Τους τελευταίους τρεις αιώνες, η επιστήμη προσπάθησε να αποκλείσει τον Θεό από τον ανθρώπινο ορίζοντα. Σήμερα συνειδητοποιούμε ότι αυτό δεν είναι καθόλου δυνατό.
Σε επιστήμες όπως η σύγχρονη κοσμολογία, που έχει ως αντικείμενο τη μελέτη των αρχών και του μέλλοντος του σύμπαντος, το ζήτημα για τον Θεό ξαναήρθε στο επίκεντρο, μετά από τουλάχιστον δύο αιώνες κατά τους οποίους, από προκατάληψη ή ιδεολογία, το θέμα αυτό είχε εντελώς εξοστρακιστεί.
Τα ερωτήματα στα οποία η επιστήμη δεν μπορεί να απαντήσει
Ο πατέρας της μικροβιολογίας Λούις Παστέρ έλεγε: «Μια μικρή επιστήμη οδηγεί μακριά από τον Θεό, αλλά πολλή επιστήμη οδηγεί πίσω σε αυτόν». Τι ήταν το Big Bang; Γιατί δεν μπορούμε να εξηγήσουμε τι είναι η ύλη; Πώς ξεκίνησε πραγματικά η ζωή; Σε αυτά τα ερωτήματα, η επιστήμη δεν γνωρίζει και δεν μπορεί να αποκλείσει την ιδέα ενός «έξυπνου σχεδιασμού». Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να αποκλείσει τον Θεό από τον ορίζοντα της, αν και τον περασμένο αιώνα νόμιζε ότι αυτό θα μπορούσε να το κάνει.
Πράγματι, τους τελευταίους αιώνες επιστήμονες από όλους τους κλάδους, από την κοσμολογία έως την αστρονομία, είχαν μεγάλη επιτυχία στην επιδίωξη αυτών των σκοπών. Ο μαθηματικός Aczel τους ονόμασε «νεοαθεϊστές». Το πρόθεμα “νέο” προέρχεται από το γεγονός ότι αυτού του είδους οι επιστημονικές επιδιώξεις δεν βασίζονται σε καμία περίπτωση στις παραδοσιακές θέσεις του αγνωστικισμού.
Οι άθεοι επιστήμονες νόμιζαν ότι θα μπορούσαν να εξαλείψουν τον Θεό
Για μια συγκεκριμένη περίοδο, επομένως, αυτή η νεοαθεϊστική επιστήμη πίστευε ότι θα μπορούσε να φέρει αποδείξεις της μη ύπαρξης του Θεού. Σχεδόν σαν σε κάποιο σημείο να είχαν φτάσει σε μια υποτιθέμενη «Θεωρία των Πάντων», όπως ανέφεραν οι μελέτες του γνωστού αστροφυσικού Stephen Hawking.
Δυστυχώς, η αλήθεια είναι ότι αυτές οι θεωρίες δεν υπάρχουν. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία ικανά να επιβεβαιώσουν ότι δεν υπάρχει Θεός. Αντιθέτως, ισχυρισμοί αυτού του είδους καταλήγουν να είναι ακόμη πιο «μεταφυσικοί» από τις ίδιες θεολογικές υποθέσεις τις οποίες αυτοί οι επιστήμονες προσπαθούν σκληρά να πολεμήσουν.
Δεν υπάρχουν θεωρίες που να επιβεβαιώνουν τη μη ύπαρξη του Θεού
Σε όλη την ιστορία, η κοσμολογία ανέπτυξε διάφορα μοντέλα για να εξηγήσει το σύμπαν. Τον δέκατο όγδοο αιώνα τέθηκε σε ισχύ η θεωρία του «σύμπαντος-ρολογιού», που ρυθμίζεται δηλαδή από τον νόμο της καθολικής βαρύτητας του Νεύτωνα. Κατά την Εποχή του Διαφωτισμού, με τη σκέψη του Καντ, άρχισαν να μιλούν για αντικείμενα και δυνάμεις που κινούνται επειδή διέπονται από ντετερμινιστικούς νόμους και παρατηρούνται με μαθηματική γλώσσα.
Αυτό έκανε να σκεφτούμε ότι ολόκληρος ο κόσμος θα μπορούσε να γίνει κατανοητός μόνο με τα μέσα της επιστήμης, και οποιαδήποτε άλλη ερώτηση, όπως η ερώτηση για την ύπαρξη του Θεού, ήταν καθαρό χάσιμο χρόνου. Εν ολίγοις, ο Θεός εξαφανίζεται εντελώς από την οπτική της επιστήμης, και η θεολογία περιορίζεται μόνο σε ζητήματα ηθικής.
Το διαζύγιο μεταξύ επιστήμης και πίστης και το τέλος της κατανόησης της πραγματικότητας
Από αυτή τη στιγμή και μετά προκύπτει το διαζύγιο μεταξύ επιστήμης και πίστης. Ο Κόσμος, για την επιστήμη, γίνεται έτσι ένα μοντέλο που είναι καρπός του Διαφωτισμό: στατικός, χωρίς ιστορία, ακίνητος για την αιωνιότητα και πεπερασμένος από μόνος του. Σήμερα, όμως, στον εικοστό πρώτο αιώνα, αυτό το μοντέλο σιγά-σιγά αποσυντίθεται.
Ο Αϊνστάιν, όπως ειπώθηκε αργότερα, είχε σκοντάψει σε ένα μεγάλο πρόβλημα. Σύμφωνα με τις θεωρίες του, το σύμπαν ήταν σε κίνηση και κατά συνέπεια προοριζόταν να εκραγεί ή να καταρρεύσει. Για να διορθώσει αυτό το ελάττωμα, εισήγαγε έναν αριθμό που ονόμασε «κοσμολογική σταθερά». Έτσι το σύμπαν επέστρεψε να είναι ξανά στατικό, όπως το πίστευαν οι Διαφωτιστές.
Ένας χριστιανός αστρονόμος κατάλαβε πού ήταν τα «χαρτιά του Θεού»
Χρόνια αργότερα, ο Αμερικανός αστρονόμος Χαμπλ αντέκρουσε τη θεωρία του Αϊνστάιν ισχυριζόμενος ότι, αντιθέτως, το σύμπαν επεκτείνεται και μάλιστα με σταθερό ρυθμό. Ένας καθολικός ιερέας, ο Βέλγος αστροφυσικός Georges Lemaître, κατάλαβε τη σημασία αυτής της ανακάλυψης. «Αν το σύμπαν επεκτείνεται, αυτό σημαίνει ότι αν γυρνούσαμε προς προς τα πίσω, σαν μια ταινία που τη βλέπουμε από το τέλος προς την αρχή, αυτό που παρατήρησε ο Χαμπλ, δηλαδή η επέκταση, θα πρέπει να δοκιμασουμε μια συστολή».
Στην ουσία διαπιστώθηκε ότι ο Κόσμος, γυρνώντας προς τα πίσω, φτάνει σε ένα πολύ συγκεκριμένο σημείο. «Τότε υπάρχει επιστημονικά η αρχή!», αναφώνησε ο ιερέας. Κάποιος λοιπόν πρέπει να έβαλε εκεί αυτή την αρχή. Ο Lemaître ανέφερε ότι σε αυτό το σημείο βρίσκονται τα «χαρτιά του Θεού». Άλλοι μίλησαν για το Big Bang. Αλλά θα παραμείνει ούτως ή άλλως ένα σημείο από το οποίο αρχίζει μια επέκταση που βρίσκεται στη βάση ολόκληρου του σύμπαντος, το οποίο αποκτά μια ιστορία, αρχίζει να υπάρχει από ένα συγκεκριμένο σημείο και μετά.
Κάποια στιγμή ακόμη και η φυσική αναγνωρίζει ότι υπάρχει μια Δημιουργία
Δηλαδή, αναγνωρίζεται ότι υπήρχε Δημιουργία. Δεν υπάρχει φυσική εξήγηση αναφορικά με το γιατί προέκυψε αυτό το σημείο και στη συνέχεια άρχισε να μεγαλώνει και να επεκτείνεται. Το ερώτημα για τον Θεό έκανε πάλι την εμφάνισή του. Σήμερα, εκ των π, η επιστήμη γνωρίζει μόνο το 4 τοις εκατό της ύλης από την οποία είναι φτιαγμένο το σύμπαν. Γνωρίζει την ύπαρξη μιας σκοτεινής ύλης, για την οποία όμως δεν ξέρει απολύτως τίποτα.
Ο Χριστιανός φιλόσοφος Jean Guitton αποκάλυψε τα κενά στην επιστήμη σε ένα από τα διάσημα βιβλία του. Μεταξύ αυτών είναι το μυστήριο της αρχής του σύμπαντος, το οποίο ο φιλόσοφος αποκαλεί «ίλιγγο μη πραγματικότητας». Το γεγονός δηλαδή ότι αυτό που υπήρχε πριν από τη Μεγάλη Έκρηξη είναι άγνωστο.
Τα κενά που η σκέψη της επιστήμης δεν θέλει να αναγνωρίσει
Η πιο διαδεδομένη υπόθεση της επιστήμης είναι ότι εκεί, κατά τη δημιουργία, υπάρχει ένας χρόνος διαφορετικός από αυτόν που είναι γνωστός στον άνθρωπο, στον οποίο ο χρόνος και ο χώρος συνυπάρχουν και οι δυνάμεις που κυβερνούν το σύμπαν γίνονται ένα, με άπειρες διαστάσεις. Μερικοί φυσικοί αποκαλούν αυτή τη θεωρία «συνονθύλευμα», όπου τα πάντα είναι μπερδεμένα και απροσδιόριστα.
Το δεύτερο κενό που δείχνει ο Χριστιανός φιλόσοφος αφορά το λεγόμενο «μαθηματικό θαύμα». Δηλαδή, το γεγονός ότι οι νόμοι του σύμπαντος θα μπορούσαν να εξηγηθούν πλήρως μόνο με αριθμούς. Για να γίνει αυτό, ωστόσο, είναι απαραίτητο να εισαχθούν εντελώς αυθαίρετες, ανεξήγητες και μη ενεργοποιημένες σταθερές. Πράγματι, υπάρχουν πολλές από αυτές στη φυσική: η μάζα του πρωτονίου, τα φορτία των κουάρκ, η σταθερά βαρύτητας και ούτω καθεξής.
Υπάρχει ανάγκη να αναγνωρίσουμε κάτι πολύ μεγαλύτερο από τον άνθρωπο
Ο φιλόσοφος Guitton σχολίαζε αυτό το γεγονός εξηγώντας ότι, είτε επαληθεύεται ένα «μαθηματικό θαύμα» που καθιερώνει τη σύμπτωση ενός αυθαίρετου αριθμού, κατάλληλου για την επίλυση όλων των εξισώσεων, ή στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμία εξήγηση. Ένα πολύ σοκαριστικό συμπέρασμα για τους νεοαθεϊστές, οι οποίοι θα ήθελαν να διαγράψουν τον Θεό από την ιστορία, αλλά και από την πραγματικότητα.
Το συμπέρασμα, ωστόσο, είναι ότι όσο κι αν προσποιούμαστε ότι εξηγούμε όλους τους νόμους του σύμπαντος μόνο με την επιστήμη και με τον ανθρώπινο νου, αυτό δεν θα είναι ποτέ δυνατό. Υπάρχει πράγματι ανάγκη να αναγνωρίσουμε κάτι πολύ μεγαλύτερο από τον άνθρωπο, προκειμένου να κατανοήσουμε τον λόγο της ζωής μας.
Εξάλλου, το εξηγούσε ο Απόστολος Παύλος στην Α’ προς τους Κορινθίους Επιστολή: «Ποτέ η αγάπη δεν θα πάψει να υπάρχει. Τα θεία μηνύματα των προφητών κάποτε δεν θα υπάρχουν πια· η γλωσσολαλία θα πάψει· θα σταματήσει η γνώση των μυστηρίων του Θεού. Διότι και η γνώση μας και η προφητεία μας περιορίζονται μονάχα σ’ ένα μέρος της αλήθειας. Όταν όμως θα έρθει το τέλειο που περιμένουμε, τότε το μερικό θα πάψει να υπάρχει».
——————————
Μετάφραση: π.Λ
Kantam.gr