδευόμαστε από την Παρθένο Μαρία, σημείο ασφαλούς ελπίδας και παρηγοριάς». Η ταυτότητα της Εκκλησίας ριζώνει στο μυστήριο της ενότητας, πέρα από τις «αντιπαραθέσεις» των μελών της. Η Παναγία, με αυτόν τον τρόπο, αντιπροσωπεύει «την τελειότητα» στην οποία προορίζεται η εκκλησιαστική κοινότητα.
Η δεύτερη αναφορά, στην παράγραφο 28, παρουσιάζει τη Μαρία ως «μορφή της συνοδικής, ιεραποστολικής και ελεήμονος Εκκλησίας». Εκεί, η κοινότητα καλείται να αναγνωρίσει σε εκείνη τις βασικές ποιότητες της αυθεντικής συνοδικότητας: ακρόαση, προσευχή, διάλογο, διάκριση, υπακοή, ταπείνωση και διακονία.
Διάφορα ευαγγελικά επεισόδια φωτίζουν αυτές τις αρετές:
- Στον Ευαγγελισμό, διακρίνεται η «ελεύθερη συγκατάθεση» που γεννάται από την ακρόαση.
- Στην Επίσκεψη προς την Ελισάβετ, αναδύονται γνήσιες δυναμικές συνάντησης και μοιράσματος.
- Στον γάμο της Κανά, η Μαρία αντιλαμβάνεται και διακρίνει τις ανάγκες της κοινότητας, δείχνοντας «πλήρη εμπιστοσύνη» στην παρέμβαση του Ιησού.
- Στα πόδια του Σταυρού, παραμένει «πιστή ως το τέλος» στη διαδρομή του Υιού, που αποκαθιστά την κοινωνία μεταξύ Θεού και ανθρώπου.
Οι δύο τελευταίες αναφορές, στις παραγράφους 60 και 155, θυμίζουν αντίστοιχα την παρουσία της Παναγίας στο Υπερώο κατά την Πεντηκοστή και τον τίτλο της ως Οδηγήτριας, «αυτής που δείχνει και καθοδηγεί τον δρόμο». Έτσι, όπως σημείωσε ο Καρδινάλιος, «η συνοδική Εκκλησία είναι Εκκλησία της Πεντηκοστής, που βρίσκεται σε διαρκή ακρόαση του Αγίου Πνεύματος».
Η σχέση Παναγίας και συνοδικής Εκκλησίας ριζώνει στη διδασκαλία της Β’ Συνόδου του Βατικανού και στη δογματική σύσταση Lumen gentium. Σημαντικός σταθμός, υπενθύμισε ο Γκρεκ, ήταν η απόφαση των Πατέρων της Συνόδου να αφιερώσουν ολόκληρο κεφάλαιο στη Θεοτόκο Μαρία. Έτσι, ξεπεράστηκε η λεγόμενη «θεολογία των προνομίων» που, κατά την δεύτερη χιλιετία, είχε υπερτονίσει την εξαιρετική μοναδικότητα της Παναγίας, επαναφέροντας τη σύνδεσή της με το μυστήριο του Χριστού και της Εκκλησίας.
Ο Γκρεκ τόνισε ότι αυτή η «διδασκαλία» παραμένει ακόμη σε μεγάλο βαθμό ανεκπλήρωτη, αφού συχνά λείπει μια ώριμη κατανόηση της σχέσης Παναγίας-Εκκλησίας, ικανή να τοποθετήσει τη μορφή της Θεοτόκου σε «συστατική σχέση» με τις διάφορες διαστάσεις της εκκλησιαστικής ζωής.
Ανάμεσα στις διαστάσεις αυτές, ξεχωρίζει η ακρόαση. Ο πάπας Φραγκίσκος είχε δηλώσει ότι η συνοδική Εκκλησία είναι «Εκκλησία της ακρόασης». Η ακρόαση της Θεοτόκου, παρατήρησε ο Γκρεκ, θεμελιώνεται σε μια «βαθιά εσωτερική σιωπή», έναν χώρο προνομιακό για την αποδοχή του δώρου του Πνεύματος.
Δύο ακόμη λιγότερο εξερευνημένες διαστάσεις είναι η ιεραποστολική —που δεν υπάρχει χωρίς την αδιάκοπη προσευχή, καθώς «πρώτος ευαγγελιστής στην Εκκλησία είναι το Άγιο Πνεύμα»— και η οικουμενική: ο τίτλος της Παναγίας ως «Μητέρα της Εκκλησίας» ενισχύει την ισότιμη αξιοπρέπεια όλων των βαπτισμένων και υπενθυμίζει ότι «ο μεγαλύτερος τίτλος για να ανήκει κανείς στην Εκκλησία είναι το να είναι παιδί».
Ο Καρδινάλιος συνέδεσε τέλος τη μορφή της Παναγίας με το θέμα της συμμετοχής των γυναικών στη ζωή της Εκκλησίας, το οποίο «αναδύθηκε έντονα» κατά τη συνοδική διαδικασία. Το Τελικό Κείμενο αναφέρει ότι «άνδρες και γυναίκες έχουν ίση αξιοπρέπεια στον Λαό του Θεού», ενώ αναγνωρίζει ότι οι γυναίκες εξακολουθούν να συναντούν εμπόδια στην πλήρη αξιοποίηση των χαρισμάτων και ρόλων τους.
Ο Γκρεκ παρέθεσε μια «ιδιαίτερα σημαντική» φράση: «Δεν υπάρχουν λόγοι που να εμποδίζουν τις γυναίκες να αναλάβουν ηγετικούς ρόλους στην Εκκλησία: δεν μπορεί να σταματήσει αυτό που προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα». Κατά τον ίδιο, αυτό απαιτεί αυθεντική ακρόαση —Μαριανό χάρισμα— που θα απελευθερώσει την Εκκλησία τόσο από «στενές, πεισματικές κλειστές οπτικές» όσο και από «απερίσκεπτες και ορθάνοιχτες».
Τελικά, κατέληξε: «Το αν και σε ποιο βαθμό θα ανοίξουμε ή θα κλείσουμε, δεν εξαρτάται από εμάς, αλλά από το Πνεύμα που οδηγεί την Εκκλησία στην αλήθεια και την καθοδηγεί να ωριμάσει σε μια αληθινή συναίνεση ακόμη και στο θέμα της ίσης αξιοπρέπειας μέσα στην Εκκλησία».
ΠΗΓΗ: Vatican news
+Νικόλαος Αρχιεπίσκοπος, πρώην Νάξου-Τήνου κλπ.