«Τον αναγνώρισαν στον τεμαχισμό του άρτου» (Ευαγγέλιο κατά Λουκά, 24.35)
Η πασχαλινή ατμόσφαιρα είναι ακόμα εδώ, νωπή, μυρωδάτη, ζεστή. Μέχρι χτες ψέλναμε το «Χριστός Ανέστη». Μέσα σε αυτήν την ατμόσφαιρα ακούσαμε, απόψε, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά πασχαλινά διηγήματα: το επεισόδιο με τους μαθητές της Εμμαούς.
Και εμείς σήμερα κάναμε μια πορεία στους δρόμους της πόλης μαζί με τον ίδιο Αναστημένο Χριστό και ο σκοπός ήταν να τον αναγνωρίσουμε στον «τεμαχισμό του άρτου», δηλαδή στην Αγία Ευχαριστία που τιμήσαμε, προσκυνήσαμε, προσευχηθήκαμε σε αυτήν την Λιτανεία. Αυτό μας διδάσκει το ευαγγελικό επεισόδιο που ακούσαμε.
Το επεισόδιο διαδραματίζεται το απόγευμα του Πάσχα. Η κωμόπολη Εμμαούς απέχει από τα Ιεροσόλυμα περίπου 12 χιλιόμετρα. Δύο από τους μαθητές του Ιησού εγκαταλείπουν τους υπόλοιπους και σκυθρωποί και απογοητευμένοι, γυρίζουν στα σπίτια τους, στην Εμμαούς. Είναι άνθρωποι χωρίς ελπίδα. Ο Διδάσκαλος είναι νεκρός. Η αμφιβολία τους βασανίζει. Οι μαθητές έλπιζαν ότι ο Ιησούς θα λύτρωνε το Ισραήλ από τους Ρωμαίους κατακτητές. Μάταια όμως, οι Ρωμαίοι αντίθετα τον καταδίκασαν σε θάνατο. Το μέγα ποθούμενο για την λύτρωση του Ισραήλ έχει αποτύχει. Η μαρτυρία των γυναικών ότι είδαν οπτασία αγγέλων, οι οποίες τους είπαν ότι Αυτός ζει, δεν τους πείθει. Γι’ αυτό φεύγουν, όλα έχουν γκρεμιστεί γύρω τους.
Ωστόσο αυτοί μπορεί να εγκατέλειψαν τον Ιησού, Αυτός, όμως δεν τους εγκαταλείπει, εξακολουθεί να ενδιαφέρεται για αυτούς. Πορεύεται μαζί τους, ακούει τους προβληματισμούς τους, συζητά μαζί τους. Ο Ιησούς είναι εκεί, μαζί τους, ωστόσο αυτοί δεν τον αναγνωρίζουν. Το τέλος κάθε ελπίδας σκοτεινιάζει τα μάτια τους. Δεν υπάρχει φως που να φωτίζει τις καρδιές τους. Εξ άλλου τον Ιησού, μετά την ανάστασή του, δεν μπορεί να τον αντιληφθεί κάνεις παρά με τα μάτια της πίστης και μέσω δύο καίριων σημείων που συνοδεύουν την Εκκλησία από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής της: την Αγία Γραφή και την Αγία Ευχαριστία. Αυτοί οι απογοητευμένοι, οι απελπισμένοι αναγνώρισαν τον Αναστημένο με την εξήγηση της Αγίας Γραφής που τους έκαμε ο ίδιος ο Ιησούς, αλλά και από τον «τεμαχισμό του άρτου». Ο τεμαχισμός του άρτου είναι μια απλή, ζεστή, καθημερινή ανθρώπινη πράξη. Αυτή διάλεξε ο Ιησούς όταν βρίσκονταν με τους μαθητές του στην επίγεια ζωή του, αυτό εξακολουθεί να κάνει και μετά την ανάσταση μέχρι την συντέλεια του κόσμου για να κοινωνεί μαζί με τους μαθητές του, και αυτοί μεταξύ τους και να τον αναγνωρίζουν.
Οι ταξιδιώτες της Εμμαούς παρακάθονται μαζί με τον Ιησού στην θαλπωρή ενός οικογενειακού τραπεζιού. Εκείνος σαν ένας πατέρας της οικογένειας τους μοιράζει τον άρτο, μοιράζει τον Εαυτόν του, τους μοιράζει την άπειρη αγάπη Του, τους μοιράζει το Σώμα του που προσφέρεται και θυσιάστηκε για όλους. Κι ευθύς ανοίγονται οι οφθαλμοί τους ώστε να τον αναγνωρίσουν. Τον αναγνωρίζουν και οι καρδιές τους πυρπολούνται.
Τώρα αυτοί οι άνθρωποι, οι χωρίς ελπίδα, αποκτούν ξανά την ελπίδα, την χαρά, γυρίζουν στα Ιεροσόλυμα για να αναγγείλουν στους μαθητές, την πίστη, την ελπίδα, την αγάπη που ξαναπόκτησαν. Ο Ιησούς είναι ζωντανός, δεν μας έχει εγκαταλείψει, είναι συνοδοιπόρος της ζωής, φωνάζουν με αγαλλίαση μια κραυγή που θα επαναληφθεί από εκατομμύρια στόματα ανά τους αιώνες: «Χριστός Ανέστη».
Η πορεία προς την Εμμαούς είναι μια μακρά πορεία μέσα στη νύχτα. Είναι η δική μας πορεία. Τα συμβαίνοντα στην καθημερινότητα μας βυθίζουν ολοένα και πιο βαθιά στον ύπνο, στην απόγνωση. Νομίζουμε πως αν διορθωθούν τα κακώς κείμενα, η κοινωνία θα βαδίσει με ασφάλεια προς την πρόοδο και την ευημερία. Όμως κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι ελλοχεύει κάτω από τις πατούσες του, καθώς πορεύεται απορροφημένος στις ασχολίες του. Μέσα στην απόγνωση και τη μοναξιά μας ο Χριστός πορεύεται δίπλα μας εμψυχώνοντας τις καρδιές μας. Όμως εμείς δεν έχουμε μάτια για να τον δούμε. Δεν μπορούμε καν να διανοηθούμε πως όταν η ελπίδα έχει αφανιστεί, υπάρχει πέρα απ’ τον κλειστό μας ορίζοντα, το αναστάσιμο φως του Χριστού. Άλλωστε τα τελευταία λόγια του Κυρίου μας, όπως μας τα διασώζει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος ήταν «κι εγώ θα είμαι μαζί σας για πάντα, ως τη συντέλεια του κόσμου» (Μτ. 28,20).
Οι μαθητές τον αναγνωρίζουν «στο μοίρασμα του άρτου», αυτό είναι το βιβλικό θέμα της φετινής λιτανείας της Αγίας Δωρεάς.
Εμείς σήμερα περιφέραμε αυτόν τον Άρτο στους δρόμους της πόλης μας. Αναγνωρίσαμε όμως σε αυτόν τον Άρτο τον Χριστό τον Σωτήρα μας;
Θα τον αναγνωρίσουμε αν μοιραστούμε τον άρτο της αγάπης με τους άλλους, κυρίως με αυτούς που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα. Ας βοηθήσουμε τους πονεμένους, τους δυστυχισμένους να αναγνωρίσουν το Χριστό μέσα στα σκονισμένα μονοπάτια της ζωής, με την αγάπη μας, την ευσπλαχνία, την αλληλεγγύη μας.
Ο Χριστός είναι ο ξένος, ο μη έχων πού την «κεφαλήν κλίναι» μέσα στον κόσμο, αλλά και ο άγνωστος φίλος που μας πλησιάζει εκεί που θεωρούμε τα πάντα τελειωμένα, βλέποντας το κακό να θριαμβεύει παντού. Το φως του είναι πέρα από το τέλος και πριν από την αρχή. Είναι η ελπίδα που έρχεται από αλλού, και μας πάει αλλού. Αυτός ο ίδιος Ο Χριστός που είναι εδώ παρών, πάνω σε αυτό το βήμα και σε λίγο θα μας ευλογήσει, ας αναπτερώσει την ελπίδα μας, ας ζεστάνει την αγάπη μας, ας ενδυναμώσει την πίστη μας, ας παρηγορήσει τους αρρώστους μας, η παρουσία του ας γίνει ιδιαίτερα αισθητή μέσα στις οικογένειες μας που βάλλονται από όλες τις πλευρές, ας στηρίξει αυτές που δοκιμάζονται, ας ενώσει τις διαλυμένες, ας μοιράσει τον άρτο της αγάπης του στα μέλη των οικογενειών μας, έτσι θα ξαναβρούν την συνοχή, την ενότητα, τη στοργή, την πιστότητα. Ας παρηγορήσει όλους εμάς που πιστεύουμε σε Αυτόν.
Μην το ξεχνάμε: Αυτός πορεύεται πάντα μαζί μας. Αυτό θέλει να μας πει με το δικό του τρόπο ένα ποίημα του μεγάλου Άγγλου ποιητή Τόμας Σ. Έλιοτ:
«Ποιος είναι ο τρίτος που πάντα περπατά δίπλα σου;
Όταν μετρώ, είμαστε μόνο εσύ κι εγώ
Όμως όταν κοιτάζω μπροστά στον άσπρο δρόμο
Υπάρχει πάντα κάποιος που βαδίζει πλάι σου
Γλιστρώντας τυλιγμένος στον σκοτεινό του μανδύα, κουκουλωμένος
…….
-Μα ποιος είναι εκείνος στο πλευρό σου;
Ο Αναστημένος»
Από το Ποίημα η «Έρημη χώρα».
+ Ιωάννης Σπιτέρης