Μια ανιαρή διαμάχη
Στις 4 Δεκεμβρίου του 1963 η Β’ Σύνοδος του Βατικανού εξέδωσε το πρώτο μεγάλο ντοκουμέντο, πολύ καθοριστικό για τη ζωή της Καθολικής Εκκλησίας, τη Διάταξη για τη Θεία Λατρεία, με τίτλο: «Η Αγία και Ιερή Σύνοδος». Με αυτό το κείμενο, ύστερα από αιώνες, πραγματοποιήθηκε μία κοσμοϊστορική λειτουργική μεταρρύθμιση στον θεολογικό, ποιμαντικό, γλωσσικό και τελετουργικό τομέα.
Συχνά ταυτίζεται αυτή η μεταρρύθμιση με την αλλαγή της γλώσσας από τα λατινικά στις ζωντανές γλώσσες των διαφόρων λαών. Στην πραγματικότητα, στη βαθιά της έννοια, δεν συνίσταται μονάχα σε αυτό η λειτουργική μεταρρύθμιση· συνίσταται κυρίως στην ανανέωση της νοοτροπίας των πιστών και στο γεγονός ότι έθεσε στο επίκεντρο της χριστιανικής ζωής και της ποιμαντικής, το πασχαλινό μυστήριο του Χριστού, στο οποίο όλοι οι βαπτισμένοι συμμετέχουν.
Το τραγικό είναι πως μετά από 60 χρόνια, υπάρχουν στην Καθολική Εκκλησία μερικοί λεγόμενοι «πιστοί», που αρνούνται να δεχθούν αυτή τη μεταρρύθμιση. Πεισματικά εξακολουθούν να τελούν τις ιεροτελεστίες όπως στην εποχή του πάπα Πίου του 5ου (1566-1572), σύμφωνα με το διάταγμά του της 14ης Ιουλίου 1570, που και αυτό, στην εποχή του, αποτελούσε μία μεταρρύθμιση. Εκτός όμως από αυτή την επιμονή τους της λατινικής γλώσσας λειτουργική, απορρίπτουν και όλη τη θεολογική και ποιμαντική λειτουργική μεταρρύθμιση της Β’ Συνόδου του Βατικανού.
Αυτοί οι άνθρωποι προτιμούν τη φόρμα από την ουσία, τα Λατινικά και μόνο αυτά από τη συνειδητή και χαρούμενη συμμετοχή όλων των πιστών στη Θεία Λατρεία. Ακόμα μια φορά, αντί η Θεία Λατρεία, που αποτελεί τη βασική διάσταση της ζωής της Εκκλησίας, να ενώνει τους πιστούς, αυτές οι εξωτερικές εκφράσεις της, τους χωρίζουν.
Μία Επιστολή του πάπα Φραγκίσκου
Αυτοί, αλλά και πολλοί άλλοι, ξεχνούν σε τι συνίσταται πραγματικά η Θεία Λατρεία και γι’ αυτό επιμένουν στις εξωτερικές μορφές της. Πρόσφατα, ο πάπας Φραγκίσκος απέστειλε σε όλους τους Καθολικούς μία Αποστολική Επιστολή με τον τίτλο «Πολύ Επιθύμησα» (DesiderioDesideravi) στην οποία υπενθυμίζει τη σημασία της Θείας Λατρείας και τη ζωτική σπουδαιότητα που αυτή έχει για τη σωτηρία μας.
Θα προσπαθήσουμε να μεταφέρουμε εδώ μερικές από αυτές τις διαφωτιστικές γραμμές που αφορούν τη Θεία Λατρεία ή τη Λειτουργική ζωή της Εκκλησίας.
Συνάντηση με τον Σωτήρα Χριστό
Η Θεία Λατρεία αποτελείται από τη Θεία Λειτουργία ή Θεία Ευχαριστία, από τη χορήγηση των Ιερών Μυστήριων και από την επίσημη προσευχή της Εκκλησίας ή Ακολουθία των Ωρών (Αίνους, Εσπερινό κ.ο.κ.).
Βασική προϋπόθεση της πίστεώς μας αποτελεί το γεγονός ότι ο Χριστός είναι ο μοναδικός Σωτήρας όλων των ανθρώπων και ο μοναδικός μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Αυτό πραγματοποιήθηκε μέσω του Θανάτου και της Αναστάσεώς Του, δηλαδή μέσω του Πασχαλινού του Μυστήριου.
Το σωστικό έργο του Χριστού, όμως, που έγινε μία φορά και για πάντα πριν από 2000 χρόνια, πρέπει να φτάσει στον κάθε βαπτισμένο εδώ και τώρα. Αυτό πραγματοποιείται μέσω της Θείας Λατρείας. Πράγματι «η Θεία Λατρεία, μας εγγυάται τη δυνατότητα μιας τέτοιας συνάντησης. Σ’ εμάς, δεν χρησιμεύει μια θολή ανάμνηση του τελευταίου Δείπνου: εμείς έχουμε ανάγκη να είμαστε παρόντες σ’ εκείνο το Δείπνο, να μπορούμε να ακούσουμε τη φωνή του, να φάμε το Σώμα του και να πιούμε το Αίμα του: έχουμε ανάγκη από Εκείνον. Στη Θεία Ευχαριστία και σε όλα τα Ιερά Μυστήρια μας δίνεται η εγγύηση της δυνατότητας να συναντήσουμε τον Κύριο Ιησού και να αγγιχτούμε από τη δύναμη του Πάσχα του. Η σωτήρια δύναμη της θυσίας του Ιησού, κάθε λόγου Του, κάθε χειρονομίας, βλέμματος και αισθήματός Του, φθάνει ως εμάς κατά την τέλεση των Ιερών Μυστηρίων» (Πολύ Επιθύμησα, αρ. 11).
«Η Θεία Λατρεία είναι η ιεροσύνη του Χριστού που αποκαλύφθηκε και δόθηκε σ’ εμάς κατά το Πάσχα του, και η οποία καθίσταται σήμερα παρούσα και ενεργός μέσω αισθητών σημείων (νερό, λάδι, άρτος, οίνος, χειρονομίες, λόγια), ώστε το Πνεύμα, βυθίζοντάς μας στο πασχαλινό μυστήριο, να μεταμορφώσει όλη τη ζωή μας συμμορφώνοντάς μας όλο και περισσότερο προς τον Χριστό» (αρ. 21).
Η κατεξοχήν πράξη της Εκκλησίας
Επομένως, η Θεία Λατρεία δεν αποτελείται από ατομικιστικές μαγικές πράξεις. Πράγματι «η μαγεία είναι το αντίθετο της λογικής των ιερών Μυστηρίων, διότι αυτή (η μαγεία) έχει την αξίωση να έχει μια δύναμη επί του Θεού» (αρ. 12). Αντίθετα «το πρόσωπο που ενεργεί κατά τη θεία Λατρεία είναι πάντα και μόνο ο Χριστός-Εκκλησία, το μυστικό Σώμα του Χριστού» (αρ. 15). «Η τελετουργική ενέργεια δεν ανήκει στο άτομο αλλά στον Χριστό-Εκκλησία, στην ολότητα των πιστών ενωμένων εν Χριστώ. Η θεία Λατρεία δεν λέει ‟εγώ” αλλά ‟εμείς”» (αρ. 19). Όλος ο λαός του Θεού συμμετέχει ενεργά στη Θεία Λατρεία, όχι μόνο ο ιερέας: «Ας θυμόμαστε πάντα ότι το υποκείμενο που τελετουργεί είναι η Εκκλησία, Σώμα του Χριστού, όχι μόνο ο ιερέας» (αρ. 36).
Η Κυριακή, το μεγάλο Δώρο του Θεού
Η Αποστολική Επιστολή «Πολύ Επιθύμησα», ολοκληρώνεται με μια αναφορά στην Κυριακή του Κυρίου, με λόγια που δεν μπορούν να μας αφήσουν αδιάφορους: «Η Κυριακή, πριν να είναι μια εντολή, είναι ένα δώρο που ο Θεός κάνει στον λαό του… Η κυριακάτικη ιεροτελεστία προσφέρει στη χριστιανική κοινότητα τη δυνατότητα να διαπλασθεί από την Ευχαριστία. Από Κυριακή σε Κυριακή, ο Λόγος του Αναστημένου φωτίζει την ύπαρξή μας θέλοντας να ενεργήσει σ’ εμάς αυτό για το οποίο στάλθηκε (βλ. Ησαΐας 55,10-11). Από Κυριακή σε Κυριακή, η κοινωνία στο Σώμα και το Αίμα του Χριστού θέλει να κάνει και τη δική μας ζωή μια θυσία ευάρεστη στον Πατέρα, μέσα στην αδελφική κοινωνία που γίνεται μοιρασιά, υποδοχή, υπηρεσία. Από Κυριακή σε Κυριακή, η δύναμη του τεμαχισμένου Άρτου μας στηρίζει για να αναγγέλλουμε το Ευαγγέλιο μέσα στο οποίο φανερώνεται η αυθεντικότητα της ιεροτελεστίας μας» (αρ. 65).
+ Ιωάννης Σπιτέρης