Μήνυμα
της 3ης Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης
της Συνόδου των Επισκόπων, 18.10.2014
Στην πορεία της 14ης Γενικής Συνεδρίας αυτής της ημέρας, οι συνοδικοί Πατέρες ενέκριναν το Μήνυμα της 3ης έκτακτης γενικής Συνέλευσης της Συνόδου των Επισκόπων με το θέμα: Οι ποιμαντικές προκλήσεις της οικογένειας στο πλαίσιο του ευαγγελισμού (5-19 Οκτωβρίου 2014)
Δημοσιεύουμε ακολούθως το κείμενο του Μηνύματος στην Ελληνική γλώσσα:
Μήνυμα
Εμείς, οι Συνοδικοί Πατέρες, που συναχθήκαμε στη Ρώμη γύρω από τον Πάπα Φραγκίσκο στην Έκτακτη Γενική Συνέλευση της Συνόδου των Επισκόπων, απευθυνόμαστε σε όλες τις οικογένειες των διαφόρων Ηπείρων και ιδιαίτερα σε αυτές που ακολουθούν τον Χριστό, Οδό, Αλήθεια και Ζωή. Εκφράζουμε τον θαυμασμό και την ευγνωμοσύνη μας για την καθημερινή μαρτυρία που προσφέρετε σ’εμάς και στον κόσμο με την πιστότητά σας, την πίστη, την ελπίδα και την αγάπη σας.
Και εμείς, ποιμένες της Εκκλησίας, γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε σε μια οικογένεια, με τις πιο διαφορετικές ιστορίες και περιπέτειες. Ως ιερείς και επίσκοποι, συναντήσαμε και ζήσαμε δίπλα σε οικογένειες που μας διηγήθηκαν με λόγια και μας έδειξαν με έργα μια μακρά σειρά από λαμπρές, αλλά και από κοπιαστικές περιόδους της ζωής τους.
Η ίδια η προετοιμασία αυτής της συνοδικής συνέλευσης, ξεκινώντας από το ερωτηματολόγιο, που στάλθηκε στις Εκκλησίες όλου του κόσμου, μας επέτρεψε να ακούσουμε τη φωνή πολλών οικογενειακών εμπειριών. Ο δε διάλογός μας, κατά τις ημέρες της Συνόδου, μας εμπλούτισε αμοιβαία, βοηθώντας μας να κοιτάξουμε όλη τη ζωντανή και σύνθετη πραγματικότητα μέσα στην οποία ζουν οι οικογένειες.
Σας υπενθυμίζουμε τα λόγια του Χριστού: «Ιδού, στέκομαι μπροστά στην πόρτα και κτυπώ. Αν κάποιος ακούσει τη φωνή μου και μου ανοίξει την πόρτα, θα μπω στο σπίτι του και θα δειπνήσω μαζί του κι αυτός μαζί μου» (Απ. 3,20). Όπως συνήθιζε να κάνει, κατά τις διαδρομές του ανά τους δρόμους των Αγίων Τόπων, μπαίνοντας στα σπίτια των χωριών, ο Ιησούς συνεχίζει να περνά και σήμερα από τους δρόμους των πόλεών μας. Στα σπίτια σας βιώνονται φωτεινές και σκοτεινές στιγμές, προκλήσεις ενθουσιαστικές αλλά και δοκιμασίες δραματικές. Το σκοτείνιασμα γίνεται ακόμη πιο πυκνό και καταλήγει σε βαθύ σκοτάδι, όταν στην ίδια την καρδιά της οικογένειας υπεισέρχονται το κακό και η αμαρτία.
Πριν απ’ όλα υπάρχει η μεγάλη πρόκληση της πιστότητας στη συζυγική αγάπη. Η εξασθένηση, κατόπιν, της πίστεως και των αξιών, ο ατομικισμός, η μείωση της ποιότητας των σχέσεων, το στρες μιας φρενίτιδας που αγνοεί το στοχασμό, είναι φαινόμενα που σημαδεύουν και την οικογενειακή ζωή. Έτσι παρακολουθούμε όχι λίγες κρίσεις στους γάμους, που συχνά αντιμετωπίζονται με τρόπο βιαστικό και χωρίς το θάρρος της υπομονής, του ελέγχου της κατάστασης, της αμοιβαίας συγχώρησης, της συμφιλίωσης ή ακόμα και της θυσίας. Ο αποτυχίες, δίνουν έτσι το έναυσμα για τη δημιουργία νέων σχέσεων, νέων ζευγαριών, νέων ενώσεων και νέων γάμων, διαμορφώνοντας οικογενειακές καταστάσεις σύνθετες και προβληματικές για τη χριστιανική επιλογή.
Ανάμεσα σε αυτές τις προκλήσεις, θέλουμε να θυμίσουμε και τις δυσχέρειες της ίδιας της ύπαρξης. Ας σκεφτούμε τον πόνο που μπορεί να προκληθεί σε μια οικογένεια με ένα παιδί διαφορετικών δεξιοτήτων, με μια σοβαρή ασθένεια, με τον νευρολογικό εκφυλισμό των γηρατειών, με το θάνατο ενός προσφιλούς προσώπου. Είναι αξιοθαύμαστη η γενναιόδωρη πιστότητα πολλών οικογενειών που βιώνουν αυτές τις δοκιμασίες με θάρρος, πίστη και αγάπη, και δεν τις θεωρούν ως κάτι που τους αφαιρείται ή τους επιβάλλεται, αλλά ως κάτι που τους έχει δωριθεί και που αυτές δωρίζουν, βλέποντας τον πάσχοντα Χριστό σε αυτά τα άρρωστα σώματα.
Σκεπτόμαστε τις οικονομικές δυσκολίες που προκαλούνται από συστήματα διεφθαρμένα, από «τον φετιχισμό του χρήματος και τη δικτατορία μιας οικονομίας χωρίς πρόσωπο και χωρίς έναν αληθινά ανθρώπινο σκοπό» (Evangelii gaudium 55), που ταπεινώνει την αξιοπρέπεια των προσώπων. Σκεπτόμαστε τους άνεργους, πατέρα ή μητέρα, ανήμπορους εμπρός στις ανάγκες, ακόμα και τις πρωταρχικές, της οικογένειάς τους, και τους νέους που βρίσκονται εμπρός σε ημέρες κενές και χωρίς προσδοκία και οι οποίοι μπορούν να γίνουν λεία των εκτροπών στα ναρκωτικά ή στην εγκληματικότητα.
Σκεπτόμαστε, επίσης, το πλήθος των φτωχών οικογενειών, αυτές που επιβαίνουν σε μια βάρκα με την ελπίδα να φθάσουν σε έναν προορισμό επιβίωσης, τις οικογένειες προσφύγων, που, χωρίς ελπίδα, μεταναστεύουν στις ερήμους, αυτές που καταδιώκονται απλά και μόνο εξαιτίας της πίστεώς τους και των πνευματικών και ανθρώπινων αξιών τους, αυτές που πλήττονται βάναυσα από την ωμότητα των πολέμων και των καταπιέσεων. Σκεπτόμαστε, ακόμα, τις γυναίκες που υφίστανται βία και γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης, το δουλεμπόριο, τα παιδιά και τους νεαρούς, θύματα καταχρήσεων ακόμα και από μέρους αυτών που όφειλαν να τα προστατέψουν και να τα βοηθήσουν να μεγαλώσουν μέσα σε πνεύμα εμπιστοσύνης, ας σκεφτούμε, τέλος, και τα μέλη πολλών οικογενειών, που είναι ταπεινωμένες και βρίσκονται σε δυσκολία. «Η κουλτούρα της ευημερίας, μας αναισθητοποιεί και (…) όλες αυτές οι τσακισμένες ζωές λόγω έλλειψης δυνατοτήτων, μας φαίνονται ένα απλό θέαμα, που με κανέναν τρόπο δεν μας συγκινεί» (Evangelii gaudium 54). Απευθύνουμε έκκληση προς τις κυβερνήσεις και τους διεθνείς οργανισμούς να προωθήσουν τα δικαιώματα της οικογένειας για το κοινό καλό.
Ο Χριστός θέλησε να είναι η Εκκλησία του ένα σπίτι με την πόρτα πάντοτε ανοικτή για την υποδοχή, χωρίς να αποκλείει κανέναν. Αισθανόμαστε γι’ αυτό ευγνώμονες προς τους ποιμένες, τους πιστούς και τις κοινότητες που είναι έτοιμοι να συνοδεύσουν και να επωμισθούν τους εσωτερικούς και κοινωνικούς σπαραγμούς των ζευγαριών και των οικογενειών.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει το φως που τα βράδια λάμπει πίσω από τα παράθυρα, στα σπίτια των πόλεων, στις ταπεινές κατοικίες της περιφέρειας ή των χωριών, ακόμα και στα καλυβόσπιτα: αυτό λάμπει και θερμαίνει σώματα και ψυχές. Το φως αυτό, μέσα στη γαμήλια περιπέτεια των συζύγων, ανάβει με τη συνάντησή τους: είναι μια δωρεά, μια χάρη που εκδηλώνεται –καθώς λέει η Γένεση (2,18)– όταν τα δυο πρόσωπα βρίσκονται το ένα «ενώπιον» του άλλου, με μια διάθεση για «βοήθεια ανταποδοτική», δηλαδή ίση και αμοιβαία. Η αγάπη του άνδρα και της γυναίκας, μας διδάσκει ότι ο καθένας από τους δύο, αν και παραμένει διαφορετικός στην ταυτότητά του, έχει ανάγκη τον άλλο για να είναι ο εαυτός του, και ότι ανοίγεται και αποκαλύπτεται στην αμοιβαία δωρεά. Είναι αυτό που εκφράζει, με υποβλητικό τρόπο, η γυναίκα στο Άσμα Ασμάτων: «Δικός μου ο αγαπημένος μου κι εγώ είμαι δική του… Του αγαπημένου μου είμ’ εγώ κι ο αγαπημένος μου δικός μου» (2,16/ 6,3).
Η διαδρομή, ώστε η συνάντηση αυτή να είναι αυθεντική, αρχίζει με τους αρραβώνες, που είναι περίοδος αναμονής και προετοιμασίας. Πραγματοποιείται πλήρως στο μυστήριο, όπου ο Θεός βάζει τη σφραγίδα του στη συνάντηση και προσφέρει την παρουσία του και τη χάρη του. Η πορεία αυτή γνωρίζει επίσης τη σεξουαλικότητα, την τρυφερότητα, την ομορφιά, που διατηρούνται και πέρα από το σφρίγος και τη νεανική φρεσκάδα. Η αγάπη, από τη φύση της, τείνει να είναι παντοτινή, μέχρι να δώσει κάποιος ακόμα και τη ζωή του για το πρόσωπο που αγαπά (βλ. Ιω. 15,13). Υπό το φως αυτό, η συζυγική αγάπη, μοναδική και αδιάλυτη, παραμένει ζωντανή, παρά τις πολλές δυσκολίες στο πλαίσιο των ανθρωπίνων ορίων. Είναι ένα από τα πιο ωραία θαύματα, παρά το γεγονός ότι είναι και το πιο κοινό.
Η αγάπη αυτή διαδίδεται μέσω της γονιμότητας και της γεννητικότητας, που δεν είναι μόνο τεκνοποίηση, αλλά και δωρεά της θεϊκής ζωής στο βάπτισμα, διαπαιδαγώγηση και κατήχηση των παιδιών. Είναι επίσης ικανότητα να προσφέρει κανείς ζωή, στοργή, αξίες, μια εμπειρία εφικτή και σ’αυτούς που δεν μπόρεσαν να τεκνοποιήσουν. Οι οικογένειες που βιώνουν αυτήν τη φωτεινή περιπέτεια γίνονται μια μαρτυρία για όλους, ιδιαίτερα τους νέους.
Κατά τη διάρκεια αυτής της πορείας, που καμιά φορά είναι ένας δρόμος ανηφορικός, με πολύ μόχθο και πτώσεις, υπάρχει πάντοτε η παρουσία και η συνοδεία του Θεού. Τούτο η οικογένεια το διαπιστώνει εκ πείρας μέσα στην αγάπη και στο διάλογο μεταξύ των συζύγων, μεταξύ γονέων και παιδιών, μεταξύ αδελφών. Η οικογένεια το βιώνει κατόπιν στο ομαδικό άκουσμα του Λόγου του Θεού και στην κοινή προσευχή των μελών της, μικρή όαση που θα πρέπει να δημιουργείται σε κάποιες στιγμές κάθε ημέρα. Υπάρχει, λοιπόν, η καθημερινή στράτευση για την καλλιέργεια της πίστεως και της καλής και ωραίας ζωής του Ευαγγελίου, της αγιότητας. Το καθήκον αυτό συχνά μοιράζεται και ασκείται με μεγάλη αγάπη και αφοσίωση από τους παππούδες και τις γιαγιάδες. Έτσι, η οικογένεια παρουσιάζεται ως αυθεντική «κατ’οίκον Εκκλησία», που διευρύνεται στην οικογένεια των οικογενειών, που είναι η εκκλησιαστική κοινότητα. Οι χριστιανοί σύζυγοι, καλούνται κατόπιν να γίνουν διδάσκαλοι στην πίστη και στην αγάπη και για τα νεαρά ζευγάρια.
Υπάρχει, επίσης, μια άλλη έκφραση της αδελφικής κοινωνίας: αυτή της αγαθοεργίας, της δωρεάς, του πλησιάσματος των ασθενέστερων, των περιθωριοποιημένων, των φτωχών, αυτών που ζουν μόνοι, των ασθενών, των ξένων, των άλλων οικογενειών που βρίσκονται σε κρίση, έχοντας συνείδηση του λόγου του Κυρίου: “Είναι καλύτερο το να δίνει κανείς, παρά το να λαβαίνει”(Πραξ. 20,35). Είναι μια προσφορά αγαθών, συνοδείας, αγάπης και ευσπλαχνίας, και μια μαρτυρία αλήθειας, φωτός, νοήματος της ζωής.
Η κορυφή που συγκεντρώνει και συνοψίζει όλες τις γραμμές κοινωνίας με το Θεό και με τον πλησίον, είναι η θεία Ευχαριστία της Κυριακής, όταν, με όλη την Εκκλησία, η οικογένεια παρακάθεται στην τράπεζα με τον Κύριο. Αυτός προσφέρεται σε όλους εμάς, οδοιπόρους μέσα στην ιστορία, προς το σκοπό της τελευταίας συνάντησης όταν «όλα και σε καθετί θα είναι ο Χριστός» (Κολ. 3,11). Γι’ αυτό, στον πρώτο σταθμό της Συνοδικής πορείας μας, στοχαστήκαμε πάνω στην ποιμαντική συνοδεία και στη συμμετοχή στα μυστήρια των διαζευγμένων αι ξαναπαντρεμένων.
Εμείς, οι Συνοδικοί Πατέρες, σας ζητούμε να βαδίσετε μαζί μας προς την προσεχή Σύνοδο. Πάνω σ’ εσάς, φτερουγίζει η παρουσία της οικογένειας του Ιησού, της Μαρίας και του Ιωσήφ στο ταπεινό τους σπίτι. Ενωμένοι και εμείς με την οικογένεια της Ναζαρέτ, υψώνουμε στον Πατέρα όλων, την επίκλησή μας για τις οικογένειες της γης:
Πατέρα, χάρισε σε όλες τις οικογένειες την παρουσία δυνατών και συνετών συζύγων, ώστε να είναι πηγή μιας ελεύθερης και ενωμένης οικογένειας.
Πατέρα, χορήγησε στους γονείς να έχουν ένα σπίτι όπου να ζουν εν ειρήνη με την οικογένειά τους.
Πατέρα, χορήγησε στα παιδιά να είναι σημείο εμπιστοσύνης και ελπίδας και στους νέους το θάρρος της σταθερής και πιστής δέσμευσης.
Πατέρα, χορήγησε σε όλους να μπορούν να κερδίζουν το ψωμί με τα δικά τους χέρια, να απολαμβάνουν τη γαλήνη του πνεύματος και να διατηρούν ζωντανή τη λαμπάδα της πίστεως, ακόμα και σε καιρούς σκοτεινούς.
Πατέρα, χορήγησε σε όλους εμάς να βλέπουμε να ανθεί μια ολοένα πιο πιστή και αξιόπιστη Εκκλησία, μια πολιτεία δίκαιη και ανθρώπινη, έναν κόσμο που να αγαπά την αλήθεια, τη δικαιοσύνη και την ευσπλαχνία.
Μετάφραση στα Ελληνικά: Πέτρου Ανδριώτη