5 Νοεμβρίου 2024
Expand search form

Ειδήσεις από την Καθολική Εκκλησία στην Ελλάδα

«Η Θεολογία της Ειρήνης Χθες και Σήμερα», του σεβ. Ιωάννη Σπιτέρη. Μέρος Γ’

ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ
 
ΣΚΕΨΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ
 
Η πρόσφατη διδασκαλία της Καθολικής Εκκλησίας περί της ειρήνης
 
Η στάση και οι αναφορές της Καθολικής Εκκλησίας σχετικά με την ειρήνη είναι τόσο πλούσιες, κυρίως μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, που θα χρειάζονταν τόμοι ολόκληροι για να διαμορφώσει κανείς μια ολοκληρωμένη αντίληψη. Αρχίζοντας από τον Πάπα Βενέδικτο 15ο, τον λεγόμενο Πάπα του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, ο οποίος στις διάφορες εγκύκλιους για την ειρήνη που έγραψε, κατήγγειλε εκείνο τον πόλεμο «ως εντελώς άχρηστη σφαγή», καταδικάζοντας όλα  τα εμπόλεμα κράτη τα οποία «οδήγησαν τους λαούς στο σφαγείο». Παρέμεινε έγκλειστος στο Βατικανό και στις 22 Ιανουαρίου 1922 πέθανε από στενοχώρια, εξαιτίας του  πόλεμου.
 
Καθοριστική υπήρξε η Εγκύκλιος του Πάπα Ιωάννου 23ου  «Pacem in Terris» (1963). H B’ Σύνοδος του Βατικανού έδωσε νέα ώθηση στη Θεολογία της Ειρήνης αφιερώνοντας ένα ολόκληρο κεφαλαίο (το 5ο) από την Ποιμαντική Διάταξη «Η Χαρά και η Ελπίδα». Για πρώτη φορά, ένα ντοκουμέντο τόσο επίσημο αναφέρεται στην «απόλυτη καταδίκη του πολέμου». Καλεί τα έθνη να δραστηριοποιηθούν για την αποφυγή του και αυτό πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο κάθε διεθνούς δραστηριότητας. Μέσα από ειλικρινή διάλογο, άρση των προκαταλήψεων, εγγύηση της ασφάλειας των λαών, μέσω της τήρησης των δικαιωμάτων τους και του διεθνούς δικαίου, θα μπορέσουν λαοί, κυβερνήσεις, έθνη και διεθνείς οργανισμοί να επικεντρωθούν στον έλεγχο της κούρσας των εξοπλισμών και του αφοπλισμού, αλλά και στην υιοθέτηση αποτελεσματικών εγγυήσεων.  
 
Από το 1968 και κάθε 1η Ιανουαρίου, γιορτάζεται στην Καθολική Εκκλησία η Παγκόσμια Ημέρα της Ειρήνης, που συνοδεύεται από μια επιστολή του Πάπα στην οποία αναπτύσσεται, κάθε χρόνο, ένα διαφορετικό θέμα που αφορά στην ειρήνη, εμπνευσμένο, συχνά, από την επικαιρότητα.
 
Στο Βατικανό υπάρχει το λεγόμενο «Ποντιφικό Συμβούλιο για τη Δικαιοσύνη και την Ειρήνη»,  το οποίο, μεταξύ άλλων, έχει εκδώσει έναν ογκώδη τόμο με τον τίτλο: «Σύνοψη της κοινωνικής Διδασκαλίας της [Καθολικής] Εκκλησίας» στον οποίο παρουσιάζεται και η σύνοψη της διδασκαλίας της Εκκλησίας  περί Ειρήνης. Είναι μεταφρασμένο και στα ελληνικά. Αν κάποιος ενδιαφέρεται μπορεί να αναζητήσει το κείμενο σε pdf στη σελίδα www.vatican.va πληκτρολογώντας στα ελληνικά «Σύνοψη της κοινωνικής διδασκαλίας της Εκκλησίας».
         
Σύγχρονη θεολογική σκέψη περί Ειρήνης
 
Η σύγχρονοι θεολόγοι προσπαθούν να εμβαθύνουν στις βιβλικές βάσεις για την ειρήνη και τη μη βία, έχοντας – επίσης – υπόψη τους τη διδασκαλία της Εκκλησίας. Οι βασικές αρχές στις οποίες βασίζονται είναι συνοπτικά οι εξής:
 
Θεολογική διάσταση της ειρήνης: Η ειρήνη προέρχεται από τον Θεό και είναι δώρο Θεού.
 
Μεσσιανική διάσταση: Η ειρήνη ταυτίζεται με τον Βασιλιά Μεσσία, με τον Ιησού Χριστό ο οποίος, σύμφωνα με την γλαφυρή έκφραση του Αγίου Παύλου, είναι ο Χριστός, η ειρήνη μας: «Γιατί αυτός είναι η ειρήνη μας, ο οποίος συνένωσε τα δύο μέρη και κατέρριψε τη μεσοτοιχία του φραγμού, δηλαδή την έχθρα, καταργώντας μέσω της σάρκας του τον νόμο των εντολών που συνίστατο σε διαταγές, για να δημιουργήσει εις τον εαυτό του, από τα δύο μέρη, ένα νέο άνθρωπο και να φέρει την ειρήνη» (Εφ. 2,14-15).
 
Ηθική διάσταση: Η ειρήνη αποτελεί καθήκον και δέσμευση για τον άνθρωπο, ο οποίος βοηθούμενος από τη χάρη του Θεού, με μία ριζική μεταστροφή, πρέπει να την πραγματοποιήσει στην εσωτερικότητα του και στο κοινωνικό του περιβάλλον, με το να εξασκεί την δικαιοσύνη και τη χριστιανική αγάπη.             
 
— εσχατολογική διάσταση: Η ειρήνη αποτελεί, επίσης, μία υπόσχεση του Θεού που θα πραγματοποιηθεί πλήρως και οριστικά όταν ο Υιός, στο τέλος της ανθρώπινης ιστορίας, θα παραδώσει τα πάντα στον Πατέρα. Η ειρήνη σ’ αυτό το μεσαίο χρονικό διάστημα (το τώρα και τον δεύτερο ερχομό του Κυρίου)    χαρακτηρίζεται από μία συνεχή ένταση μεταξύ του «ήδη και του όχι ακόμη», δηλαδή μεταξύ της ήδη πραγματοποίησης της ειρήνης στο Πρόσωπο του Ιησού και της συνεχούς, αν και όχι πάντα επιτυχημένης προσπάθειας, που γίνεται από τους ανθρώπους, για να εδραιωθεί η Ειρήνη στο γίγνεσθαι της Ιστορίας, πράγμα το οποίο, όμως θα πραγματοποιηθεί οριστικά με την δεύτερη έλευση του Κυρίου.
 
Η ηθική συμπεριφορά του χριστιανού αναφορικά με την ειρήνη και τη μη βία
 
Από αυτές τις θεολογικές αρχές, ποιά πρέπει να είναι η συμπεριφορά των χριστιανών σήμερα, μπροστά στα προβλήματα της σύγχρονης κοινωνίας;
 
Α) Για ποιά ειρήνη, για ποιόν ειρηνισμό;
 
Το πρώτο πρόβλημα για την ηθική συμπεριφορά των χριστιανών είναι, ποια πρέπει να είναι η συμπεριφορά του χριστιανού μπροστά στο πρόβλημα της παγκόσμιας ειρήνης.
 
Βάσει των βιβλικών και χριστιανικών αρχών που δώσαμε, ο χριστιανός είναι υποχρεωμένος να μη δεχτεί την ειρήνη σαν μία απλή παύση του πολέμου, σαν μια ισορροπία του τρόμου βασισμένη πάνω στους εξοπλισμούς, αλλά πρέπει να πιστέψει έτσι όπως δίδαξε ο Ιησούς, ότι η ειρήνη μπορεί να πραγματοποιηθεί και με άλλα μέσα. Δεν πρόκειται για μία ουτοπία. Πρόκειται για ένα δώρο που μας έχει δωρίσει  ο Ιησούς με το θάνατο και την Ανάστασή του. Εάν ο χριστιανός πιστέψει πως η ειρήνη, σε όλες της τις διαστάσεις είναι εφικτή, δε θα δεχτεί κανένα είδους εξοπλισμό, καμία μορφή βίας, αλλά θα βαλθεί να διασχίσει τους δρόμους της ειρήνης, που είναι η απελευθέρωση και η αλληλεγγύη. Οι δρόμοι της ειρήνης για το χριστιανό ξεπερνούν τους σοβινιστικούς εθνικισμούς ή την εθνική ασφάλεια που εμποδίζει να συλλάβουμε το παγκόσμιο κοινό καλό και τις απαιτήσεις του. Γι’ αυτό δε φτάνουν οι διπλωματικές και πολιτικές πρωτοβουλίες, ούτως ή άλλως, συχνά, μένουν άκαρπες, επειδή είναι παγιδευμένες από την επίμονη ιδεολογία της εθνικής κυριαρχίας, της εθνικής ασφάλειας, των ιδιοτελών και μεροληπτικών συμφερόντων που εμποδίζουν να συλλάβουν το συνολικό κοινό καλό και τις απαιτήσεις που προκύπτουν από αυτές.
 
Οι δρόμοι της ειρήνης είναι αυτοί που πηγάζουν από τη συνειδητοποίηση των λαών ότι δεν τους επιτρέπεται να αναθέτουν τα βασικά τους δικαιώματα, όπως εκείνο του να ζουν ειρηνικά, και σύμφωνα με την συνείδηση τους σε ανθρώπους που δεν επιδιώκουν αυτό το καλό. Οι λαοί πρέπει να γίνουν οι πρωταγωνιστές μίας κουλτούρας ειρήνης, μίας ειρηνικής συνύπαρξης. Οι δρόμοι της ειρήνης είναι αυτής της προφητικής αμφισβήτησης και της οργανωμένης μη-βίας, όπως διακήρυττε ο Γκάντι. Εντούτοις, η ύψιστη αξία δεν είναι μόνο η απουσία του πολέμου και η απομάκρυνση του πυρηνικού ολέθρου, αν αυτή θα σήμαινε απάρνηση της δικαιοσύνης και της ελευθερίας. Η επιβίωση του ανθρώπου αποτελεί ηθικό, αναγκαίο και ύψιστο αγαθό, μόνο όταν συνδέεται με αυτές τις ηθικές αξίες που κάνουν άξια την ύπαρξη του ανθρώπινου προσώπου.
 
Σχετικά με το κήρυγμα του Χριστού για την άρνηση της βίας, ποια πρέπει να είναι σήμερα η συγκεκριμένη συμπεριφορά των χριστιανών;
 
Δυστυχώς είναι τέτοια η επίδραση της ιστορίας στην νοοτροπία των χριστιανών και η περίπλοκη σχέση που έχουν με τα σύγχρονα κράτη, ώστε είναι αδιανόητο για τους περισσοτέρους χριστιανούς να συλλάβουν, έστω και το νόημα, της απόλυτης μη-βίας του Ευαγγελίου. Σήμερα οι τάσεις των πιο ευαίσθητων χριστιανών συνοψίζονται ως εξής:
 
Α) Μία ομάδα χριστιανών δέχεται την απόλυτη μη βία ως μία ηθική βασική στάση που προέρχεται από τη ριζοσπαστικότητα του Ευαγγελίου. Όμως αυτή η στάση δεν μπορεί να γίνει ηθικά υποχρεωτική με νόμο, αλλά να αποτελέσει μία προφητικά χαρισματική απόρριψη κάθε μορφής βίας, της στρατιωτικής θητείας και κάθε μορφής εξοπλισμού.
 
Β) Άλλοι δέχονται την απόλυτη απόρριψη της βίας ως ηθικά υποχρεωτική εντολή και δέχονται συνειδητά όλους τους κινδύνους που επιφέρει μία τέτοια εκλογή,  κυρίως στη σύγκρουση που θα προκαλέσει μία τέτοια στάση με το Κράτος Δικαίου  και τις αμυντικές του ιδιαιτερότητες. Η Β’ Σύνοδος του Βατικανού δέχεται τη στρατιωτική θητεία ως μέσο για την υπεράσπιση της ασφάλειας και της ελευθερίας των λαών (Η Χαρά και η Ελπίδα,  αρ.79), ωστόσο ο γέρος Καρδινάλιος Ottaviani  κατά τα άλλα συντηρητικότατος, υποστήριζε, μαζί με πολλούς άλλους Επισκόπους, ότι η Σύνοδος έπρεπε να απαγορεύσει στους χριστιανούς να πάρουν μέρος σε οποιοδήποτε πόλεμο.
 
Γ) Υπάρχει και μία μεσαία τάση, που προσπαθεί να συνδέσει την προφητική απόρριψη της βίας με τον πολιτικό ρεαλισμό. Ενώ σαν αρχή, αυτή η τάση,  είναι για την απόλυτη Ευαγγελική μη-βία, δεν αγνοεί τις συγκεκριμένες ιστορικές περιστάσεις σύμφωνα με τις οποίες η απόλυτη μη βία θα προκαλούσε περισσότερες ζημιές σε πλατιές μάζες αθώων, απ’ ότι ο ίδιος πόλεμος. Υπάρχουν αξίες όπως η ελευθερία του προσώπου και των κοινοτήτων, η πολιτική, οικονομική και μορφωτική ανεξαρτησία που πρέπει να εξασφαλιστούν και να υπερασπιστούν. Το πρόβλημα όμως παραμένει. Όταν αυτές οι αξίες κινδυνεύουν και πρέπει οπωσδήποτε να υπερασπιστούν, οι τελευταία λύση πρέπει να είναι αναγκαστικά ο πόλεμος; Σήμερα χριστιανοί και μη χριστιανοί, βάσει  επιστημονικών δεδομένων, όλο και περισσότερο υποστηρίζουν πως ακόμα και στην περίπτωση που ο πόλεμος φαίνεται αναπόφευκτος, αυτή η τελευταία λύση παραμένει από κάθε άποψη αρνητική λύση. Μία μαζική άμυνα βασισμένη πάνω στη μη βία, δηλαδή πάνω σε μη στρατιωτικά μέσα, είναι πιο αποτελεσματική (βλ. Γκάντι). Δεν μπορούμε να μπούμε σε λεπτομέρειες, γύρω από αυτό το σπουδαίο ζήτμα, γιατί δεν αφορά άμεσα το θέμα μας.
Τι πρέπει να σκεφτούμε για τα αποτρεπτικά πυρηνικά όπλα;
 
Η Β’ Σύνοδος του Βατικανού καταδικάζει, χωρίς δισταγμούς, τον ολοκληρωτικό πόλεμο στον οποίο κατεξοχήν συμπεριλαμβάνεται ο πυρηνικός πόλεμος: «Κάθε πολεμική πράξη, που αποβλέπει αδιάκριτα στην καταστροφή ολόκληρων πόλεων ή εκτεταμένων περιοχών και όλων των κατοίκων τους, αποτελεί έγκλημα ενάντια στο Θεό κι’ ενάντια στην ανθρωπότητα, που πρέπει να καταδικάζεται σταθερά και χωρίς δισταγμό» (L.G.80).
 
Τι πρέπει όμως να σκεφτούμε σα χριστιανοί για την αποθήκευση πυρηνικών όπλων, που όπως λέγεται έχουν απλώς αποτρεπτικό χαρακτήρα, δηλ. έχουν σαν σκοπό να αποθαρρύνουν τον αντίπαλο να μεταχειριστεί πρώτος το δικό του πυρηνικό οπλοστάσιο;
 
Δεν είναι λίγοι οι θεολόγοι που ισχυρίζονται ότι η παραγωγή και η κατοχή πυρηνικών όπλων, έστω και για αποτρεπτικό σκοπό, στη ρίζα τους είναι ανήθικη. Πράγματι, εφ’ όσον αυτά τα όπλα κατασκευάζονται και κρατούνται σε συνεχή ετοιμότητα, σημαίνει ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν και επομένως να προκαλέσουν μαζικές και ανεξέλεγκτες καταστροφές και απεριόριστα αθώα θύματα. Αυτό όμως σύμφωνα με τη Β΄ Σύνοδο του Βατικανού είναι ανήθικο.
 
 
 
Συνοψίζοντας: Η σύγχρονη βιβλική και ηθικολογική σκέψη, όπως προκύπτει από αυτές τις σύντομες αναφορές μας, είναι σε θέση να προσφέρει μία μεγάλη βοήθεια στην επανεκτίμηση των Ευαγγελικών αρχών γύρω από την ειρήνη και τη μη – βία.  Και ταυτόχρονα να ωθήσει τους χριστιανούς να ξαναβρούν αυτό που τους χαρακτηρίζει ως οπαδούς του Χριστού, για να μπορέσουν να συμβάλλουν αποφασιστικά στη δημιουργία ενός πολιτισμού ειρήνης, τον μόνο ικανό να αποτρέψει ριζικά και αποτελεσματικά τον πόλεμο και τα τρομερά αποτελέσματά του.
 
† Ιωάννης Σπιτέρης
 
Προηγούμενο Άρθρο

«Η Θεολογία της Ειρήνης Χθες και Σήμερα», του σεβ. Ιωάννη Σπιτέρη. Μέρος Β’

Επόμενο Άρθρο

Ενορία Αγίου Παύλου Πειραιά: Επέτειος Μοναχικής Αφιέρωσης

You might be interested in …

«Τι έκανε ο Ιησούς μετά την Ανάστασή Του;», του σεβάσμ. Ιωάννη Σπιτέρη

Μετά την ανάστασή του  ο Ιησούς, για 40 μέρες, πριν ανάληψη του, φανερώθηκε   στους μαθητές του. Διαβάζουμε στις Πράξεις των Αποστόλων: «Ο Ιησούς παρουσίασε στους αποστόλους τον εαυτό του ζωντανό μετά το πάθος του, με […]

Τεσσαρακοστή και Ραμαζάνι, Ομοιότητες και διαφορές

Φέτος, η Ορθόδοξη Τεσσαρακοστή και το Δυτικό Πάσχα συμπίπτουν σχεδόν  με το ισλαμικό Ραμαζάνι. Μας δίνεται έτσι η ευκαιρία να υπογραμμίσουμε τις ομοιότητες και τις διαφορές, αλλά κυρίως, να καταλάβουμε, ως χριστιανοί, πώς πρέπει να […]

Η Mariangela και ο κύκλος της ζωής

Ακόμα μια πραγματική ιστορία, από το ραδιοφωνικό σταθμό του Βατικανού. Η ιστορία της Mariangela Crea θέτει ξανά το ερώτημα. Ποιοι είμαστε εμείς που θα αποφασίσουμε αν μια ανθρώπινη ύπαρξη θα πεθάνει από πείνα ή δίψα… […]