Τις 30 Σεπτεμβρίου 1928 γεννήθηκε στην Ρωμανία ο Εβραίος συγγραφέας Ελιέζερ (Έλι) Βίζελ (Wiesel Elie), καθηγητής, δημοσιογράφος και πολιτικός ακτιβιστής, Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης το 1986. Έγραψε περισσότερο από 40 βιβλία, αλλά είναι πιο γνωστός για ένα μικρό βιβλίο, περίπου 160 σελίδες στο πρωτότυπο: «Η Νύχτα». Πρόκειται για την μαρτυρία του συγγραφέα, τότε νεαρό αγόρι, σχετικά με αυτά που συνέβησαν στο Άουσβιτς και στο Μπούχενβαλντ, όταν εξοντώθηκε όλη η οικογένειά του. «Η Νύχτα» θεωρείται μία από τις πιο άμεσες και διεισδυτικές αφηγήσεις που γράφτηκαν ποτέ για το Ολοκαύτωμα, η οποία έχει διαβαστεί από εκατομμύρια ανθρώπους, έχει μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες, διδάσκεται σε σχολεία και πανεπιστήμια» (Από την «Παρουσίαση» του βιβλίου). Το βιβλίο αυτό αποτελεί «υποχρεωτικό ανάγνωσμα» για κάθε άνθρωπο της εποχής μας (Κ.Β. Κουτσουλάρης).
Αυτό το βιβλίο ο Βίζελ το έγραψε κατόπιν προτροπής ενός χριστιανού συγγραφέα, του Φρανσουά Μωριάκ, βραβευμένου με το Νόμπελ λογοτεχνίας το 1952.
Έχει μεγάλη σημασία για τα γεγονότα που ζούμε σήμερα να αναφέρουμε τις λεπτομέρειες της γνωριμίας και της μετέπειτα φιλίας αυτών των δύο συγγραφέων.
Ο Ελί Βίζελ, λόγω της απώλειας της πίστης του στον Θεό και εξ αιτίας της εμπειρίας των φρικαλεοτήτων του ολοκαυτώματος και του επακόλουθου ψυχικού κλονισμού του, μετά από μερικές αποτυχημένες προσπάθειες, δεν θέλησε πια να γράψει κάτι σχετικά με αυτά τα γεγονότα, για τα οποία ο ίδιος ήταν άμεσος μάρτυρας, τότε μικρό αγόρι. Μια συνάντηση τον ώθησε να αλλάξει γνώμη. Το 1955 συναντήθηκε με τον Γάλλο συγγραφέα, Φρανσουά Μωριάκ.
Ο Φρανσουά Μωριάκ. (François Mauriac) (1885 – 1970) θυμίζει το δικό μας κοσμοκαλόγερο Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Ένθερμος χριστιανός καθολικός, η ισχυρή θρησκευτική του πίστη λάμπει σε όλα τα έργα του. Το πιο επαναλαμβανόμενο θέμα είναι ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην αμαρτία. Τόλμησε μάλιστα να γράψει το «Ζωή του Ιησού» (1936), στην οποία επαναλαμβάνει τη σημασία του Χριστού ως πρωταγωνιστή στην ανθρώπινη τραγωδία. Στο περίφημο αυτό βιβλίο, ο Μωριάκ αφηγείται την ιστορία του Ιησού μέσα από σύντομα κεφάλαια που δεν εξαντλούν βέβαια το μυστήριο του Ιησού. Στη βιβλική του ερμηνεία, η οποία ήταν πολύ πιστή στα Ευαγγέλια, ο Συγγραφέας εστιάζει ιδιαίτερα την προσοχή του σε ορισμένες θεμελιώδεις συγκυρίες της θεανθρώπινης ιστορίας του Ιησού, όπως η νύχτα στη Γεθσημανή, η προδοσία του Ιούδα και η απάρνηση του Πέτρου. Η ζωή του Ιησού αποτελεί την τέλεια σύνοψη της σκέψης του. Έτσι, ο Μωριάκ κέρδισε τον χαρακτηρισμό του καθολικού μυθιστοριογράφου, τον οποίο συμμεριζόταν πλήρως και ο ίδιος: «Είμαι καθολικός που γράφει μυθιστορήματα» έλεγε ο ίδιος. Ο Μωριάκ θεωρείται από πολλούς ο μεγαλύτερος Γάλλος μυθιστοριογράφος του 20ού αιώνα μετά τον Μαρσέλ Προυστ.
Ο Βίζελ μας διηγείται πώς έγινε η γνωριμία του με τον Γάλλο συγγραφέα.
Τον Μάιο του 1955, ο Βίζελ, νεαρός τότε δημοσιογράφος, 27 ετών, θέλοντας να πάρει συνέντευξη από τον Γάλλο πρωθυπουργό Πιερ Μεντές-Φρανς (Pierre Mendès France,), επικοινώνησε με τον Φρανσουά Μωριάκ, φίλο του Μεντές-Φρανς, για να του τον συστήσει.
Ο Βίζελ περιγράφει τη συνάντησή του με τον Μωριάκ ως εξής: «Το πρόβλημα ήταν ότι [ο Μωριάκ] ήταν ερωτευμένος με τον Ιησού. Ήταν ο καλύτερος άνθρωπος που είχα συναντήσει ποτέ σε αυτόν τον τομέα ως συγγραφέας, καθολικός συγγραφέας. Ειλικρίνεια, ακεραιότητα, και ήταν ερωτευμένος με τον Ιησού. Μιλούσε μόνο γι’ αυτόν. Ό,τι τον ρωτούσα αυτός ανέφερε τον Ιησού. Τελικά τον ρώτησα: «Επιτέλους τι μπορείς να μου πεις για τον Μεντές-Φρανς;». Μου απάντησε ότι αυτός, «όπως και ο Ιησούς, υπέφερε..».
Όταν ανέφερε ξανά τον Ιησού, δεν άντεξα και για μια μοναδική φορά στη ζωή μου ήμουν αγενής και το μετανιώνω μέχρι σήμερα. Είπα: « “Κύριε Mauriac, πριν από περίπου δέκα χρόνια είδα παιδιά, εκατοντάδες εβραιόπουλα, που υπέφεραν περισσότερο από ό,τι υπέφερε ο Ιησούς στον σταυρό του, και δεν μιλάει κάνεις γι’ αυτά τα παιδιά”. Ξαφνικά αισθάνθηκα τόσο αμήχανα. Έκλεισα το σημειωματάριό μου και κατευθύνθηκα προς το ασανσέρ. Ο Μωριάκ έτρεξε πίσω μου. Με τράβηξε πίσω, κάθισε στην καρέκλα του και εγώ στη δική μου και άρχισε να κλαίει. Σπάνια έχω δει έναν ηλικιωμένο άντρα να κλαίει έτσι, και ένιωσα τόσο ηλίθια….. Και τότε, στο τέλος, χωρίς να έχει πει τίποτα, είπε απλώς: “Ξέρεις, ίσως θα έπρεπε να μιλήσεις γι’ αυτά τα παιδιά εσύ ο ίδιος”».
Το αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης μεταξύ του ηλικιωμένου, καθολικού Μωριάκ και του νεαρού, Εβραίου Βισέλ, ήταν το γράψιμο στα γαλλικά του «La Nuit» (Η Νύχτα) με πρόλογο του ίδιου του Φρανσουά Μωριάκ. Αποτέλεσε την απόλυτη επιτυχία. Σχεδόν 70 χρόνια αργότερα, το βιβλίο έχει μεταφραστεί σε 30 γλώσσες και θεωρείται, μαζί με το «Αν αυτό είναι άνθρωπος» του Πρίμο Λέβι και το «Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ», ένα από τα αριστουργήματα της λογοτεχνίας του Ολοκαυτώματος.
Μεταφέρουμε ένα μικρό απόσπασμα από τον Πρόλογο του Φρανσουά Μωριάκ:
«Κατάλαβα τότε αυτό που είχα αγαπήσει από την αρχή στον νεαρό Ισραηλινό: αυτό το βλέμμα ενός αναστημένου Λαζάρου, που όμως ήταν πάντα αιχμάλωτος των σκοτεινών ακτών όπου περιπλανιόταν, σκοντάφτοντας πάνω σε ατιμασμένα πτώματα. Γι’ αυτόν, η κραυγή του Νίτσε εξέφραζε μια σχεδόν φυσική πραγματικότητα: ο Θεός είναι νεκρός, ο Θεός της αγάπης, της γλυκύτητας και της παρηγοριάς, ο Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ έχει εξαφανιστεί για πάντα, κάτω από το βλέμμα αυτού του αγοριού, στον καπνό του ανθρώπινου ολοκαυτώματος που απαιτεί η θεοποίηση της φυλής, το πιο άπληστο από όλα τα είδωλα. Και αυτός ο θάνατος του Θεού, σε πόσους ευσεβείς Εβραίους δεν συνέβη;».
Σε αυτό το σημείο ο Φρανσουά Μωριάκ υπενθυμίζει ένα φρικτό επεισόδιο αυτού του βιβλίου, το οποίο φαίνεται πως ο Θεός δεν ήταν εντελώς χαμένος για τον Ελί. Κατά τη διάρκεια του απαγχονισμού ενός παιδιού στο Άουσβιτς, στον οποίο αναγκάστηκε και αυτός να παρακολουθήσει, ακούει κάποιον να ρωτά: Πού είναι ο Θεός; Πού είναι; Το βάρος του σώματός του παιδιού δεν είναι αρκετό για να σπάσει το λαιμό του, έτσι το παιδί πεθαίνει αργά και με αγωνία. Ο Βιζέλ το θυμάται μπροστά του, βλέπει τη ροδαλή του γλώσσα και τα καθαρά του μάτια ακόμα και κλαίει. «Πίσω μου άκουσα τον ίδιο άνθρωπο να ρωτάει: Πού είναι ο Θεός τώρα; Και άκουσα μια φωνή μέσα μου να απαντά: Είναι εδώ, κρέμεται εδώ σε αυτή την αγχόνη».
Και ο Γάλλος συγγραφέας σχολιάζει: «Τι φρικτή μέρα, ανάμεσα σε εκείνες τις φρικτές μέρες, όταν το παιδί είδε τον απαγχονισμό (ναι!) ενός άλλου παιδιού, που είχε το πρόσωπο ενός δυστυχισμένου αγγέλου».
Πολλά χρόνια αργότερα ο Βίζελ θα γράψει: «Όταν σκέφτομαι την προσωπική μου εμπειρία, μου έρχεται στο μυαλό, ως φωτεινό παράδειγμα, ο Francois Mauriac. Εγώ, ένας Εβραίος, οφείλω στον ένθερμο καθολικό Mauriac, ο οποίος δήλωνε ερωτευμένος με τον Χριστό, το γεγονός ότι έγινα συγγραφέας … . Κάποτε ο Mauriac μου αφιέρωσε ένα βιβλίο και έγραψε: “Στον Elie Wiesel, ένα Εβραιόπουλο που σταυρώθηκε”. Στην αρχή το πήρα άσχημα, αλλά μετά κατάλαβα ότι ήταν ο τρόπος του να με αφήσει να νιώσω την αγάπη του».
+ Ιωάννης Σπιτέρης