Μια σκηνή που αντικατοπτρίζει την αγωνία και το φόβο, που ολόκληρη η ανθρωπότητα βιώνει αυτές τις δύσκολες μέρες. Τον Πάπα Φραγκίσκο να διασχίζει τον κεντρικό διάδρομο της πλατείας και να ανεβαίνει κουτσαίνοντας τα σκαλιά που οδηγούν στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου, με τη συνοδεία εξ αποστάσεως, του τελετάρχη των Ποντιφικών Ιεροτελεστιών Σεβ.του Γκουίντο Μαρίνι. Κανείς άλλος! Ο Φραγκίσκος, φανερά συγκινημένος, με κλειστά μάτια που μερικές φορές ανοίγει, σα να μην ήθελε να αντικρίζει την άδεια πλατεία, ακούει το διάκονο να ψάλλει το απόσπασμα από το κατά Μάρκον Άγιο Ευαγγέλιο, στο οποίο ο ευαγγελιστής μας αναφέρει, για την ανησυχία και το φόβο των μαθητών, όταν στην βάρκα τους αιφνιδιάζονται από μια ξαφνική καταιγίδα. Ο Ιησούς κοιμάται και εκείνοι, μέσα στην τρικυμία και την καταιγίδα, απογοητεύονται και τρομάζουν.
“Για εβδομάδες – λέει με τη χαρακτηριστική ήρεμη και απαλή φωνή του ο Άγιος Πατέρας Πάπας Φραγκίσκος, ορμώμενος από το απόσπασμα του ευαγγελίου που μόλις αναγγέλθηκε – φαίνεται να έχει πέσει πάνω μας το σκοτάδι… Το πυκνό σκοτάδι έχει καλύψει τις πλατείες, τους δρόμους και τις πόλεις μας. Τα σκοτάδια έχουν καταλάβει τη ζωή μας, γεμίζοντας τα πάντα με μια εκκωφαντική σιωπή και ένα έρημο κενό, που παραλύει τα πάντα στο πέρασμα του. Μπορούμε να το αισθανθούμε στον αέρα, μπορούμε να το αισθανθούμε στις χειρονομίες μας, το ομολογούν τα βλέμματα μας… Κύριε, λέει ο Πάπας, ευλόγησε την ανθρωπότητα, δώσε υγεία στα σώματά μας και παρηγόρησε τις καρδιές μας. Αυτές τις τραγικές ώρες που διανύει η ανθρωπότητα, πόσοι άνθρωποι βιώνουν υπομονετικά τα γεγονότα και ενσταλάζουν την ελπίδα κάθε μέρα, κάθε στιγμή, προσέχοντας να μην σπείρουν τον πανικό στις ήδη πονεμένες καρδιές των ανθρώπων, αλλά να μας ωθήσουν στη συνυπευθυνότητα».
Πάνω από τον ουρανό της Αιώνιας Πόλης, τα σύννεφα που τον καλύπτουν, αρχίζουν να γίνονται πιο πυκνά και η βροχή πέφτει δυνατή στην άδεια για πρώτη φορά στην ιστορία Πλατεία του Αγίου Πέτρου. Πόλεμοι, λοιμοί και άλλες φοβερές μέρες που έζησε η ανθρωπότητα, δεν μπόρεσαν να εκκενώσουν αυτή την πλατεία στην οποία χτυπά αιώνες τώρα η καρδιά της δυτικής χριστιανοσύνης. Ο αόρατος αλλά τρομερός αυτός εχθρός του ανθρώπου, ο κορονοϊός, τα κατάφερε. Λιγοστοί μόνο πιστοί βρίσκονται πίσω από τα κιγκλιδώματα εκεί που τελειώνει η πλατεία και αρχίζει η Οδός της Συμφιλιώσεως (Via dell Conciliazione). Ο Πάπας κατευθύνεται προς την εικόνα της Παναγίας και προσεύχεται, έπειτα πηγαίνει προς τον επιβλητικό σταυρό του 15ου αι. ο οποίος έχει τοποθετηθεί στο κεφαλόσκαλο, με μια αναμμένη καντήλα στα πόδια του και συνεχίζει τη σιωπηλή προσευχή του.
«Βρεθήκαμε φοβισμένοι και χαμένοι, όλοι μας αδύναμοι και αποπροσανατολισμένοι, αλλά την ίδια στιγμή όλοι απαραίτητοι και σημαντικοί. Είμαστε τώρα καλεσμένοι όλοι να λάμνουμε, έχουμε ανάγκη να εμψυχώσουμε ο ένας τον άλλο. Όλοι, όπως οι απόστολοι επαναλαμβάνουμε πως «είμαστε ηττημένοι» από την καταιγίδα. Και ξάφνου συνειδητοποιήσαμε ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε ο καθένας μόνος του, αλλά μόνο όλοι μαζί, μόνο ενωμένοι”. Φανερά προβληματισμένος και καταπονημένος ο Πάπας, σα να σηκώνει στις πλάτες του όλο το βάρος που πέφτει πάνω στις καρδιές της ανθρωπότητας, μιλά για την έλλειψη πίστης των μαθητών κατά την ώρα της καταιγίδας, αλλά και την εμπιστοσύνη που τελικά έχουν στον Ιησού. «Η καταιγίδα αποκαλύπτει την ευάλωτη θέση μας και αφήνει ανοικτές τις ψεύτικες και περιττές σιγουριές με τις οποίες έχουμε χτίσει τα όνειρά μας, τα έργα μας, και έχουμε θέσει τις προτεραιότητες μας… ξεσκεπάζει όλες εκείνες τις μεθόδους με τις οποίες είχαμε συσκευάσει και είχαμε αποστείλει στη λήθη, όλα όσα έτρεφαν την ψυχή των λαών μας κατά τη διάρκεια των αιώνων. Όλες αυτές οι προσπάθειες να αναισθητοποιηθούμε με συνήθειες και ενέργειες φαινομενικά “σωτήριες”, ανίκανοι να επικαλούμαστε τις ρίζες μας και τη μνήμη των προγόνων μας, αποστερώντας μας έτσι την ανοσία που απαιτείται για να αντιμετωπίσουμε τις αντιξοότητες. Αυτή η καταιγίδα, κατέρριψε τις μάσκες και τα στερεότυπα με τα οποία αποκρύπταμε τα εγώ μας, ζώντας συνεχώς μέσα στην παράλογη έγνοια για την εικόνα μας, για το φαίνεσθαι, και για μια ακόμη φορά μένει ακάλυπτη εκείνη η ευλογημένη συμμετοχή μας στην κοινωνία των ανθρώπων, από την οποία δε μπορούμε και δεν πρέπει να ξεφύγουμε, είμαστε όλοι αδέλφια… Γίναμε άπληστοι, αφήσαμε τους εαυτούς μας να απορροφηθούν από τα πράγματα και να συγχέονται από την ακατάσχετη βιασύνη. Δεν έχουμε ανακόψει την πορεία μας μπροστά στα καλέσματα Σου Κύριε, δεν έχουμε αφυπνιστεί μπροστά στους πολέμους και τις αδικίες που μαστίζουν τον πλανήτη ολόκληρο, δεν έχουμε αφουγκραστεί την κραυγή των φτωχών αλλά ούτε και αυτή του πλανήτη μας που ασθενεί σοβαρά. Συνεχίσαμε κατηγορηματικά, σκεπτόμενοι ότι θα μένουμε πάντα υγιείς σε έναν άρρωστο κόσμο. Τώρα, ενώ βρισκόμαστε μέσα στην τρικυμία, σε ικετεύουμε «ξύπνα Κύριε γιατί χανόμαστε!»… Έφτασε η ώρα να επιλέξουμε τι πραγματικά αξίζει και τι είναι πολύ εφήμερο. Αυτές τις ώρες ας κοιτάξουμε όλους εκείνους τους υποδειγματικούς συνταξιδιώτες μας, που μέσα στο φόβο, αντέδρασαν θυσιάζοντας ακόμη και τη ζωή τους. Είναι η ενεργός δύναμη του Αγίου Πνεύματος που πραγματοποιεί τη σωτηρία μέσα από θαρραλέες και γενναιόδωρες υπάρξεις. Είναι η ζωή του Πνεύματος, που έχει την ικανότητα να εξαγοράσει, να αξιοποιήσει, και να μας υποδείξει πώς οι ζωές μας υφαίνονται και υποστηρίζονται από απλούς ανθρώπους – συνήθως ξεχασμένους – που δεν εμφανίζονται στους μεγάλους τίτλους των εφημερίδων και των περιοδικών ή στις μεγάλες πασαρέλες των παραστάσεων, αλλά χωρίς αμφιβολία είναι αυτοί που γράφουν σήμερα, τα καθοριστικά γεγονότα της ιστορίας μας. Γιατροί, νοσηλεύτριες και νοσηλευτές, εργαζόμενοι στα σούπερ μάρκετ, καθαρίστριες, όσοι φροντίζουν ασθενείς και ηλικιωμένους, αστυνομικοί, στρατιώτες, εθελοντές, ιερείς, μοναχοί και μοναχές και πολλοί, πάρα πολλοί άλλοι, οι οποίοι κατανόησαν πως κανένας δε μπορεί να σωθεί από μόνος του… Μπροστά στον πόνο, εκεί που μετριέται η αληθινή εξέλιξη των λαών μας, ανακαλύπτουμε και βιώνουμε την αρχιερατική προσευχή του Ιησού: «Ίνα πάντες έν ώσιν»… Πόσοι άνθρωποι ασκούν καθημερινά υπομονή και σταλάζουν ελπίδα στις καρδιές των αδελφών μας, προσέχοντας να μην σπέρνουν τον πανικό, αλλά ωθώντας μας στη συλλογικότητα. Πόσοι πατέρες, μητέρες, παππούδες και γιαγιάδες, πόσοι εκπαιδευτικοί, δείχνουν στα παιδιά μας, με μικρές και καθημερινές χειρονομίες, πώς να αντιμετωπίσουν και να περάσουν μέσα από μια κρίση με την αναπροσαρμογή των συνηθειών, υψώνοντας το βλέμμα και βρίσκοντας δύναμη μέσω της προσευχής. Πόσοι άνθρωποι προσεύχονται και επικαλούνται τη θεία βοήθεια για το καλό όλων… Η Προσευχή και η σιωπηρή υπηρεσία, είναι τα νικητήρια όπλα μας… Από αυτή την κιονοστοιχία που αγκαλιάζει τη Ρώμη και τον κόσμο, ας κατέλθει πάνω σε όλους σας η παρηγορητική ευλογία του Θεού. Κύριε, ευλόγησε όλο τον κόσμο, χάρισε υγεία στα σώματα και παρηγόρησε τις καρδιές μας. Μας ζητάς να μην φοβόμαστε. Αλλά η πίστη μας είναι αδύναμη και είμαστε φοβισμένοι. Αλλά εσύ, Κύριε, μη μας αφήνεις στο έλεος της καταιγίδας. Επανάλαβέ μας: “Μην φοβάστε”. Και εμείς, μαζί με τον Πέτρο, θα εναποθέσουμε όλες τις ανησυχίες μας σε Σένα, γιατί γνωρίζουμε ότι Εσύ πάντοτε μας φροντίζεις με αγάπη”.
Και η βροχή συνέχισε να πέφτει, και την ακούγαμε από τους δέκτες των ραδιοφώνων και των τηλεοράσεων που μετέδιδαν στη φοβισμένη και ανήσυχη ανθρωπότητα. Και ήταν σαν κάτι να άλλαξε στις καρδιές μας, επειδή προσευχηθήκαμε όλοι μαζί, προσευχηθήκαμε σιωπηλά, με τη σκέψη μας, συμμετέχοντας και επαναλαμβάνοντας ψιθυριστά, ανά διαστήματα, τα λόγια του γηραιού Επισκόπου της Ρώμης, του Πάπα Φραγκίσκου, και αισθανόμασταν την προσευχή των άλλων, των αδελφών μας ανά τον κόσμο, χωρίς διακρίσεις γλώσσας, φυλής, έθνους, να κατευθύνεται προς τον Θεό, το δημιουργό που εμείς οι χριστιανοί γνωρίζουμε ως Πατέρα μας ευσπλαχνικό, ως Πατέρα όλων των ανθρώπων και δημιουργό όλων των πλασμάτων. Σαν κάποιος να άνοιξε την καρδιά μας και να μπήκε μέσα της και μαζί του σα να μπήκε και να χώρεσε ολόκληρη η ανθρωπότητα.
Π. Μάριος Ρήγος