ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ 105η
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΑ 2019
(29 Σεπτεμβρίου 2019)
«Δεν πρόκειται μόνο για μετανάστες»
Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές,
Η πίστη, μας διαβεβαιώνει πως η Βασιλεία του Θεού είναι ήδη παρούσα πάνω στη γη με μυστηριώδη τρόπο (βλ. Β΄ Οικουμ. Σύνοδος Βατικανού, Διάταξη Gaudium et spes, 39). Ωστόσο, ακόμη και στις μέρες μας, οφείλουμε με πόνο να διαπιστώσουμε ότι αυτή συναντά εμπόδια και αντίθετες δυνάμεις. Βίαιες και αληθινές συγκρούσεις και πόλεμοι πραγματικοί δεν παύουν να σπαράζουν την ανθρωπότητα. Αδικίες και διακρίσεις διαδέχονται η μια την άλλη. Αντιμετωπίζονται μεγάλες δυσκολίες για να ξεπεραστούν οι οικονομικές και κοινωνικές ανισορροπίες, σε τοπικό ή παγκόσμιο επίπεδο. Και όλα αυτά τα υφίστανται, προπάντων, οι πιο φτωχοί και οι μη προνομιούχοι.
Οι οικονομικά πιο προχωρημένες κοινωνίες αναπτύσσουν στο εσωτερικό τους την τάση προς έναν έντονο ατομικισμό, ο οποίος, σε συνδυασμό με μια ωφελιμιστική νοοτροπία και τον πολλαπλασιασμό των δικτύων επικοινωνίας, παράγει την «παγκοσμιοποίηση της αδιαφορίας». Σε αυτό το σκηνικό, οι μετανάστες, οι πρόσφυγες, οι εκτοπισμένοι, και τα θύματα της εμπορίας ανθρώπων, έχουν καταστεί έμβλημα αποκλεισμού, διότι, εκτός από τις δυσχέρειες που η κατάστασή τους συνεπάγεται, συχνά επιβαρύνονται με την αρνητική κρίση που τους θεωρεί ως αιτία των κοινωνικών κακών. Η στάση αυτή απέναντί τους, είναι ένας κώδωνας κινδύνου που προειδοποιεί για την ηθική κατάπτωση προς την οποία βαδίζουμε, αν συνεχίσουμε να παρέχουμε χώρο σε μια κουλτούρα των αποβλήτων. Πράγματι, σε αυτό τον δρόμο, κάθε υποκείμενο που δεν περιλαμβάνεται μέσα στους κανόνες της υλικής, ψυχικής και κοινωνικής ευημερίας κινδυνεύει να βρεθεί στο περιθώριο και τον αποκλεισμό
Για τον λόγο αυτόν, η παρουσία των μεταναστών και των προσφύγων – και, γενικά, των ευάλωτων ατόμων – αντιπροσωπεύει σήμερα την πρόσκληση να ανακτήσουμε ορισμένες ουσιαστικές διαστάσεις της χριστιανικής μας ύπαρξης και του ανθρωπισμού μας, που κινδυνεύουν να αποκοιμηθούν σε έναν πλούσιο σε ανέσεις τρόπο ζωής. Ιδού γιατί «δεν αφορά μόνο μετανάστες»: ενδιαφερόμενοι γι’ αυτούς, ενδιαφερόμαστε ταυτόχρονα και για μας, για όλους. Φροντίζοντας αυτούς, αναπτυσσόμαστε όλοι. Ακούγοντας αυτούς, δίνουμε φωνή σε αυτή την πλευρά του εαυτού μας που ίσως τη φυλάσσουμε κρυμμένη, διότι σήμερα ο κόσμος δεν την βλέπει με καλό μάτι.
«Έχετε θάρρος, εγώ είμαι, μη φοβάστε» (Μτ 14,27). Δεν πρόκειται μόνο για μετανάστες: πρόκειται και για τους φόβους μας. Οι κακίες και οι ασκήμιες της εποχής μας αυξάνουν «τον φόβο μας προς τους “άλλους”, τους αγνώστους, τους περιθωριοποιημένους, τους ξένους (…). Και τούτο παρατηρείται ιδιαίτερα σήμερα, με την άφιξη των μεταναστών και των προσφύγων που κτυπούν την πόρτα μας σε αναζήτηση προστασίας, ασφάλειας και ενός καλύτερου μέλλοντος. Είναι αληθές, ο φόβος είναι δικαιολογημένος, και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι δεν υπάρχει η προετοιμασία για τη συνάντηση αυτή». (Oμιλία, Sacrofano, 15 Φεβρουαρίου 2019). Το πρόβλημα δεν έγκειται στο γεγονός ότι έχουμε αμφιβολίες και φόβους. Το πρόβλημα δημιουργείται, όταν αυτό καθορίζει τον τρόπο που σκεπτόμαστε και ενεργούμε μέχρι του σημείου να καταντούμε μη ανεκτικοί, κλειστοί, και ίσως – χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε – ρατσιστές. Και έτσι ο φόβος, μας στερεί την επιθυμία και την ικανότητα να συναντήσουμε τον άλλον, το διαφορετικό από εμάς πρόσωπο. Μας στερεί την ευκαιρία της συνάντησης με τον Κύριο (βλ. Ομιλία στη θεία Λειτουργία για την Παγκόσμια Ημέρα του Μετανάστη και του Πρόσφυγα, 14 Ιανουαρίου 2018).
«Αν αγαπάτε μόνο όσους σας αγαπούν, ποια αμοιβή περιμένετε από τον Θεό;» (Μτ 5,46). Δεν πρόκειται μόνο για τους μετανάστες, πρόκειται για την φιλανθρωπία. Μέσω των έργων φιλανθρωπίας αποδεικνύουμε την πίστη μας (Βλ. Ιακ 2,18). Και η υψηλότερη μορφή φιλανθρωπίας είναι αυτή που ασκείται προς εκείνον ο οποίος δεν είναι σε θέση να ανταποδώσει και ίσως ούτε καν να ευχαριστήσει. «Αυτό που διακυβεύεται είναι το πρόσωπο που θέλουμε να δώσουμε στην κοινωνία μας και η αξία κάθε ζωής. (…) Η πρόοδος των λαών μας (…) εξαρτάται προπάντων από την ικανότητά μας να αφήσουμε τον εαυτό μας να κινητοποιηθεί και να συγκινηθεί από αυτόν ο οποίος κτυπά την πόρτα μας και με το βλέμμα του εκθέτει και αποκηρύττει όλα τα ψεύτικα είδωλα που υποθηκεύουν και σκλαβώνουν τη ζωή. Είδωλα που υπόσχονται μια απατηλή και εφήμερη ευτυχία, η οποία οικοδομείται στο περιθώριο της πραγματικότητας και των βασάνων των άλλων» (Λόγος στην Caritas της Επαρχίας του Rabat, 30 Μαρτίου 2019
«Κάποιος όμως Σαμαρείτης που ταξίδευε, ήρθε προς το μέρος του, τον είδε και τον σπλαχνίστηκε» (Λκ 10,33). Δεν πρόκειται μόνο για μετανάστες, πρόκειται για τον ανθρωπισμό μας. Αυτό που ωθεί τον Σαμαρείτη – έναν ξένο για τους Ιουδαίους – να σταματήσει για να φροντίσει το τραυματισμένο θύμα των ληστών είναι η συμπόνια, ένα συναίσθημα που δεν εξηγείται μόνο σε ορθολογικό επίπεδο. Η συμπόνια αγγίζει τις πιο ευαίσθητες χορδές του ανθρωπισμού μας, προκαλώντας μια επιτακτική ώθηση να “σταθούμε πλησίον” αυτού που βλέπουμε να βρίσκεται σε δυσκολία. Καθώς ο ίδιος ο Ιησούς μας διδάσκει (βλ. Μτ 9,35-36· 14,13-14· 15,32-37), έχω συμπόνια σημαίνει συμπάσχω με τα βάσανα του άλλου και σπεύδω αμέσως να δραστηριοποιηθώ προκειμένου να ανακουφίσω, να θεραπεύσω και να σώσω. Έχω συμπόνια, σημαίνει αφήνω χώρο στην τρυφερότητα, την οποία, αντιθέτως, η σημερινή κοινωνία, πολλές φορές, μας ζητάει να παραμερίσουμε. Το να ανοιγόμαστε στους άλλους δεν μας φτωχαίνει, αλλά μας εμπλουτίζει, διότι μας βοηθάει να είμαστε πιο ανθρώπινοι: Να αναγνωρίζουμε ότι αποτελούμε ενεργό μέρος ενός μεγαλύτερου συνόλου και να ερμηνεύουμε τη ζωή ως ένα δώρο προς τους άλλους. Να έχουμε ως σκοπό όχι τα προσωπικά μας συμφέροντα, αλλά το καλό της ανθρωπότητας» (Λόγος στο Τέμενος “Heydar Aliyev“, Μπακού, Αζερμπαϊτζάν, 2 Οκτωβρίου 2016)
«Προσέξτε, μην περιφρονήσετε κανέναν απ’ αυτούς τους μικρούς, γιατί σας βεβαιώνω πως οι άγγελοί τους στον ουρανό βλέπουν συνεχώς το πρόσωπο του ουράνιου Πατέρα μου» (Μτ 18,10). Δεν πρόκειται μόνο για μετανάστες, αλλά και να μην αποκλείουμε κανέναν. Ο σημερινός κόσμος, κάθε μέρα, γίνεται όλο και πιο ελιτίστικος και άσπλαχνος προς τους αποκλεισμένους. Οι χώρες που βρίσκονται σε πορεία ανάπτυξης συνεχίζουν να χάνουν τους καλύτερους φυσικούς και ανθρώπινους πόρους τους προς όφελος λίγων προνομιούχων αγορών. Οι πόλεμοι αφορούν μόνο μερικές περιοχές του κόσμου, αλλά τα όπλα που χρησιμοποιούνται, παράγονται και πωλούνται σε άλλες περιοχές, οι οποίες κατόπιν δεν θέλουν να επιβαρυνθούν με τους πρόσφυγες που συνεπιφέρουν αυτές οι συγκρούσεις. Αυτοί που πληρώνουν τον λογαριασμό είναι πάντοτε οι μικροί, οι φτωχοί, οι πιο ευάλωτοι, στους οποίους δεν επιτρέπεται να καθίσουν στο τραπέζι και τους αφήνουν “τα ψίχουλα” του συμποσίου (βλ. Λκ 16,19-21). «Η Εκκλησία “σε έξοδο”, (…) ξέρει να παίρνει πρωτοβουλία χωρίς φόβο, να επιδιώκει τη συνάντηση, να αναζητά τους μακρινούς και να πηγαίνει στα σταυροδρόμια για να προσκαλέσει τους αποκλεισμένους» (Αποστ. Παραίνεση Η χαρά του Ευαγγελίου, 24). Η ανάπτυξη με αποκλεισμούς κάνει τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους. Η αληθινή ανάπτυξη είναι αυτή που στοχεύει να συμπεριλάβει όλους τους άνδρες και τις γυναίκες του κόσμου, προωθώντας την ολοκληρωμένη ανάπτυξή τους, αλλά και ενδιαφέρεται και για τις μέλλουσες γενεές.
«Όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσά σας, πρέπει να γίνει υπηρέτης σας, και όποιος από σας θέλει να είναι πρώτος πρέπει να γίνει δούλος όλων» (Μκ 10,43-44). Δεν πρόκειται μόνο για μετανάστες: αλλά για να δώσουμε στους τελευταίους την πρώτη θέση. Ο Ιησούς Χριστός μας ζητάει να μην υποκύψουμε στη λογική εκείνων, που δικαιολογούν τις καταχρήσεις σε βάρος των άλλων για το δικό μου προσωπικό όφελος ή αυτό της δική μου ομάδας: πρώτα εγώ και κατόπιν οι άλλοι! Ενώ, αντίθετα, το αληθινό ρητό του χριστιανού είναι “πρώτα οι τελευταίοι!”. «Ένα ατομικιστικό πνεύμα, είναι γόνιμο έδαφος για να δημιουργηθεί αυτό το πνεύμα αδιαφορίας για τον πλησίον, το οποίο οδηγεί στο να τον μεταχειριζόμαστε ως απλό αντικείμενο αγοραπωλησίας, που ωθεί στο να αδιαφορούμε για την ανθρώπινη υπόσταση του άλλου και έτσι καταλήγουμε να καθιστούμε τους ανθρώπους άσπλαχνους και κυνικούς. Αυτά δεν είναι, ίσως, τα συναισθήματα που συχνά έχουμε απέναντι στους φτωχούς, τους περιθωριοποιημένους, τους τελευταίους της κοινωνίας; Και πόσους τελευταίους έχουμε μέσα στις κοινωνίες μας! Ανάμεσα σ’ αυτούς, σκέφτομαι προπάντων στους μετανάστες, με το βάρος των δυσκολιών και των ταλαιπωριών που αντιμετωπίζουν κάθε μέρα, στην απελπιστική αναζήτηση μερικές φορές ενός τόπου όπου να ζήσουν σε ειρήνη και με αξιοπρέπεια» (Λόγος στο Διπλωματικό Σώμα, 11 Ιανουαρίου 2016). Στη λογική του Ευαγγελίου, την πρώτη θέση έχουν οι τελευταίοι, και εμείς οφείλουμε να θέτουμε τον εαυτό μας στην υπηρεσία τους.
«Εγώ ήρθα για να έχουν ζωή, και μάλιστα ζωή περίσσια» (Ιω 10,10). Δεν πρόκειται μόνο για μετανάστες: πρόκειται για όλο το πρόσωπο, και για όλα τα πρόσωπα. Σε αυτήν τη διαβεβαίωση του Ιησού, βρίσκουμε την καρδιά της αποστολής του: Να φροντίσει ώστε όλοι να λάβουν το δώρο της ζωής στην πληρότητά της, σύμφωνα με το θέλημα του Πατέρα. Σε κάθε πολιτική δραστηριότητα, σε κάθε πρόγραμμα, σε κάθε ποιμαντική δράση, οφείλουμε πάντοτε να θέτουμε στο κέντρο το πρόσωπο στις πολλαπλές του διαστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της πνευματικής. Και αυτό ισχύει για όλα τα πρόσωπα, στα οποία πρέπει να αναγνωρίζεται η θεμελιώδης ισότητα. Για τον λόγο αυτόν, «η πρόοδος δεν περιορίζεται μόνο στην απλή οικονομική ανάπτυξη. Για να υπάρχει αληθινή πρόοδος, αυτή πρέπει να είναι καθολική, πράγμα που σημαίνει να είναι στραμμένη στην προώθηση κάθε ανθρώπου και όλου του ανθρώπου». (Αγ. Παύλος ΣΤ΄, Εγκ. Επιστολή Populorum progressio,14).
«Δεν είστε, λοιπόν, πια ξένοι και χωρίς δικαιώματα, αλλά ανήκετε στον λαό του Θεού, στην οικογένεια του Θεού» (Εφ 2,19). Δεν πρόκειται μόνο για μετανάστες, πρόκειται για την οικοδόμηση της πολιτείας του Θεού και του ανθρώπου. Σε αυτή την εποχή μας, που ονομάζεται και εποχή των μεταναστεύσεων, είναι πολλά τα πρόσωπα που πέφτουν θύματα της “μεγάλης απάτης”, της χωρίς όρια τεχνολογικής και καταναλωτικής εξέλιξης (βλ. Δοξασμένος να’ σαι, 34). Και έτσι ξεκινούν ένα ταξίδι προς έναν “παράδεισο” που προδίδει αδυσώπητα τις προσδοκίες τους. Η παρουσία τους, συχνά άβολη, συμβάλλει στο να αποδείξει ψευδείς τους μύθους μιας προόδου που προορίζεται για λίγους, αλλά οικοδομείται πάνω στην εκμετάλλευση των πολλών. «Θα πρέπει, λοιπόν, να βλέπουμε εμείς πρώτοι και να βοηθούμε τους άλλους να βλέπουν στον μετανάστη και στον πρόσφυγα όχι μόνο ένα πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί, αλλά έναν αδελφό και μια αδελφή που οφείλουμε να υποδεχόμαστε, να σεβόμαστε και να αγαπούμε, μια ευκαιρία που η Θεία Πρόνοια μας προσφέρει προκειμένου να οικοδομήσουμε μια κοινωνία πιο δίκαιη, μια δημοκρατία πιο τέλεια, μια χώρα πιο αλληλέγγυα, έναν κόσμο πιο αδελφικό και μια χριστιανική κοινότητα πιο ανοικτή, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο» (Μήνυμα για την Παγκόσμια Ημέρα του Μετανάστη και του Πρόσφυγα 2014).
Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, η απάντηση στην πρόκληση που θέτουν οι σημερινές μεταναστεύσεις μπορεί να συνοψιστεί σε τέσσερα ρήματα: Υποδέχομαι, προστατεύω, προωθώ, και ενσωματώνω. Αλλά τα ρήματα αυτά δεν ισχύουν μόνο για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. Αυτά εκφράζουν την αποστολή της Εκκλησίας προς όλους τους κατοίκους των υπαρξιακών περιφερειών, τους οποίους οφείλουμε να υποδεχόμαστε, να προστατεύουμε, να προωθούμε και να ενσωματώνουμε. Αν κάνουμε πράξη αυτά τα ρήματα, συμβάλλουμε στην οικοδόμηση της πολιτείας του Θεού και του ανθρώπου, προωθούμε την ολοκληρωμένη ανθρώπινη ανάπτυξη όλων των προσώπων και βοηθούμε την παγκόσμια κοινότητα να προσεγγίσει τους στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης που έθεσε στον εαυτό της, και οι οποίοι δύσκολα θα επιτευχθούν με διαφορετικό τρόπο.
Δεν διακυβεύεται, λοιπόν, μόνο η υπόθεση των μεταναστών, δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτούς, αλλά για όλους εμάς, για το παρόν και το μέλλον της ανθρώπινης οικογένειας. Οι μετανάστες, και ιδιαίτερα οι πιο ευάλωτοι, μας βοηθούν να διαβάσουμε τα “σημεία των καιρών”. Μέσω αυτών, ο Κύριος μας καλεί σε μια μεταστροφή: Να απελευθερωθούμε από τους αποκλεισμούς, από την αδιαφορία και από την κουλτούρα των αποβλήτων. Μέσω αυτών, ο Κύριος μας προσκαλεί να εγκολπωθούμε ξανά τη χριστιανική μας ζωή σε όλο τα βάθος της, και να συμβάλουμε, ο καθένας σύμφωνα με την κλήση του, στην οικοδόμηση ενός κόσμου που να ανταποκρίνεται ολοένα περισσότερο στο σχέδιο του Θεού.
Αυτή είναι η ευχή την οποία συνοδεύω με την προσευχή μου επικαλούμενος, διά της μεσιτείας της Αειπαρθένου Μαρίας, της Συνοδοιπορούσας Παναγίας, άφθονες τις ευλογίες προς όλους τους μετανάστες και τους πρόσφυγες του κόσμου και προς αυτούς οι οποίοι γίνονται συνοδοιπόροι στο ταξίδι τους.
Εκ του Βατικανού, 27 Μαΐου 2019
+ Φραγκίσκος
Μετάφραση: Πέτρος Ανδριώτης