24 Νοεμβρίου 2024
Expand search form

Ειδήσεις από την Καθολική Εκκλησία στην Ελλάδα

Η Ιερά Σινδόνη του Χριστού «Παράδοση-Πίστη-Επιστήμη». Ομιλία του Δρ Bruno Barberis

 

  1. Η Ιερά Σινδόνη

Η λέξη «Σινδόνη» είναι μια αρχαία λέξη που προέρχεται από τη γλώσσα σας και σημαίνει «ύφασμα». Σήμερα, σε όλο τον κόσμο, η λέξη «Σινδόνη» δεν είναι ένα οποιοδήποτε ύφασμα, αλλά εκείνο που φυλάσσεται στον καθεδρικό ναό του Τορίνο πάνω από τέσσερις αιώνες. Σύμφωνα με την παράδοση, η Σινδόνη είναι το νεκρικό σάβανο μέσα στο οποίο ήταν τυλιγμένο το σώμα του Ιησού μετά την αποκαθήλωση. Η παράδοση αυτή ταιριάζει με τη διδασκαλία των Ευαγγελίων, σύμφωνα με την οποία ο Ιωσήφ της Αριμαθαίας απόθεσε το σώμα του Ιησού στον τάφο αφότου το τύλιξε σε ένα σάβανο, και δεν έρχεται σε αντίθεση με αυτό που είναι γνωστό από τα ιστορικά γεγονότα σχετικά με τη Σινδόνη, αν και γνωρίζουμε με βεβαιότητα και έχουμε τεκμηριώσει την ιστορία της μόνο από τα μέσα του 14ου αιώνα και εξής.

Η Σινδόνη είναι ένα λινό ύφασμα επάνω στο οποίο υπάρχουν διάφορα ίχνη: τρύπες, εγκαύματα, κηλίδες από νερό, σταγόνες λιωμένου κεριού, αλλά κυρίως η διπλή αποτύπωση ενός σώματος στο χρώμα της ώχρας, διάστικτη με σκούρο κόκκινο χρώμα. Όπως αντιλαμβάνεστε, είναι ένα αντικείμενο αρκετά πολύπλοκο, το οποίο οφείλουμε να εξετάσουμε προσεκτικά αν θέλουμε να κατανοήσουμε εις βάθος τις διάφορες εκφάνσεις του. Προτείνω, επίσης να δείτε ένα σύντομο ντοκιμαντέρ, με το οποίο θα ξεκινήσουμε το «ταξίδι μας στη Σινδόνη».

  1. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Η επιστημονική έρευνα για την Σινδόνη ξεκίνησε μόλις το 1898, μετά την πρώτη φωτογράφηση από τον Secondo Pia με αυτήν εδώ τη φωτογραφική μηχανή, η οποία φυλάσσεται τώρα στο Μουσείο της Σινδόνης στο Τορίνο. Πέρα από την αποκάλυψη της αρνητικής εικόνας, που αποτυπώθηκε στην πρώτη φωτογραφία, η πρώτη αυτή φωτογράφιση έδωσε τη δυνατότητα για μια λεπτομερή εξέταση τόσο του υφάσματος όσο και της ίδιας της εικόνας. Στην πραγματικότητα, μόνο τα τελευταία πενήντα χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί συντονισμένες έρευνες και μελέτες ευρείας κλίμακας. Χωρίς καμία αμφιβολία, το πιο σημαντικό και αξιοσημείωτο γεγονός έλαβε χώρα το 1978, όταν από τις 8 έως τις 13 Οκτωβρίου του ίδιου έτους η Σινδόνη εξετάστηκε από μια διεθνή επιστημονική ομάδα που αποτελούνταν από 44 μέλη [η πλειοψηφία των οποίων ανήκε στην αμερικανική STURP (Ερευνητικό Πρόγραμμα για τη Σινδόνη του Τορίνο)], η οποία πραγματοποίησε μια σειρά δοκιμών και εξετάσεων για συνολικά 120 ώρες. Τα αποτελέσματα των παραπάνω δοκιμών δημοσιεύθηκαν τα επόμενα χρόνια και εξακολουθούν να αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της σύγχρονης γνώσης για τη Σινδόνη. Ως εκ τούτου, η συνθετική σύνοψη των γνώσεων που διαθέτουμε σήμερα βασίζεται κυρίως στα αποτελέσματα που προέκυψαν από την παραπάνω έρευνα. Τα αποτελέσματα αυτά υποδιαιρούνται σε τρία τμήματα που αντιστοιχούν στους τρεις κύριους τομείς έρευνας: στο ύφασμα της Σινδόνης, στη διπλή εικόνα μιας ανθρώπινης μορφής που έχει αποτυπωθεί επάνω στο ύφασμα και στις κηλίδες από αίμα.

2.1 ΤΟ ΥΦΑΣΜΑ

Η Σινδόνη είναι ένα λινό ύφασμα αρχαίας κατασκευής με διαστάσεις περίπου 4,41 μέτρα (πλάτος) και 1,13 μέτρα (ύψος). Έχει υφανθεί με νήματα λιναριού πλεγμένα σε σχήμα «ψαροκόκκαλου». Η μικροσκοπική ανάλυση που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα που λήφθηκε το 1969 έδειξε ότι τα νήματα λιναριού έχουν μια συστροφή τύπου Ζ. Οι ακτίνες Χ με τις οποίες εξετάστηκε το 1978 κατέδειξαν περιοχές με διάφορους βαθμούς πυκνότητας. Από την ένταση των ακτίνων Χ, μέσω μιας σειράς βαθμονομήσεων και κατάλληλων υπολογισμών, εκτιμάται ότι το βάρος ανά μονάδα επιφανείας είναι περίπου 20 mg/cm2, –ένα κιλό περίπου στο  σύνολο. Προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι ακτίνες Χ δεν ανιχνεύουν τη μορφή που έχει αποτυπωθεί στη Σινδόνη, ενώ είναι εμφανείς οι άκρες των κηλίδων που πιθανώς προκλήθηκαν από το νερό που χρησιμοποιήθηκε για την κατάσβεση της πυρκαγιάς του 1532.

Η ραδιογραφική εξέταση συμπεριελήφθη στην καταγραφή των φασμάτων φθορισμού στις ακτίνες Χ και επέτρεψε τη διαπίστωση της παρουσίας σιδήρου, ασβεστίου και στροντίου. Οι συγκεντρώσεις αυτών των στοιχείων (ιδιαίτερα του σιδήρου) βρέθηκε ότι είναι σταθερές, τόσο στα σημεία όπου αποτυπώνεται η εικόνα όσο και στα υπόλοιπα. Ως εκ τούτου, η παρουσία τους εξηγείται από τη διαδικασία της επεξεργασίας του λιναριού και ιδίως από τη διαβροχή του σε νερό. Το 1978 οι ερευνητές του STURP (Ερευνητικό Πρόγραμμα για τη Σινδόνη του Τορίνο) πραγματοποίησαν επίσης καταγραφές των φασμάτων ανάκλασης στο ορατό φως, στο υπέρυθρο και στο υπεριώδες καθώς επίσης και στο φάσμα φθορισμού. Οι τελευταίες αυτές καταγραφές καταδεικνύουν ότι το ύφασμα της Σινδόνης είναι φθορίζον, δηλαδή ότι φωτίζεται από φως μικρού μήκους κύματος, το οποίο εκπέμπει φως σε ένα μεγαλύτερο μήκος κύματος–συνηθισμένη συμπεριφορά των λινών υφασμάτων αρχαίας κατασκευής.

2.2 Η Ραδιοχρονολόγηση του υφάσματος της Σινδόνης 

Ένα από τα πιο πολυσυζητημένα προβλήματα εδώ και καιρό, ιδιαίτερα τα τελευταία είκοσι χρόνια, είναι το ζήτημα της χρονολόγησης του υφάσματος της Σινδόνης. Ήδη πριν από περίπου εξήντα χρόνια ο W. F. Libby, ο οποίος ανακάλυψε τη μέθοδο της ραδιοχρονολόγησης (τη λεγόμενη χρονολόγηση με Άνθρακα-14), είχε προτείνει να πραγματοποιήσει μια σειρά από μετρήσεις, αλλά οι προτάσεις του δεν εγκρίθηκαν λόγω της μεγάλης επιφάνειας του δείγματος που επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί. Με την τελειοποίηση των τεχνολογιών μέτρησης και τη συνακόλουθη μείωση της επιφάνειας του δείγματος που απαιτείται, διατυπώθηκαν νέες προτάσεις κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80. Μερικές από αυτές πρότειναν τον συνδυασμό των ελέγχων των μετρήσεων για τη ραδιοχρονολόγηση και μια σειρά από παράλληλες έρευνες, προκειμένου να αποφευχθούν τα σφάλματα και να προκύψουν σωστά στοιχεία σχετικά με τη Σινδόνη. Λόγω των διαφωνιών μεταξύ των διαφόρων ομάδων, το διεπιστημονικό αυτό έργο δεν υλοποιήθηκε.

Στις 21 Απριλίου 1988 έγινε λήψη δείγματος από ένα μοναδικό σημείο στην επάνω αριστερή γωνία του υφάσματος. Σε καθένα από τα τρία εργαστήρια που ήταν επιφορτισμένα να την εξετάσουν (στην Οξφόρδη, τη Ζυρίχη και την Τουσόν της Αριζόνα) δόθηκε δείγμα του υφάσματος βάρους περίπου 50 χιλιοστόγραμμων, μαζί με τρία δείγματα ελέγχου γνωστής ηλικίας. Σε μια συνέντευξη τύπου στις 13 Οκτωβρίου του ίδιου έτους ο Καρδινάλιος Ballestrero ανακοίνωσε ότι με βάση τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τους ελέγχους στα τρία εργαστήρια, η ηλικία της Σινδόνης εντοπιζόταν μεταξύ του 1260 και του 1390 μ.Χ. Εκφράστηκαν αμέσως διαμαρτυρίες και διαφωνίες σχετικά με το σύνολο του προγράμματος χρονολόγησης, που τροφοδοτήθηκαν δυστυχώς από απερισκεψίες, αβλεψίες και σε ορισμένες περιπτώσεις από ανάρμοστη συμπεριφορά.

Η πιο σοβαρή κατηγορία είναι ότι τα δείγματα που αναλύθηκαν από τα εργαστήρια δεν προέρχονταν από τη Σινδόνη, αλλά από μεσαιωνικά ευρήματα που είχαν τοποθετηθεί με δόλο στη θέση της. Πρέπει να σημειωθεί, δυστυχώς, η έλλειψη της έκθεσης δειγματοληψίας.  Ως εκ τούτου, δεν είναι γνωστό με βεβαιότητα ούτε το βάρος ούτε το μέγεθος των δειγμάτων του υφάσματος που παραδόθηκε στα τρία εργαστήρια. Οι άστοχες και αντιφατικές δηλώσεις που έκαναν οι υπεύθυνοι σε κάποια συνέδρια έκαναν την κατάσταση ακόμα πιο συγκεχυμένη.

Ένα σημαντικό στοιχείο στο οποίο πρέπει να σταθούμε σχετικά με την άκριτη αποδοχή των αποτελεσμάτων αφορά τον τρόπο δειγματοληψίας και την έλλειψη διεπιστημονικής προσέγγισης για να διαπιστωθεί το είδος και η ποσότητα των ξένων ουσιών που υπήρχαν επί των δειγμάτων που εξετάστηκαν. Δύο Αμερικανοί χημικοί, ο Alan Adler και ο Raymond Rogers ανέλυσαν αυτό που απέμεινε από το δείγμα που χρησιμοποιήθηκε για τη χρονολόγηση. Το φάσμα υπερύθρου αποδείχθηκε ότι ήταν διαφορετικό από το κανονικό φάσμα του υφάσματος και είχε διαφορετικά χαρακτηριστικά σε σύγκριση με το σύμπλοκο του υφάσματος της Σινδόνης. Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτό αρκούσε για να δείξει ότι το δείγμα λήφθηκε από ένα σημείο όπου το ύφασμα είχε επιδιορθωθεί, αλλά η παρέμβαση δεν ήταν ορατή. Ως εκ τούτου, τα προς μέτρηση δεδομένα ήταν σωστά από αυστηρά πειραματική άποψη, αλλά τα αποτελέσματα δεν αντιστοιχούσαν στην πραγματική ηλικία του υφάσματος. Στην πραγματικότητα, κατά τη δειγματοληψία προέκυψε ότι ήταν απαραίτητο να αποκλειστεί ένα μέρος του δείγματος αφού ήταν προφανής η παρουσία ξένων ουσιών. Ωστόσο, είναι προφανές ότι η δειγματοληψία που πραγματοποιείται σε μία μόνο περιοχή ελλοχεύει τον κίνδυνο να δώσει δεδομένα που είναι συνεπή μεταξύ τους, αλλά δεν είναι αντιπροσωπευτικά για το υπό εξέταση αντικείμενο.

Τα αποτελέσματα της ραδιοχρονολόγησης εξακολουθούν να αποτελούν αντικείμενο συζητήσεων μεταξύ ακαδημαϊκών σχετικά με την αξιοπιστία της μεθόδου της ραδιοχρονολόγησης για ένα αντικείμενο με τόσο ιδιόμορφα ιστορικά και φυσικοχημικά χαρακτηριστικά όπως η Σινδόνη. Η χρονολόγηση που τοποθετεί τη δημιουργία της στον Μεσαίωνα έρχεται σε αντίθεση με διάφορα άλλα αποτελέσματα που έχουν προκύψει από άλλους τομείς της έρευνας. Επίσης, δεν είναι εύκολο να διαπιστωθεί αν στο διάβα των αιώνων δεν έχει προστεθεί νέος Άνθρακας 14 σε εκείνον που υπήρχε τη χρονική στιγμή της συγκομιδής του λιναριού που χρησιμοποιήθηκε για να υφανθεί η Σινδόνη. Η εξέταση αρχαίων υφασμάτων προσέθεσε νέα στοιχεία στην επιστημονική συζήτηση σχετικά με τη χρονολόγηση της Σινδόνης, παρέχοντας αποτελέσματα από πειράματα που φαίνεται να αποδεικνύουν ότι οι βιολογικές, χημικές και υφασματικές αλλοιώσεις είναι σε θέση να μεταβάλουν σημαντικά την ηλικία του ραδιενεργού άνθρακα ενός υφάσματος. Δεδομένου ότι η Σινδόνη είναι βέβαιο ότι έχει υποβληθεί σε βιολογική αλλοίωση (αποδεικνύεται από τα μικρο-ίχνη που βρέθηκαν επάνω της), χημική αλλοίωση (λόγω της φωτιάς που ξέσπασε στο Σαμπερύ) και υφασματική αλλοίωση (η περιοχή του δείγματος φαίνεται να έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά από το υπόλοιπο του υφάσματος, κάτι που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι μπορεί να πρόκειται για επιδιόρθωση του υφάσματος), τα παραπάνω πειραματικά αποτελέσματα πρέπει να μελετηθούν προσεκτικά και να επαληθευτούν μέσω ενός ολοκληρωμένου προγράμματος έρευνας και νέων δοκιμών, το οποίο θα επιτρέψει να εκτιμηθεί το πρόβλημα της εισαγωγής του κατάλληλου συντελεστή διόρθωσης στην ηλικία που προκύπτει από τη ραδιοχρονολόγηση. Ως εκ τούτου, αυτή τη στιγμή το πρόβλημα της χρονολόγησης του υφάσματος της Σινδόνης παραμένει ανοιχτό και δεν έχει ακόμη επιλυθεί.

Μια άλλη συνεισφορά στις έρευνες για την ηλικία του υφάσματος έγινε στη δεκαετία του ’70 από τον Ελβετό βοτανολόγο Max Frei Sulzer. Μέσω της εφαρμογής αυτοκόλλητων ταινιών έλαβε το 1973 και το 1978 δείγματα μικροϊνών και εντόπισε κόκκους γύρης από 58 ανθοφόρα φυτά. Επειδή ορισμένοι κόκκοι γύρης προέρχονται από φυτά που φύονται μόνο στην Παλαιστίνη και την Ανατολία (τη σημερινή Τουρκία), ο Frei κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είναι πολύ πιθανή η παρατεταμένη διαμονή της Σινδόνης όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και σε αυτές τις περιοχές. Πρόσφατες έρευνες, που διεξήχθησαν και από ερευνητές από το Ισραήλ (Avinoam Danin και Uri Baruch), επέτρεψαν την ανακάλυψη άλλων ειδών φυτών, που επιβεβαιώνουν την παραπάνω υπόθεση.

2.3 Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ

Με τον όρο «ζώνες του σώματος» εννοούμε φυσικά τις ζώνες εκείνες της Σινδόνης όπου απεικονίζεται το εμπρός και το πίσω μέρος της μορφής ενός ανθρώπινου σώματος –ζώνες που διαφέρουν σαφώς από τις λεγόμενες «ζώνες του αίματος».  

Η εικόνα δεν έχει περίγραμμα και εμφανίζεται να σβήνει. Η μικροσκοπική εξέταση της εικόνας στις ζώνες του σώματος αποκαλύπτει ότι αυτό οφείλεται σε μια μεταβολή του χρώματος (κιτρίνισμα) των επιφανειακών ινών των νημάτων του λιναριού που την αποτελούν. Οι ίνες από τις οποίες αποτελούνται τα νήματα είναι χρωματισμένες κίτρινες μόνο εάν βρίσκονται (ή αν ήταν αρχικά) στην επάνω πλευρά της πλέξης. Στα σημεία που βρίσκονται στο μεταίχμιο, όπου το ένα νήμα διέρχεται κάτω από το άλλο, δεν ανιχνεύεται κανένας χρωματισμός. Αυτές οι παρατηρήσεις τονίζουν την εξαιρετική επιφανειακότητα της εικόνας (της τάξεως μερικών μικρομέτρων), επιφανειακότητα, η οποία έχει επιβεβαιωθεί από την ανάλυση δειγμάτων από το πίσω μέρος της Σινδόνης σε μια συντηρητική παρέμβαση που πραγματοποιήθηκε το 2002, όταν αντικαταστάθηκε το ύφασμα υποστήριξης που είχε τοποθετηθεί το 1534 για την αποκατάσταση της ζημιάς από την πυρκαγιά στο Σαμπερύ. Με την ευκαιρία αυτή διαπιστώθηκε ότι στο πίσω μέρος της Σινδόνης το αποτύπωμα του σώματος είναι εντελώς απόν. Αυτό επιτρέπει τον αποκλεισμό του ενδεχομένου η αποτύπωση της μορφής να οφείλεται σε κάποιο χρώμα ή κάποια χρωστική ουσία οποιασδήποτε φύσεως, η οποία θα εμπότιζε το ύφασμα σε πολύ μεγαλύτερο πάχος.

Μέχρι τώρα έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρητικές παραδοχές προκειμένου να εξηγηθεί ο τρόπος με τον οποίο σχηματίστηκε η εικόνα. Επίσης, έχουν υπάρξει αρκετές πειραματικές προσπάθειες με διάφορες τεχνικές για να αναπαραχθεί η Σινδόνη [οι ιατροδικαστές Roger Romanese στη δεκαετία του ’30 και Giovanni Judica Cordiglia στη δεκαετία του ’40 χρησιμοποίησαν καμβάδες εμποτισμένους σε διαλύματα νέφτι και ελαιολάδου και τους έφεραν σε επαφή με πρόσωπα που είχαν πασπαλίσει με κονιώδες μίγμα (ή υδατικό διάλυμα) αλόης και μύρου].

Στην δεκαετία του ’80 και του ’90, ο Αμερικανός Walter McCrone ισχυρίστηκε ότι το χρώμα της εικόνας οφείλεται στην παρουσία σωματιδίων ένυδρου οξειδίου του σιδήρου (ερυθρό ώχρας που χρησιμοποιούνταν από τους ζωγράφους ακόμη και στον 14ο αιώνα), τα οποία είχαν μεταφερθεί στην υδάτινη φάση από ένα «συνδετικό υλικό» με πρωτεϊνική δομή που λαμβάνεται μέσω της θέρμανσης του κολλαγόνου. Η εικόνα υποτίθεται ότι προέκυψε χρησιμοποιώντας μια συγκεκριμένη «τέμπερα» που απλώθηκε στο ύφασμα. Δύο είναι οι κύριες αντιρρήσεις σε αυτή την υπόθεση: 1) Τα φάσματα ανάκλασης της εικόνας της Σινδόνης στις ζώνες του σώματος είναι διαφορετικά από εκείνα που καταγράφηκαν για το οξείδιο του σιδήρου και δεν είναι επομένως δυνατόν να σκεφτεί κανείς ότι το οξείδιο του σιδήρου συμβάλλει σημαντικά στη δημιουργία της εικόνας, επειδή το φως αντανακλάται με διαφορετικά φασματικά χαρακτηριστικά, 2) Η παρουσία του πρωτεϊνικού συνδετικού υλικού στις ζώνες του σώματος έχει αποκλειστεί από τους Heller και Adler, οι οποίοι δεν εντόπισαν παρουσία πρωτεϊνών παρά το γεγονός ότι χρησιμοποίησαν χρωματικές αντιδράσεις που ήταν δυνατόν να αναδείξουν πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις. Επιπλέον, τα φάσματα φθορισμού σε αυτές τις ζώνες δεν είναι σε συμφωνία με την παρουσία πρωτεΐνης. Στην πραγματικότητα, αυτές οι ουσίες είναι φθορίζουσες, ενώ η εικόνα δεν είναι. Ως εκ τούτου, η σύνοψη των πειραματικών αποτελεσμάτων επιτρέπει να αποκλειστεί η υπόθεση ότι η εικόνα έχει ζωγραφιστεί επάνω στο ύφασμα και συνεπώς η εικαστική αναπαράσταση μιας εικόνας επάνω σε ύφασμα, όπως εκείνη που επιχείρησε ο χημικός Luigi Garlaschelli το 2009 δεν παρουσιάζει ομοιότητες με την εικόνα της Σινδόνης.

Επιπλέον, το γεγονός ότι η εικόνα δεν είναι φθορίζουσα δεν επιτρέπει την υπόθεση ότι σχηματίστηκε από τη θερμότητα που αναπτύχθηκε στο ύφασμα στα σημεία επαφής με ένα κατάλληλα θερμαινόμενο ανάγλυφο, όπως ισχυρίστηκε ο Ιταλός γιατρός Vittorio Delfino Pesce τη δεκαετία του ’80. Ως εκ τούτου οι δημοσιογραφικές αναφορές που εμφανίζονται στις εφημερίδες και στο διαδίκτυο, ειδικά κοντά στις εκθέσεις της Σινδόνης, είναι εντελώς αβάσιμες.

Η μελέτη του αποτυπώματος με τη βοήθεια φασματοσκοπίας υπερύθρου οδηγεί στην υπόθεση ότι η εικόνα οφείλεται στο φαινόμενο της οξείδωσης και της αφυδάτωσης των επιφανειακών ινών του λιναριού, οι οποίες είναι πολύ πιο έντονες από ό,τι στις άλλες περιοχές του υφάσματος.

Ορισμένοι ερευνητές (το τελευταίο διάστημα ο Rinaudo από τη Γαλλία, οι Barbesino και Moroni από την Ιταλία και πολλοί άλλοι) έχουν διατυπώσει την υπόθεση ότι η εικόνα θα μπορούσε να έχει σχηματιστεί λόγω της αλληλεπίδρασης του υφάσματος με διάφορα είδη ακτινοβολίας: ήπια υπεριώδης ακτινοβολία, ακτίνες λέιζερ, πυρηνική ακτινοβολία, ροές νετρονίων και πρωτονίων, κλπ. Ακτινοβολίες τέτοιου είδους προκαλούν επίσης αλλοιώσεις στην ποσότητα του Άνθρακα 14 των υφασμάτων και ως εκ τούτου θα μπορούσαν να αλλοιώσουν τα αποτελέσματα μιας ραδιοχρονολόγησης.

Μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη πραγματοποιήθηκε κατά τα τελευταία δέκα χρόνια στο Κέντρο ENEA di Frascati (κοντά στη Ρώμη) από μια ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον Paolo Di Lazzaro. Στα εν λόγω πειράματα αποδείχθηκε ότι μια πολύ σύντομη και έντονη ακτινοβολία στο εγγύς υπεριώδες (που παράγεται για παράδειγμα από ένα excimer λέιζερ) μπορεί να χρωματίσει ένα λινό ύφασμα έτσι ώστε να αναπαράγει πολλά από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εικόνας που απεικονίζεται στη Σινδόνη, όπως η απόχρωση του χρώματος, η επιφανειακότητα του χρωματισμού (της τάξης λίγων μικρομέτρων) και η απουσία φθορισμού.

Μια σημαντική συμβολή στη μελέτη των χαρακτηριστικών της εικόνας της Σινδόνης δόθηκε κατά την επεξεργασία της από ηλεκτρονικό υπολογιστή. Το 1977, δύο Αμερικανοί επιστήμονες, ο John Jackson και ο Eric Jumper, υπέβαλαν για πρώτη φορά την εικόνα της Σινδόνης σε ηλεκτρονική επεξεργασία και διαπίστωσαν ότι περιέχει τρισδιάστατα χαρακτηριστικά που δεν υπάρχουν ούτε σε έργα ζωγραφικής, ούτε σε κοινές φωτογραφίες. Έναν χρόνο αργότερα, μια ομάδα ερευνητών από το Πανεπιστήμιο του Τορίνο με επικεφαλής τον Giovanni Tamburelli έλαβε ανεξάρτητα τρισδιάστατες εικόνες υψηλής ευκρίνειας, ώστε να αναδειχτούν πολλές λεπτομέρειες που δεν είναι ορατές με γυμνό μάτι, όπως, για παράδειγμα, τα ίχνη στο δεξιό βλέφαρο που άφησε ένα αντικείμενο το οποίο κατά πάσα πιθανότητα είναι ένα ρωμαϊκό νόμισμα που κόπηκε κατά το πρώτο μισό του πρώτου αιώνα μ. Χ. Επίσης, κατάφεραν να τραβήξουν μία ακόμα φωτογραφία του προσώπου χωρίς πληγές και χωρίς τις σταγόνες αίματος, αποτυπώνοντας έτσι το πραγματικό πρόσωπο του ανθρώπου της Σινδόνης. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Tamburelli και ο Nello Balossino πραγματοποίησαν ηλεκτρονική επεξεργασία του προσώπου του άνδρα της Σινδόνης παράλληλα με τις κύριες εικόνες του προσώπου του Ιησού που χρονολογούνται από την πρώτη χιλιετία της χριστιανικής εποχής, αναδεικνύοντας μεγάλο αριθμό ομοιοτήτων, κάτι που καθιστά πολύ πιθανή την υπόθεση ότι το πρόσωπο του ανθρώπου της Σινδόνης ήταν το πρωτότυπο της χριστιανικής εικονογραφίας (τουλάχιστον από τον 6ο αιώνα μ. Χ.  και εξής).

2.4. Οι κηλίδες του αίματος

Εκτός από την  εικόνα του σώματος, φαίνονται με γυμνό μάτι κάποιες κηλίδες, οι οποίες παραδοσιακά ονομάζονται κηλίδες αίματος ή ζώνες αίματος. Κατά τη μικροσκοπική εξέταση οι κηλίδες αίματος, σε αντίθεση με την εικόνα, αποτελούνται από ένα πολύπλοκο σύστημα που έχει εισχωρήσει μέχρι το εσωτερικό των ινών. Οι ίνες είναι κολλημένες γερά μεταξύ τους.  Το χρώμα ποικίλλει από περιοχή σε περιοχή από καφέ μέχρι κόκκινο και πορτοκαλί. Αυτή η διαφοροποίηση του χρώματος συνδέεται με την παρουσία μειγμάτων μεθαιμοσφαιρίνης σε στερεά φάση (καφέ χρώματος) και τα προϊόντα αποικοδόμησής της, όπως η χολερυθρίνη.

Το φάσμα UV-VIS των κηλίδων αίματος είναι διαφορετικό από τις ζώνες του σώματος, από τις ζώνες που έχουν καεί και από τις ζώνες του υφάσματος όπου δεν αποτυπώνεται η εικόνα. Υπάρχει ένας καλός συσχετισμός μεταξύ των μετρούμενων δεδομένων και του φάσματος της μεθαιμοσφαιρίνης. Οι φωτογραφίες σε φθορίζον περιβάλλον δείχνουν ότι οι κηλίδες αίματος εμφανίζονται ως σκοτεινά μη φθορίζοντα συστήματα, τα οποία συχνά περιβάλλονται από μια φθορίζουσα άλω. Το φαινόμενο είναι ορατό κυρίως όπου εμφανίζονται «κηλίδες αίματος» και είναι πιθανόν να οφείλεται σε περιθωριακές περιοχές όπου υπάρχει μόνο ορός του αίματος, ο οποίος είναι φθορίζον λόγω της περιεκτικότητάς του σε πρωτεΐνες. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι όπου υπάρχει κηλίδα αίματος στις ίνες του υφάσματος δεν έχει αποτυπωθεί εικόνα. Επομένως, μπορούμε να υποθέσουμε εθεί ότι σε πρώτη φάση βρέθηκε το αίμα επάνω στη Σινδόνη και σε δεύτερη φάση σχηματίστηκε η εικόνα.

Η εξέταση των φασμάτων φθορισμού με ακτίνες Χ κατέστησε δυνατή την ανίχνευση σιδήρου σε συγκεντρώσεις μέχρι 58.0 μg / cm2 στις ζώνες του αίματος. Η συγκέντρωση είναι υψηλότερη από ό,τι στις άλλες ζώνες και μπορεί να συνδεθεί με την παρουσία αίματος. Η αναζήτηση πρωτεϊνών ήταν θετική στις ζώνες του αίματος και αρνητική στις άλλες.

Μετά την ολοκλήρωση των πληροφοριών σχετικά με τον πειραματικό έλεγχο των ζωνών του αίματος πρέπει να αναφερθούν τα αποτελέσματα στα οποία κατέληξε ο  ιατροδικαστής Pierluigi Baima Bollone από το Τορίνο, ο οποίος κατόρθωσε να ανιχνεύσει την παρουσία αίματος, ιδίως του ανθρώπινου αίματος ομάδας ΑΒ, με τη μέθοδο συγκεκριμένων αντιδράσεων ανοσοφθορισμού με ανθρώπινη αντισφαιρίνη.

  1. ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΣΙΝΔΟΝΗΣ;

Ανάμεσα στα πολλά προβλήματα που έχει θέσει και συνεχίζει να θέτει η Σινδόνη  στους ερευνητές και στους επιστήμονες, το πιο συναρπαστικό και αμφιλεγόμενο είναι αναμφίβολα ο προσδιορισμός της ταυτότητας του ανθρώπου που έχει αφήσει την εικόνα του επάνω της. Η παράδοση αιώνων και οι προφανείς ομοιότητες της εικόνας που αποτυπώνεται στη Σινδόνη με τις περιγραφές από το Ευαγγέλιο που αναφέρονται στο Θείο Πάθος, στη σταύρωση, στον θάνατο και στην ταφή του Ιησού από τη Ναζαρέτ οδηγούν στην υπόθεση ότι ο άνθρωπος που απεικονίζεται στη Σινδόνη είναι ο Ιησούς.

Μα είναι δυνατόν να προσπαθήσουμε να αποδείξουμε μια τέτοια υπόθεση; Μερικοί ερευνητές έχουν σκεφτεί να χρησιμοποιήσουν σε αυτό το πλαίσιο τον υπολογισμό των πιθανοτήτων, τον τομέα των μαθηματικών που ασχολείται με τον υπολογισμό του βαθμού εμπιστοσύνης που μπορεί να αποδοθεί στην εμφάνιση ενός συγκεκριμένου γεγονότος. Ο πρώτος που αντιμετώπισε αυτό το πρόβλημα ήταν ο Γάλλος Yves Delage, μέλος της Ακαδημίας των Επιστημών του Παρισιού και καθηγητής στη Σορβόννη, ο οποίος δημοσίευσε τα αποτελέσματα της έρευνάς του σχετικά με την ταυτότητα της Σινδόνης το 1902. Το 1972 ο Γάλλος μηχανικός Paul de Gail τελειοποίησε αυτές τις υποθέσεις, τις οποίες τελικά αναθεώρησε και στις οποίες εμβάθυνε ο υποφαινόμενος το 1986. Οι υποθέσεις αυτές γίνονται για να ελεγχθεί εάν και κατά πόσο είναι αξιόπιστη μια τέτοια ταυτοποίηση, κάτι που αποκτά αξία μόνο αν στηρίζεται αποκλειστικά σε αντικειμενικά στοιχεία, χωρίς καμία a priori υπόθεση.

Σήμερα η έννοια της «πιθανότητας» χρησιμοποιείται ευρέως, αν και όχι για το συγκεκριμένο θέμα. Ως εκ τούτου, προκειμένου να καταστήσω σαφέστερες τις σκέψεις που ακολουθούν, θεωρώ απαραίτητο να παρουσιάσω μερικές απλές, αλλά βασικές έννοιες. Η πιθανότητα ενός δεδομένου γεγονότος εκφράζεται από έναν αριθμό μεταξύ 0 και 1, όπου η πιθανότητα 0 εκφράζει το αδύνατον και η πιθανότητα 1 τη βεβαιότητα. Επομένως, όσο πιο κοντά στο 1 είναι η τιμή πιθανότητας ενός συμβάντος, τόσο περισσότερο πιθανή είναι η εκδήλωσή του. Αντίστοιχα, όσο πιο κοντά στο 0 βρίσκεται αυτή η τιμή, τόσο πιο απίθανο είναι το γεγονός. Για παράδειγμα, αν έχουμε ρίξει ένα κέρμα στον αέρα έχουμε μια πιθανότητα στις δύο να πέσει με τη μία ή την άλλη πλευρά: σε αυτήν την περίπτωση λέμε ότι η πιθανότητα είναι 1 στις 2 και εκφράζεται από τον αριθμό 1/2, δηλαδή από την αναλογία μεταξύ του αριθμού των επιτυχιών και τον αριθμό των πιθανών περιπτώσεων. Αν ρίξουμε ένα ζάρι, έχουμε μία πιθανότητα στις έξι και στην περίπτωση αυτή λέμε ότι η πιθανότητα είναι 1 στις 6 και εκφράζεται από τον αριθμό 1/6. Εάν ρίξουμε ταυτόχρονα ένα ζάρι και ένα κέρμα και περιμένουμε ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα, η πιθανότητα είναι 1/2 από 1/6 δηλαδή 1/12. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η πιθανότητα να συμβούν ταυτόχρονα δύο γεγονότα δίνεται, όπως στην προκειμένη περίπτωση, από τον συνδυασμό των επιμέρους πιθανοτήτων μόνο όταν τα δύο γεγονότα είναι ανεξάρτητα, δηλαδή δεν επηρεάζουν το ένα το άλλο.

Ως εκ τούτου, πρέπει να εξεταστούν τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά που είναι κοινά ανάμεσα στον άνθρωπο της Σινδόνης και τον Ιησού –δίνοντας προσοχή στο γεγονός ότι είναι ανεξάρτητα μεταξύ τους– και να αξιολογηθούν οι σχετικές πιθανότητες. Κάθε τιμή πιθανότητας δίνεται από τη σχέση μεταξύ του αριθμού που αντιπροσωπεύει την πιο πιθανή εκτίμηση των ευνοϊκών περιπτώσεων (δηλαδή των σταυρώσεων που κατέχουν ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό) και τον συνολικό αριθμό των πιθανών περιπτώσεων (στην περίπτωσή μας, όλους εκείνους που έχουν υποστεί το βασανιστήριο της σταύρωσης).

Ας ρίξουμε μια ματιά σε επτά ιδιαίτερα σημαντικά χαρακτηριστικά του ανθρώπου της Σινδόνης και ας τα εξετάσουμε προσεκτικά:

1) Ο άνθρωπος της Σινδόνης και ο Ιησούς μετά τον θάνατό τους τυλίχτηκαν σε ένα σάβανο. Το γεγονός αυτό είναι πολύ σπάνιο στην αρχαιότητα, ειδικά για κάποιον που πέθανε στον σταυρό. Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα νεκρά σώματα των εσταυρωμένων εγκαταλείπονταν  επάνω σταυρό και γίνονταν βορά άγριων ​​ζώων ή πιο συχνά θάβονταν σε μαζικούς τάφους. Ως εκ τούτου, μπορούμε εύλογα να οδηγηθούμε στην υπόθεση ότι οι νεκροί μόνο μίας σταύρωσης στις εκατό είχαν μια πρέπουσα ταφή και στη συνέχεια μπορούμε να αποδώσουμε σε αυτή την περίπτωση την πιθανότητα 1/100.

2) Έστω ότι και στον άνθρωπο της Σινδόνης και στον Ιησού τοποθετήθηκε στο κεφάλι ένα ακάνθινο στεφάνι. Το γεγονός αυτό αποτελεί πραγματικά εξαίρεση και δεν αναφέρεται πουθενά στις πηγές ένα τέτοιο έθιμο ούτε για τους Ρωμαίους ούτε για τους άλλους λαούς. Ως εκ τούτου η πιθανότητα ενός τέτοιου γεγονότος είναι πολύ χαμηλή και μπορούμε να την ορίσουμε ως πιθανότητα 1/5000.

3) Ο άνθρωπος της Σινδόνης, όπως και ο Ιησούς, μετέφεραν στους ώμους ένα βαρύ αντικείμενο το οποίο δεν μπορεί να είναι άλλο από το patibulum (δηλαδή, τον οριζόντιο βραχίονα του σταυρού) στο οποίο θα καρφώνονταν στη συνέχεια. Η μεταφορά του patibulum από τον καταδικασμένο σε θάνατο δεν συνέβη βέβαια σε όλες τις σταυρώσεις, ιδιαίτερα στις μαζικές σταυρώσεις, γιατί συχνά χρησιμοποιούνταν για τη σταύρωση δέντρα ή περιστασιακοί σταυροί. Ως εκ τούτου, η πιθανότητα σε αυτή την περίπτωση μπορεί να οριστεί ως 1/2.

4) Χρησιμοποιήθηκαν καρφιά για τη σταύρωση τόσο του ανθρώπου της Σινδόνης όσο και του Ιησού. Το γεγονός αυτό φαίνεται ότι περιοριζόταν στις επίσημες σταυρώσεις, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις τα χέρια και τα πόδια των ανθρώπων που υπέστησαν το μαρτύριο της σταύρωσης ήταν δεμένα με σχοινιά. Μπορούμε λοιπόν να αποδώσουμε σε αυτό το γεγονός την πιθανότητα 1/2.

5) Ο άνθρωπος της Σινδόνης και ο Ιησούς τραυματίστηκαν στα πλευρά μετά τον θάνατο, ενώ δεν υπάρχουν κατάγματα στα πόδια. Πρόκειται για ένα γεγονός σχεδόν μοναδικό: ήταν πολύ πιο συχνή η συνήθεια να σπάνε τα πόδια των εσταυρωμένων για να επισπεύσουν τον θάνατο (όπως εξηγείται από το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο), όταν για κάποιο λόγο έπρεπε να επισπευθεί η εκτέλεση. Μπορούμε λοιπόν να ορίσουμε αυτή την πιθανότητα ως 1/10.

6) Ο άνθρωπος της Σινδόνης και ο Ιησούς τυλίχτηκαν στο σάβανο αμέσως μετά τη σταύρωση χωρίς να πλυθεί το νεκρό τους σώμα ή να αλειφθεί με αρώματα. Το γεγονός αυτό δεν αντιστοιχεί με τα έθιμα της εποχής, τα οποία προέβλεπαν ότι πριν από μία κανονική ταφή το σώμα έπρεπε να πλυθεί και να  αλειφθεί με αρώματα και μετά να τυλιχτεί με το νεκρικό σάβανο. Επομένως, πρόκειται για εξαίρεση, η οποία ήταν το αποτέλεσμα εξωτερικών παραγόντων που οδήγησαν σε μια βιαστική ταφή, εν αναμονή της οριστικής ταφής. Στην περίπτωση του Ιησού γνωρίζουμε ότι τυλίχτηκε με το σάβανο και τοποθετήθηκε σε έναν τάφο αμέσως μετά την αποκαθήλωση λόγω της ανάγκης να ολοκληρωθεί η ταφή πριν πέσει η νύχτα και ξεκινήσει το Σάββατο του Εβραϊκού Πάσχα, κατά τη διάρκεια του οποίου δεν επιτρεπόταν να εκτελεστεί καμία πράξη της νεκρικής τελετουργίας. Η τελική ταφή θα έπρεπε να εκτελεσθεί από τις γυναίκες δύο ημέρες αργότερα. Η σπανιότητα αυτού του γεγονότος επιτρέπει να του αποδοθεί πιθανότητα 1/20.

7) Τόσο ο άνθρωπος της Σινδόνης όσο και ο Ιησούς παρέμειναν τυλιγμένοι στο σάβανο για μικρό χρονικό διάστημα. Στην πραγματικότητα, για να δημιουργηθεί η εικόνα που βλέπουμε ήταν απαραίτητο να παραμείνει το σώμα στο εσωτερικό του σάβανου τουλάχιστον μερικές ώρες, αλλά όχι περισσότερο από δύο ή τρεις ημέρες, γιατί διαφορετικά η διαδικασία της αποσύνθεσης θα κατέστρεφε την εικόνα και θα άφηνε στο ύφασμα ορατά και αναγνωρίσιμα μέχρι σήμερα σημάδια, τα οποία όμως δεν εντοπίζονται στη Σινδόνη. Το γεγονός αυτό είναι πραγματικά εκπληκτικό, διότι δεν φαίνεται απολύτως λογικό να τυλιχτεί ένα νεκρό σώμα σε ένα σάβανο (πράξη ασυνήθιστη στην αρχαιότητα) και στη συνέχεια να τοποθετηθεί στον τάφο και να αφαιρεθεί στη συνέχεια μετά από ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Ακόμη και ο Ιησούς τυλίχτηκε σε ένα σάβανο αμέσως μετά την αποκαθήλωση και μετά από παραμονή στον τάφο, η είσοδος του οποίου φρουρούταν από φύλακες, που δεν υπερβαίνει τις σαράντα ώρες, βρέθηκε μόνο το σάβανο, ενώ το σώμα είχε εξαφανιστεί. Μπορούμε λοιπόν να αποδώσουμε σε αυτό το γεγονός πιθανότητα τουλάχιστον 1/500.

Με αυτόν τον τρόπο αποδόθηκε πιθανότητα σε κάθε ένα από τα επτά αυτά κοινά χαρακτηριστικά ανάμεσα στον Ιησού και τον άνδρα της Σινδόνης, δίνοντας φυσικά μεγαλύτερη τιμή στα χαρακτηριστικά εκείνα που ήταν πιθανότερο να παρατηρηθούν σε κάθε σταύρωση και μικρότερη τιμή στα πιο σπάνια χαρακτηριστικά, δηλαδή σε εκείνα τα χαρακτηριστικά που θεωρείται δύσκολο να συνέβησαν σε κάθε σταύρωση. Στο τέλος αυτού του υπολογισμού, έχοντας κατά νου ότι αυτά τα επτά γεγονότα είναι σαφώς ανεξάρτητα μεταξύ τους, μπορούμε να υπολογίσουμε τη συνολική πιθανότητα, δηλαδή την πιθανότητα αυτά τα επτά γεγονότα να συνέβησαν μαζί ή αυτά τα επτά χαρακτηριστικά να αφορούν όλα μαζί έναν και μόνο άνθρωπο, ο οποίος έχει υποστεί το βασανιστήριο της σταύρωσης. Η συνολική πιθανότητα δίνεται από το γινόμενο των επτά επιμέρους πιθανοτήτων και ισούται με 1 στα 200 δισεκατομμύρια, δηλαδή έναν αριθμό πολύ κοντά στο μηδέν. Αυτό σημαίνει ότι είναι σχεδόν αδύνατον μια οποιαδήποτε σταύρωση στην ιστορία να κατείχε τα επτά αυτά χαρακτηριστικά όλα μαζί. Με άλλα λόγια, από τις 200 δισεκατομμύρια πιθανές σταυρώσεις υπήρξε μόνο μία που κατείχε τα επτά χαρακτηριστικά που λάβαμε υπόψη και είναι κοινά ανάμεσα στον άνθρωπο της Σινδόνης και στον Ιησού. Δεδομένου ότι είναι προφανές ότι δεν μπορεί να υπήρξαν 200 δισεκατομμύρια σταυρώσεις στην ανθρώπινη ιστορία (το πολύ μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ή μερικά εκατομμύρια) ο παραπάνω υπολογισμός οδηγεί στο συμπέρασμα ότι είναι πολύ πιθανό μια σταύρωση με αυτά τα χαρακτηριστικά να είναι μοναδική και ως εκ τούτου, ο άνθρωπος της Σινδόνης δεν μπορεί παρά να είναι παρά ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ.

  1. Η ΝΕΑ ΜΕΘΟΔΟΣ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ

Το 1992 μια διεθνής επιστημονική επιτροπή κλήθηκε να ορίσει νέες και πιο σύγχρονες μεθόδους συντήρησης και φύλαξης της Σινδόνης. Μετά από αρκετά χρόνια μελετών και δοκιμών, σχεδιάστηκαν δύο νέες προθήκες: μια προθήκη μεγίστης ασφαλείας, η οποία χρησιμοποιήθηκε για τις εκθέσεις του 1998, του 2000, του 2010 και του 2015, και μια πιο ελαφριά η οποία χρησιμοποιείται για την καθημερινή φύλαξη. Στην τελευταία, η Σινδόνη είναι διατεταγμένη οριζόντια, εντελώς απλωμένη και βυθισμένη σε αργόν (ένα αδρανές αέριο), προστατεύεται από το φως και διατηρείται σε σταθερές συνθήκες (θερμοκρασίας, υγρασίας, πίεσης) υπό τον έλεγχο ενός ηλεκτρονικού συστήματος παρακολούθησης. Η διατήρησή της μέσα σε ένα αδρανές αέριο όπως το αργόν (το οποίο δεν αντιδρά με τα πιο κοινά χημικά στοιχεία) κρίνεται απαραίτητη για την πρόληψη της ανάπτυξης των βακτηρίων και για να διακοπεί το προοδευτικό κιτρίνισμα του υφάσματος (που προκαλείται από τη φυσική διαδικασία της οξείδωσης λόγω του οξυγόνου της ατμόσφαιρας), το οποίο είναι υπεύθυνο για την προοδευτική μείωση της ορατότητας της εικόνας.

Οι δύο νέες προθήκες έχουν το σχήμα ενός παραλληλεπιπέδου, οι δύο πλευρικές επιφάνειες του οποίου και η κάτω είναι κατασκευασμένες από ένα κράμα μετάλλου, ενώ η άνω επιφάνεια είναι κατασκευασμένη από αλεξίσφαιρο γυαλί. Η προθήκη που περιέχει το κάλυμμα εισάγεται με τη σειρά της σε μια σαρκοφάγο από πυρίμαχο υλικό που την προστατεύει από το φως και φυλάσσεται στο αριστερό κλίτος του καθεδρικού του Τορίνο.

Το 2002, η Σινδόνη υποβλήθηκε σε σημαντικές και απαραίτητες εργασίες αποκατάστασης: απομακρύνθηκαν τα επιθέματα που είχαν ραφτεί το 1534 επάνω από τις τρύπες που προκλήθηκαν από τη φωτιά και αντικαταστάθηκε το ύφασμα Ολλανδίας επάνω στο οποίο ήταν ραμμένη μέχρι σήμερα. Οι εργασίες αποκατάστασης είχαν σκοπό την απομάκρυνση ρυπογόνων υλικών που βρίσκονταν επάνω στα επιθέματα –απομεινάρια από τη φωτιά στο Σαμπερύ το 1532. Τα εν λόγω υλικά συλλέχθηκαν προσεκτικά σε ειδικά σφραγισμένα δοχεία και καταλογογραφήθηκαν.

Οι εργασίες για τη βελτίωση των συνθηκών φύλαξης και συντήρησης της Σινδόνης που πραγματοποιήθηκαν κατά τη δεκαετία 1992-2002 αποτελούν ορόσημο στην ιστορία της, καθώς εξασφαλίζουν τις καλύτερες δυνατές και πλέον σύγχρονες συνθήκες, οι οποίες θα επιτρέψουν στις μελλοντικές γενιές να θαυμάσουν τη μοναδική και συναρπαστική αυτή εικόνα.

  1. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ

Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια έχουν διατυπωθεί νέες προτάσεις από επιστήμονες και ερευνητικά προγράμματα από όλον τον κόσμο, οι οποίες έχουν υποβληθεί σε μια διεθνή επιτροπή εμπειρογνωμόνων προκειμένου να αξιολογηθεί το ενδεχόμενο να ξεκινήσει μια νέα εκστρατεία συντονισμένων μελετών και έρευνας. Επί του παρόντος, όλο το υλικό που συλλέγεται (προτάσεις για έρευνα και εκθέσεις της επιτροπής εμπειρογνωμόνων) παραδίνεται στην Αγία Έδρα, στην οποία ανήκει η Σινδόνη. Η Αγία Έδρα θα αποφασίσει αν και πότε θα εκκινήσει νέες έρευνες σχετικά με τη Σινδόνη, οι οποίες αφενός θα έχουν ως αναγκαία αφετηρία τις γνώσεις που κατέχουμε μέχρι σήμερα και αφετέρου δύο βασικούς σκοπούς: να επαληθευθούν οριστικά τα αποτελέσματα που έχουν προκύψει μέχρι τώρα και να υπάρξει αντικειμενική αξιολόγηση των υποθέσεων που έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς, ιδίως όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο αποτυπώθηκε η εικόνα. Προφανώς, θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν οι  πλέον σύγχρονες κι αξιόπιστες τεχνικές υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα προκαλούν καταστροφές. Πρόκειται για τον σχεδιασμό και κυρίως για την υλοποίηση μιας σύνθετης διαδικασίας, δεδομένου ότι πρέπει να δομηθεί ένα σύγχρονο επιστημονικό εργαστήριο γύρω από τη Σινδόνη για να συλλεχθεί η μέγιστη δυνατή ποσότητα δεδομένων, τα οποία στη συνέχεια θα επεξεργαστούν και θα αναλυθούν από μια ειδική διεθνή επιστημονική επιτροπή. Η Σινδόνη έχει ήδη θέσει μια νέα και συναρπαστική πρόκληση στην επιστήμη για αυτή την τρίτη χιλιετία.

 

Προηγούμενο Άρθρο

Η Ιερά Σινδόνη του Χριστού «Παράδοση-Πίστη-Επιστήμη». Ομιλία του Δρ Contardo Codegone

Επόμενο Άρθρο

Αθήνα: Ιερά Σινδόνη του Χριστού, Παράδοση-Πίστη-Επιστήμη

You might be interested in …

Ομιλία σεβασμ. Επισκόπου Νιν για την τεσσαρακοστή: Οι Πέντε Δρόμοι της Συμφιλίωσης με τον Θεό

 ΟΙ ΠΕΝΤΕ ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ Από τις ομιλίες του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, επισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Θέλετε να μιλήσω για τους δρόμους της συμφιλίωσης με τον Θεό; Είναι πολλοί και διάφοροι, αλλά όλοι […]

«Στη γη, γίνεται ΧΑΡΑ;» Ομιλία σεβασμ. Σεβαστιανού 24η Κυριακή του έτους (Γ’κύκλος)

  24η ΚΥΡΙΑΚΗ του Έτους, γ’ κύκλος   Στη γη, γίνεται ΧΑΡΑ;   Δύο παραβολές ακούσαμε από τον Ιησού Χριστό: για το χαμένο πρόβατο και τη χαμένη δραχμή. Κοινό στοιχείο: η χαρά του Θεού και των […]

Ομιλία σεβ. Σεβαστιανού, κατά την τελετή Χρίσματος στην Ενορία του Αγίου Παύλου Πειραιά.

Μας τονίζει σήμερα ο Ευαγγελιστής Λουκάς, ότι την ημέρα της Αναλήψεως του Ιησού Χριστού οι μαθητές γύρισαν με χαρά στην Ιερουσαλήμ. Παρόλο που ο Διδάσκαλός τους είχε φύγει, είχε επιστρέψει στον Πατέρα Του, εκείνοι όμως […]