Ο πάπας Φραγκίσκος ονόμασε επισήμως μακάριο τον Πάπα Παύλο ΣΤ΄, την Κυριακή 19 Οκτωβρίου, κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας για την ολοκλήρωση των εργασιών της 3ης Έκτακτης Συνόδου των Επισκόπων για την οικογένεια.
Giovanni Battista Montini ήταν το κατά κόσμον όνομά του. Γεννήθηκε το 1897 στην πόλη Concesio της Ιταλίας. Το 1920 χειροτονήθηκε ιερέας, το 1954 ονομάσθηκε αρχιεπίσκοπος του Μιλάνου και, μετά το θάνατο του Ιωάννη ΚΓ΄, εξελέγη Πάπας στις 21 Ιουνίου 1963. Από τις πρώτες εξαγγελίες του ήταν η συνέχιση της Β΄ Συνόδου του Βατικανού, την οποία είχε συγκαλέσει ο προκάτοχός του το 1962. Οι εργασίες της Συνόδου επαναλήφθηκαν στις 29 Σεπτεμβρίου 1963. Ο πάπας Παύλος ΣΤ΄ κάλεσε τους πάντες σε αμοιβαία χριστιανική συγγνώμη για τα σφάλματα του παρελθόντος. Τόνισε ότι ο καλύτερος τρόπος επικοινωνίας είναι να ατενίζουμε με εμπιστοσύνη το παρόν και το μέλλον. Έδωσε ώθηση προς έναν γνήσιο οικουμενισμό και βεβαίωσε πως η καθολική Εκκλησία ήταν διατεθειμένη να αρχίσει διάλογο τιμής με τις αδελφές Εκκλησίες. Έλεγε ακόμη ότι παρά το γεγονός ότι η ίδια δεν μπορούσε να παρεκκλίνει από ορισμένες δογματικές τις πεποιθήσεις, ήταν έτοιμη να άρει τις δυσκολίες και τις αδιαλλαξίες, προκειμένου να καταστήσει ευκολότερο το δρόμο για μία αδελφική προσέγγιση.
Η Εκκλησία έβγαινε από τους δικούς της χώρους για να ανοίξει διάλογο με τους ανθρώπους. Ξεκινούσε μία νέα εποχή για να γίνουν μεταρρυθμίσεις σε όλα τα επίπεδα. Η Εκκλησία είχε καταλάβει πως έφθασε ο καιρός για να εγκαινιάσει με τους ανθρώπους μία νέα σχέση: όχι πια ως Μητέρα τιμωρός για τις παραβάσεις τους, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, αλλά ως Μητέρα αγάπης, που προσπαθεί να προσελκύσει τα παιδιά της στο Φως του Ευαγγελίου.
Στις 4 Ιανουαρίου 1964 ο Παύλος ΣΤ΄ επισκέφθηκε τους Αγίους Τόπους με πρώτιστο σκοπό να συναντήσει τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα και να δώσει σε ολόκληρο τον κόσμο τη μαρτυρία της συμφιλιώσεως με τον ένθερμο εναγκαλισμό των προκαθημένων των δύο Εκκλησιών. Το αποτέλεσμα αυτής της χειρονομίας αγάπης και συμφιλίωσης ήταν η άρση των αναθεμάτων του 1054 μεταξύ της Εκκλησίας της Ρώμης και της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία έγινε στις 7 Δεκεμβρίου 1965.
Ένα δεύτερο βήμα συμφιλίωσης με την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως ήταν το ταξίδι που πραγματοποίησε ο Παύλος ΣΤ΄ στις 25 Ιουλίου 1967 στην Κωνσταντινούπολη και την Έφεσο.
Το τρίτο βήμα αγάπης μεταξύ των δύο Εκκλησιών συντελέσθηκε με την επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα στη Ρώμη στις 26 Οκτωβρίου 1967. Στις 4 Οκτωβρίου 1965, στην ομιλία του στον Ο.Η.Ε ο Παύλος ΣΤ΄ διακήρυξε: «Ποτέ πια πόλεμος», «Πετάξτε τα όπλα από τα χέρα σας», «Η ζωή του ανθρώπου είναι ιερή, κανείς δεν έχει δικαίωμα να την προσβάλλει».
Από το βιβλίο του π. Νικηφόρου Βιδάλη
“Οι Ρωμαίοι Ποντίφικες και το έργο τους”