Μία από τις πιο ιστορικές εκκλησίες του νησιού, που άρχισε να κτίζεται το 1663, στη βάση του νέου βενετσιάνικου κάστρου της Κέρκυρας, με σκοπό να στεγάσει το ιεροσπουδαστήριο, το «σεμινάριο» του καθολικού κλήρου, είναι η Παναγία του Καρμήλου, γνωστή και ως «Τένεδος». Την ονομασία Τένεδος, οφείλει σε φραγκισκανούς μοναχούς που μετά την κατάληψη της νήσου Τενέδου από τους Τούρκους, μετέφεραν μία εικόνα της Παναγίας στην Κέρκυρα. Το ιεροσπουδαστήριο ανακαινίσθηκε και λειτούργησε στο χώρο της Μονής, επί Αρχιερατείας του Δούλου του Θεού Αρχιεπισκόπου MarcantonioBarbarigo, το 17ο αιώνα. Η εκκλησία της Τενέδου υπέστη μεγάλες ζημιές κατά την τουρκική πολιορκία του 1716 και τα εγκαίνια του νέου, ανακαινισμένου, ναού πραγματοποιήθηκαν το 1749 από τον Αρχιεπίσκοπο Αντώνιο Nani.
Στην κεντρική είσοδο υπάρχει μία αξιόλογη γλυπτή παράσταση με το βενετσιάνικο λεοντάρι και οικόσημα επιφανών βενετικών οικογενειών της νήσου. Πολλά επιγραφικά μνημεία υπάρχουν και στο εσωτερικό του ναού στο οποίο φυλάσσεται και ένα παλαιότατο, από το 1840, εκκλησιαστικό όργανο, που χρήζει ιδιαίτερης και επιτακτικής φροντίδας και συντήρησης.
Έχουμε αναφερθεί ξανά, αλλά καλό είναι να ξαναθυμόμαστε, πως στα χρόνια των Δημοκρατικών Γάλλων (1797 – 1799) οι δυνάμεις του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, εγκατέστησαν στην κατεστραμμένη σήμερα Μονή, τη πρώτη δημόσια βιβλιοθήκη του νησιού, οι δε μοναστηριακές βιβλιοθήκες των καθολικών εκκλησιών της Κέρκυρας, (Αγίας Ιουστίνας, Αννουντσιάτας και Τενέδου) απετέλεσαν το 1824 τη βάση της βιβλιοθήκης της Ιονίου Ακαδημίας, της μετέπειτα δημοσίας βιβλιοθήκης του νησιού, η οποία καταστράφηκε ολοσχερώς το 1943 από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς.
Το 1804 με πρώτο διευθυντή τον Ιωάννη Καποδίστρια λειτούργησε στον ναό, με απόφαση του Ιονίου Κράτους, το πρώτο δημόσιο σχολείο, τα εγκαίνια του οποίου, πραγματοποιήθηκαν την 3η Νοεμβρίου 1805. Στο ναό με τον ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ρυθμό, εκτός του κεντρικού βήματος με την εικόνα της Παναγίας του Καρμήλου, υπάρχουν ακόμα τα εικονοστάσια του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Ανδρέα, της Υπεραγίας Θεοτόκου και των Αγίων Φραγκίσκου και Σπυρίδωνα. Ο ναός εορτάζει τη 16η Ιουλίου.
Ο ναός αλλά και οι βοηθητικοί του χώροι, ανακαινίστηκαν πρόσφατα, με πρωτοβουλία και δαπάνες της αρχιεπισκοπής, αφού η θέση του μνημείου το κατέστησε ιδιαίτερα ευάλωτο στη υγρασία και στη βλάστηση, αφήνοντάς το για πολλά χρόνια έναν ερειπιώνα στην καρδιά του ιστορικού κέντρου της πόλης της Κέρκυρας.
Στην Κέρκυρα υπάρχουν δύο ακόμα εκκλησίες αφιερωμένες στην Παναγία του Καρμήλου (ή Κάρμινε). Η πρώτη βρίσκεται στην είσοδο του Παλαιού Φρουρίου, μετά την υδάτινη τάφρο. Πρόκειται για το επονομαζόμενο σήμερα «Λατινικό παρεκκλήσιο» το οποίο εξυπηρετούσαν τα χρόνια της Βενετοκρατίας Καρμελιτάνοι μοναχοί, στο οποίο σήμερα παρουσιάζονται περιοδικές εκθέσεις από το Υπουργείο Πολιτισμού και τις τοπικές του εφορείες. Εκεί μάλιστα, σύμφωνα με την παράδοση, περνούσαν την τελευταία τους νύχτα οι μελλοθάνατοι, όπου κατά τη διάρκεια της βενετοκρατίας, θα εκτελούνταν το επόμενο πρωινό. Η δεύτερη είναι ο κοιμητηριακός ναός στο ομώνυμο καθολικό νεκροταφείο, που ιδρύθηκε το 1836 – 1838 και είναι αφιερωμένος στην Παναγία του Καρμήλου.
Στην Κέρκυρα λοιπόν, αφού προηγήθηκε το παραδοσιακό τριήμερο, αφιερωμένο στην Παναγία του Καρμήλου, ζωντάνεψε ξανά το Σάββατο 16 Ιουλίου ο ομώνυμος Ναός της Τενέδου. Είναι συγκινητική πάντοτε η διαπίστωση ότι η Παναγία «τραβάει τον κόσμο». Πράγματι χωρίς πολλές ειδοποιήσεις ο ναός γέμισε ασφυκτικά, από έλληνες και ξένους, ενώ για άλλη μία χρονιά παρατηρήσαμε ότι πολλοί από τους πιστούς αυτούς ήταν ορθόδοξοι. Είναι μοναδικό χαρακτηριστικό φαινόμενο στην χώρα μας ότι οι περισσότεροι ναοί της Παναγίας είναι αφιερωμένοι στην Παναγία του Καρμήλου.
Στην ομιλία του ο Επίσκοπος αναφέρθηκε σε αυτή την γιορτή που είναι από τις πιο δημοφιλείς της Παναγίας στον καθολικό κόσμο. Στην Κέρκυρα, το γεγονός ότι άνδρες και γυναίκες, ακόμα και σήμερα, φέρουν το όνομα Κάρμενος και Καρμέλα αποδεικνύει τη λαϊκή αποδοχή και την ευλάβεια των καθολικών κερκυραίων στην Παναγία του Καρμήλου. Ο Επίσκοπος παρουσίασε μερικά παραδείγματα ευλάβειας στην Παναγία του Καρμήλου, όπως για παράδειγμα του Πάπα Πίου του ΧΙΙ, του Ιωάννη ΧΧΙΙΙ και του Ιωάννη Παύλου του ΙΙ που φορούσαν το φυλαχτό της Παναγίας του Καρμήλου. Η ευλάβεια στην Παναγία του Καρμήλου οφείλεται επίσης στο γεγονός ότι η Παναγία του Καρμήλου είναι συνδεδεμένη όχι μόνο με τη ζωή αλλά και με το θάνατο των ανθρώπων, αλλά και πέρα από αυτόν.
Πράγματι είναι γνωστά τα λόγια της Παναγίας όταν στις 16 Ιουλίου 1251 φανερώθηκε στο Γενικό Ηγούμενο των Καρμελιτάνων SimoneStockκαι μεταξύ των άλλων υποσχέθηκε για τους ευλαβείς της να τους προστατεύει κατά τη διάρκεια της ζωής τους, να τους συνοδεύει κατά τη διάρκεια του θανάτου τους και να τους απαλλάσσει από τις αμαρτίες και μετά το θάνατό τους.
Για να υπογραμμίσει λοιπόν, καλύτερα, ο Επίσκοπος τη διαρκή αυτή προστασία της Παναγίας στους πιστούς, επεξήγησε για άλλη μία χρονιά, την παλαιότερη προσευχή που έχουν οι χριστιανοί σχετικά με την Παναγία: «Στην προστασία σου καταφεύγουμε, Αγία Μητέρα του Θεού. Τις προσευχές μας μην τις απορρίψεις. Στις ανάγκες μας βοήθησέ μας απ’ όλους τους κινδύνους ελευθέρωσέ μας, Παρθένε υπερένδοξη κι ευλογημένη». Το κείμενο αυτό το βρίσκουμε σε όλες τις ιστορικές λειτουργίες των χριστιανών: στη βυζαντινή, στη λατινική λειτουργία, σε αυτή των αρμενίων κ.ο.κ. Την παλαιότητά της άλλωστε αποδεικνύει το γεγονός ότι βρέθηκε ένας πάπυρος στην έρημο της Αιγύπτου, στον οποίο είναι γραμμένη η προσευχή αυτή και από τους αρχαιολόγους χρονολογήθηκε περί το 250 μ.Χ.
Ο Αρχιεπίσκοπος ευχαρίστησε όλους εκείνους που εργάστηκαν για την ανακαίνιση και τον ευπρεπισμό του ναού, την χορωδία που συνόδεψε με τους ύμνους την Θεία Λειτουργία, ενώ στους πιστούς μοιράστηκαν ευλογημένοι άρτοι και εικόνες. Τελειώνοντας όλοι αντάλλαξαν ευχές και προσευχήθηκαν στην Παναγία να μας σκέπει και να μας ευλογεί πάντοτε.
Σ.