Το βραδάκι της Κυριακής 1 Ιουλίου ούτε ο τελικός κυπέλλου του Euro, ούτε η αφόρητη ζέστη και οι.. «Σειρήνες» που καλούσαν στις πλησιέστερες παραλίες, εμπόδισαν δεκάδες καθολικών πιστών της Κέρκυρας να συμμετάσχουν στην παραδοσιακή πανήγυρη της Ιεράς Καρδίας του Ιησού στην ομώνυμη Ενορία της Αρχιεπισκοπής της Κέρκυρας. Στην Αρχιερατική Θεία Λειτουργία τιμήθηκε και αναφέρθηκε ιδιαίτερα και η παρουσία της ομώνυμης Κοινότητας των Φραγκισκανών Μοναχών της Ιεράς Καρδίας του Ιησού της Μάλτας, που αποτελούν όχι μόνο το αρχικό κύτταρο αυτής της Ενορίας, αλλά και τον βασικό της, έως σήμερα, βραχίονα.
Από τις έρευνές μας γνωρίζουμε, πως το 1920, ο τότε Καθολικός Αρχιεπίσκοπος Λεονάρδος Πρίντεζης, εμπιστεύτηκε την κοινότητα των μαλτέζων μεταναστών που κατοικούσε και εργάζονταν στις παρυφές της πόλης της Κέρκυρας, στον κανονικό ιερέα Giovanni Ruggero Dalla Vecchia. Το ίδιο διάστημα έθεσε υπό την σκέπη της Ιεράς Καρδίας του Ιησού, το παρεκκλήσιο των μαλτέζων καλογραιών της Ιεράς Καρδίας οι οποίες πρωτοεγκαταστάθηκαν με την ιδρύτριά τους (Δούλη του Θεού σήμερα) Μαργαρίτα Ντε Μπρινκάτ στην Κέρκυρα το 1907. Εκεί λειτουργούσαν περιστασιακά οι καπουκίνοι ιερομόναχοι που εξυπηρετούσαν από τα τέλη του 19ου αιώνα τη Λευκάδα.
Με απόφαση την ίδια εκείνη χρονιά του Λ. Πρίντεζη το μοναστηριακό παρεκκλήσιο των Αδελφών αναβιβάζεται σε ενορία των Μαλτέζων της ευρύτερης περιοχής. Το παρεκκλήσιο άλλωστε των καλογραιών εξυπηρετούσε από τους πρώτους μήνες της εγκατάστασής τους στο νησί, παρά τον υπέρμετρα περιορισμένο του χώρο, τις ποιμαντικές, λειτουργικές κι εκκλησιαστικές ανάγκες των απογόνων των μαλτέζων μεταναστών στην Κέρκυρα. Η πρώτη συνάντηση μιας επιτροπής που συστάθηκε με πρόεδρο το Σπύρο Αγιούς, τον πατέρα του μετέπειτα ιερέα Άγγελου Αγιούς, για τη φροντίδα και την αναδιοργάνωση της ενορίας, πραγματοποιήθηκε σε μια αίθουσα του σχολείου των καλογραιών της Μάλτας στις 14 Σεπτεμβρίου 1921 και τον Δεκέμβριο του 1923, θα πραγματοποιηθεί ο πρώτος διορισμός του καπουκίνου p. Gioacchini de Nicoli, ως λειτουργού των Μαλτέζων της Κέρκυρας.
Η παρουσία του μοναχικού Τάγματος των καπουκίνων από την άλλη στην Κέρκυρα, συνδέεται με την απόφαση των ανωτέρων τους να καταργήσουν το μοναστήρι που διατηρούσαν από τα μέσα του 19ου αιώνα στη Λευκάδα. Ο Αρχιεπίσκοπος Πρίντεζης συνέχισε να επιμένει στην πρότασή του προς το Τάγμα των Καπουκίνων
να έλθουν να εργαστούν στην Κέρκυρα και σ’ ό,τι αφορούσε τους λιγοστούς καθολικούς της Λευκάδος, πρότεινε να εξυπηρετούνται από το φραγκισκανό ιερομόναχο της καθολικής Εκκλησίας στην Πρέβεζα.
Τον Ιούνιο του 1924 ο Αρχιεπίσκοπος Λ. Πρίντεζης θα αναγνωρίσει και επίσημα την ίδρυση της Μονής των Καπουκίνων στην Κέρκυρα, στους οποίους παραχωρεί την πνευματική επιστασία της Ενορίας της Ιεράς Καρδίας, που ο ίδιος είχε συστήσει τέσσερα χρόνια νωρίτερα, μέσα στο παρεκκλήσιο των Μαλτέζων καλογραιών της Ιεράς Καρδίας του Ιησού. Ο πρώτος από τους καπουκίνους που θα επανδρώσει την Μονή στην Κέρκυρα το 1924, θα είναι ο νέος προϊστάμενος της π. Αναστάσιος Αρμάος, ο οποίος θα ξεκινήσει και τις εργασίες για την οικοδόμηση του Μοναστηριού τους που διατηρείται έως σήμερα στην ομώνυμη περιοχή της Κέρκυρας.
Τη Δευτέρα 18 Αυγούστου 1924 ο Αρχιεπίσκοπος Πρίντεζης ευλογεί το οικόπεδο δίπλα από τις καλόγριες και ξεκινούν οι εκσκαφές για τη θεμελίωση της νέας εκκλησίας από μαλτέζους εργάτες. Στις 24 Αυγούστου τίθεται σε επίσημη τελετή ο θεμέλιος λίθος, στο κέντρο του οποίου είχε τοποθετηθεί ένα μετάλλιο με τον παπικό θυρεό του Πίου του ΙΑ’ και τρία νομίσματα, ένα αγγλικό με τη μορφή του Βασιλέα Γεωργίου Ε’, ένα ιταλικό με το Βασιλέα Βίκτωρα Εμμανουήλ τον Γ’ και ένα ελληνικό με το Βασιλέα Γεώργιο τον Α’. Στη συνέχεια, ο Αρχιεπίσκοπος Πρίντεζης θα κηρύξει στα ελληνικά, εξηγώντας τη σημασία του να προσφέρεις τον οβολό σου για ένα τέτοιο ιερό σκοπό. Αναγκαία παράδοση που ακολουθούν έκτοτε όλοι οι διάδοχοί του…
Τον Οκτώβριο του 1925 η Ρώμη αναβαθμίζει και επίσημα την εκκλησία των μαλτέζων αδελφών σε ενορία των «Μαμάλων – Κωτσέλλας», η «συγκατοίκηση» όμως με τις μαλτέζες μοναχές και η χρήση του παρεκκλησίου τους για τις ανάγκες της ενορίας δεν θα αποδειχθεί εύκολη υπόθεση, ούτε όμως και οι διαδικασίες για την αγορά του κτήματος, όπου οι καπουκίνοι σχεδίαζαν να κατασκευάσουν το μοναστήρι τους. Ο π. Κύριλλος Ζοχραμπιάν παρέπεμψε το Λεονάρδο Πρίντεζη στην ηγεσία του Τάγματος και στις 24 Μαρτίου 1925 ο απεσταλμένος για την Ελλάδα p. Celestino, καθώς και δύο ακριβώς μήνες μετά, ο γενικός πρωθηγούμενος του Τάγματος των καπουκίνων Melchior Benissa, δίνουν την έγκριση για τη δημιουργία μιας μόνιμης αποστολής υπαγόμενης στην επαρχία του Παλέρμο. Η τελική έγκριση από την Αγία Έδρα θα δοθεί στις 22 Οκτωβρίου 1925. Οι παλαιότεροι Κερκυραίοι θυμούνται πάντοτε με νοσταλγία τα ονόματα των καπουκίνων π.π. Νικηφόρου, Δωρόθεου Αρμάου, Ιλάριου Βακόνδιου, Αρσένιου Αγιούς, όλων όσοι επίσης ζουν και εργάζονται σε άλλες αποστολές έως σήμερα, αλλά και των Φραγκισκανών Αδελφών της Ιεράς Καρδίας, που χωρίς την συμβολή και την καθημερινή τους εργασία δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει αυτή η Ενορία.
Ο π. Νικηφόρος Πρελορέντζος στο παλαίο παρεκκλήσιο των Φραγκισκανών |
Τη δεκαετία του 1930 το Υπουργείο θα αρνηθεί στην Αρχιεπισκοπή την άδεια για την ανέγερση νέου ή μεγαλυτέρου ναού και οι προσφυγές της Αρχιεπισκοπής δεν θα οδηγήσουν πουθενά. Οι Νόμοι του Μεταξά, που δυστυχώς ισχύουν μέχρι σήμερα, ταλανίζοντας τις σχέσεις μας με την Ελληνική Πολιτεία δεν θα διευκολύνουν την κατάσταση.
Με τον ερχομό στην Κέρκυρα το 1962 του Αρχιεπισκόπου Αντωνίου Βαρθαλίτη και με την τοποθέτηση ως εφημέριου του μετέπειτα Επισκόπου Σύρου, Γεωργίου (Φραγκίσκου) Παπαμανώλη, ο ναός θα επεκταθεί και θα εξωραϊστεί, αποκτώντας τη σημερινή του μορφή. Μία ριζική τέλος ανακαίνιση θα επιχειρηθεί τους τελευταίους μήνες από τον Σεβασμιώτατο Ιωάννη, μεταξύ αυτών και η εικονογράφηση του κεντρικού βήματος, υπάρχουν ακόμα όμως αρκετές εκκρεμότητες και εργασίες που πρέπει να ολοκληρωθούν.
Σ’ αυτές τις εκκρεμότητες αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στο κήρυγμά του το βραδάκι της Κυριακής ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης. Στην συμμετοχική ανάγκη όλοι να προσφέρουν, ανάλογα με τις μικρές τους δυνατότητες. Να αποδείξουν διαχρονικά πως ο ιερός αυτός χώρος ανήκει στην εργασία και στον μόχθο των μαλτέζων της Κέρκυρας που τον πρωτόχτισαν και τον πρωτοκαμάρωσαν. Να φτιαχτούν τα βιτρώ και όλα όσα οφείλονται να γίνουν πριν την οριστική καθαγίαση του ιερού αυτού χώρου.
Η τελετή ολοκληρώθηκε με την περιφορά του αγάλματος της ιεράς Καρδίας του Ιησού περιμετρικά του ιερού Ναού, ενώ στην ενοριακή αίθουσα ο εφημέριος π. Τζούλιο, οι Φραγκισκανές Αδελφές που διατηρούν και το παρακείμενο πρότυπο Γηροκομείο και κυρίως τα μέλη του ενοριακού Συμβουλίου, προσέφεραν τους ευλογημένους άρτους κι ένα πλούσιο κέρασμα σε όσους ανταποκρίθηκαν στο όμορφο και ζεστό αυτό προσκλητήριο.
Σ.