Στην προσπάθεια γνωριμίας, προβολής και ενημέρωσης του βιβλίου «ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ», που εκδόθηκε με την φροντίδα της Καθολικής Ιεραρχίας της Ελλάδας, έγινε το απόγευμα της Δευτέρας 14 Φεβρουαρίου, μετά την Αθήνα και τη Σύρο, η παρουσίαση του έργου αυτού και στο Αποστολικό Βικαριάτο της Θεσσαλονίκης και συγκεκριμένα στην ανακαινισμένη αίθουσα του Καθολικού Καθεδρικού Ναού της Αμιάντου Συλλήψεως της Παναγίας.
Πράγματι, μετά το χαιρετισμό και μία σύντομη τοποθέτηση του Σεβασμιoτάτου Αρχιεπισκόπου Κερκύρας και Τοποτηρητή του Αποστολικού Βικαριάτου Θεσσαλονίκης π. Ιωάννη Σπιτέρη, το λόγο πήρε ο Επίκουρος Καθηγητής της Νομικής του Α.Π.Θ. κ. Αναστάσιος Φρέρης, ο οποίος συντόνισε την εκδήλωση και παρουσίασε τους ομιλητές. Το κύριο βάρος της παρουσίασης επωμίστηκε ο πολιτικός επιστήμονας κ. Γεώργιος Δίελλας, ο οποίος παρουσίασε τις κεντρικές συνιστώσες της Κοινωνικής Διδασκαλίας της Καθολικής Εκκλησίας, μέσα από ένα ενδιαφέρον ιστορικό πλαίσιο, στο οποίο προσπάθησε να δείξει την προοδευτική ανάπτυξη αυτής της διδασκαλίας και τον τρόπο με τον οποίο διαπραγματεύεται την ανάδυση των διαφόρων προβλημάτων στην κοινωνία και στις κοινωνικές σχέσεις. Στην τοποθέτησή του έδειξε πως η Καθολική Εκκλησία, ωθούμενη από τις ανάγκες της βάσης, δίνει απαντήσεις σε ρεαλιστικά προβλήματα, αρχίζοντας ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα με την Εγκύκλιο του πάπα Λέοντος του ΙΓ’ «Rerum Novarum». Υπογράμμισε ότι αυτό το βιβλίο δεν αποτελεί μία summa της κοινωνικής διδασκαλίας της Εκκλησίας, αλλά πρόκειται για ένα βοήθημα προς όλους εκείνους που θέλουν να εμβαθύνουν στη διδασκαλία της, έχοντας στα χέρια τους ένα εγχειρίδιο που συστηματοποιεί τα κατά καιρούς επίσημα ντοκουμέντα της Καθολικής Εκκλησίας σχετικά με τα κοινωνικά προβλήματα.
Χαρακτηριστική, εκτός των άλλων, είναι η δομή του βιβλίου που από τις 650 περίπου σελίδες του, αφιερώνει τις μισές σε σχόλια, πηγές και ευρετήρια. Ο κ. Δίελλας δεν αρκέστηκε στο να παρουσιάσει μία αφηρημένη διδασκαλία, αλλά την εφάρμοσε σε σύγχρονα, ατράνταχτα παραδείγματα, στα οποία καλούνται οι Εκκλησίες να δώσουν σήμερα μία απάντηση. Ευχήθηκε τέλος να βρεθεί ένας κοινός τρόπος έκφρασης και για τις δυο χριστιανικές εκκλησίες της πατρίδας μας, ώστε η διδασκαλία αυτή να γίνει πράξη στην καθημερινότητα των χριστιανών της ανατολικής και δυτικής παράδοσης.
Το λόγο στη συνέχεια πήραν δύο καθηγητές της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης: Πρώτος ο επίκουρος καθηγητής κ. Χρήστος Αραμπατζής, ο οποίος, εντρυφώντας κυρίως στο παράδειγμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αναφέρθηκε στο δικαίωμά της να παίρνει θέση σ’ ό,τι αφορά στα κοινά. Παρουσίασε δύο κατηγορίες αντιλήψεων που κυριαρχούν στον ελλαδικό χώρο: Η πρώτη υποστηρίζει ότι η Εκκλησία πρέπει να ασχολείται μονάχα με τις εσωτερικές πνευματικές ανάγκες των ανθρώπων και να μην εμπλέκεται στο δημόσιο και κυρίως στο πολιτικό πεδίο. Η δεύτερη κατηγορία αντίληψης αναφέρεται σ’ εκείνους που υποστηρίζουν σθεναρά ότι η σωτηρία του ανθρώπου δεν αφορά μόνο στη ψυχή του, αλλά σε ολόκληρο τον άνθρωπο, σαν μονάδα ενός ευρύτερου κοινωνικού συνόλου, κι έτσι η Εκκλησία, μέσα στην οποία ανήκει, έχει το δικαίωμα να αναγγέλλει την αλήθειά της και στο δημόσιο τομέα. Ο ομιλητής ολοκλήρωσε αναλύοντας τα θετικά και τα αρνητικά των δύο αυτών αντιλήψεων και τους κινδύνους που τυχόν εγκυμονούν.
Ο δεύτερος ομιλητής, ο αναπληρωτής καθηγητής κ. Φώτιος Ιωαννίδης, με μία επίσης σύντομη παρέμβαση αναφέρθηκε στους Πατέρες της Εκκλησίας και στον τρόπο με τον οποίο η Εκκλησία, πέρα από κάθε προσπάθεια «διδασκαλίας», κάνει πράξη την ίδια την αγάπη, πριν να τη δείξει μέσα από την πρωτογενή της φανέρωση που είναι η ίδια η Ενορία.
Και οι τρεις ομιλητές κράτησαν αμείωτο το ενδιαφέρον του ακροατηρίου και απάντησαν στις ερωτήσεις που υποβλήθηκαν στη συνέχεια. Ακολούθησε συζήτηση, κυρίως με παρεμβάσεις καθηγητών της Θεολογικής Σχολής και το συμπέρασμα που προέκυψε ήταν πως υπάρχουν ακόμη διαφορές στο πρακτικό πεδίο της Κοινωνικής Διδασκαλίας ανάμεσα στις δύο Εκκλησίες, όχι απαραίτητα αντιφατικές, αλλά περισσότερο συμπληρωματικές.
Όπως διαπιστώθηκε, η Ορθόδοξη Εκκλησία υπογραμμίζει περισσότερο την πράξη και λιγότερο τη διδασκαλία, η Καθολική δε, αρχίζει από την πράξη και την κωδικοποιεί στη συνέχεια σε διδασκαλία. Η συνάντηση αυτή υπήρξε εξαιρετικά χρήσιμη κι απέδειξε πως μπορεί σε καλοπροαίρετες βάσεις να συνεχιστεί ο διάλογος Καθολικών και Ορθοδόξων χωρίς δογματικές αγκυλώσεις και προκαταλήψεις.
Την εκδήλωση έκλεισε ο Σεβασμιότατος Αρχιεπίσκοπός μας Ιωάννης Σπιτέρης, ο οποίος, αφού συνόψισε τα συμπεράσματα της παρουσιάσεως του βιβλίου, ευχαρίστησε θερμά τους κ.κ. Γεώργιο Δίελλα, Χρήστο Αραμπατζή και Φώτιο Ιωαννίδη, για την πρόθυμη και ευγενική τους ανταπόκριση στην πρόσκλησή του να μιλήσουν για το βιβλίο και να διαφωτίσουν το ακροατήριο με τις τόσο ενδιαφέρουσες παρουσιάσεις τους και με τα εξίσου ενδιαφέροντα και κατατοπιστικά στοιχεία που παρέθεσαν μέσα από το σπουδαίο περιεχόμενο του βιβλίου, τον εφημέριο της Ενορίας μας π. Γιάνους που παραχώρησε την ενοριακή αίθουσα για την πραγματοποίηση της παρουσιάσεως του βιβλίου και φρόντισε κάθε «τεχνική» λεπτομέρεια για την αρτιότητά της, όλους εκείνους που προσέφεραν (σιωπηλά, ανώνυμα, αλλά με συνέπεια) τις καλές τους υπηρεσίες (μικρές ή μεγάλες) για να γίνει δυνατή η διοργάνωση αυτή, αλλά και όλους τους παρευρισκομένους που ανταποκρίθηκαν με ενδιαφέρον στην πρόσκληση για συμμετοχή στην ωραία αυτή εκδήλωση. Ακολούθησε κέρασμα που προσέφεραν οι νέοι της ενορίας σε όλους τους παρευρισκομένους, που σχημάτισαν μικρά πηγαδάκια συνεχίζοντας την ιδιαίτερα χρήσιμη κι ενδιαφέρουσα αυτή συζήτηση.