- Ας πάρουμε στα χέρια μας το βιβλίο της Σοφίας Σειράχ, ένα από τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Σε αυτό βρίσκουμε τα λόγια ενός διδασκάλου της σοφίας που έζησε περίπου 200 χρόνια προ Χριστού. Αυτός αναζητούσε τη σοφία, η οποία κάνει τους ανθρώπους καλύτερους και ικανούς να εξερευνήσουν σε βάθος τις περιπέτειες της ζωής. Και αυτό το έκανε σε μια περίοδο σκληρής δοκιμασίας για τον λαό του Ισραήλ, σε μια περίοδο πόνου, θλίψης και εξαθλίωσης, εξαιτίας της κυριαρχίας επάνω του ξένων δυνάμεων. Επειδή επρόκειτο για έναν άνθρωπο βαθειάς πίστεως, ριζωμένο στις παραδόσεις των πατέρων του, η πρώτη σκέψη του ήταν να απευθυνθεί στον Θεό για να Του ζητήσει το δώρο της σοφίας. Και ο Κύριος δεν του στέρησε τη βοήθεια αυτή.
- Ξεφυλλίζοντας το ιερό βιβλίο, ανακαλύπτουμε μια πολύτιμη σειρά υποδείξεων για τον τρόπο που θα πρέπει να ενεργούμε υπό το φως μια στενής σχέσεως με τον Θεό, ο οποίος είναι δημιουργός της κτίσεως και την αγαπά, είναι δίκαιος και προνοιακός προς όλα τα παιδιά του. Ωστόσο, η σταθερή αναφορά στον Θεό δεν μας εμποδίζει να κοιτάξουμε τον συγκεκριμένο άνθρωπο, απεναντίας τα δύο αυτά είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους.
- Πόσο επίκαιρη είναι και για μας αυτή η παλαιά διδασκαλία! Πράγματι, ο λόγος του Θεού, είναι υπεράνω του χώρου, του χρόνου, των θρησκειών, και των πολιτισμών. Η γενναιοδωρία που στηρίζει τον αδύναμο, παρηγορεί τον πονεμένο, ανακουφίζει τον βασανισμένο, αποκαθιστά την αξιοπρέπεια αυτού που την έχει στερηθεί, είναι προϋπόθεση για μια πλήρη ανθρώπινη ζωή. Η επιλογή να αφιερώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στους φτωχούς, στις τόσες πολλές και διαφορετικές ανάγκες τους, δεν μπορεί να εξαρτάται από τον χρόνο που διαθέτουμε ή από προσωπικά συμφέροντα, ούτε από θεωρητικά ποιμαντικά ή κοινωνικά προγράμματα. Δεν είναι δυνατόν να πνίγουμε τη δύναμη της χάρης του Θεού από τη ναρκισσιστική τάση που έχουμε, να βάζουμε πάντοτε τον εαυτό μας ως πρώτη προτεραιότητα στη ζωή μας.
- Η συνάντηση με ένα πρόσωπο σε κατάσταση ένδειας, πάντοτε μας προκαλεί και μας επερωτά. Πώς μπορούμε να συμβάλλουμε για να εξαλειφθεί ή τουλάχιστον να ανακουφιστεί η περιθωριοποίησή του και τα βάσανά του; Πώς μπορούμε να τον βοηθήσουμε στην πνευματική του φτώχεια; Η χριστιανική κοινότητα καλείται να εμπλακεί σ’ αυτήν την εμπειρία του συμμερισμού, έχοντας επίγνωση πως δεν είναι θεμιτό να παραχωρεί την αποστολή αυτή σε άλλους. Και για να στηρίξει τους φτωχούς, είναι βασικό να βιώνει την ευαγγελική φτώχεια πρώτα η ίδια. Δεν μπορούμε να αισθανόμαστε ότι είμαστε “εντάξει” όταν ένα μέλος της ανθρώπινης οικογένειας είναι παραπεταμένο και έξω από αυτήν, έχοντας καταντήσει σκιά. Η σιωπηλή κραυγή τόσων πολλών φτωχών πρέπει να βρίσκει τον λαό του Θεού στην πρώτη γραμμή, πάντοτε και παντού, για να τους δίνει φωνή, να τους υπερασπίζεται, και να είναι αλληλέγγυα με αυτούς, εμπρός σε τόση υποκρισία και σε τόσες υποσχέσεις.
- Το να τείνεις το χέρι σε κάνει να ανακαλύψεις πρώτα απ’ όλα σε ποιόν το κάνεις, ότι μέσα μας υπάρχει η ικανότητα να επιτελούμε πράξεις που δίνουν νόημα στη ζωή. Όμως πόσα τεταμένα χέρια βλέπουμε κάθε μέρα; Δυστυχώς, ολοένα και πιο συχνά, συμβαίνει να μας παρασύρει η βιασύνη σε μια δίνη αδιαφορίας, σε σημείο που να μην είμαστε πια σε θέση να αναγνωρίζουμε το καλό που καθημερινά επιτελείται σιωπηλά και με μεγάλη γενναιοδωρία. Αυτό που συνήθως γίνεται είναι ότι, μόνο όταν συμβαίνουν γεγονότα που συνταράζουν την πορεία της ζωής μας, τα μάτια μας να αποκτούν την ικανότητα να διακρίνουν την καλοσύνη των αγίων της “διπλανής πόρτας”, «αυτών που ζουν κοντά σ’ εμάς και είναι μια αντανάκλαση της παρουσίας του Θεού» (Αποστ. Παραίνεση “Να χαίρεστε και να αγάλλεστε”, 7). Γι’ αυτούς, όμως, σπάνια γίνεται λόγος. Οι κακές ειδήσεις αφθονούν στις σελίδες των εφημερίδων, στους διαδικτυακούς τόπους και στις οθόνες των τηλεοράσεων, σε βαθμό που να μας κάνουν να σκεφτούμε πως το κακό είναι ο απόλυτος κυρίαρχος στη ζωή των ανθρώπων. Δεν είναι έτσι. Ασφαλώς, δεν λείπουν η κακία και η βία, η αδικία και η διαφθορά, αλλά η ζωή υφαίνεται από πράξεις σεβασμού και γενναιοδωρίας, οι οποίες, όχι μόνο αντισταθμίζουν το κακό, αλλά μας ωθούν να πάμε παραπέρα και να είμαστε γεμάτοι ελπίδα.
- Το να τείνεις το χέρι είναι ένα σημάδι που φέρνει στο νου άμεσα την εγγύτητα, την αλληλεγγύη, την αγάπη. Αυτούς τους μήνες, κατά τους οποίους ο κόσμος ολόκληρος εξουθενώθηκε από έναν ιό που έχει προκάλεσε πόνο και θάνατο, απογοήτευση και βαθιά ανησυχία, μπορέσαμε να δούμε πολλά τεταμένα χέρια! Είδαμε το τεταμένο χέρι του γιατρού, ο οποίος, γεμάτος ανησυχία φροντίζει τον καθέναν από τους αρρώστους, αναζητώντας να βρει τη σωστή θεραπεία. Το τεταμένο χέρι της νοσοκόμας και του νοσοκόμου, οι οποίοι, πέραν του ωραρίου εργασίας τους, παραμένουν για να περιποιηθούν τους αρρώστους. Το τεταμένο χέρι αυτών που εργάζονται στη διαχείριση και προμηθεύουν τα μέσα για να σώσουν περισσότερες ζωές, όσο είναι δυνατόν. Το τεταμένο χέρι του φαρμακοποιού που έρχεται αντιμέτωπος με τόσο πολλά αιτήματα, μέσα σε επικίνδυνες επαφές με τον κόσμο. Το τεταμένο χέρι του ιερέα, που χορηγεί την ευλογία, ενώ η καρδιά του σπαράζει. Το τεταμένο χέρι του εθελοντή, που συμπαραστέκεται σε όποιον ζει στον δρόμο και σε όσους, αν και έχουν μια στέγη, δεν έχουν όμως κάτι για να φάνε. Το τεταμένο χέρι των ανδρών και των γυναικών, που εργάζονται για να προσφέρουν ουσιαστικές υπηρεσίες και ασφάλεια. Θα μπορούσαμε, τέλος, να περιγράψουμε και άλλα τεταμένα χέρια, συνθέτοντας μιαν ατελείωτη σειρά έργων φιλανθρωπίας. Όλα αυτά τα χέρια αψήφησαν τη μεταδοτική και φονική νόσο και τον συνεπαγόμενο φόβο, ώστε να προσφέρουν στήριξη και παρηγοριά.
- Αυτή η πανδημία ήλθε αιφνιδιαστικά και μας βρήκε απροετοίμαστους, αφήνοντας μια μεγάλη αίσθηση αποπροσανατολισμού και αδυναμίας. Το τεταμένο χέρι, ωστόσο, προς τον φτωχό δεν ήλθε αιφνιδιαστικά. Αυτό, μάλλον, προσφέρει τη μαρτυρία του τρόπου με τον οποίο ετοιμαζόμαστε για να αναγνωρίσουμε τον φτωχό και να τον στηρίξουμε την ώρα της ανάγκης. Δεν επινοούμε εκ του μηδενός τα έργα φιλανθρωπίας. Είναι απαραίτητη μια προπόνηση καθημερινή, που να ξεκινά από τη συνειδητοποίηση ότι εμείς πρώτοι έχουμε ανάγκη από ένα χέρι τεταμένο προς εμάς.
- «Τείνε το χέρι στον φτωχό», είναι, λοιπόν, μια πρόσκληση στην υπευθυνότητα ως άμεση δέσμευση οποιουδήποτε αισθάνεται ότι μετέχει στην ίδια τύχη. Είναι μια προτροπή να επωμιστούμε τα βάρη των πιο αδύναμων, όπως υπενθυμίζει ο Απόστολος Παύλος: «Με αγάπη να υπηρετείτε ο ένας τον άλλον. Άλλωστε όλος ο νόμος συνοψίζεται σε μια φράση, στο να αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου […]. Να σηκώνετε ο ένας το φορτίο του άλλου» (Γαλ 5,13-14· 6,2). Ο Απόστολος διδάσκει ότι η ελευθερία που μας χαρίστηκε δια του θανάτου και της αναστάσεως του Ιησού Χριστού, είναι για τον καθέναν από εμάς μια ευθύνη για να τεθούμε στην υπηρεσία των άλλων, προπαντός των πιο αδυνάμων. Δεν πρόκειται για μια προαιρετική προτροπή, αλλά για μια προϋπόθεση αυθεντικότητας της πίστεως την οποία ομολογούμε.
- «Τείνε το χέρι στον φτωχό». Η προτροπή αυτή έρχεται, έμμεσα, για να αναδείξει και την εντελώς αντίθετη στάση αυτών που έχουν τα χέρια στις τσέπες τους και δεν συγκινούνται από τη φτώχεια, για την οποία συχνά είναι και οι ίδιοι συνένοχοι. Η αδιαφορία και ο κυνισμός είναι η καθημερινή τροφή τους. Πόση μεγάλη διαφορά σε σχέση με τα γενναιόδωρα χέρια που λίγο πριν περιγράψαμε! Πράγματι, υπάρχουν, ορισμένοι που τείνουν τα χέρια για να αγγίξουν βιαστικά το πληκτρολόγιο ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή και να μεταφέρουν ποσά χρημάτων από το ένα στο άλλο σημείο του κόσμου, επισημαίνοντας έτσι τον πλούτο ενός μικρού κύκλου ολιγαρχών και την εξαθλίωση του μεγάλου πλήθους των ανθρώπων ή την χρεοκοπία ολόκληρων εθνών. Υπάρχουν άλλοι που τείνουν τα χέρια για να συσσωρεύσουν χρήματα πωλώντας όπλα, τα οποία άλλα χέρια, ακόμη και παιδιά, θα χρησιμοποιήσουν για να σπείρουν θάνατο και φτώχεια. Υπάρχουν ακόμη άλλοι που τείνουν τα χέρια για να ανταλλάξουν κρυφά “δόσεις θανάτου” προκειμένου να πλουτίσουν και να ζήσουν μέσα στη χλιδή και στην ασύδοτη εφήμερη ζωή τους. Υπάρχουν και εκείνοι που τείνουν τα χέρια για να ανταλλάξουν κρυφά παράνομες διευκολύνσεις για ένα εύκολο και διεφθαρμένο κέρδος. Υπάρχουν, τέλος, και αυτοί που τείνουν τα χέρια, προκειμένου να επιδείξουν καλοπροαίρετες διαθέσεις, θεσπίζοντας υποκριτικά νόμους, τους οποίους οι ίδιοι αρνούνται να εφαρμόσουν.
- «Σε κάθε σου πράξη να θυμάσαι το τέλος σου» (Σοφία Σειράχ, 7,36). Είναι η φράση με την οποία ο Σειράχ ολοκληρώνει αυτόν τον στοχασμό. Η φράση αυτή επιδέχεται διπλής ερμηνείας. Η πρώτη, προβάλλει την ανάγκη που έχουμε να διατηρούμε πάντοτε στο νου το τέλος της ύπαρξής μας. Το να θυμόμαστε τον κοινό προορισμό μας, μπορεί να μας βοηθήσει να διάγουμε μια ζωή έχοντας ως προτεραιότητα την προσοχή σε όποιον είναι φτωχότερος και δεν έχει τις ίδιες δυνατότητες με εμάς. Υπάρχει και μια δεύτερη ερμηνεία, η οποία υπογραμμίζει τον προορισμό, τον σκοπό, προς τον οποίο τείνει ο καθένας. Αυτός είναι ο σκοπός της ζωής μας, που απαιτεί να υλοποιήσουμε ένα σχέδιο και να διανύσουμε μια πορεία χωρίς να νοιώσουμε κούραση. Τελικά, ο σκοπός της κάθε πράξης μας, δεν μπορεί να είναι άλλος από την αγάπη. Αυτός είναι ο σκοπός προς τον οποίον πορευόμαστε, και τίποτε δεν μπορεί να μας αποτρέψει από αυτόν. Αυτή η αγάπη είναι συμμερισμός, αφοσίωση και υπηρεσία, αλλά ξεκινά από την ανακάλυψη πως εμείς πρώτοι αγαπηθήκαμε και γνωρίσαμε την αγάπη. Αυτός ο σκοπός φαίνεται τη στιγμή κατά την οποία το μικρό παιδί συναντά το χαμόγελο της μητέρας του και νιώθει πως το αγαπάνε απλά και μόνο επειδή υπάρχει. Ακόμη και ένα χαμόγελο στον φτωχό είναι πηγή αγάπης και επιτρέπει να ζούμε με χαρά. Το τεταμένο χέρι, λοιπόν, μπορεί διαρκώς να εμπλουτίζεται με το χαμόγελο εκείνου που δεν βαρύνει την παρουσία του και την βοήθεια που προσφέρει, αλλά χαίρεται μόνο με το να βιώνει τον τρόπο ζωής των μαθητών του Χριστού.