Η παρουσία Καρμηλιτών Μοναχών και όχι μόνο, κατά τη διάρκεια των χρόνων της Βενετικής κυριαρχίας, καλλιέργησε μία βαθιά ευλάβεια και μία ιδιαίτερη λατρευτική παράδοση προς τιμήν της Παναγίας του όρους Καρμήλου. Και κάθε χρόνο, την 16η Ιουλίου, ύστερα από ένα παραδοσιακό τριήμερο (ή εννεαήμερο παλαιότερα) προσευχών, πανηγύριζε ο φερόμενος Ναός της στην Κέρκυρα, ο οποίος βρίσκονταν στην είσοδο του παλαιού βενετικού κάστρου της πόλης.
Το συγκεκριμένο μνημείο το οποίο είναι γνωστό ως «Τένεδος» ή «Παναγία της Τενέδου», είναι μία από τις πιο ιστορικές εκκλησίες του νησιού που ξεκίνησε να κτίζεται το 1663, στη θέση παλαιότερου ναού, με σκοπό να φιλοξενήσει – στο χώρο της παρακείμενης Μονής – το ιεροσπουδαστήριο (σεμινάριο) των καθολικών. Την ονομασία «Τένεδος», οφείλει σε φραγκισκανούς μοναχούς που, μετά την κατάληψη της νήσου Τενέδου από τους Τούρκους, μετέφεραν μία εικόνα της Παναγίας στην Κέρκυρα. Η εκκλησία υπέστη, προφανώς, μεγάλες ζημιές κατά την τουρκική πολιορκία του 1716 και τα εγκαίνια του νέου ναού πραγματοποιήθηκαν το 1749 από τον Αρχιεπίσκοπο Αντώνιο Nani. Στην κεντρική είσοδο υπάρχει μία αξιόλογη γλυπτή παράσταση με το βενετσιάνικο λεοντάρι του Αγίου Μάρκου και οικόσημα επιφανών βενετικών οικογενειών της νήσου.
Στα χρόνια των Δημοκρατικών Γάλλων (1797 – 1799) εγκατέστησαν, στην κατεστραμμένη σήμερα Μονή, την πρώτη δημόσια βιβλιοθήκη του νησιού, οι υπόλοιπες δε μοναστηριακές βιβλιοθήκες των καθολικών εκκλησιών της Κέρκυρας που δημεύθηκαν, αποτέλεσαν τη βάση της βιβλιοθήκης της Ιονίου Ακαδημίας και μετέπειτα δημοσίας βιβλιοθήκης του νησιού, η οποία καταστράφηκε ολοσχερώς από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς το 1943. Το 1804 με πρώτο διευθυντή τον μετέπειτα Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, λειτούργησε στο ναό, με απόφαση του Ιονίου Κράτους δημόσιο σχολείο, τα εγκαίνια του οποίου, πραγματοποιήθηκαν την 3η Νοεμβρίου 1805. Στο ναό, με τον ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ρυθμό και τον χαρακτηριστικό τρούλο, εκτός του κεντρικού βήματος με την εικόνα της Παναγίας του Καρμήλου, υπάρχουν ακόμα τα εικονοστάσια του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Ανδρέα, της Υπεραγίας Θεοτόκου και των Αγίων Φραγκίσκου και Σπυρίδωνα.
Στην Κέρκυρα, λειτουργεί ένας ακόμα ναός, αφιερωμένος στην Παναγία του Καρμήλου, αυτός του Καθολικού Κοιμητηρίου. Ιδρυμένος το 1838, εξυπηρετείται από το 1925 από την Κοινότητα των Π.Π. Καπουκίνων. Την κατασκευή του είχαν αναλάβει μαλτέζοι εργάτες – μετανάστες στην Κέρκυρα από τις αρχές του 19ου αιώνα, που εθελοντικά προσέφεραν στην Αρχιεπισκοπή την εργασία και τα έξοδα για την κατασκευή του ναού. Ένα λιτό μονόκλιτο παρεκκλήσιο, με μία παλαιά εικόνα της Παναγίας του Καρμήλου στο κεντρικό του βήμα, να αγκαλιάζει μ’ ένα στερνό κατευόδιο τους καθολικούς της Κέρκυρας την ημέρα της ταφής τους, εδώ και 180 χρόνια.
Στα χρόνια της βενετοκρατίας όμως, στην είσοδο του παλαιού φρουρίου της Κέρκυρας, υπήρχε ένας ακόμη ναός αφιερωμένος στην Παναγία του Καρμήλου ή του Κάρμινε, όπως συνήθως αναφέρεται στις πηγές, τον οποίον λειτουργούσαν Καρμηλίτες μοναχοί, ενώ εντός, συνέρχονταν και τα μέλη της ομώνυμης Αδελφότητας λαϊκών, μία από τις πολλές Αδελφότητες / Οργανώσεις λαϊκών που ιδρύθηκαν στα χρόνια της βενετικής κυριαρχίας και κάποιες διατηρήθηκαν έως τις αρχές του 19ου αιώνα. Σύμφωνα με τους περιηγητές, μέσα στο Ναό, διανυκτέρευαν οι μελλοθάνατοι το βράδυ, πριν από την εκτέλεσή τους, ενώ ύστερα από την επίσκεψη ενός ιερέα, τους προσφέρονταν το δείπνο της αρεσκείας τους. Ο ναός υπέστη σοβαρές ζημιές κατά τη διάρκεια της τουρκικής πολιορκίας του 1716 και τα χρόνια που ακολούθησαν εγκαταλείφτηκε. Σήμερα, λειτουργεί υπό την ευθύνη του Υπουργείου Πολιτισμού ως εκθεσιακός χώρος και είναι γνωστός ως «Το Λατινικό Παρεκκλήσιο».
Το Σάββατο 16 Ιουλίου, λειτούργησαν και οι δύο ιστορικοί αυτοί ναοί, τόσο της «Τενέδου» όσο και του κοιμητηρίου, οι χορωδίες έψαλλαν ύμνους αφιερωμένους στην ουράνια Μητέρα, τα παιδιά της κατασκήνωσης έδωσαν μία χαρούμενη νότα με την παρουσία τους στην τελετή και στο τέλος μοιράστηκαν, σύμφωνα με τα έθιμο, οι ευλογημένοι άρτοι στους παρισταμένους πιστούς.
Η Παναγία του Καρμήλου να δίνει υγεία και παρηγοριά σε όλους εκείνους και εκείνες που την ευλαβούνται.
Σ.