Μόλις τελείωσα να διαβάζω το βιβλίο του Γερμανού ιστορικού και καθηγητή στο πανεπιστήμιο της Δρέσδης Γκερντ Σβέρχοφ (Gerd Schwerhoff), Η Ιερά Εξέταση. Διώξεις αιρετικών κατά τον Μεσαίωνα και τους νεότερους χρόνους, έκδ. Βιβλιοπωλείου της «ΕΣΤΙΑΣ», Αθήνα 2010.
Πρέπει να ομολογήσω, ότι κι εγώ ο ίδιος, που διέθετα, ήδη, ορισμένες γνώσεις πάνω σε αυτό το θέμα, εξεπλάγην όταν ανακάλυψα πόσες ιστορικές ανακρίβειες κυκλοφορούν αναφορικά με αυτό.
Δίχως καμία απολογητική ή αμυντική διάθεση, θα μου επιτρέψετε να σταχυολογήσω μερικά στοιχεία αυτής τη μελέτης και να τα μοιραστώ μαζί σας. Πρόκειται μονάχα για ορισμένα συμπεράσματα, αλλά, στο παρόν κείμενο, λόγω της περιορισμένης έκτασης, θα λείπουν οι ιστορικές επαληθεύσεις, και αυτό, ασφαλώς, αποτελεί μειονέκτημα στην παρουσίασή μου.
Θεωρώ πως δεν θα έπρεπε να μιλήσουμε γενικά για την Ιερά Εξέταση. «Η μεσαιωνική Ιερά Εξέταση – ομολογεί ο συγγραφέας – διαθέτει πολλές τοπικές παραλλαγές». Άλλες πτυχές παρουσιάζει στον Μεσαίωνα και άλλες στους νεότερους χρόνους, άλλη η ισπανική και άλλη στα υπόλοιπα μέρη της Ευρώπης.
Ήδη, στην Εισαγωγή του βιβλίου διαβάζουμε: «‟Ιερά Εξέταση” — ένας ιστορικός όρος που εξάπτει τη φαντασία και ανακαλεί ζοφερές εικόνες: φανατικοί και σαδιστές διώκτες αιρετικών, σκοτεινά κολαστήρια, μαζικές θανατώσεις στην πυρά. Στην Ιερά Εξέταση επιρρίπτεται το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για τις μελανές σελίδες στην ιστορία της Δύσης… Νεότερες έρευνες, ωστόσο, αμφισβήτησαν πολλές από τις αβασάνιστες κρίσεις για αυτήν».
Και πρώτα απ’ όλα, δεν φταίει ολόκληρος ο λεγόμενος «σκοτεινός» Μεσαίωνας για την Ιερά Εξέταση. Το δικαστήριο αυτό ιδρύθηκε τον 13οαιώνα με σκοπό να «ερευνήσει» (από εδώ «εξέταση», «Inquisitio») και να επιβάλλει ποινές στους «επικινδύνους», για την ασφάλεια της Χριστιανοσύνης και του Κράτους, αιρετικούς.
Πρέπει να υπογραμμίσουμε, πως το σύστημα της «εξέτασης», από τα δικαστήρια της «Ιεράς Εξέτασης», εφαρμόζονταν τόσο στον εκκλησιαστικό όσο και στον κοσμικό χώρο, έως τα τέλη του 18ου αιώνα, και αυτό στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης.
Η μεγαλύτερη ζημιά δεν έγινε τον Μεσαίωνα, αλλά κατά την διάρκεια της Αναγέννησης κυρίως, στην Ισπανία. Ας σκεφτεί κανείς πως αυτά τα δικαστήρια άντεξαν μέχρι και το 1800, στην περίοδο δηλαδή που εντάσσουμε στους «νεότερους» χρόνους.
Ο συγγραφέας επιμένει, πως, αν αυτός ο θεσμός μπόρεσε να προκαλέσει αυτά τα εγκλήματα, τούτο οφείλεται στο γεγονός του εναγκαλισμού της Εκκλησίας με την κοσμική εξουσία. Η πολιτική εξουσία, όπως συμβαίνει συχνά, «εργαλειοποίησε» την Ιερά Εξέταση για τα δικά της συμφέροντα, οικονομικά και πολιτικά.
Κυρίως στον Μεσαίωνα, οι αιρέσεις ήταν επικίνδυνες, όχι μόνο για την Εκκλησία, αλλά επίσης και για την ασφάλεια του Κράτους. Κύρια αίρεση εκείνης της εποχής υπήρξαν οι λεγόμενοι «Καθαροί». Αυτοί ήταν τόσο συνεκτικοί και τόσο φανατικοί, που μισούσαν όλη την κοινωνία, σαν να επρόκειτο για μία άλλη φυλή ανθρώπων, με την οποία τους απαγορευόταν ακόμα και να έχουν επαφές. Μερικές φορές μάλιστα, κυρίως στην Γαλλία, οργανώνονταν σε επιθετικούς ένοπλους σχηματισμούς. Μεταξύ άλλων, απαγόρευαν τον γάμο και την τεκνοποίηση. Αποτελούσε, επομένως, θανάσιμο κίνδυνο, όχι μόνο για τη χριστιανική θρησκεία, αλλά και για την ίδια την κοινωνία των πολιτών.
Οι ίδιοι οι πολίτες απαιτούσαν να επέμβει η Εκκλησία και το Κράτος για την καταστολή αυτού του επικίνδυνου κινήματος με θρησκευτικό μανδύα. Υπάρχουν μαρτυρίες, όμως, πως ο Πάπας επανειλημμένως επενέβη για να αποφευχθούν οι αγριότητες εναντίον τους. Ο Πάπας Αλέξανδρος Γ΄ (1159-1181), έγραψε στον βασιλιά Λουδοβίκο Ζ΄ της Γαλλίας που ετοιμάζονταν να εξοντώσει αυτήν την αίρεση: «Είναι προτιμότερο να δίνουμε άφεση αμαρτιών στους ενόχους παρά να αφαιρούμε τη ζωή των αθώων με υπερβολική αυστηρότητα…, η επιείκεια ταιριάζει περισσότερο με τον εκκλησιαστικό λαό παρά η σκληρότητα».
Το κάψιμο των αιρετικών χρονολογείται από την εποχή του αυτοκράτορα Φρειδερίκου Β’ (1231) και στην Αγγλία, από το Κοινοβούλιο, που το διέταξε εναντίον των Λολλάρδων (1401). Στη συνέχεια η Εκκλησία, επανειλημμένα, επενέβη κατά των αναπόφευκτων καταχρήσεων που συνέβαιναν σε αυτά τα δικαστήρια, κυρίως στην Ισπανία. Ο συγγραφέας μάλιστα, μεταφέρει αρκετές τέτοιες επεμβάσεις της Ρώμης.
Σύμφωνα με υπολογισμούς του Υβ Ντοσσά (Yves Dossat, 1911-1992), συνολικά, μόνο στο 1% των κατηγορουμένων από την Ιερά Εξέταση, επιβλήθηκε η θανάτωση στην πυρά. Τις περισσότερες φορές τα δικαστήρια επέβαλλαν ποινές αρκετά πιο ελαφριές στους κατηγορουμένους, όπως την ανάρτηση ενός ραμμένου σταυρού στα ενδύματά τους, την τέλεση ενός προσκυνήματος σε κάποιαν εκκλησία ή ως τιμωρία την προσφορά κάποιου χρηματικού ποσού για τους φτωχούς.
Η μεσαιωνική Ιερά Εξέταση δεν απέκτησε ποτέ τη μορφή της μεγάλης και ολοκληρωτικής οργάνωσης, η οποία έχει περάσει στη φαντασία των συγχρόνων.
Η μεγαλύτερη και πιο αποτελεσματική Ιερά Εξέταση ήταν αυτή της Ισπανίας του 15ου αιώνα, που οργάνωσε και διεξήγαγε τους διωγμούς των Εβραίων. Και εκεί η κοσμική εξουσία έπαιξε μεγάλο ρόλο, καθώς τότε, οι βασιλείς Φερδινάνδος και Ισαβέλλα αποφάσισαν να απελάσουν από την επικράτειά τους όσους Εβραίους δεν δέχονταν να βαπτιστούν.
Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου «η ιδεολογία της καθαρότητας του αίματος (που χρησιμοποιήθηκε για την δίωξη των Εβραίων) δεν έπαψε ποτέ να είναι αμφιλεγόμενη. Πολλά ιδρύματα δεν θέσπισαν ποτέ τέτοιες διατάξεις». «Ο ίδιος ο Πάπας Νικόλαος, σε Βούλα του τον Σεπτέμβριο του 1459, στηλίτευσε, ως αντιχριστιανική και εσφαλμένη, την ιδέα της διάκρισης των ανθρώπων μόνο με βάση την καταγωγή τους».
Στην Ισπανία, ενώ αρκετοί ιεροεξεταστές αγνόησαν τις διατάξεις των Βασιλέων, δυστυχώς, άλλοι συνεργάστηκαν μαζί τους.
Μεγάλος λόγος γίνεται και για τα βασανιστήρια, τόσο μισητά στην αντίληψή μας, που εφάρμοζαν τα δικαστήρια της Ιεράς Εξέτασης, για να αποσπάσουν κάποια ομολογία. «Τα βασανιστήρια αποτελούσαν συστατικό στοιχείο του Ρωμαϊκού Δικαίου ως μέσο απόσπασης ομολογίας. Από τη δεκαετία του 1220 τα μεταχειρίζονταν στα κοσμικά δικαστήρια και σταδιακά πέρασαν στην ιεροεξεταστική διαδικασία». «Όσο αποτρόπαια και αν θεωρούμε σήμερα την απόσπαση ομολογίας με τη χρήση σωματικής βίας, στην φιλοσοφία του δικαίου της εποχής εκείνης, φαινόταν συχνά αναπόφευκτη». Υπάρχουν, ωστόσο, ιστορικά ντοκουμέντα που αποδεικνύουν ότι αρκετοί ιεροεξεταστές απέφευγαν να επιβάλουν βασανιστήρια και μεταχειρίζονταν άλλα μέσα, πιο ήπια, για να αποσπάσουν ομολογίες. «Στις δύσκολες υποθέσεις ζητούσαν τη γνώμη της Ρώμης, που ήταν γενικά επιφυλακτική απέναντι στα βασανιστήρια».
Επιπλέον, «προσφέρονταν η δυνατότητα υπεράσπισης, εν ανάγκη με έξοδα της Ιεράς Εξέτασης. Ο κατηγορούμενος απολάμβανε ορισμένα σημαντικά δικαιώματα: έπρεπε να έχει πρόσβαση σε αντίγραφο του κατηγορητηρίου, συνταγμένο στην καθομιλουμένη. Έπρεπε να του δοθεί χρόνος για να μελετήσει τα πρακτικά και είχε το δικαίωμα να ορίζει τους μάρτυρες υπεράσπισης».
Είναι κοινή η πεποίθηση, πως οι διώξεις των λεγόμενων μαγισσών οφείλονται στην Ιερά Εξέταση. Αυτός ο συσχετισμός όμως είναι παραπλανητικός. «Η συντριπτική πλειονότητα των διώξεων και των δικών μαγισσών στην Ευρώπη, από τον 10ο έως τον 18ο αιώνα, πραγματοποιήθηκε από κοσμικά δικαστήρια, τόσο στις προτεσταντικές όσο και στις καθολικές χώρες». Η Μαγεία θεωρείτο τότε πολύ σοβαρό παράπτωμα, που έβλαπτε τους ανθρώπους και επινοήθηκε ως έγκλημα μόλις τον 15ο αιώνα. Βέβαια στην επινόησή του δεν έμεινε αμέτοχη και η Ιερά Εξέταση.
Δυστυχώς, όχι μόνο η Καθολική Εκκλησία μεταχειρίστηκε τη βία και την καταπίεση, αλλά και άλλες χριστιανικές ομολογίες έκαναν εκτεταμένη χρήση αυτών, κυρίως εναντίον των καθολικών. Εκτός από τις πυρές που χρησιμοποιούσαν οι Προτεστάντες – διάσημη είναι η ανελέητη πυρά με την οποία ο Καλβίνος σκότωσε τον Σερβέτο το 1553 -, αρκεί να διαβάσει κανείς για τα βασανιστήρια των καθολικών κρατουμένων στην Αγγλία. Ο προτεστάντης ιστορικός Raphael Holinsed, στο «Μεγάλο Χρονικό της Αγγλίας, της Σκωτίας και της Ιρλανδίας» (1578), ανέβασε τον αριθμό των καθολικών που δολοφονήθηκαν στην Αγγλία από τον Ερρίκο Η΄ σε 72.000 ψυχές. Ο William Cobbett στην Ιστορία «of the Protestant Reformation in England and Ireland» (1824-27) αναφέρει με τη σειρά του, ότι η Ελισάβετ έστειλε περισσότερους ανθρώπους στο θάνατο, σε ένα μόνο έτος, από ό,τι η Ιερά Εξέταση σε τρεις αιώνες.
Έστω, με όλες τις υπερβολές της νεότερης ιστοριογραφίας ενάντια στην Ιερά Εξέταση, και τις διορθώσεις των σύγχρονων μελετητών, η ευθύνη της Εκκλησίας παραμένει μεγάλη. Βέβαια θα αποτελούσε αναχρονιστική απαίτηση να περιμέναμε, στην εποχή εκείνη, τη σημερινή ευαισθησία για την ελευθερία της συνείδησης και το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ωστόσο, η Εκκλησία θα έπρεπε, έχοντας το Χριστό ως διδάσκαλο, να είναι προφητική και να υπερβαίνει τον πολιτισμικό ορίζοντα της εποχής. Το έγκλημα παραμένει έγκλημα και δεν δικαιολογείται.
Ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’, αν και αναγνώρισε τις υπερβολές μιας αντικαθολικής, ιστοριογραφίας ζήτησε συγνώμη για τα σφάλματα της Εκκλησίας σχετικά με την Ιερά Εξέταση που, όπως γράφει, «αντιπροσωπεύει σχεδόν το σύμβολο της αντί-μαρτυρίας και του σκανδάλου που προκύπτει από την αμαρτία των παιδιών της σε όλες εκείνες τις περιστάσεις στις οποίες, κατά τη διάρκεια της ιστορίας, απομακρύνθηκαν από το πνεύμα του Χριστού και του Ευαγγελίου του». Είθε ποτέ πια, η Εκκλησία να μην επαναλάβει αυτά τα σφάλματα, έστω και με κάποια διαφορετική μορφή.
+ Ιωάννης Σπιτέρης