24 Νοεμβρίου 2024
Expand search form

Ειδήσεις από την Καθολική Εκκλησία στην Ελλάδα

Annunziata Ναυμαχία της Ναυπάκτου

Το καλοκαίρι του 2004, ένα χρόνο μετά την εγκατάσταση του νέου Καθολικού Αρχιεπισκόπου Ιωάννη στην Κέρκυρα, η Καθολική Αρχιεπισκοπή ανέλαβε την πρωτοβουλία για τη συγκρότηση μίας επιτροπής, με στόχο την ανάδειξη και την προστασία του κωδωνοστασίου της Παναγίας του Ευαγγελισμού “Annunziata”, που στέκει απέναντι από το κτήριο της Αρχιεπισκοπής, στο οποίο το ίδιο εκείνο διάστημα, ολοκληρώνονταν η ριζική εσωτερική και εξωτερική του ανακαίνιση. Μία σειρά άρθρων στον τοπικό τύπο για την ιστορία και τη σημασία της Annunziata στην ιστορική διαδρομή αυτού του τόπου, αλλά και η ενθύμηση της σχέσης του ναού με τον ισπανό συγγραφέα Μιγκέλ Ντε Θερβάντες και τους πεσόντες στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου τον Οκτώβριο του 1571, ήταν μονάχα η αρχή.

Την Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2004 παραμονή της εορτής της Παναγίας του Ροδαρίου, της προστάτιδας των χριστιανικών δυνάμεων στη μεγάλη νικηφόρα ναυμαχία της 7ης Οκτωβρίου 1571, ο Γραμματέας της Αρχιεπισκοπής Σπύρος Π. Γαούτσης πραγματοποίησε στον κατάμεστο Καθολικό Καθεδρικό Ναό της Κέρκυρας μία ομιλία με θέμα: «Η ναυμαχία της Ναυπάκτου και η Αδελφότητα του Αγιοτάτου Ροδαρίου στην Κέρκυρα», η οποία ετέθη υπό την αιγίδα του Δήμου Κερκυραίων. Στην ομιλία αυτή αναλύθηκε η ιστορική ιδιαιτερότητα του μνημείου, που αναίτια κατεδαφίστηκε μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η σύνδεσή του με την ιστορία και τους ανθρώπους αυτού του τόπου και πάνω απ’ όλα η σημασία του ως σύμβολο των κοινών αγώνων των ενωμένων ευρωπαϊκών χριστιανικών δυνάμεων απέναντι στην οθωμανική απειλή και προέλαση. Τονίστηκε πως στο νοσοκομείο, στο «οσπεντάλε» του ναού νοσηλεύθηκε ο γενάρχης της Ισπανικής λογοτεχνίας και εδώ, σύμφωνα με το θρύλο, ξεκίνησε να γράφει το «Ταξίδι στον Παρνασσό». Για το λόγο αυτό προτάθηκε και η δημιουργία ενός μνημείου που θα μαρτυρά τη θυσία όλων εκείνων που συμμετείχαν σε αυτόν τον αγώνα, αποτίοντας φόρο τιμής στους ένδοξους πεσόντες στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου, πολλοί εκ των οποίων είχαν μεταφερθεί και ταφεί στα υπόγεια του εμβληματικού αυτού ναού.

Έκτοτε πολύ μελάνι κύλησε, σύλλογοι ιδρύθηκαν, ομάδες στα κοινωνικά δίκτυα συγκροτήθηκαν, συσκέψεις οργανώθηκαν, εργολάβοι εγκαταστάθηκαν για να απεγκατασταθούν στη συνέχεια, συνεντεύξεις παραχωρήθηκαν, γραφειοκρατικά εμπόδια ξεπεράστηκαν, κτηματογραφικά διαγράμματα διορθώθηκαν και δεκάδες υποσχέσεις έπεσαν για τη συντήρηση και αποκατάστασή του. Ένα ευρώ για κάθε υπόσχεση να είχαμε και η Αρχιεπισκοπή θα τό’ χε τελειώσει μόνη της το μνημείο…

Πριν από λίγους μήνες, 16 χρόνια μετά και χάρη στην υπεύθυνη συνεργασία Υπουργείου Πολιτισμού και Δήμου, το έργο δημοπρατήθηκε κι ο εργολάβος ξεκίνησε την προεργασία. Και τότε μας ήρθε… ο κορωνοϊός και όλα πάγωσαν ξανά. Ευτυχώς αυτές τις μέρες μία κινητικότητα μας δημιουργεί ξανά την ελπίδα και την προσδοκία ότι το βασανισμένο, απ’ τη φθορά του χρόνου, καμπαναριό θα τύχει ξανά της προσοχής της Πολιτείας κι ίσως για του χρόνου που θα γιορτάσουμε τα 450 χρόνια από το ιστορικό αυτό γεγονός της νίκης των χριστιανικών δυνάμεων στη Ναύπακτο, το κωδωνοστάσιο της Ευαγγελίστριας να έχει αποκατασταθεί και να στέκει ξανά αγέρωχο, σαν ακοίμητος φρουρός στην είσοδο της παλιάς πόλης της Κέρκυρας.

Από την ως άνω ομιλία παραθέτουμε ένα μικρό απόσπασμα για την ιστορία του ναού:

«Η Annunziata χτίστηκε στα τέλη του 14ου αιώνα. Από τον οίκο Capece, έναν από τους αρχαιότερους του Βασιλείου της Νεαπόλεως κατάγονταν και ο καπιτάνεος Petrus Capece ο οποίος αναφέρεται στα έγγραφα στις 8 Νοεμβρίου 1367 ως επικεφαλής της ανδηγαυικής διοικητικής ιεραρχίας στην Κέρκυρα, διαδραματίζοντας έναν σημαντικό ρόλο στα πολιτικά γεγονότα της νήσου. Το 1394 κτίζει με ενέργειές του έξω από το μπόργκο της Κέρκυρας ένα μοναστήρι προς τιμήν του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, προοριζόμενο για το Τάγμα των μοναχών του Αγίου Αυγουστίνου. Η αφιέρωση του ναού στον Ευαγγελισμό έγινε πιθανότατα προς τιμήν της Βενετίας, αφού στις 25 Μαρτίου γιορτάζονταν η επέτειος της ίδρυσης της βενετικής δημοκρατίας. Τα εγκαίνιά του έγιναν στις 7 Ιανουαρίου 1394 και στην τελετή παρευρέθηκαν οι αρχές του νησιού με επικεφαλή το Βάιλο Nicola Geno, τον Λατίνο αρχιεπίσκοπο Albano Michael και τον καθολικό κλήρο, τον ορθόδοξο πρωτοπαπά επικεφαλή του Ιερού Τάγματος των 32 ιερέων της πόλης, βενετών αξιωματούχων, κερκυραίων βαρόνων, εμπόρων και πλήθους λαού. Μετά την Λειτουργία ο εκπρόσωπος του Τάγματος των Αυγουστινιανών μοναχών Niccolò Russino παρέλαβε σε ειδική τελετή από τον Capece, μία αναμνηστική ράβδο που συμβόλιζε την παραχώρηση του Ναού από το κτήτορα στο Τάγμα του Αγίου Αυγουστίνου της Παλαιστίνης.

Παράλληλα, ο κτήτορας παραχώρησε στο μοναστήρι ακίνητα στο κάστρο της Κέρκυρας, διατηρώντας όμως τη νομή τους όσο ο ίδιος και η σύζυγός του Philippa ήταν στη ζωή. Κατά τα αμέσως επόμενα χρόνια η Annunziata εξελίχθηκε σε ένα από τα σημαντικότερα θρησκευτικά κέντρα της λατινικής εκκλησίας στην Κέρκυρα. Εκεί πραγματοποιούνταν συχνά επίσημες λειτουργίες και τελετές και η απουσία κάποιου άλλου ναού στην ευρύτερη περιοχή είχε ως αποτέλεσμα να εκκλησιάζονται εκεί όχι μόνον οι καθολικοί της Κέρκυρας αλλά και οι πολυάριθμοι ταξιδιώτες που στάθμευαν στο νησί. Οι μοναχοί που εγκαταστάθηκαν εκεί στάλθηκαν ως επί το πλείστον από διάφορα μέρη του Βασιλείου της Κρήτης. (…)

Η πρόσοψή του ναού της Αννουντσιάτα, χωρίς κάποια ιδιαίτερη αισθητική με την μικρή σκάλα από κόκκινο μάρμαρο να οδηγεί στο εσωτερικό του ναού και τα δύο στρόγγυλα παράθυρα πάνω από την μοναδική είσοδο, υπέστη διάφορες μετατροπές μετά την κατασκευή του μοναστηριού. Το κωδωνοστάσιο, ένα ψηλό πυργωτό καμπαναριό στολίστηκε με παραστάσεις και το έμβλημα του νησιού στα μέσα του 18ου αι. Παλαιότερα σώζονταν πάνω σ’ αυτό ένα έμβλημα και μία επιγραφή σχετική με την κτίση του ναού, χρησιμοποιούνταν δε στα πρώτα χρόνια από της κατασκευής του σαν ένας ακόμα πύργος για την σκοπιά της βενετικής φρουράς. Η Εκκλησία διαιρεμένη με αψίδες σε τρία μέρη, με πλούσιο γλυπτό διάκοσμο, επιγραφικά μνημεία και επιτύμβιες πλάκες στολισμένες με παραστάσεις και οικόσημα, άφηναν την αίσθηση βαρύ μπαρόκ. Οι πρώτες σοβαρές καταστροφές μέσα στο χώρο έγιναν από τα γαλλικά δημοκρατικά στρατεύματα το 1797 που κατέλαβαν την Κέρκυρα μετά την πτώση στον Βοναπάρτη της Γαληνοτάτης Βενετικής Δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου. Οι μοναχοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη λεηλατημένη εκκλησία, το σεμινάριο ανέστειλε την λειτουργία του, ενώ τα λιγοστά υπάρχοντα μεταφέρθηκαν στα σπιτάκια τα οποία βρίσκονταν εξαιτίας της οικιστικής ανάπτυξης της πόλης κολλημένα στην πρόσοψη του ναού.

Η εκκλησία χαρακτηρίζονταν για την απλότητά της και το λιτό της λειτουργικό διάκοσμο. Καταθλιπτική είχε χαρακτηρισθεί από πολλούς περιηγητές, με μία καλοδουλεμένη όμως αγία τράπεζα και έξι πλευρικά αλτάρια, τρία σε κάθε πλευρά. Σ’ αυτήν την εκκλησία όπως έχει γραφεί, συναντώνται οι αναμνήσεις οι πιο παλιές από την Κέρκυρα και τον βενετικό μεσαίωνα. Τίποτα άλλο δεν έμεινε να θυμίζει τη δόξα της Κέρκυρας και τους πολέμους της με τους τούρκους, από τις επιτύμβιες πλάκες με τα ονόματα των βενετσιάνων και κερκυραίων ευγενών, των στρατηγών και των επισκόπων που έμειναν αθάνατοι στην ιστορία της Γαληνοτάτης. Εκτός των επιφανών πεσόντων στην ναυμαχία της Ναυπάκτου, εντός του ναού είχαν ταφεί σημαντικές προσωπικότητες της στρατιωτικής και κοινωνικής ζωής της Κέρκυρας, ο ναύαρχος Marco Aboris, μέλη των ευγενών οικογενειών Pisauro, Grimaldi, Valsarono, Canale, Donati, Rangonius, Bevilacqua, Alberghini κ.α. καθώς και τα μέλη της Αδελφότητος του Αγίου Ιωσήφ. (…)

Το βράδυ της 13ης Σεπτεμβρίου 1943 ξημερώνοντας η ημέρα της εορτής του τιμίου σταυρού, η γερμανική αεροπορία θα βομβαρδίσει και θα κάψει το ιστορικό κέντρο της Κέρκυρας. Η εκκλησία έμελλε να αποτεφρωθεί και να χάσκει για χρόνια ασκεπής και ρημαγμένη από τον παλιό της διάκοσμο, ανάμεσα σε άλλα ερείπια χορταριασμένα σαν ανοιχτές πληγές μνήμης, στο κέντρο της πόλης μας». Δέκα χρόνια μετά ο ναός θα κατεδαφιστεί και το κωδωνοστάσιο θα παραμείνει στο μέσο του δρόμου σαν φάντασμα.

Ας ελπίσουμε πως επιτέλους κάτι θα γίνει και δε θα μας στοιχειώσει τελικά…

Παρουσιάζουμε σήμερα μία σπάνια αναθηματική εικόνα που φυλάσσεται στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών. Πρόκειται για την ιστόρηση ενός θαύματος που συντελέστηκε μπροστά από την Εκκλησία του Ευαγγελισμού, η οποία στο σπουδαίο αυτό εικονογραφικό κειμήλιο, παρουσιάζεται σε πλήρη έκταση, αλλά και μία ενδιαφέρουσα προπολεμική παράσταση ζωγραφισμένη από τον σπουδαίο κερκυραίο υδατογράφο Άγγελο Γιαλλινά.

ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ

Η Ναυμαχία της Ναυπάκτου αποτελεί μία από μεγαλύτερες πολεμικές αναμετρήσεις της  παγκόσμιας ιστορίας με σημαντικό αντίκτυπο στην πολιτική και κοινωνική ιστορία της Ευρώπης. Το πρωί της 7ης  Οκτωβρίου 1571, ανοιχτά του κορινθιακού κόλπου, κοντά στις Εχινάδες ή Κορτζολάρους Νήσους, αναμετρήθηκε ο ενωμένος χριστιανικός στόλος με αυτόν του σουλτάνου. Η ιστορία ξεκινά έναν χρόνο νωρίτερα, με την πτώση της Κύπρου και την οθωμανική επέλαση σε όλες τις περιοχές της πρώην  βυζαντινής αυτοκρατορίας, γεγονός που θορύβησε τον Πάπα Πίο τον Ε’ ο οποίος επιχείρησε και πέτυχε να συνενώσει, παρά τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς, τις ναυτικές δυνάμεις της εποχής, κυρίως των ισπανών και των βενετών, που είχαν τα μεγαλύτερα εμπορικά συμφέροντα στη Μεσόγειο και στην Ανατολή. Γύρω τους και υπό τις διαταγές του Ιωάννη του Αυστριακού, νόθου γιου του Καρόλου του Πέμπτου, Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, συσπειρώθηκαν στρατιωτικές δυνάμεις από όλα τα βασίλεια και Δουκάτα της Ευρώπης, Γενοβέζοι, Γερμανοί, Πολωνοί, οι Ιππότες της Μάλτας κ.α. και μαζί μ’ αυτούς φυσικά Έλληνες από τις διάφορες βενετοκρατούμενες περιοχές, όπως κρητικοί, επτανήσιοι και κυκλαδίτες.

Κανείς δεν μπορούσε να αναλογιστεί τον αντίκτυπο της έκβασής της. Η μεγάλη νίκη των ευρωπαϊκών δυνάμεων, αλλά και νέες στρατιωτικές τακτικές που χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά, όχι μόνο αποσόβησε τον κίνδυνο της οθωμανικής προέλασης δυτικότερα, αλλά αποδυνάμωσε την οθωμανική  αυτοκρατορία σε τέτοιο σημείο που ανέστειλε για περίπου έναν αιώνα κάθε επιδίωξη να κυριαρχήσει στη Μεσόγειο. Οι παλινωδίες από την άλλη των χριστιανικών δυνάμεων, που αντί να εργαστούν για την απελευθέρωση της Βαλκανικής από τους Τούρκους, ασχολήθηκαν μονάχα με το διαμοιρασμό των λαφύρων, ξανάφερε τον σουλτάνο, όπως ανέφερα, ξανά στα τείχη της  δυτικής Ευρώπης. Η απόδοση, τέλος, της έκβασης της ναυμαχίας στην προστασία της Παναγίας του Ροδαρίου, αλλά και η αποτύπωση της νίκης και της ανδραγαθείας των νικητών σε μνημειώδη ζωγραφικά κ.α. έργα δημιούργησαν παραδόσεις και ρεύματα που επιβιώνουν και επηρεάζουν έως σήμερα.

Προηγούμενο Άρθρο

Κάριτας Αθήνας: Εκδρομή του τομέα εκδηλώσεων

Επόμενο Άρθρο

Εθιμοτυπική επίσκεψη στον Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Άδωνι Γεωργιάδη

You might be interested in …

Ευχαριστιακά θαύματα, φάρος πίστεως και σε περιόδους κρίσης

Στα Ιερά Προσκυνήματα του Λαντσιάνο και της Μπολσένα διατηρείται η μνήμη δύο γεγονότων των οποίων το μήνυμα συνεχίζει να μεταστρέφει τις καρδιές. Η πανδημία δεν εμπόδισε τους προσκυνητές να ζητούν προσευχές και να εκφράζουν την […]

«Η σημασία του Χρίσματος στην Καθολική Εκκλησία», του σεβ. Ιωάννη Σπιτέρη

β μέρος Όταν μιλάμε για το ιερό μυστήριο του Χρίσματος, η άμεση αναφορά είναι αναπόφευκτα στο Βάπτισμα. Η Β’ Σύνοδος του Βατικανού, πράγματι, μας παρουσίασε την Εκκλησία πρωτίστως ως ένα «Μυστήριο κοινωνίας», ως τον λαό […]

«Πρέπει να φοβόμαστε το Θεό;», του σεβ. Ιωάννη Σπιτέρη

Όταν μιλάμε για το Θεό, υπογραμμίζουμε το γεγονός πως είναι η ίδια η Αγάπη, είναι πολυεύσπλαχνος και πολυέλεος. Ο Λόγος Του έγινε άνθρωπος, με όλα τα βάσανα του ανθρώπου, μέχρι που γεύτηκε το θάνατο. Γεγονότα […]