Μήνυμα του Αγίου Πατέρα του Πάπα Φραγκίσκου
για την Τεσσαρακοστή 2024
Μέσα από την έρημο ο Θεός μας οδηγεί στην ελευθερία
Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές,
Όταν ο Θεός μάς αποκαλύπτεται, μεταδίδει την ελευθερία: «Εγώ είμαι ο Κύριος ο Θεός σου, που σε έβγαλα από την Αίγυπτο, από τον τόπο της δουλείας» (Εξ 20,2). Έτσι αρχίζει ο Δεκάλογος που δόθηκε στον Μωυσή στο όρος Σινά. Ο λαός γνωρίζει καλά για ποια έξοδο μιλάει ο Θεός: η εμπειρία της σκλαβιάς είναι ακόμα αποτυπωμένη στη σάρκα του. Δέχεται τα δέκα λόγια στην έρημο ως οδό προς την ελευθερία. Τις αποκαλούμε «εντολές», τονίζοντας τη δύναμη αγάπης με την οποία ο Θεός εκπαιδεύει τον λαό του. Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για ένα απαιτητικό κάλεσμα προς την ελευθερία. Δεν εξαντλείται σε ένα μόνο γεγονός, διότι ωριμάζει μέσα σε μια πορεία. Όπως ο Ισραήλ στην έρημο, έχει ακόμη την Αίγυπτο μέσα του – όντως συχνά νοσταλγεί το παρελθόν και γογγύζει εναντίον του ουρανού και εναντίον του Μωυσή – έτσι και σήμερα ο λαός του Θεού φέρει μέσα του καταπιεστικούς δεσμούς που πρέπει να επιλέξει να εγκαταλείψει. Αυτό το συνειδητοποιούμε όταν μας λείπει η ελπίδα και περιπλανιόμαστε στη ζωή σαν σε μια θλιβερή έρημο, χωρίς μια γη της επαγγελίας προς την οποία να τείνουμε μαζί. Η Τεσσαρακοστή είναι η περίοδος της χάριτος κατά την οποία η έρημος γίνεται και πάλι – όπως αναγγέλλει ο προφήτης Ωσηέ – ο τόπος της πρώτης αγάπης (βλ. Ωσ 2,16-17). Ο Θεός εκπαιδεύει τον λαό του, ώστε να βγει από τη σκλαβιά του και να βιώσει το πέρασμα από τον θάνατο στη ζωή. Σαν ένας νυμφίος, μας έλκει πάλι προς αυτόν και ψιθυρίζει λόγια αγάπης στις καρδιές μας.
Η έξοδος από τη σκλαβιά στην ελευθερία δεν είναι μια αφηρημένη πορεία. Για να είναι συγκεκριμένη και η δική μας Τεσσαρακοστή, το πρώτο βήμα, είναι να θέλουμε να δούμε την πραγματικότητα. Όταν στη φλεγόμενη βάτο ο Κύριος προσήλκυσε τον Μωυσή και του μίλησε, αμέσως αποκαλύφθηκε ως ένας Θεός που βλέπει και, πάνω απ’ όλα, ακούει: «Είδα τη δυστυχία του λαού μου στην Αίγυπτο και άκουσα την κραυγή τους εξαιτίας των καταπιεστών. Ξέρω τα βάσανά τους. Γι’ αυτό κατέβηκα να τους γλιτώσω από τους Αιγύπτιους και να τους φέρω από αυτή τη χώρα σε μια χώρα μεγάλη και εύφορη, στη χώρα όπου ρέει γάλα και μέλι» (Εξ 3,7-8). Και σήμερα επίσης, η κραυγή τόσων καταπιεσμένων αδελφών μας υψώνεται στον ουρανό. Ας αναρωτηθούμε: φθάνει και σ’ εμάς; Μας ταρακουνάει; Μας συγκινεί; Πολλοί παράγοντες μας απομακρύνουν τον ένα από τον άλλο, αρνούμενοι την αδελφοσύνη που αρχικά μας ενώνει.
Στο ταξίδι μου στη Λαμπεντούζα, μπροστά στην παγκοσμιοποίηση της αδιαφορίας αντέταξα δύο ερωτήματα, που γίνονται όλο και πιο επίκαιρα: “Πού είσαι;” (Γέν. 3,9) και «Πού είναι ο αδελφός σου;» (Γέν. 4,9). Η πορεία της Τεσσαρακοστής θα είναι συγκεκριμένη αν, ακούγοντάς τες ξανά, ομολογήσουμε ότι ακόμη και σήμερα είμαστε υπό την κυριαρχία του Φαραώ. Είναι μια κυριαρχία που μας εξαντλεί και μας κάνει αναίσθητους. Είναι ένα μοντέλο ανάπτυξης που μας διχάζει και μας κλέβει το μέλλον. Η γη, ο αέρας και το νερό μολύνονται, αλλά μολύνονται και οι ψυχές. Στην πραγματικότητα, αν και με το βάπτισμα ξεκίνησε η απελευθέρωσή μας, παραμένει μέσα μας μια ανεξήγητη νοσταλγία για τη σκλαβιά. Είναι σαν μια έλξη προς την σιγουριά των πραγμάτων που έχουμε ήδη δει, εις βάρος της ελευθερίας.
Θα ήθελα να σας επισημάνω, στην αφήγηση της Εξόδου, μια λεπτομέρεια όχι μικρής σημασίας: είναι ο Θεός εκείνος που βλέπει, που συγκινείται και που ελευθερώνει, δεν είναι ο Ισραήλ που το ζητάει. Ο Φαραώ, στην πραγματικότητα, καταπνίγει ακόμη και τα όνειρα, κλέβει τον ουρανό, κάνει να φαίνεται αμετάβλητος ένας κόσμος στον οποίο η αξιοπρέπεια καταπατείται και οι αυθεντικοί δεσμοί αποκλείονται. Δηλαδή, καταφέρνει να δέσει επάνω του. Ας αναρωτηθούμε: Επιθυμώ ένα νέο κόσμο; Είμαι πρόθυμος να βγω από τους συμβιβασμούς με τον παλαιό; Η μαρτυρία πολλών αδελφών επισκόπων και ενός μεγάλου αριθμού εργατών της ειρήνης και της δικαιοσύνης, με πείθει όλο και περισσότερο ότι αυτό που πρέπει να καταγγελθεί είναι η έλλειψη ελπίδας. Πρόκειται για ένα εμπόδιο στο να ονειρευόμαστε, για μια βουβή κραυγή που φτάνει μέχρι τον ουρανό και συγκινεί την καρδιά του Θεού. Μοιάζει με εκείνη τη νοσταλγία της σκλαβιάς που παραλύει τον Ισραήλ στην έρημο, εμποδίζοντάς τον να προχωρήσει. Η έξοδος μπορεί να διακοπεί: δεν εξηγείται διαφορετικά πώς μια ανθρωπότητα που έχει φτάσει στο κατώφλι της παγκόσμιας αδελφοσύνης και σε επίπεδα επιστημονικής, τεχνικής, πολιτιστικής και νομικής ανάπτυξης ικανής να εγγυηθεί σε όλους την αξιοπρέπεια, να παραπαίει στο σκοτάδι των ανισοτήτων και των συγκρούσεων.
Ο Θεός δεν μας έχει βαρεθεί. Ας δεχθούμε την Τεσσαρακοστή ως τον σημαντικό καιρό κατά τον οποίο ο Λόγος του απευθύνεται εκ νέου σ’ εμάς: «Εγώ είμαι ο Κύριος ο Θεός σου, που σε έβγαλα από την Αίγυπτο, τον τόπο της δουλείας» (Εξ 20,2). Είναι καιρός μεταστροφής, καιρός απελευθέρωσης. Ο ίδιος ο Ιησούς, όπως θυμόμαστε κάθε χρόνο την πρώτη Κυριακή της Τεσσαρακοστής, οδηγήθηκε από το Πνεύμα στην έρημο για να δοκιμαστεί στην ελευθερία. Επί σαράντα ημέρες Εκείνος θα είναι μπροστά από μας και μαζί μας: είναι ο ενσαρκωμένος Υιός. Σε αντίθεση με τον Φαραώ, ο Θεός δεν θέλει υπηκόους, αλλά τέκνα. Η έρημος είναι ο τόπος στον οποίο η ελευθερία μας μπορεί να ωριμάσει σε μια προσωπική απόφαση να μην ξαναπέσουμε στη σκλαβιά. Στην Τεσσαρακοστή βρίσκουμε νέα κριτήρια, για να κρίνουμε και μια κοινότητα με την οποία να αρχίσουμε μια πορεία που δεν είχαμε διανύσει ποτέ πριν.
Αυτό συνεπάγεται έναν αγώνα: Μας το διηγούνται ξεκάθαρα το βιβλίο της Εξόδου και οι πειρασμοί του Ιησού στην έρημο. Στη φωνή του Θεού, που λέει: «Είσαι ο Υιός μου, ο αγαπητός» (Μκ 1,11) και «Δεν θα έχεις άλλους θεούς ενώπιόν μου» (Εξ 20,3), αντιτίθενται πράγματι τα ψέματα του εχθρού. Πιο επίφοβα από τον Φαραώ είναι τα είδωλα: θα μπορούσαμε να τα θεωρήσουμε ως τη φωνή του μέσα μας. Να μπορείς να κάνεις τα πάντα, να αναγνωρίζεσαι από όλους, να είσαι ανώτερος από όλους: κάθε άνθρωπος νιώθει την γοητεία αυτού του ψέματος μέσα του. Είναι ένας παλαιός δρόμος. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να προσκολληθούμε στο χρήμα, σε ορισμένους σκοπούς, ιδέες, στόχους, στη θέση μας, σε μια παράδοση, ακόμη και σε μερικούς ανθρώπους. Αντί να μας κινούν, θα μας παραλύσουν. Αντί να μας κάνουν να συναντηθούμε, θα μας φέρουν σε αντιπαράθεση. Υπάρχει, ωστόσο, μια νέα ανθρωπότητα, ο λαός των μικρών και των ταπεινών που δεν έχουν υποκύψει στη γοητεία του ψεύδους. Ενώ τα είδωλα καθιστούν αυτούς που τα υπηρετούν βουβούς, τυφλούς, κουφούς και ακίνητους (βλ. Ψλ 114, 4), οι φτωχοί στο πνεύμα είναι αμέσως ανοιχτοί και έτοιμοι: μια σιωπηλή δύναμη καλού που θεραπεύει και στηρίζει τον κόσμο.
Είναι καιρός να δράσουμε, και κατά την Τεσσαρακοστή: δρω σημαίνει επίσης σταματώ. Να παραμείνουμε σε προσευχή, για να δεχθούμε τον Λόγο του Θεού, και να σταματήσουμε όπως ο Σαμαρείτης, εμπρός στον πληγωμένο αδελφό. Η αγάπη του Θεού και του πλησίον είναι μία και μόνη αγάπη. Το να μην έχεις άλλους θεούς σημαίνει να σταματάς ενώπιον του Θεού, κοντά στη σάρκα του πλησίον. Γι’ αυτό προσευχή, ελεημοσύνη και νηστεία δεν είναι τρεις ανεξάρτητες ασκήσεις, αλλά μια ενιαία κίνηση ανοίγματος, κένωσης: έξω τα είδωλα που μας βαραίνουν, μακριά οι προσκολλήσεις που μας φυλακίζουν. Τότε η ατροφική και απομονωμένη καρδιά θα αφυπνίσει και πάλι. Να επιβραδύνουμε λοιπόν και να κάνουμε μια στάση. Η ενορατική διάσταση της ζωής, την οποία η Τεσσαρακοστή θα μας κάνει έτσι να ξαναβρούμε, θα κινητοποιήσει νέες δυνάμεις. Στην παρουσία του Θεού γινόμαστε αδελφές και αδελφοί, αισθανόμαστε τους άλλους με νέα ένταση: αντί για απειλές και εχθρούς, βρίσκουμε συντρόφους και συνοδοιπόρους στο ταξίδι. Αυτό είναι το όνειρο του Θεού, η γη της επαγγελίας προς την οποία τείνουμε όταν βγαίνουμε από τη σκλαβιά.
Η συνοδική μορφή της Εκκλησίας, την οποία κατ’ αυτά τα χρόνια ανακαλύπτουμε εκ νέου και καλλιεργούμε, υποδηλώνει ότι η Τεσσαρακοστή είναι επίσης ένας καιρός κοινοτικών αποφάσεων, μικρών και μεγάλων επιλογών που πηγαίνουν ενάντια στο ρεύμα, ικανών να αλλάξουν την καθημερινότητα των ανθρώπων και τη ζωή μιας γειτονιάς: τις αγοραστικές συνήθειες, τη φροντίδα για τη δημιουργία, τη συμπερίληψη εκείνων που περνούν απαρατήρητοι ή περιφρονούνται. Καλώ κάθε χριστιανική κοινότητα να το κάνει αυτό: να προσφέρει στους πιστούς στιγμές για να επανεξέταση του τρόπου ζωής, να διαθέσει χρόνο για να επαληθεύσει την παρουσία της στην περιοχή όπου βρίσκεται και τη συμβολή της για τη βελτίωσή της. Αλίμονό μας αν η χριστιανική μετάνοια έμοιαζε με το είδος της μετάνοιας που απογοήτευε τον Ιησού. Μας λέει επίσης: «Να μη γίνεστε σκυθρωποί, όπως οι υποκριτές, που παραμορφώνουν την όψη τους για να δείξουν στους ανθρώπους πως νηστεύουν» (Μτ6,16). Αντίθετα, ας φανεί η χαρά στα πρόσωπα, ας αποδεσμευτεί το άρωμα της ελευθερίας, ας απελευθερωθεί εκείνη η αγάπη που κάνει καινούργια όλα τα πράγματα, ξεκινώντας από τα μικρότερα και τα πιο κοντινά. Αυτό μπορεί να γίνει σε κάθε χριστιανική κοινότητα.
Στο βαθμό που η φετινή Τεσσαρακοστή θα είναι μια Τεσσαρακοστή μεταστροφής, τότε, η αποκαρδιωμένη ανθρωπότητα θα αισθανθεί ένα σκίρτημα δημιουργικότητας: την αυγή μιας νέας ελπίδας. Θα ήθελα να σας πω, όπως είπα και στους νέους που συνάντησα στη Λισαβόνα το περασμένο καλοκαίρι: “Αναζητάτε και ρισκάρετε αναζητάτε και ρισκάρετε. Σε αυτή την καμπή της ιστορίας, οι προκλήσεις είναι τεράστιες, οδυνηροί στεναγμοί. Βλέπουμε έναν αποσπασματικό τρίτο παγκόσμιο πόλεμο. Αλλά ας διακινδυνεύσουμε να δεχτούμε ότι δεν βρισκόμαστε σε μια αγωνία, αλλά σε έναν τοκετό. Όχι στο τέλος, αλλά στην αρχή ενός μεγάλου θεάματος. Χρειάζεται θάρρος για να το σκεφτείς αυτό» (Ομιλία προς τους φοιτητές, 3 Αυγούστου 2023). Είναι το θάρρος της μεταστροφής, της εξόδου από τη σκλαβιά. Η πίστη και η φιλανθρωπία κρατούν το χέρι αυτού του μικρού κοριτσιού που είναι η ελπίδα. Της μαθαίνουν να περπατά και, ταυτόχρονα, αυτή τις τραβάει προς τα εμπρός.
Χορηγώ την ευλογία μου σε όλους εσάς και στην πορεία σας της Τεσσαρακοστής.
Ρώμη, Άγιος Ιωάννης στο Λατερανό, 3 Δεκεμβρίου 2023, Α’ Κυριακή της Παρουσίας.
ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ
Μετάφραση Κάριτας Ελλάς