21 Νοεμβρίου 2024
Expand search form

Ειδήσεις από την Καθολική Εκκλησία στην Ελλάδα

Σύνοψη επεξήγησης του Πάτερ Ημών υπό του Πάπα Βενέδικτου 16ου

book_Nazaret

 

 

Πάτερ ημών ο εν τοις Ουρανοίς

 Ο Πάπας Βενέδικτος 16ος, στις σελίδες από 141 έως 147 του βιβλίου του «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ», κάνει μια βαθιά ανάλυση της φράσης «Πάτερ ημών ο εν τοις Ουρανοίς», με την οποία αρχίζει η Κυριακή Προσευχή. Στο κείμενο που ακολουθεί, παραθέτω μια όσο γίνεται πιο σύντομη παρουσίαση  της ανάλυσης αυτής.

Στη λέξη «Πατέρα» εμπεριέχεται όλη η ιστορία της θείας οικονομίας. Συμπυκνώνεται σε αυτήν όλο το έργο του Ιησού Χριστού, η μεγάλη Αποκάλυψή Του: ότι δηλαδή ο άγνωστος και σιωπηλός Θεός είναι η πηγή όλων των αγαθών και το κριτήριο του τέλειου ανθρώπου. Στην επί του όρους ομιλία ο Ιησούς λέει τα εξής: «Αλλά εγώ σας λέω: Αγαπάτε τους εχθρούς σας και προσεύχεστε για εκείνους που σας καταδιώκουν, ώστε να γίνετε παιδιά του Πατέρα σας που βρίσκεται στους ουρανούς, διότι ανατέλλει τον ήλιο του πάνω από κακούς και καλούς και βρέχει πάνω σε δίκαιους και άδικους» (Μτ. 5,44-45).

Και η αγάπη αυτή φθάνει «μέχρις εσχάτων, ως το τέλος» (Ιω. 13,1), αφού στο σχέδιο της σωτηρίας μας προβλέπεται και πραγματοποιείται ο σταυρικός θάνατος του Υιού Του.

 Όλη η Καινή Διαθήκη είναι γεμάτη αποκαλύψεις για τη φύση και την καλοσύνη του Θεού Πατέρα. Ο Ματθαίος στο 5,44 λέει: «Εάν, λοιπόν, εσείς, που είσθε κακοί, ξέρετε να δίνετε καλά πράγματα στα παιδιά σας, πόσο μάλλον ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς θα δώσει καλά πράγματα σ’αυτούς που του ζητούν». Αλλά εξόχως σημαντική είναι η επεξήγηση που δίνει ο Ευαγγελιστής Λουκάς στη φράση: «θα δώσει καλά πράγματα σ΄αυτούς που του ζητούν». Ο Λουκάς  διαφοροποιείται από τον Ματθαίο λέγοντας: «Εάν, λοιπόν, εσείς, που είσθε κακοί, ξέρετε να δίνετε καλά πράγματα στα παιδιά σας, πόσο μάλλον ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς θα δώσει το Άγιο Πνεύμα σ’αυτούς που του ζητούν!”.(Λκ.11,13). Με την προσευχή κατανοούμε σιγά σιγά ποιο είναι το απολύτως απαραίτητο που έχουμε ανάγκη: Ο Θεός και το Πνεύμα Του.

 Καθώς διαπιστώσαμε στην περικοπή του Ματθαίου, ο Κύριος μας διδάσκει ότι η αγάπη προς τους εχθρούς μας, είναι η οδός που μας οδηγεί στο να γίνουμε ξανά παιδιά του Θεού. Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να κατανοήσουμε την ουσία της Πατρότητας του Θεού, αλλά και την άμεση σχέση του Πατέρα με τον κατ΄ουσίαν Υιό Του, τον Ιησού Χριστό. Συνειδητοποιούμε ακόμα ότι στον καθρέφτη της μορφής του Ιησού, μπορούμε να κατανοήσουμε ποιος και πώς είναι ο Θεός. «Αυτός που έχει δει εμένα, έχει δει τον Πατέρα» είπε ο Ιησούς (Ιω. 14,9). Διαπιστώνουμε τέλος ότι η Κυριακή Προσευχή δεν αποτελεί προβολή του ανθρώπινου ειδώλου στον Ουρανό, αλλά μας δείχνει πώς από την προοπτική του Ουρανού, του Ιησού, οφείλουμε και μπορούμε να γίνουμε αυθεντικοί άνθρωποι. (βλ. Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, σελ. 143).

 Αλλά ο Θεός είναι Πατέρας μας και για δυο άλλους λόγους:

 Πρώτον, διότι αφού είναι ο δημιουργός των πάντων και κυρίως του ανθρώπου, είμαστε το προσφιλές πλάσμα του, το παιδί του. Τούτο πιστοποιείται και στο βιβλίο της Γένεσης όπου ο Θεός διαπίστωσε ότι όλα όσα δημιούργησε ήταν παρά πολύ  καλά (Γεν. 1,31)

 Δεύτερον, διότι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο «κατ΄εικόνα και ομοίωσή του» (Γεν. 1,26). Η κατεξοχήν εικόνα του Θεού είναι Ο Ιησούς Χριστός  (βλ. Β! Κορ. 4,4 και Κολ. 1,15). Άρα η ανθρώπινη φύση και η Υιότητά Του, είναι το πρότυπο του τέλειου ανθρώπου. Στοχεύουμε λοιπόν στην απόκτηση αυτής της τελειότητας που σίγουρα δεν θα επιτευχθεί ποτέ στο βαθμό του Χριστού, αφού είμαστε άνθρωποι και όχι Θεάνθρωποι. Ωστόσο τείνουμε δυναμικά προς τον σκοπό αυτό με το πνεύμα προσευχής που ήδη περιγράψαμε στο Κεφάλαιο για την «αδιάλειπτη προσευχή» και κυρίως με την βοήθεια του Αγίου Πνεύματος, του σημαντικότερου Αγαθού που δώρισε μέσα μας ο Θεός.

 Το μήνυμα λοιπόν το σημερινό είναι: «ότι δεν είμαστε ολοκληρωμένα παιδιά του Θεού αλλά οφείλουμε να γίνουμε και να είμαστε, μέσω της κοινωνίας με τον Ιησού, η οποία πρέπει να γίνεται ολοένα πιο βαθιά» (…) «Η δε λέξη Πατέρας, μας προσκαλεί να ζούμε με τη συνείδηση της υιότητας και της μαθητείας του Ιησού» (Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, σελ. 144).

 Τώρα δυο λόγια για το «ημών». Ο μοναδικός που μπορεί να πει: «ο Πατέρας μου», είναι ο μονογενής Υιός και ομοούσιος με τον Πατέρα, δηλαδή ο Ιησούς Χριστός.

 Εμείς που καλούμαστε να βρισκόμαστε σε κοινωνία με τον Χριστό και τα αδέρφιά μας, τους συνανθρώπους, μπορούμε να πούμε μόνο «Πατέρα μας».

 Έτσι με το «ημών», εισερχόμαστε στην κοινωνία των άλλων παιδιών του Θεού. Ξεφεύγουμε από το εγώ μας, διαγράφουμε αυτό που μας χωρίζει από τους άλλους και με τα αυτιά και την καρδιά μας ανοιγόμαστε σε αυτούς. Με τη λέξη «ημών», λέμε «Ναι» στην ζώσα Εκκλησία στην οποία ο Χριστός ήθελε να συνάξει την καινούργια Του οικογένεια. Έτσι, η Κυριακή Προσευχή είναι κάτι το αυστηρά προσωπικό και ταυτόχρονα η απόλυτη προσευχή της Εκκλησίας. Η προσευχή αυτή μας συγκροτεί σε μια οικογένεια πέρα από κάθε σύνορο. (βλ. στο ίδιο σελ. 147).

 Από το «ημών» κατανοούμε και την επόμενη προσθήκη: «ο εν τοις Ουρανοίς». Ο Θεός Πατέρας δεν βρίσκεται σε κάποιο απομακρυσμένο γαλαξία. Αλλά με τις λέξεις αυτές δηλώνουμε ότι όλοι προερχόμαστε από έναν και μοναδικό Πατέρα που αποτελεί το μέτρο της πατρότητας και την αρχή-προέλευσή της. Τα δήλωσε ρητά ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός: «Ένας είναι ο Πατέρας σας, ο ουράνιος (Μτ. 23,9). Αυτός μας είχε αιώνια στο νου και στη θέλησή Του. Αυτός μας δωρίζει το αληθινό, αιώνιο πατρικό σπίτι.

 «Ουρανός σημαίνει συνεπώς εκείνο το διαφορετικό ύψος, μεγαλείο του Θεού, από το οποίο όλοι προερχόμαστε και στο οποίο όλοι καταλήγουμε» (στο ίδιο, σελ. 147).

 

Αγιασθήτω το Όνομά σου

 Ο Ιησούς Χριστός, με την πρώτη αυτή παράκληση της Κυριακής Προσευχής επικυρώνει τη δεύτερη εντολή του Δεκαλόγου: «Μη προφέρεις μάταια το Όνομα του Θεού». Ο σεβασμός και η σωστή χρήση και στάση απέναντι στο Όνομα και στο μυστήριο του Θεού, είναι το πρώτο μέλημα και καθήκον κάθε γνήσιου οπαδού του Χριστού.

 Όμως σχετικά με το Όνομα του Θεού υπάρχει μια ασάφεια που πρέπει να διευκρινίσουμε. Το πρόβλημα ξεκίνησε από την ανάγκη του Μωυσή να επικαλεστεί το Όνομα του Θεού προκειμένου να απαιτήσει από τον Φαραώ την απελευθέρωση του λαού του Ισραήλ από τη σκλαβιά της Αιγύπτου.

 Απευθυνόμενος στον Θεό, ο Μωυσής τον ρωτά ποιο είναι το όνομά Του. Η πρώτη απάντηση δεν αναφέρεται στο Όνομα, αλλά στο ποιος  είναι ο Θεός και ποια η σχέση Του με τους προπάτορες του Μωυσή: «Εγώ είμαι ο Θεός του Πατέρα σου, Θεός Αβραάμ και Θεός Ισαάκ και Θεός Ιακώβ» (Εξ. 3,6). Είμαι δηλαδή ο Θεός που συνήψε σχέσεις με το λαό του Ισραήλ και τους ανθρώπους, μέσω συγκεκριμένων εκπροσώπων τους: του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ, στους οποίους υποσχέθηκε την ευλογία του και πολυπληθέστατους απογόνους σαν την άμμο της θάλασσας.

 Στην επιμονή του Μωυσή για το Όνομα του Θεού, Ο Θεός απαντά: «Εγώ είμαι αυτός που είμαι – Αυτός που όντως υπάρχει («Εγώ ειμί ο Ων» (Εξ.3,14). Είναι μια απάντηση που δίνει ένα όνομα αλλά ταυτόχρονα δεν είναι όνομα. Και υπάρχει ερμηνεία γι΄αυτό: Αν έδινε στο Μωυσή ο Θεός ένα όνομα συγκεκριμένο, θα πρόσθετε ένα επιπλέον όνομα ανάμεσα στο τόσα άλλα των πολλών θεοτήτων της εποχής εκείνης. Ο μόνος, αληθινός και πραγματικός Θεός δεν θα διέφερε από όλους τους άλλους. Δεν θα υπήρχε καμιά καινοτομία, καμία αυθεντία του Θεού των Προπατόρων και του Μωυσή. Ενώ η απάντηση που δίνει ο μοναδικός Θεός είναι το μυστήριο της φλεγόμενης βάτου που δεν φλέγεται και η διαβεβαίωσή Του ότι είναι ο Θεός που πραγματικά, που όντως υπάρχει.

 Τώρα αρχίζει να γίνεται κατανοητή η παράκληση «αγιασθήτω το Όνομά σου». Ο Θεός με αυτά τα χαρακτηριστικά, δηλαδή την αιώνια ύπαρξη και τη σχέση που έχει και θέλει να έχει με τους ανθρώπους απαιτεί  από μέρους μας  βαθύ σεβασμό και σωστή χρήση του Ονόματός Του. Αυτό βέβαια περιλαμβάνει και αυτό που κοινώς ονομάζουμε «τα ιερά και τα όσια» και αφορούν την Παναγία, τους Αγίους και κάθε τι που αντιπροσωπεύει στις ανθρώπινες αισθήσεις μας τον αόρατο Θεό.

 Ο Θεός μας αποκαλύπτει ποιος είναι. Εμπιστεύεται το μυστήριο που περιβάλλει το Πρόσωπό του, στη δική μας ελεύθερη μεταχείριση. Αυτό ενέχει τον κίνδυνο (αφού ο Θεός μας έπλασε ελεύθερους) να κάνουμε κακή χρήση αυτής της εμπιστοσύνης και να βεβηλώσουμε και να μιάνουμε το Όνομά Του. Και επειδή έχουμε μια μυστηριώδη ροπή απιστίας προς τον Θεό, του ζητούμε να φροντίσει ο Ίδιος ώστε να αγιάζεται το Όνομά Του με την συμπεριφορά και τη στάση μας απέναντί Του. Το δε Άγιο Πνεύμα που δώρισε ο Θεός μέσα Μας, είναι βέβαιο ότι θα μας βοηθήσει να τιμούμε, να σεβόμαστε και να αγαπούμε το Όνομα και το μυστήριο του Θεού Πατέρα όπως μας τον αποκάλυψε ο Ιησούς Χριστός.(Για την παραπάνω ερμηνεία Βλ. Πάπας Βενέδικτος 16ος σελ.148-150, του βιβλίου του «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ»).

 

Ελθέτω η βασιλεία σου

 Μετά την επεξήγηση  που δώσαμε στην έννοια της βασιλείας του Θεού, η παράκληση αυτή γίνεται ευκολότερα κατανοητή. Σύμφωνα με τον Πάπα Βενέδικτο 16ο, η παράκληση αυτή συνοψίζεται στα εξής σημεία (βλ. σελ. 150-152):

 

1ον. Το πρωτείο του Θεού

 «Πρώτα απ΄όλα να επιζητείτε  τη βασιλεία του Θεού και την επικράτηση του θελήματός του» (Μτ. 6,33). Με τη φράση αυτή καθορίζεται η προτεραιότητα στη στάση και στη συμπεριφορά του ανθρώπου. Ο Θεός πρέπει να έχει το πρωτείο στην ζωή του ανθρώπου. Τον παρακαλούμε να εισακούσει το αίτημα αυτό και να μας βοηθάει  να εφαρμόζουμε στην καθημερινή μας ζωή τη στάση αυτή.

 

2ον. Η κυριαρχία του Θεού

 Ζητούμε από τον Θεό να κυριαρχεί στη ζωή μας, που σημαίνει να «έλθει μέσα μας», να επικρατήσει η «βασιλεία του». Η ιστορία της προσευχής του Σολομώντα αμέσως μετά την ανάληψη της βασιλείας του, εκφράζει με θαυμαστό τρόπο το πνεύμα που πρέπει να διέπει κάθε χριστιανό. Στη δυνατότητα που του χορήγησε ο Θεός να ικανοποιήσει ένα αίτημα, ο Σολομών του ζητά: «Δώσε μου λοιπόν Κύριε, τη σοφία που χρειάζομαι για να διοικώ το λαό σου και να διακρίνω  τι είναι καλό και τι κακό γι΄αυτούς, γιατί χωρίς αυτήν την ικανότητα, ποιος θα μπορούσε να κυβερνήσει αυτόν το λαό σου, τον τόσο πολυπληθή» (Γ! Βασ. 3,9). Δεν του ζητά περιουσία, τιμή, εξολόθρευση των εχθρών ή και χρόνια πολλά.. Του ζητάει κάτι πολύ ουσιαστικό: μια καρδιά που ακούει, που είναι ικανή να διακρίνει μεταξύ καλού και κακού. Όλα τα άλλα έπονται.

 Αυτό ζητούμε και εμείς  με το αίτημα «ελθέτω η βασιλεία σου»: μια καρδιά που να υπ-ακούει ώστε να κυριαρχεί ο Θεός και όχι εμείς.

 

3ον. Η βασιλεία του Θεού ταυτίζεται με το Πρόσωπο του Ιησού

 Όπου υπάρχει Εκείνος, εκεί είναι και η βασιλεία του Θεού. Παρακαλούμε λοιπόν τον Θεό να ακούμε και να βρισκόμαστε σε κοινωνία με τον Ιησού Χριστό, για μεγαλύτερη και ουσιαστικότερη κοινωνία μαζί του (Γαλ. 3,28).

 Ο Reinhold Schneider, συγγραφέας του βιβλίου Das Vaterunser, περιγράφει την κατάσταση αυτή με τον εξής εντυπωσιακό τρόπο: Η ζωή αυτής της βασιλείας αποτελεί τη συνέχεια της ζωής του Χριστού στους δικούς του. Στην καρδιά η οποία δεν τροφοδοτείται από τη ζωτική δύναμη του Ιησού η βασιλεία εκπνέει (…) Αντιθέτως εγκαινιάζεται στην καρδιά η οποία αγγίζεται από τη βασιλεία και μεταμορφώνεται (…) Οι ρίζες αυτού του αιώνιου δέντρου αναζητούν να διεισδύσουν σε κάθε καρδιά.  Η βασιλεία είναι μία και συνίσταται αποκλειστικά από τον Κύριο, ο οποίος αποτελεί τη δύναμη και το κέντρο της ( Σελ. 31). Ο δε Παύλος αναφερόμενος στη βασιλεία του Θεού λέει τα εξής: «25Πράγματι, ο ίδιος ο Χριστός πρέπει να βασιλεύσει εωσότου θέσει όλους τους εχθρούς κάτω από τα πόδια του. 26Τελευταίος εχθρός που θα καταστραφεί, θα είναι ο θάνατος, 27αφού, όλα τα υπέταξε κάτω από τα πόδια του. ‘Οταν λέει “όλα υποτάχθηκαν”, είναι φανερό πως δεν συμπεριλαμβάνεται εκείνος που του τα υπέταξε όλα. 28’Οταν, λοιπόν, θα του υποταχθούν τα πάντα, τότε και αυτός ο Υιός θα υποταχθεί σε εκείνον που τα έθεσε όλα κάτω από την εξουσία του, ώστε ο Θεός να είναι τα πάντα σε όλα» (Α! Κορ. 15,25-28).

 

Γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ, και επί της γης

Η παράκληση αυτή λέει σαφώς δύο πράγματα: η θέλησή μας οφείλει να ταυτίζεται με τη θέληση του Θεού, ο δε ουρανός είναι εκεί όπου πραγματοποιείται στην εντέλεια το θέλημα του Θεού Πατέρα. Οπότε η Γη μπορεί να μετατραπεί σε Ουρανό εάν και στο βαθμό που πραγματοποιείται σε αυτήν (από τους ανθρώπους), το θέλημα του Θεού.

Στο ερώτημα τι είναι το θέλημα του Θεού και πώς μπορούμε να το εφαρμόσουμε, ο Πάπας Βενέδικτος 16ος στο  γνωστό πια σε μας βιβλίο του («Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ», εκδόσεις Ψυχογιός) αναφέρει περιληπτικά τα εξής:

 

1ον. Ο άνθρωπος γνωρίζει το θέλημα του Θεού μέσω της συνείδησης που του έδωσε ο Θεός κατά τη δημιουργία του (τον έπλασε «κατ΄εικόνα και ομοίωση».

 

2ον. Στην ιστορία των ανθρώπων επήλθε συσκοτισμός της συνείδησης αυτής, η οποία αν και δεν έσβησε πλήρως, ωστόσο επικαλύφτηκε από διάφορες καταστάσεις που δυσκόλευαν τον άνθρωπο να διακρίνει το θέλημα του Θεού.

 Παρενέβη τότε ο Θεός, – που από άπειρη καλοσύνη  θέλει πάντα να βοηθά τους ανθρώπους,- και τους έδωσε το Δεκάλογο μέσω του Μωυσή και του λαού που επέλεξε για να σώσει όλη την ανθρωπότητα.  Ο Δεκάλογος , με την επί του όρους ομιλία του Ιησού Χριστού δεν καταργήθηκε, αλλά συμπληρώθηκε και αναπτύχθηκε για να φωτίζει τους ανθρώπους με όλο το βάθος και το μεγαλείο του.

 Η επί του όρους ομιλία του Ιησού Χριστού, φανερώνει ξεκάθαρα το θέλημα του Θεού αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα πως το θέλημα αυτό «προέρχεται από το είναι Του και μας οδηγεί στην αλήθεια της ύπαρξής μας απελευθερώνοντάς μας από την αυτοκαταστροφή που προκαλεί το ψέμα»: (βλ. ίδιο σελ. 153). Θέλημα του Θεού είναι και η ίδια η ύπαρξή μας, γι΄αυτό,  παρά τα εμπόδια που συναντούμε, έχουμε τη δυνατότητα να  πορευτούμε στο θέλημα Του. Για το σκοπό αυτό, εκτός της συνείδησης που προαναφέραμε, με τον ερχομό του Ιησού έχουμε όχι μόνο τη γνώση του Θεού Πατέρα, αλλά και την παρουσία του Αγίου Πνεύματος μέσα μας που, αν πιστεύουμε βαθιά σε αυτήν, μπορούμε να κάνουμε ακόμα και θαύματα.

 

3ον. Το θέλημα του Θεού: κεντρική αποστολή του Ιησού

 Στην πρόσκληση των μαθητών προς τον Ιησού να φάει κάτι, Εκείνος τους απαντά: «Δικιά μου τροφή είναι να εκτελώ το θέλημα εκείνου που με έστειλε, και να φέρω σε πέρας το έργο του» (Ιω. 4,34). Στο δε όρος των Ελαιών, ενώ αγωνιούσε ως άνθρωπος εμπρός στο μαρτύριο που θα ακολουθούσε, απευθυνόμενος προς τον Πατέρα του, λέει: “Πατέρα μου, αν είναι δυνατό, ας περάσει μακριά από μένα αυτό το ποτήρι. Αλλά όχι όπως θέλω εγώ, αλλά όπως θέλεις εσύ”.

 

“Πατέρα μου, εάν αυτό το ποτήρι δεν μπορεί να περάσει χωρίς να το πιω, ας γίνει το θέλημά σου” (Μτ. 26,39.42).

 

Ο συγγραφέας της προς Εβραίους επιστολής, για να ερμηνεύσει την αγωνιώδη προσευχή του Ιησού στον κήπο των Ελαιών, επικαλείται τον Ψαλμό 39(40), λέγοντας τα εξής:

 

«Θυσία και προσφορά δε θέλησες,

 

αλλά μου ετοίμασες ένα σώμα.

 

Δε σου αρέσουν ολοκαυτώματα και θυσίες για αμαρτίες.

 

Τότε είπα: Ιδού έρχομαι,

 

όπως γράφει το κεφάλαιο του βιβλίου για μένα,

 

να εκτελέσω, Θεέ, το θέλημά σου» (Εβρ. 10,5-7 .Ψ. 39,7-9).

 «Ιδού έρχομαι για να εκτελέσω το θέλημά σου». Στη φράση αυτή περιλαμβάνεται ολόκληρη η ύπαρξη του Ιησού.  Σ΄αυτόν και μέσω αυτού πραγματοποιείται στην εντέλεια το θέλημα του Θεού. Ο Ιησούς είναι βαθιά και πραγματικά ο αληθινός ουρανός που αναφέραμε παραπάνω και στον οποίο εκπληρώνεται πλήρως το θέλημα του Θεού.

 Ο Ιησούς προσεύχεται στον Θεό-Πατέρα του και αγωνιά πριν υποστεί το μαρτύριο του σταυρικού θανάτου. Εκφράζει ωστόσο την πλήρη διάθεσή του να εκτελέσει το θέλημα Εκείνου και όχι το δικό του. Εξάλλου αυτό είναι η τροφή του, η αποστολή του, ο πυρήνας της ύπαρξής του.

 Μέσα από αυτή την αγωνιώδη προσευχή του Ιησού, καταλαβαίνουμε πως με μόνο τις δικές μας δυνάμεις, δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε την πορεία  του θελήματος του Θεού. Το δικό μας θέλημα μας σπρώχνει μακριά από το θέλημα του Θεού. Γι΄αυτό και στην Κυριακή προσευχή (που μας δίδαξε ο ίδιος ο Ιησούς) ζητούμε να γίνεται μέσα μας το θέλημα του Θεού. Ζητούμε δηλαδή να πλησιάζουμε όλο και περισσότερο  τον Ιησού Χριστό, να είμαστε όλο και περισσότερο σε βαθύτερη κοινωνία μαζί του, για να μαθαίνουμε και να ακολουθούμε το δρόμο και το θέλημα του Θεού όπως μας δίδαξε με λόγια και με έργα ο ενσαρκωμένος Υιός του.

 

Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον

 Είναι η πιο ανθρώπινη παράκληση του «Πάτερ Ημών». Ενώ ο Ιησούς είχε πει στους μαθητές του να μην μεριμνούν για το φαγητό, το νερό και το ντύσιμό  τους (βλ.Μτ.6,25), τους προσκαλεί τώρα να προσεύχονται για τον επιούσιον άρτον.

 Το ψωμί είναι καρπός της γης και της εργασίας των ανθρώπων. Η Γη ωστόσο δεν μπορεί να δώσει καρπούς χωρίς τον ήλιο και τη βροχή, δηλαδή χωρίς τη συνέργεια κοσμικών δυνάμεων που δεν ελέγχονται από τον άνθρωπο. Άρα ο άνθρωπος αν δεν υπερβεί τον εαυτό του και δεν ανοιχθεί στον Θεό δεν μπορεί να ζήσει αλλά ούτε και να αυτοπραγματωθεί. Οφείλει να παρακαλέσει τον Θεό για να καλύψει τόσο τις πιο απλές και απαραίτητες ανάγκες του (τον άρτον) όσο και τις πιο βαθιές (την ατέλειωτη ευτυχία).

 Το «ημών» φανερώνει ότι το αίτημα αυτό γίνεται από το σύνολο των παιδιών του Θεού. «Δεν επιτρέπεται σε κανένα να σκέφτεται μόνο τον εαυτό του. Όποιος έχει ψωμί σε αφθονία προσκαλείται να το μοιράσει. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος έλεγε ότι «κάθε μπουκιά ψωμιού με κάποιο τρόπο είναι μπουκιά που ανήκει σε όλους» (Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, σελ. 156).

 Εξάλλου όποιος παρακαλεί για ψωμί είναι φτωχός. Οι δε φτωχοί μπορούν να καταταγούν σε δύο κατηγορίες:

 

1ον. Αυτοί που στερούνται τα απολύτως απαραίτητα για να ζήσουν. Αυτοί δηλαδή που δεν έχουν νερό, τροφή, ρούχα, στέγη και συνεπώς πεθαίνουν καθημερινά αφού δεν μπορούν να καλύψουν ούτε αυτές τις στοιχειώδεις ανάγκες τους. Και στην κατηγορία αυτοί δυστυχώς συγκαταλέγονται ολόκληροι λαοί και  εκατομμύρια άνθρωποι!

 

Εδώ τίθεται το ρώτημα: τι κάνει ο Θεός γι΄αυτούς; Πολλοί από αυτούς είναι χριστιανοί και παρακαλούν τον Θεό να τους δώσει τον «επιούσιον άρτον». Γιατί δεν εισακούονται; Ερώτημα σοβαρό και δύσκολο. Τούτο αποτελεί, κατά την άποψή μου ένα μέρος του προβλήματος του πόνου κι του κακού που υπάρχει στον κόσμο.

 

Μια από τις απαντήσεις θα ήταν ίσως η φράση του προφήτη Ησαία πώς «οι σκέψεις του Θεού δεν είναι οι δικές μας σκέψεις» (Βλ. Ησ.55,8) και ότι η άγνοιά μας για το μυστήριο του κακού και του πόνου  δεν μας επιτρέπει να αμφισβητούμε τον Θεό. Σημασία έχει να αναγνωρίσουμε πως δεν ξέρουμε, πως δεν κατανοούμε, αλλά εμπιστευόμαστε την παντογνωσία και την καλοσύνη του Θεού-Πατέρα επειδή τον γνωρίσαμε, τον συναντήσαμε, και είμαστε σε στενή κοινωνία μαζί Του.

 

Μια δεύτερη απάντηση είναι ότι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο ελεύθερο και ανήκει σε αυτόν η ευθύνη για την  καλή ή κακή χρήση της ελευθερίας αυτής. Το κακό που μαστίζει εκατομμύρια ανθρώπων και τους αποδεκατίζει καθημερινά είναι αποτέλεσμα της ιδιοτέλειας και της αδιαφορίας των ισχυρών αυτού του κόσμου που ευθύνονται για την άδικη κατανομή των αγαθών της γης.

 

Όσοι πιστεύουμε στον Θεό, όσοι πιστεύουμε ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε παιδιά Του και αποτελούμε μια οικογένεια, οφείλουμε να αγωνιζόμαστε και να προσευχόμαστε καθημερινά, ώστε οι άνθρωποι που ορίζουν τις τύχες των λαών, να διέπονται από αγάπη και αλληλεγγύη για όλους τους συνανθρώπους τους.

 

2ον.Φτωχοί είναι επίσης και όσοι απαρνήθηκαν τα πρόσκαιρα μεγαλεία και τις ανέσεις του πλούτου για να αφεθούν έτσι με ριζοσπαστικό τρόπο στον Θεό και στην καλοσύνη Του. Είναι οι άνθρωποι που έμπρακτα αποδεικνύουν σε όλους εμάς τους ολιγόπιστους τη βαθιά πίστη τους στον Θεό και την έντονη παρουσία Του μέσα στον κόσμο μας. Είναι φάροι που λάμπουν, φωτίζουν και κατευθύνουν τους απλούς ανθρώπους στο δρόμο που χάραξε ο Χριστός. Οικοδομούν τη ζωή τους στον Θεό και δεν αναζητούν άλλη εξασφάλιση πέρα από αυτό. Και όταν ζητούν τον «επιούσιον άρτον» είναι απόλυτα πεπεισμένοι πως ο Θεός θα φροντίσει γι΄αυτόν.

 

Έτσι η έννοια της παράκλησης για τον «επιούσιον άρτον» δεν περιορίζεται μόνο στην καθημερινή διατροφή. Προϋποθέτει, καθώς είδαμε και την ριζοσπαστική ακολουθία  του στενού κύκλου των μαθητών του Χριστού που απαρνήθηκαν την κατοχή σε αυτό τον κόσμο και προσκολλήθηκαν στο δρόμο που οδηγεί στα αληθινά και σταθερά πλούτη του Χριστού.

 

Αλλά η έννοια του άρτου στα λόγια και στις πράξεις του Ιησού έχει και άλλα βαθύτερα περιεχόμενα. Το θέμα ψωμί κατέχει περίοπτη θέση στα κηρύγματα και στη ζωή του Ιησού: αρκεί να αναφερθούμε στους πειρασμούς του Ιησού, στον πολλαπλασιασμό των άρτων, στο Μυστικό Δείπνο και στην ομιλία του με θέμα το ψωμί στο Κεφάλαιο 6 του Ιωάννη. Είναι γι΄αυτό σωστό και θα έλεγα απαραίτητο, όταν απαγγέλλουμε το «Πάτερ ημών» και ζητούμε από τον Θεό τον «επιούσιον άρτον», εκτός από το ψωμί για την επιβίωσή μας, να ζητούμε και την πνευματική μας τροφή που είναι ο Ευχαριστιακός Άρτος , και ο Λόγος του Χριστού όπως ο ίδιος ρητά μας δήλωσε: «Εγώ είμαι ο άρτος που κατέβηκε από τον ουρανό και χαρίζει τη ζωή. Όποιος φάει απ΄αυτόν τον άρτον θα ζήσει αιώνια. Και ο άρτος τον οποίο θα δώσω εγώ είναι το σώμα μου, που θα το προσφέρω για να ζήσει ο κόσμος»(….) «Το Πνεύμα του Θεού είναι αυτό που δίνει ζωή. Τα ανθρώπινα δεν ωφελούν σε τίποτα. Τα λόγια που σας είπα εγώ είναι πνεύμα και είναι ζωή» (Ιω. 6,51. 63).

 

Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών

 Η ζωή κάθε ανθρώπου σημαδεύεται από σωρεία πράξεων ενάντια στην αλήθεια του Θεού και του εαυτού του. Οι κακές αυτές πράξεις τον απομακρύνουν από τον Θεό και τα αδέλφια του, τους συνανθρώπους και δημιουργούν ενοχές στη συνείδησή του. Έτσι βρίσκεται διαρκώς με χρέη και οφειλές και αναζητεί τρόπους για να επανορθώσει τι κακό που προξένησε και να συμφιλιωθεί με όσους έβλαψε.

 Η τάση των ανθρώπων είναι να ανταποδίδουν το κακό που υφίστανται και έτσι, με την εκδίκηση και την αντεκδίκηση δημιουργείται μια αλυσίδα που αναπτύσσεται διαρκώς και δεν έχει διέξοδο.

 Ο Ιησούς Χριστός, με τη σημερινή παράκληση μας λέει:  η αλυσίδα του κακού μπορεί να σπάσει, να υπερνικηθούν οι ενοχές και να γεφυρωθούν τα χάσματα στις σχέσεις με τον Θεό και τους ανθρώπους μόνο με τη συγχώρηση.

 Όλο το Ευαγγέλιο διαπερνάται από αυτό το μήνυμα. Ερμηνεύοντας και συμπληρώνοντας την Πέμπτη εντολή του Δεκαλόγου (μη φονεύσεις), ο Ιησούς μας λέει: «Εάν, λοιπόν, προσφέρεις στο θυσιαστήριο το δώρο σου και εκεί θυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίον σου, άφησε εκεί το δώρο σου, μπροστά στο θυσιαστήριο, και πήγαινε πρώτα να συμφιλιωθείς με τον αδελφό σου, και τότε έλα και πρόσφερε το δώρο σου»( Μτ. 5,23-24). Με άλλα λόγια ορθή λατρεία του Θεού χωρίς προηγούμενη συμφιλίωση με τον Θεό και τον πλησίον, δεν μπορεί να υπάρξει.

 Κάθε προσφορά προϋποθέτει συμφιλίωση και βαθιά αγάπη. Επ΄αυτού αναφέρω ενδεικτικά κάποια από τα σημαντικότερα έργα και λόγια του Θεού:

 

Ήρθε σ΄εμάς με τη μορφή ανθρώπου  για να μας δώσει τη δυνατότητα να συμφιλιωθούμε μαζί Του και μεταξύ μας. Κατά το Μυστικό Δείπνο και προτού μας χαρίσει το δώρο της Θείας Ευχαριστίας, φανέρωσε τα βαθιά αισθήματα αγάπης προς τους μαθητές του πλένοντας τα πόδια τους. Με την παραβολή του άσπλαχνου δούλου, που του χάρισαν ένα υπέρογκο ποσό χρημάτων αλλά εκείνος αρνήθηκε να χαρίσει ένα ευτελέστατο ποσό σε ένα φτωχό χρεοφειλέτη του, ο Ιησούς Χριστός  μας έστειλε ξεκάθαρο μήνυμα καλοσύνης και συγχώρησης.

 Αλλά τι σημαίνει συγχώρηση; Τι συνεπάγεται αυτή η διαδικασία; Η ενοχή προϋποθέτει μια πραγματικότητα, μια αντικειμενική δύναμη η οποία έχει σκορπίσει καταστροφή. Η καταστροφή αυτή πρέπει να υπερνικηθεί. Γι΄αυτό η συγχώρηση είναι κάτι περισσότερο από άγνοια ή απλή λησμοσύνη.

 Η συγχώρηση κοστίζει πρώτα σ΄αυτόν που συγχωράει. Πρέπει να υπερνικηθεί το κακό που του έγινε, και να το σβήσει μέσα του σε μια διαδικασία μεταμόρφωσης και αυτοανακαίνισης ώστε να αποδεχτεί και πάλι τον άλλο, τον ένοχο. Εδώ ο νους μας πάει στο μυστήριο του Σταυρού του Χριστού. Ο αγιασμός και η βαθιά θεραπεία των ανθρώπων κόστισε το θάνατο του Υιού του Θεού (βλ. Ιωσήφ Ratzinger, Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, σελ. 162).

 Η αλήθεια αυτή, αν και βρίσκεται στον πυρήνα της χριστιανικής πίστης, δεν κατέχει σήμερα στην σκέψη των χριστιανών τη θέση που της αρμόζει. Και πρόκειται για μια αλήθεια που οι προφήτες και ειδικά ο Ησαΐας, είχαν προαναγγείλει με σαφήνεια και με εντυπωσιακές λεπτομέρειες. Πράγματι, περιγράφοντας τα πάθη του δούλου του Θεού, δηλαδή του Ιησού, ο Ησαΐας έγραφε: «Αυτός στ΄ αλήθεια σήκωσε επάνω του τις ασθένειές μας, και τους πόνους μας εκείνος βάσταξε κι εμείς τον θεωρήσαμε πληγωμένο, χτυπημένο από το Θεό και ταπεινωμένο. Εκείνος όμως τραυματίστηκε για τις ανομίες μας, συντρίφτηκε εξαιτίας των κακουργημάτων μας. Η  διαπαιδαγώγηση που έφερε την ειρήνη μας ήταν επάνω του, χάρη στις πληγές του εμείς θεραπευτήκαμε. Όλοι εμείς πλανηθήκαμε σαν πρόβατα, ο καθένας παρεξέκλινε στο δικό του δρόμο και ο Κύριος έθεσε επάνω του την ανομία όλων μας» (Ησ.53,4-6).

 Έτσι η παράκληση που μελετάμε επικεντρώνεται και αυτή στο πρόσωπο του Χριστού. Παρακαλούμε τον Θεό να είμαστε σε κοινωνία με τον Ιησού Χριστό, ώστε να αντλούμε από Αυτόν τη δύναμη να συγχωρούμε όπως συγχώρησε Εκείνος αυτούς που τον σταύρωσαν: «Πατέρα, συγχώρησέ τους, δεν ξέρουν τι κάνουν» (Λκ. 23,34).

 Η ενοχή μπορεί να υπερνικηθεί μόνο με την ανάλωση της καρδιάς και της ύπαρξής μας ολόκληρης. Τούτο όμως δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο μέσω της κοινωνίας με Εκείνον που σήκωσε το βάρος όλης της ενοχής ων ανθρώπων.

 Συνοπτικά μπορούμε να πούμε πως η αίτηση του «Πάτερ ημών» που εξετάζουμε, «μας υπενθυμίζει Αυτόν στον οποίο η συγχώρηση κόστισε την κάθοδο στην κακουχία της ανθρώπινης ύπαρξης και το θάνατο στο Σταυρό. Γι΄αυτό μας καλεί καταρχάς σε ευγνωμοσύνη και μας προσκαλεί με Αυτόν (τον Ιησού Χριστό) σε υπερνίκηση του κακού μέσω της αγάπης (βλ. ίδιο. Σελ. 163).

 

Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν

 Για τη μελέτη της έκτης αυτής παράκλησης της Κυριακής προσευχής, αρκεί να περιοριστούμε στα κύρια σημεία της ερμηνείας που δίνει ο Πάπας Βενέδικτος 16ος στο βιβλίο του «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ».

 Στηριζόμενος σε κείμενα της Αγίας Γραφής, ο Πάπας λέει συνοπτικά τα εξής: Καταρχάς θα πρέπει κατηγορηματικά να δηλώσουμε ότι ο πειρασμός δεν έρχεται από τον Θεό. Τούτο βεβαιώνεται από τον Άγιο Ιάκωβο (βλ. Επιστ. 1,13) και τον ευαγγελιστή Ματθαίο ( βλ. Μτ. 4,1). Όμως στη μεσσιανική αποστολή του Ιησού εντάσσεται η δοκιμασία και η νίκη των πειρασμών που πάντα παραπλανούν την ανθρωπότητα και την απομακρύνουν από τον Θεό. Κατέβηκε στον Άδη, – στο πεδίο όπου υφιστάμεθα πειρασμούς και  συχνά ενδίδουμε -, για να μας πάρει από το χέρι και να μας οδηγήσει επάνω. Ο Ιησούς Χριστός πρέπει να υποστεί τους πειρασμούς μέχρι σταυρικού θανάτου για να μας διανοίξει την οδό της σωτηρίας. Δηλαδή ο Θεός έγινε άνθρωπος και υπέστη όλες τις συνέπειες της ανθρώπινης κατάστασης. (βλ. Εβρ. 2,18 και Εβρ. 4,15-16).

 Ο Σατανάς κατηγορεί τον άνθρωπο ο οποίος αν και πλάστηκε « κατ΄εικόνα και ομοίωση του Θεού», ενδιαφέρεται μόνο για το άτομό του και την απόλαυσή του. Τούτο, θα αποδειχθεί, λέει ο Σατανάς,  με τον δίκαιο Ιώβ: όταν τα πάντα του αφαιρεθούν, τότε αυτός και η ευλάβειά του   γρήγορα θα χαθούν. Γι΄αυτό και ο Θεός, με αυστηρά καθορισμένα όρια, επιτρέπει στον Σατανά να τον δοκιμάσει, και όχι να τον κάνει να υποκύψει.

 Τα πάθη κι οι δοκιμασίες του Ιώβ, θα φέρουν τη δικαίωσή του. Μέσω της πίστης του, η οποία δοκιμάζεται στα δεινά του, αποκαθίσταται η τιμή του ανθρώπου.

 Τα πάθη του Ιώβ προδιαγράφουν τα πάθη των οπαδών του Χριστού. Ο Χριστός δοκιμάστηκε μέχρις εσχάτων, αποκατάστησε την τιμή όλων μας και μας έδειξε την πορεία προκειμένου ακόμη και στο πιο βαθύ σκοτάδι των δοκιμασιών να μην χάνουμε την πίστη στον Θεό.

 Για να ωριμάσουμε, για να περάσουμε από την επιφανειακή ευλάβεια στη βαθιά σχέση και ενότητα με τον  Θεό, είναι απαραίτητο να διαβούμε μέσα από δοκιμασίες. Η κάθαρση και η μεταμόρφωση του ανθρώπου γίνεται σταδιακά και περνά πάντα μέσα από αναταράξεις, αγώνες, πειρασμούς, δοκιμασίες.

 Αυτός είναι ο λόγος που ο Θεός επιτρέπει τους πειρασμούς, δίνει στο κακό ένα κομμάτι ελεύθερου πεδίου. Γι’αυτό και εμείς, με την έκτη παράκληση της Κυριακής προσευχής, λέμε στον Κύριο: Σε παρακαλούμε δες τα όρια της δύναμής μας και μη μας εμπιστεύεσαι υπερβολικά. Μείνε κοντά μας όταν μας βασανίζουν οι πειρασμοί.

 

Με τις δοκιμασίες και τους πειρασμούς, συνειδητοποιούμε τα όριά μας, διαπιστώνουμε τις αδυναμίες μας και γινόμαστε λιγότερο εγωιστές. Καταλαβαίνουμε πως στηριζόμενοι μόνο στις δικές μας δυνάμεις, δεν μπορούμε να αναπτυχθούμε πνευματικά. Καταλαβαίνουμε πόση ανάγκη έχουμε από τη βοήθεια και τη χάρη του Θεού. Και αυτό ακριβώς ζητούμε στην παράκληση που μελετήσαμε.

 

Αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού

 Η τελευταία αυτή παράκληση μιλάει για λύτρωση, για ελευθερία από το κακό. Η προτελευταία ζητάει από τον Θεό να μην επιτρέψει να δοκιμαστούμε με δεινά  πέρα από τα όρια της αντοχής μας. Έχουν δηλαδή οι δυο παρακλήσεις μεγάλη συνάφεια μεταξύ τους. Στην ουσία και οι δύο καταλήγουν στην επιθυμία να προστατευτεί και να ελευθερωθεί ο άνθρωπος από τις απειλές του κακού.

 Αλλά ποιο είναι το κακό από το οποίο θέλουμε να προστατευτούμε και να ελευθερωθούμε; Τα κακό, στις μέρες της πρωτοχριστιανικής Εκκλησίας, έχει συγκεκριμένη ιστορική μορφή. Είναι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία με την Καισαρολατρία και την πολιτικοοικονομική της δύναμη. Αυτή αντιπροσωπεύει το θηρίο, τον Δράκοντα, της Αποκάλυψης που θέλει να κατασπαράξει, – και όντως κατασπάραζε -, τους χριστιανούς.

 Επειδή όμως η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία δεν υφίσταται πια, αυθόρμητα τίθεται το ερώτημα: ποιο είναι το σημερινό θηρίο ή ο πονηρός και το κακό που απειλούν σήμερα τους χριστιανούς;

 Είναι η παντοδυναμία της πολιτικοοικονομικής εξουσίας, οι δυνάμεις του εμπορίου με τα όπλα και τα ναρκωτικά, αλλά και τις αναγκαιότητες που επιβάλλουν στην ανθρωπότητα. Σημερινό θηρίο είναι επίσης οι διάφορες ιδεολογίες για οικονομική επιτυχία, για κοινωνική προβολή και δόξα, για προσωπική άνεση και απόλαυση, που κατακλύζουν τις κοινωνίες μας και απειλούν να μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον των ανθρώπων. Με άλλα λόγια, οι ιδεολογίες αυτές μας λένε: ο Θεός είναι ένα επινόημα και ένα κατασκεύασμα που αφαιρεί χρόνο και απολαύσεις από τη ζωή μας.

 Όλη η Κυριακή προσευχή και ιδιαίτερα η τελευταία παράκληση, λένε το εξής: βοήθησέ μας Θεέ, να μην χάσουμε την πίστη μας σε Σένα. Αν σε χάσουμε, χάνουμε και τον εαυτό μας, Γινόμαστε ένα τυχαίο προϊόν της εξέλιξης των ειδών. Ενώ αν είμαστε ενωμένοι μαζί σου, αν έχουμε εμπιστοσύνη Σένα, στα έργα και στα λόγια του Ιησού Χριστού, καμία δύναμη ή ιδεολογία δεν μπορεί να μας επηρεάσει αρνητικά, να μας αποσπάσει από Σένα και να μας βλάψει.

 Προσευχόμαστε λοιπόν να μην χάσουμε το κατεξοχήν αγαθό ανάμεσα στα αγαθά, δηλαδή την αφοσίωσή μας στον Θεό. Αυτό σημαίνει «ρύσαι ημάς από του πονηρού».

 Η εξασφάλιση της προστασίας και της λύτρωσης από το πονηρό έδινε πάντοτε δύναμη, σιγουριά και εμπιστοσύνη στους μάρτυρες χριστιανούς μέσα σε ένα κόσμο γεμάτο απειλές.

 

Το συναίσθημα αυτό της ασφάλειας και της αληθινής ελευθερίας το εξέφρασε θαυμάσια ο άγιος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του:  «Αν ο Θεός είναι με το μέρος μας, ποιος είναι εναντίον μας; 32Αυτός βέβαια, που δεν λυπήθηκε τον ίδιο του τον Υιό, αλλά τον παράδωσε για όλους εμάς, πώς μαζί μ’αυτόν δεν θα μας χαρίσει τα πάντα; 33Ποιός θα κατηγορήσει τους εκλεκτούς του Θεού; Ο Θεός είναι που δικαιώνει. 34Ποιός θα τους κατακρίνει; Ο Χριστός Ιησούς είναι που πέθανε, μάλλον που αναστήθηκε και ο οποίος είναι στα δεξιά του Θεού και αυτός μεσιτεύει για μας. 35Ποιός θα μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; Θλίψη ή στενοχώρια ή διωγμός ή πείνα ή γύμνια ή κίνδυνος ή μαχαίρι; 36Καθώς είναι γραμμένο:

 Για σένα όλη τη μέρα θανατωνόμαστε, θεωρηθήκαμε σαν πρόβατα προορισμένα για σφαγή.37Αλλά σε όλα αυτά εμείς νικούμε με το παραπάνω, μέσω εκείνου που μας αγάπησε. Επειδή, είμαι πεπεισμένος πως ούτε θάνατος, ούτε ζωή, ούτε άγγελοι, ούτε αρχές, ούτε παρόντα, ούτε μελλοντικά, ούτε δυνάμεις, 39ούτε ύψος, ούτε βάθος, ούτε κανένα άλλο πλάσμα θα μπορέσει να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού, που φανερώθηκε με το Χριστό Ιησού τον Κύριό μας» (Ρωμ. 8, 31-39).

 Εμείς με ποιον είμαστε; Με τον Θεό της χριστιανικής παράδοσης και της ιστορικής Αποκάλυψης,  είτε με τους θεούς του Διαφωτισμού, της επίγειας ευτυχίας του ανθρώπου που δήθεν εξασφαλίζει αποκλειστικά η λογική και η επιστήμη; Ο ίδιος ο Θεός, ιστορικά μας υπέδειξε τη σωστή απόφαση και επιλογή, ωστόσο ο Ίδιος σεβάστηκε πάντοτε την ανθρώπινη ελευθερία.

 

Διαμόρφωση σύνοψης:

 

Πέτρος Ανδριώτης

 

 

Προηγούμενο Άρθρο

Αθήνα : Αδ. Ιεραπόστολοι της Αγάπης, 25 χρόνια προσφοράς

Επόμενο Άρθρο

Κέρκυρα : Ιερατική Χειροτονία του π. Λέοντα Κισκίνη

You might be interested in …

«Ο Αναστημένος Χριστός στο σημερινό κόσμο», του σεβαμ. Ιωάννη Σπιτέρη

    Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΖΕΙ ΑΠΟ ΜΙΑ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΑΛΛΑ ΔΟΞΑΖΕΙ ΜΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ   Ο Χριστιανισμός δεν παρουσιάστηκε στον κόσμο σαν θρησκεία που επιζεί από μία νοσταλγία για ένα ωραίο γεγονός του παρελθόντος, αλλά ως […]

«Ο Ιησούς Χριστός το Α και το Ω η αρχή και το τέλος» του σεβασμ. Ιωάννη Σπιτέρη (μέρος 1ο)

Ο Ιησούς Χριστός το Α και το Ω η αρχή και το τέλος   (A’ Μέρος)   του σεβασμ. Ιωάννη Σπιτέρη   ΕΙΣΑΓΩΓΗ   Στο συνολικό σχέδιο της αυτο-επικοινωνίας του Θεού, ο Χριστός αντιπροσωπεύει όχι […]

«Δέξου αυτό το Νέο Έτος», Ποίημα του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β’

Δέξου, Πατέρα Άγιε, Αιώνιε και Παντοδύναμε Θεέ. Δέξου αυτό το Έτος που ξεκινάμε σήμερα. Από την πρώτη κιόλας ημέρα, από τις πρώτες ώρες επιθυμούμε να προσφέρουμε σ’ Εσένα, που είσαι άναρχος, αυτή τη νέα αρχή. […]